Αλλαγή πλεύσης του Ιστολογίου “ΡΟΔΟΣυλλέκτης”

Το Ιστολόγιο του ΡΟΔΟΣυλλέκτη, απευθύνεται σε όσους αγαπούν τον τόπο τους… εδώ είναι λοιπόν και περιμένει τα δελτία για τις εκδηλώσεις και τις δράσεις των Πολιτιστικών Συλλόγων αλλά και ότι αφορά τον τόπο μας – ακόμα και την πολιτική… Το Email μας είναι: r.telxinas@yahoo.gr

Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου 2017

Κάσος, το νοτιότερο νησί του Ανατολικού Αιγαίου με τη μεγάλη Ιστορία!!

Η Κάσος συμβιώνει στο απίθανο Καρπάθιο πέλαγος δίπλα στη Κάρπαθο και την Κρήτη, στην πιο αυθεντική ίσως γωνιά του Αιγαίου. Είναι ένα πολύ ιδιαίτερο νησί το οποίο δικαιολογεί τη μικρή οδύσσεια που πρέπει να ζήσει ο ταξιδιώτης για να αράξει στο λιμάνι της. Η έκταση της φθάνει τα 66,4 τ.χλμ. και έχει μήκος ακτών 59 χλμ.
Έχει πέντε χωριά: την Αγία Μαρίνα, το Πόλι, την Παναγία, το Αρβανιτοχώρι και το Φρυ (πρωτεύουσα). 
Εζήτησα από τον Θεό την ομορφιά να πιάσω κι εκείνος χαμογέλασε και μου έδειξε την Κάσο.

Εισαγωγή
Η Κάσος βρίσκεται στο νοτιότερο άκρο του Ανατολικού Αιγαίου, ανάμεσα στην Κρήτη και την Κάρπαθο. Έχει έκταση 64 τ.χ. και πληθυσμό 1088 κατοίκους.
Είναι ορεινή και βραχώδης, με λίγες καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Στα βουνά του νησιού συναντά κανείς σπάνια αγριολούλουδα και πουλιά. Έχει εύκρατο και υγιεινό κλίμα.

Συστάδες βραχονησίδων και βράχων βρίσκονται γύρω από αυτήν. Έχει αρχαιότατη ιστορία. Ακολουθεί τις ιστορικές τύχες της γειτονικής Καρπάθου καθώς και της Κρήτης και συχνά δέχεται τις επιδρομές πειρατών. Στα χρόνια της ελληνικής επανάστασης είχε 12.000 κατοίκους. Είναι νησί με λαμπρές ναυτικές παραδόσεις. Η θάλασσα, τα καράβια, οι ναυτικοί, είναι μέρος της ζωής και κυρίως των αναμνήσεων αυτού του τόπου. Έτσι άρχισε τη ζωή του ήδη από τη μινωϊκή εποχή, έτσι συνέχισε τα αρχαϊκά χρόνια που περιγράφει ο Όμηρος, έτσι και την εποχή της επανάστασης του 1821 μέχρι τα χρόνια των καραβιών και αργότερα των ναυτικών.
Όπως κι αν την προσεγγίσεις, με αεροπλάνο ή με καράβι, φαντάζει άγρια και αφιλόξενη. Από τη θάλασσα αναδύεται ένα πέτρινο, γκρίζο, απότομο τοπίο. Όμως η πρώτη άγρια εντύπωση των βουνών της Κάσου, υποχωρεί όταν αρχίζουν να προβάλουν τα πρώτα σπίτια. Τότε η Κάσος γίνεται σιγά σιγά μια φιλόξενη, ζεστή αγκαλιά.

Μέσα σ’ αυτή την αγκαλιά, κουρνιάζουν τα πέντε χωριά του νησιού, το Φρυ, το λιμάνι, η Αγία Μαρίνα, το μεγαλύτερο χωριό απλωμένο στις κορυφές του λόφου με θέα το ηλιοβασίλεμα, το Αρβανιτοχώρι στις ρίζες των βουνών, το Πόλι, το παλιό χωριό χτισμένο γύρω από το λόφο με το ερειπωμένο κάστρο και η Παναγία πάνω από το παλιό λιμάνι του Εμπορειού, που συναποτελούν το δήμο Κάσου, ο οποίος υπάγεται διοικητικά στην επαρχία Καρπάθου.

Η πρωτεύουσα Φρυ είναι και το μοναδικό λιμάνι του νησιού. Πλάι στο λιμάνι για τα καράβια είναι το μικρό λιμανάκι της Μπούκας, σπάνιο δείγμα παλιού πειρατικού καταφυγίου, όπου αράζουν οι ψαρόβαρκες και οι ψαράδες πίνουν τον καφέ τους στο παραδοσιακό καφενείο πουλώντας τα ψάρια τους. Η Μπούκα υπάρχει πάντα στην ψυχή του κάθε Κασιώτη, αφού είναι συνδεδεμένη με την επιστροφή, αλλά και το μισεμό. Κοντά στο Φρυ βρίσκεται ο Εμπορειός, όπως λέγεται το παλιό λιμάνι με τα ωραία παλιά πετρόχτιστα σπίτια και την εκκλησία της Γέννησης της Θεοτόκου.

Εντυπωσιακές είναι επίσης οι εκκλησίες του Αγίου Σπυρίδωνα και της Αγίας Μαρίνας.

Τα λευκά σπίτια με τις αυλές και τις αλιτάνες, ανακατεύονται με παλιά, αρχοντοκτισμένα καπετανόσπιτα, δείγματα των περασμένων, πλούσιων καιρών, ενώ στους οικισμούς τα σπίτια είναι κάτασπρα και τα σοκάκια είναι πλακόστρωτα. Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι ποιμενικές κατοικίες, τα «μητάτα», που κουβαλούν μια μακρόχρονη παράδοση ποιμενικής ζωής. Μέσα σ’ αυτά παράγονται τα εκλεκτά γαλακτοκομικά προϊόντα της. Όσο εντυπωσιακή κι αν είναι η εξωτερική εμφάνιση πολλών σπιτιών στην Κάσο, σε καμιά περίπτωση δεν προδίδει τον πλούτο που κρύβουν στο εσωτερικό τους. Έπιπλα, σκεύη, καθρέπτες, λάμπες, φερμένα από κάθε γωνιά της γης, στολίζουν το «σουφά» και τα πολλά ράφια. Ο κόπος των ναυτικών αντρών, έδενε αρμονικά με τον κόπο της κασιώτισας γυναίκας που το χέρι της έπλεκε και κεντούσε με μεράκι και χάρη.

Σε όλους τους οικισμούς, αλλά και σε εξοχικές τοποθεσίες υπάρχουν εκκλησίες και ξωκλήσια με βοτσαλωτά δάπεδα και ωραία ξυλόγλυπτα τέμπλα, όπως το μοναστήρι του Αγίου Μάμμα και του Αγίου Γεωργίου, που διαθέτει μεγάλο ξενώνα, τα οποία βρίσκονται στην πίσω πλευρά του νησιού και που με την παρουσία τους αυτή «γλυκαίνουν» το άγριο τοπίο. Ο ?γιος Μάμμας, βιγλάτορας του Αιγυπτιακού πελάγους, και ο ?ης Γιώργης στις Χαδιές, ο «χαϊδεμένος» άγιος των κασιωτών. Και στα δύο μοναστήρια γίνονται τα πιο παραδοσιακά πανηγύρια της Κάσου.

Εκατό μικρές και μεγάλες εκκλησίες με ψηλά καμπαναριά είναι σπαρμένες ανάμεσα στα σπίτια και σ’ ολόκληρο το νησί, δείγματα της πίστης των ανθρώπων που δούλευαν στη θάλασσα, παρέα με τον κίνδυνο.
Νοτιότερα ο όρμος Χέλατρος προσφέρεται για όσους επιθυμούν να κολυμπήσουν στην πεντακάθαρη θάλασσα του. Για τους λουόμενους προσφέρονται οι παραλίες στο Φρύ, στον ?γιο Κωνσταντίνο, στ’ Αρμάθια, στη Χέλατρο.

Ιστορία
Η Κάσος, το νοτιότερο και πλησιέστερο προς την Κρήτη νησί της Δωδεκανήσου, αποτελεί ουσιαστικά τον τελευταίο κρίκο της αλυσίδας ανάμεσα στη Μικρά Ασία και την Κρήτη.
Τα πρωϊμώτερα ίχνη κατοίκησης στο νησί χρονολογούνται στην Υστερη Νεολιθική/Πρώιμη Εποχή του Χαλκού (4η και 3η χιλιετία π.Χ.). Κατά τη Μέση και την αρχή της Ύστερης Εποχής του Χαλκού (έως το 1450 π.Χ. περίπου), υπάρχουν ενδείξεις μόνιμης πλέον εγκατάστασης, με έντονα μινωικά χαρακτηριστικά, στο νοτιοδυτικό άκρο του νησιού, γύρω από τον ασφαλή κόλπο Χέλατρο. Κατά τη μυκηναϊκή περίοδο το κέντρο δραστηριότητας μεταφέρεται στο βόρειο τμήμα, στη φυσικά οχυρή θέση Πόλιν.
Ο Όμηρος στο Β’ της Ιλιάδας αναφέρει την Κάσο να μετέχει, μαζί με άλλα νησιά της Δωδεκανήσου, στον Τρωικό πόλεμο.
Κατά τους ιστορικούς χρόνους η αρχαία πρωτεύουσα, ομώνυμη του νησιού κατά τον Στράβωνα, παρέμεινε στην
περιοχή Πόλιν, γύρω από το ύψωμα της μυκηναϊκής ακρόπολης. Η διάσπαρτη κεραμεική από την κορυφή του υψώματος χρονολογείται από την Ύστερη Νεολιθική/Πρώιμη Εποχή του Χαλκού έως την παλαιοχριστιανική περίοδο και μαρτυρεί τη συνεχή κατοίκηση της θέσης, η οποία, μαζί με τη λωρίδα που τη συνδέει με το λιμάνι στο Εμπορειό, αποτέλεσε διαχρονικά τον κύριο οικιστικό πυρήνα στο νησί.
Οι Κάσιοι απαντούν γιά πρώτη φορά στους φορολογικούς καταλόγους της Αθηναικής Συμμαζίας του 5ου αι. π.Χ.,
ενώ η αναγραφή του εθνικού Κάσιος σε ελληνιστικές επιγραφές έξω από τα όρια του ροδιακού κράτους αποδεικνύει την ανεξαρτησία του νησιού κατά την περίοδο αυτή. Το 275/4 π.Χ. Κάσιοι θεωροί μαρτυρούνται στη Δήλο και συμπεριλαμβάνονται στον κατάλογο των ανεξάρτητων πόλεων, μεταξύ των οποίων και η Ρόδος. Η παρουσία ωστόσο υστεροελληνιστικών επιγραφών με ροδιακά δημοτικά δηλώνει την τελική υπαγωγή της στο ροδιακό κράτος, γεγονός που θα πρέπει να
συντελέστηκε κατά το πρώτο μισό του 2ου αι. π.Χ. Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα δεδομένα η Κάσος δεν έκοψε δικό της νόμισμα και χρησιμοποιούσε το ροδιακό. Οι γνώσεις μας ωστόσο για την ιστορία της Κάσου κατά την περίοδο της ενσωμάτωσης στο ροδιακό κράτος που μαρτυρείται έως και τους ρωμαϊκούς χρόνους είναι περιορισμένες.
Κατά τη ρωμαϊκή και την παλαιοχριστιανική περίοδο η κύρια εγκατάσταση του νησιού φαίνεται ότι μεταφέρθηκε
στην παραλία γύρω από τον όρμο του Εμπορειού, όπου έχουν εντοπισθεί τα ίχνη δύο παλαιοχριστιανικών βασιλικών. Δύο ακόμη βασιλικές βρίσκονται στη θέση Μαρίτσα, στα ανατολικά, ενώ μία πέμπτη θα πρέπει να τοποθετηθεί στην περιοχή της Παναγίας. Η συγκέντρωση μεγάλων δημόσιων κτιρίων πολυτελούς κατασκευής μαρτυρεί την οικονομική ακμή του νησιού κατά τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους.
Κατά τη διαίρεση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας σε επαρχίες επί Διοκλητιανού (284-305), η Κάσος υπήχθη στην
ΚΘ’ επαρχία, υπό ηγεμόνα με έδρα τη Ρόδο, όπου υπάγονταν και οι εκκλησιαστικές επισκοπές. Κατά τη διαίρεση του Βυζαντινού κράτους σε θέματα όμως αποχωρίσθηκε από το ΙΘ’ θέμα των Κιβυρραιωτών και εντάχθηκε στο θέμα της Κρήτης. Από τη Βυζαντινή και μεσαιωνική περίοδο, οι πληροφορίες μας για το νησί είναι ελάχιστες.
Το 1207 το νησί κατελήφθη από τους Ενετούς της Κρήτης. Το 1311 οι ιππότες του Αγίου Ιωάννου επιχείρησαν να το
καταλάβουν, αλλά έπειτα από μεσολάβηση του Πάπα η Κάσος και η Κάρπαθος επέστρεψαν το 1315 στην κατοχή των Ενετών της Κρήτης έως το 1537, οπότε κατελήφθησαν από τους Τούρκους. Ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής, αντί ετήσιου φόρου (μακτού) 1000 γροσίων παραχώρησε στους Κάσιους την αυτοδιοίκηση τους. Η Κάσος αναφέρεται ως ερημονήσι από περιηγητές του 16ου αι. Ξανακατοικήθηκε ωστόσο, όπως αποδεικνύεται από τα πατριαρχικά έγγραφα του 1622, όπου αναφέρεται ότι αποσπάσθηκε από την Αρχιεπισκοπή Καρπάθου και έγινε πατριαρχική επαρχία που παραχωρήθηκε στον πατριαρχικό οφικιάλιο Υαλέα. Οι νέοι οικισμοί, Αρβανιτοχώρι και Αγία Μαρίνα, χτίζονται μακριά από τη θάλασσα, από τον φόβο των πειρατών, οι οποίοι από ήδη πριν από την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 και γιά τους επόμενους πέντε αιώνες λυμαίνονταν τα νησιά. Παράλληλα επιβιώνει και ο οικισμός γύρω από την ακρόπολη στο Πόλιν.

Ολοκαύτωμα
Ο Χουσεϊν μετά τη συντριβή της επανάστασης στην Κρήτη θέτει στόχο, κατά το Μάϊο του 1824, τον ολοσχερή αφανισμό της Κάσου, που απέχει μόνο 20 μίλια από τη Σητεία και τούτο γιατί τα κασιώτικα καράβια έχουν προξενήσει φοβερές καταστροφές στον τούρκο – αιγυπτιακό στόλο και γιατί το ηρωικό ακριτικό νησί θα μπορούσε να αποτελέσει βάση εξόρμησης κι ορμητήριο ισχυρό των εκεί εξόριστων Κρητών. Ο κασιώτικος στόλος έχει μεταφέρει 600 Κρητικούς με αρχηγούς το Δημ. Κουρμούλη και τον Αστρινό στο περήφανο βραχονήσι.
Οι Κασιώτες από τα ναπολεόντεια χρόνια ρίχτηκαν στη μαγεία της θάλασσας και τον πλούτο που κρύβει στα σκοτεινά της σπλάχνα. Έγιναν καραβοκύρηδες, καταπιάστηκαν και με το εμπόριο στην Αλεξάνδρεια. Πλούτισαν. Η Κάσος έγινε περιώνυμη.
Ο ξεσηκωμός του ’21 βρίσκει το μοναχικό νησί με στόλο 100 καραβιών που εξοπλίζονται γερά. Το μαγικό της Λευτεριάς αγέρι φτάνει στ’ ακραίο νησί και φτερουγίζει τις ψυχές των ψημένων θαλασσινών. Σηκώνουν επαναστατικές σημαίες.
Κάνουν καρτέρια στα περάσματα και κατάσχουν τα εμπορεύματα των Αγγλο – Γάλλων που προορίζονται για τα παράλια της Μικρασίας και συντρίβουν ή αιχμαλωτίζουν τα τουρκικά καράβια που τολμούν να ξανοιχτούν σ’ ανοιχτές θάλασσες. Διαμηνύουν πως για τα κατασχεμένα θα πληρώσει το ελληνικό κράτος.
Όμως οι Τούρκοι στην αδυναμία τους να υποτάξουν τον επαναστατημένο Ελληνισμό συμμαχούν με τον Μωχάμετα Αλι της Αιγύπτου. Έτσι στις 18 Γενάρη του 1824 μοίρα με 14 αιγυπτιακά πολεμικά περνά έξω απ’ το νησί και ρίχνει κανονιοβολισμούς, αλλ’ οι Κασιώτες απαντούν με ισχυρά πυρά. Οι ηρωικοί Κασιώτες αισθάνονται τον κίνδυνο και καταφεύγουν στην ελληνική κυβέρνηση, αλλά η Ανωτάτη Εξουσία αδρανεί.
Ο Μάης με τ’ αρώματα του έχει μοσχοβολήσει το νησί. Όμως τ’ αγέρι έρχεται σιωπηλό και μυστικιστικό. Χρήματα δεν υπάρχουν να κινηθεί ο τρομερός κασιώτικος στόλος. Οι ηρωικοί ακρίτες τη μέρα αγναντεύουν τις θάλασσες, μέπως οι φιγούρες των ελληνικών πολεμικών από την Ύδρα φέρουν την ελπίδα, αλλά μάταια. Τις νύχτες κοιτάνε τ’ άστρα και ζητάνε έλεος και το γαληνό φώς τους μεγαλύνει τις ψυχές τους. Τα γυναικόπαιδα καταφεύγουν στις εκκλησίες, αλλά και των Αγίων τα πρόσωπα είναι σιωπηλά. Μοναδική ελπίδα η αντρειοσύνη. ?ντρες, νέοι έφηβοι και γέροντες αξιώνουν από τον εαυτό τους αυτοθυσία. Η λευτεριά θέλει αίμα για να στεριώσει.
Τ’ αυγινό πρωινό στις 14 Μάη του 1824 τα πουλιά κόβουν τη συναυλία του και το ελαφρό κύμα το ερωτικό του τραγούδι. Έχει εμφανιστεί μοίρα του αιγυπτιακού στόλου. Οι ψυχές ατσαλώνονται. Το ακριτικό νησί που τραγουδά το σκοπό της λευτεριάς και ακούγεται ως τ’ άκρα της Μεσογείου μπαίνει σε πολεμικό πυρετό. Τοποθετούνται ισχυρά πυροβόλα στις παραλίες και Κρητικοί και Κασιώτες παίρνουν θέσεις σε μετερίζια, ενώ τα γυναικόπαιδα αποτραβιούνται ψηλότερα.
Στις 27 Μάη εμφανίζεται ο υπόλοιπος αιγυπτιακός στόλος μ’ αρχηγό τον Ισμαήλ Γιβλαρτάρ με 25 πολεμικά, ως 40 μεταγωγικά και 4.000 Αλβανούς. Η σάρκα της θάλασσας ριγεί. Τ’ αγέρι σωπαίνει. Η ιαχή της λευτεριάς σχίζει τον ουρανό και ο Θεός ευλογεί τις ηρωικές ψυχές. Τρεις ημέρες δέχεται το ηρωικό βραχονήσι φωτιά και ατσάλι, αλλ’ ανθίσταται. Ο Κύριε, ίδε του Έλληνες πως μάχονται κι ευλόγησε τα βήματα της Λευτεριάς τους.
Ποιος όμως εφιάλτης οδήγησε σ’ αφύλακτο μονοπάτι τους Τουρκαλβανούς; Να ‘τανε ο χλευασθείς Ζαχαρίας; Χιλιάδες αποβιβάζονται στα νώτα των ηρωικών αγωνιστών. Πολλοί Κρητικοί φυγαδεύονται, οι ψυχές χρειάζονται γι’ άλλους αγώνες. Η Κάσος, το περήφανο ακριτικό νησί, παραδίδεται στις φλόγες και τα γυναικόπαιδα στη θηριωδία των Τούρκαλβανών.
Θεέ μου, γιατί αυτή η κατάρα στη φυλή μας. Χίλιοι Κασιώτες κείτονται νεκροί, αλλά τόσα γυναικόπαιδα σφαγιάζονται και οι δροσάτες Κασιωτοπούλες αιχμαλωτίζονται. Η Κάσος σωρός αποκαΐδια και η Λευτεριά που περιδιαβαίνει το νησί σ’ αιώνιο βωμό θυσίας για τ’ ατίμητο όνομα της.

Νεότερη ιστορία
Η νεώτερη ιστορία της Κάσου χαρακτηρίζεται από περιόδους ακμής αλλά και μεγάλες καταστροφές. Οι κάτοικοι της Κάσου, λόγω του άγονου εδάφους του νησιού, στράφηκαν από νωρίς στη θάλασσα και κατάφεραν να αναδείξουν το νησί τους σε ισχυρή ναυτική και εμπορική δύναμη. Στο β΄ μισό του 17ου αιώνα η Κάσος είχε 80-100 πλοία και οι δραστηριότητες τους έφερναν στο νησί σημαντικά κέρδη. Στις αρχές του 19ου αιώνα ο κασιώτικος εμπορικός στόλος αριθμούσε περίπου 700 πλοία, τα οποία αργότερα μετατράπηκαν σε πολεμικά για τις ανάγκες της Επανάστασης.
1818: Η Κάσος γίνεται μέλος της Φιλικής Εταιρείας.
1821: Ο πληθυσμός της Κάσου ανέρχεται περίπου σε 8.000 κατοίκους. Τον Απρίλιο αρχίζει η επαναστατική δράση. Τον Ιούλιο ο στόλος των Κασίων αγωνίζεται για την απελευθέρωση της Κρήτης και η Κάσος γίνεται το καταφύγιο πολλών άμαχων Κρητών. Τότε αποφασίζουν οι Αιγύπτιοι να καταστρέψουν το νησί.
1824: Ολοκαύτωμα της Κάσου. Οι Αιγύπτιοι εισβάλλουν στο νησί, που λεηλατείται, καταστρέφεται και ερημώνεται για μεγάλο χρονικό διάστημα.
1829: Η Κάσος βρίσκεται προσωρινά υπό ελληνική διοίκηση. Όσοι Κασιώτες επέζησαν από το Ολοκαύτωμα ξαναγύρισαν σιγά-σιγά στο νησί, που στηρίζει πλέον την οικονομία του στα λίγα πλοία που είχαν απομείνει.
1830: Μετά το τέλος της Επανάστασης, η Κάσος παραμένει, σύμφωνα με το πρωτόκολλο του Λονδίνου, υπό τουρκική κατοχή.
1843: Ο κασιώτικος εμπορικός στόλος αριθμεί πάνω από 75 πλοία.
1859: Πολλοί Κασιώτες μεταναστεύουν στην Αίγυπτο για να εργαστούν στη διάνοιξη της Διώρυγας του Σουέζ.
1866: Νέο κύμα μετανάστευσης Κασίων στην Αίγυπτο.
1890: Αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση για τα κασιώτικα ιστιοφόρα πλοία μετά την ανάπτυξη της ατμοπλοΐας.
1908: Οι Έλληνες εργάτες της Διώρυγας του Σουέζ ιδρύουν το Σωματείο Αλληλοβοήθειας «Φοίνιξ», το οποίο λειτούργησε με τη συμμετοχή πολλών Κασίων μέχρι το 1918.
1912: Οι Ιταλοί καταλαμβάνουν την Κάσο, που ήταν έως τότε υπό τουρκική κατοχή.
1914: Α΄ παγκόσμιος πόλεμος. Η ισχυρή κασιώτικη ναυτιλία έχει μεγάλες απώλειες σε πλοία και ανθρώπινο δυναμικό.
1919: 27 Ιουλίου. Συμφωνία Βενιζέλου- Tittoni . Η Ιταλία παραιτείται από τα δικαιώματα της στα Δωδεκάνησα. Μόνο η Ρόδος παραμένει υπό ιταλική κατοχή.
1920: Ιούλιος. Καταγγελία της συμφωνίας από τη νέα κυβέρνηση Giolitti. 10 Αυγούστου. Συνθήκη Σεβρών περί Δωδεκανήσων. Η συνθήκη αυτή θα ίσχυε μόνο μετά την επικύρωση της Συνθήκης Ειρήνης των Σεβρών από την Τουρκία, πράγμα που δεν έγινε ποτέ.
1923: Β΄ περίοδος Ιταλικής κατοχής.
1945: Οι ?γγλοι έχουν προσωρινά τον έλεγχο των Δωδεκανήσων.
1947: Τα Δωδεκάνησα απελευθερώνονται από τους Ιταλούς και ενσωματώνονται στην Ελλάδα. Η απελευθέρωση οφείλεται στην πολυετή δραστηριότητα της Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής των Δωδεκανησιακών Ενώσεων που ιδρύθηκε το 1923 στην Αλεξάνδρεια. Στις 7 Μαρτίου έγινε η εορτή της Ενσωμάτωσης της Κάσου στην Ελλάδα.
2001: Οι 12.000 περίπου κάτοικοι της εποχής της ακμής της Κάσου, είναι σήμερα μόνον περίπου 1.080.

Μουσική
Ο πλούτος της κασιώτικης μουσικής παράδοσης είναι εντυπωσιακά μεγάλος για το μέγεθος του νησιού. Το μουσικό ιδίωμα της Κάσου είναι το εξαιρετικό αποτέλεσμα της σύνθεσης επιρροών από την Κρήτη και τα Δωδεκάνησα, την αρχαιότητα και τη Δύση, καθώς το νησί υπήρξε σημαντικό σταυροδρόμι μεταξύ ανατολικής και δυτικής μεσογείου.
Τα όργανα που χρησιμοποιούνται από τους ντόπιους μουσικούς είναι κυρίως η Δωδεκανησιακή λύρα και το λαούτο, όμως τα τραγούδια είναι τελείως ιδιαίτερα. Οι σκοποί, όπως τους ονομάζουν οι κασιώτες, είναι λυρικοί στη μελωδία και λιτοί στη δομή, αποφεύγοντας τη ροπή προς την επίδειξη δεξιοτεχνίας, χωρίς πάντως αυτή να λείπει. Πολλοί κασιώτες είναι διακεκριμένοι λαϊκοί δεξιοτέχνες, γεγονός που μπορεί κανείς να διαπιστώσει κάθε Σεπτέμβριο στη διεθνή συνάντηση λύρας και οργάνων με δοξάρι, που διοργανώνεται στο νησί.
Η μουσική παίζει κεντρικό ρόλο στη ζωή του κασιώτη. Είναι σύντροφος σε όλες τις μικρές και μεγάλες στιγμές της καθημερινότητας, στις χαρές και στα γλέντια αλλά και στον πόνο και στην απώλεια. Η μαντινάδα είναι ακόμα ολοζώντανη και περιγράφει με έμμετρο, και συχνά σκωπτικό τρόπο, όλα τα γεγονότα της κοινωνικής ζωής του νησιού.
Ο ίδιος ο Μανώλης Καλομοίρης θα παρατηρήσει την έμφυτη κλίση του κασιώτη στη μουσική «Καταδεικνύεται όθεν, ότι οι Κάσιοι πάσης τάξεως και ηλικίας κατεγίνοντο πολύ εις την Μουσικήν δια την οποίαν φαίνεται είχον και ιδιαίτερον τάλαντον. Εις τας πολλάς του ασχολίας ο Κάσιος δεν ελησμονεί την λύραν του, αλλ’ απ’ εναντίας επάνω εις τα χορδάς της εύρισκε την ανακούφισιν του».
Αν αναζητά κανείς έναν τόπο που την ίδια στιγμή να διατηρεί ακέραιες τόσο τις πανάρχαιες τοπικές ιδιαιτερότητες όσο και τις αφομοιωμένες με θαυμαστή ισορροποία πολυποίκιλες εξωτερικές επιρροές, στο νησί της Κάσου, η μουσική και η ποιητική τους παράδοση, χωρίς να είναι το μόνο, είναι ένα σπάνιο αλλά σίγουρα αντιπροσωπευτικό δείγμα στο οποίο θα μπορούσε να τον οδηγήσει αυτή η αναζήτηση. Κι αν τούτο μοιάζει με υπερβολή, ας σκύψουμε για του λόγου το αληθές πάνω στις γραφές και μάλιστα τις παλαιότερες:
Το 1928 η Δωδεκανησιακή παροικία της Αιγύπτου κυκλοφορεί στο Πορτ-Σάιντ τον πρώτο (και τελευταίο δυστυχώς…) τόμο της Δωδεκανησιακής Λύρας. Πρόκειται για μια μνημειώδη προσπάθεια καταγραφής των μουσικών σκοπών και της ποιητικής παράδοσης της Κάσου. Αναφέρεται ότι στο νησί παίζονταν τότε περισσότερες από 63 διαφορετικές μελωδίες!
Το σπάνιο αυτό βιβλίο, το οποίο επιμελήθηκε ο σημαντικός (για κάθε πτυχή δωδεκανησιακού προβλήματος) Κάσιος Νικόλαος Γ. Μαυρής, ολοκληρώνεται χάρη στη βοήθεια του Ε. Παπαδόπουλου, διευθυντή σε σχολεία της παροικίας, αλλά και τη συμβολή του μεγάλου Έλληνα μουσικού της εποχής Μανώλη Καλομοίρη, ο οποίος μάλιστα αναφέρει ότι σε περιοδεία του στην Κρήτη για τη μελέτη του δημοτικού τραγουδιού οι Κρήτες μουσικοί του έλεγαν ότι «εξ όλων των νησιωτών μόνον τους Κάσιους ελάμβανον υπ’ όψιν και εσέβοντο εις την τέχνην της Μουσικής». Να σκεφθεί κανείς ότι αναφερόμαστε σε ένα νησί απομονωμένο, με 5 ολιγάριθμα σε πληθυσμό χωριουδάκια που βρίσκονται στο βορειοανατολικό τμήμα των μόλις 66 άγονων τετραγωνικών χιλιομέτρων του…
Είναι τόσο μεγάλος ο ενθουσιασμός του Καλομοίρη ώστε όχι μόνο επιμελείται και δίνει τα φώτα του στη μουσική καταγραφή πολλών σκοπών, αλλά ξεκινά μια ολόκληρη σειρά διαλέξεων και συναυλιών στην Αλεξάνδρεια, το Σουέζ, την Ισμαηλία και λίγο αργότερα την Αθήνα, με σκοπό να γνωρίσει το ευρύτερο κοινό τη μουσική της Κάσου και της Δωδεκανήσου, τονίζοντας μάλιστα ότι «…ο Έλλην συνθέτης του μέλλοντος δεν έχει παρά να σκύψη για να πιή το Αθάνατο νερό της ποικιλόμορφης αλλά μιας και αδιαίρετης Ελληνικής μουσικής». Κι ακόμη ότι οι μελωδίες αυτές έχουν «…όλο το θυμάρι των βουνών της Ελλάδος και όλη την άρμη της Ελληνικής θάλασσας».
Εκκλησίες
Οι κασιώτες διακρίνονται για το βαθύ θρησκευτικό τους αίσθημα. Αυτό γίνεται αντιληπτό, όχι μόνο από τον τρόπο που συμμετέχουν στις λατρευτικές εκδηλώσεις, αλλά και από το πλήθος των εκκλησιών και μοναστηριών που συναντά κανείς σε όλη την έκταση του νησιού.
Μεταξύ τους ξεχωρίζουν οι μεγάλες εκκλησίες στα αντίστοιχα μεγάλα χωριά, που χτίστηκαν με προδιαγραφές
μεγαλοπρέπειας, το δεύτερο μισό του 19 ου αιώνα, όταν ο κασιώτικος εμπορικός στόλος κυριαρχούσε στο χώρο του αιγαίου και ήταν ένας από τους σημαντικότερους της μεσογείου.
Ο Άγιος Σπυρίδωνας στο Φρυ είναι ο πολιούχος του νησιού. Χαρακτηριστικοί του ναού είναι οι τέσσερις ημικυλινδρικοί θόλοι που τον στεγάζουν και η ωραία αγιογράφηση στο εσωτερικό.
Η Παναγία του Εμπορειού είναι χτισμένη στα ερείπια παλαιοχριστιανικού ναού, από τον οποίο σώζονται στύλοι καθώς και το βαπτιστήριο.
Στην Αγία Μαρίνα βρίσκεται ο ομώνυμος ναός, που πανηγυρίζει στις 17 Ιουλιου. Το πανηγύρι της Αγίας Μαρίνας είναι από τα σημαντικότερα θρησκευτικά και κοινωνικά γεγονότα του καλοκαιριού.
Προστάτης του Αρβανιτοχωριού είναι ο ?γιος Δημήτριος, με το πανύψηλο, και αρχοντικό στην αισθητική, καμπαναριό του.
Ο ναός της Κοιμήσεως στην Πέρα Παναγιά κοσμείται από ένα αριστουργηματικό ξυλόγλυπτο τέμπλο, ενώ το πανηγύρι του, στις 15 Αυγούστου, είναι σημείο αναφοράς για όλους τους κατοίκους του νησιού.
Εντελώς ιδιαίτερο είναι το σύμπλεγμα των έξι εκκλησιών στο χωριό Παναγία. Σύμφωνα με το θρύλο οι ναοί χτίστηκαν έτσι για να ξορκιστούν έξι αερικά που εμφανίστηκαν κάποτε στην περιοχή, και αφιερώθηκαν σε έξι διαφορετικούς Αγίους.
Ανάμεσα στους ναούς και τα μοναστήρια του νησιού ξεχωρίζει ο ?η Γιώργης στις Χαδιές, όχι τόσο για την αισθητική του ιδιαιτερότητα, όσο για τη βαθειά ευλάβεια που τρέφουν στον ?γιο οι κασιώτες. Θεωρούν τον ?η Γιώργη προστάτη τους, μιας και είναι αμέτρητες οι αναφορές σε θαυμαστές παρεμβάσεις του, για θεραπείες αρρώστων ή σωτηρία ανθρώπων που βρέθηκαν σε κίνδυνο.
Ξεχωριστή είναι και η εκκλησία της Παναγίας της Ποταμίτισσας, που βρίσκεται πλάι στην κοίτη του ξεροπόταμου Σκυλά, καθώς είναι σπήλαιο του διαμορφώθηκε σε ναό. Σύμφωνα με την παράδοση, αυτό έγινε κατόπιν επιθυμίας της ίδιας της Θεοτόκου, η οποία μάλιστα παρήγγειλε στο βοσκό που βρήκε την εικόνα της σ’ αυτό ακριβώς το σημείο, να μη χτιστεί η είσοδος της σπηλιάς ως επάνω, για λόγο ανεξιχνίαστο ως σήμερα.
Η γη της κάσου φιλοξενεί συνολικά 102 ναούς μοναστήρια και ξωκλήσια, κάποια από αυτά σε σημεία με μαγευτική θέα στα πελάγη, να μαρτυρούν την ανάγκη των ναυτικών και των συγγενών τους, για επίκληση της Θείας Βοήθειας. Το χάραμα στην Αγία Κυριακή είναι θέαμα σπάνιας ομορφιάς, ενώ μπροστά στον ?γιο Μάμμα απλώνεται προκλητικά η απεραντοσύνη του Λιβυκού πελάγους.
Κάθε εκκλησάκι δείγμα ευλάβειας και ελάχιστης ευγενικής ανταπόδοσης, από ανθρώπους με καρδιές γεμάτες ευγνωμοσύνη.

Γεύσεις
Η κασιώτικη κουζίνα χαρακτηρίζεται από μια ποικιλία που ξεπερνά κατά πολύ όσα συνήθως παράγει ένας μικρός
και άγονος τόπος. Η επαφή των κατοίκων του νησιού με τον έξω κόσμο (Κρήτη, λοιπά Δωδεκάνησα, αστικά κέντρα, Αίγυπτος, Αμερική, Μ. Ασία, Ιταλία, Κωνσταντινούπολη, επιρροές και μέσο των ναυτικών μας…), έδωσαν στη κουζίνα μας συνταγές που δύσκολα συναντά κανείς ακόμη και σε πολύ μεγαλύτερα νησιά.
Όπως άλλωστε και όλες οι κουζίνες της περιοχής, η πρώτη και ίσως η πιο κυρίαρχη αλληλοεπιρροή αφορά τη γενικότερη συνήθεια που συναντάμε στις περισσότερες κουζίνες της Ανατ. Μεσογείου και έχει να κάνει με το «γέμισμα». Γεμιστό αρνί για το Πάσχα αλλά και γεμιστό κοτόπουλο ή γαλοπούλα για άλλες περιστάσεις. Με γέμιση που ονομάζουμε «πασπαρά» (ρύζι, κρεμμύδι, συκώτι, μπαχαρικά, ντομάτα, κ.λπ.). Γεμιστά εντόσθια με συκώτι και ρύζι, τα λεγόμενα «μπουστιά».
Γεμιστά ζαρζαβατικά, νηστίσιμα ή με κιμά, ακόμη και γεμιστούς ανθούς κολοκυθιών, τα «κολοκυθοπούλια». Στην κατηγορία αυτή ανήκουν φυσικά και τα θρυλικά κασιώτικα ντολμαδάκια. Ίσως τα νοστιμότερα και σίγουρα τα… μικρότερα που συναντάμε! Γεμιστά γλυκά, οι «τούρτες» του Πάσχα, πιτάκια με γέμιση ανθότυρο και μπαχαρικά, τα «μοσχοπούγκια» με γέμιση από αμύγδαλα, καρύδια, κ.α.
Είναι πολύ πιθανό η κουζίνα μας να επηρεάσθηκε από την ιταλική γιατί στην Κάσο συναντούμε φαγητά όπως το «φακόρυζο» αλλά και όλες τις προσμίξεις οσπρίων με ζυμαρικό. Εδώ αξίζει να μνημονεύσουμε τις «μακαρούνες», ζυμαρικά που φτιάχνονται στο χέρι και σερβίρονται με καβουρντισμένο κρεμμύδι και «σιτάκα». Φαγητό των βοσκών, που φτιάχνει αρκετά συχνά και κάθε Κασιώτισσα στην κουζίνα της, χρησιμοποιώντας όμως τις πένες του εμπορίου. Το φαγητό αυτό μοιράζεται κατ’ εξαίρεση σαν κοινό γεύμα στο πανηγύρι του Χριστού (λόγω νηστείας) στις 6 Αυγούστου.
Η μακρόχρονη παρουσία πολλών Κασιωτών στην Αίγυπτο πλούτισε την κουζίνα μας με πικάντικες γεύσεις και εξωτικά φαγητά. Αυτό όμως που τελικά φαίνεται να κατασταλάζει είναι οι διάφορες έμμεσες προσμίξεις (π.χ. στο πιλάφι, στις σούπες κ.λπ.). Πολλά αιγυπτιακά φαγητά (όπως «μολοχία», «ταχινία» κ.λπ.) γίνονται ακόμη σε πολλά κασιώτικα σπίτια, κυρίως αυτά των αιγυπτιακών ή σε εστιατόρια του νησιού.
Όπως σε κάθε νησιώτικη κουζίνα, έτσι κι εδώ έχουν σημαντική θέση τα φαγητά που γίνονται με θαλασσινά. Χαρακτηριστικότερο ίσως όλων το «σουπιοπίλαφο» που γίνεται με μελάνι φρέσκιας σουπιάς! Ίσως το πιο… μαύρο πιάτο στην παγκόσμια κουζίνα!
Αξίζει ακόμη να μνημονεύσουμε τις «κουλούρες», τα τραγανά διπλοφουρνιστά κουλούρια, κατάλληλα για κολατσιό, καφέ ή τσάι. Δεν θα μπορούσαμε ακόμη να μην πούμε έστω και δύο λόγια για το «ροΐκιο».
Το είδος εκείνο αγριόχορτου που οφείλει το όνομα του στην ομοιότητα με το ραδίκι, που το μαζεύουμε με πολύ κόπο και το βάζουμε στην «άρμη», δηλαδή στο αλατόνερο για να μαγειρευτεί μετά από καιρό, κυρίως σαν «ροΐκιο γιαχνί». Χαρακτηριστικά κασιώτικα τυριά είναι το αλμυροτύρι, η «ελαϊκή» και η «σιτάκα», που φτιάχνουν οι βοσκοί από γάλα προβάτων και κατσικιών.
Την κουζίνα του νησιού πλουτίζουν σίγουρα με τη φαντασία αλλά και τις γνώσεις τους, εκτός από τις νοικοκυρές και οι επαγγελματίες μάγειροι των καραβιών και των εστιατορίων της Αμερικής που προσφέρουν τις γνώσεις και τις εμπειρίες τους όταν βρίσκονται στο νησί, κυρίως δε στην οργάνωση των κοινών γευμάτων των προσκυνητών στα πανηγύρια των αγίων και στους γάμους, όπου πρέπει να ετοιμασθεί φαγητό, καμιά φορά και για περισσότερους από χίλιους προσκυνητές!
Όλες λοιπόν οι προσμίξεις συναντώνται μέσα στο πιάτο αυτό που περιέχει λίγο απ’ όλα: νοστιμότατο πιλάφι, ντολμαδάκια, πατάτες τηγανητές και κρέας, πολλές φορές κομμένο σε φέτες που στο κόψιμο και το σερβίρισμα συναγωνίζονται τα καλύτερα εστιατόρια…
Αν ποτέ βρεθείτε στην Κάσο, προσπαθήστε να επισκεφθείτε τις στάνες των βοσκών της, τα «μιτάτα», πράγμα οπωσδήποτε δύσκολο… Εκτός από τα τυριά που προαναφέραμε, αν είστε τυχεροί θα δοκιμάσετε «δρύλλα» αγνό καϊμάκι, ή και νοστιμότατες κρέμες από αλεύρι («αλευρά» ή «αλευρόαλη»). Νοστιμότατο αλλά και σπανιότατο είναι και το βούτυρο της Κάσου το λεγόμενο «καούλι». Είναι κατεργασμένο καϊμάκι που ο βοσκός επεξεργάζεται μέσα σε ειδική θήκη δέρματος. Είναι τόσο νόστιμο ώστε η λαϊκή μούσα δεν παραλείπει να το εκθειάσει:
«Ω βότυρε κασιώτικε, σαν είσαι με το μέλι
τίνος θα σε προσφέρουσι να πει πως δε σε θέλει».

Παραλίες
Η ακτογραμμή της Κάσου είναι γεμάτη από παραλίες κάθε λογής. Είναι αδύνατο, για οποιονδήποτε επισκέπτη, να μη βρει στην Κάσο, παραλία να ταιριάζει στις συνήθειες και το γούστο του. ?λλες απότομες με βράχια, ιδανικές για βουτιές, άλλες με άμμο, πρόσφορες για τα καθιερωμένα θαλασσινά παιχνίδια, άλλες με βότσαλα, μικρές ή μεγάλες, οργανωμένες ή ερημικές.
Στον Εμπορειό υπάρχει οργανωμένη παραλία, περιστοιχισμένη από δύο ταβέρνες και ένα ζαχαροπλαστείο, ότι χρειάζεται για μια πλήρη καλοκαιρινή ημέρα.
Στην δυτική πλευρά του νησιού βρίσκεται η παραλία Αμμούα, στην περιοχή του Αντιπεράτου βρίσκονται σε σειρά τέσσερις μοναχικές παραλίες με βοτσαλάκια σε όλα τα χρώματα, ιδανικές για όσους αποφεύγουν την πολυκοσμία.
Στο νότιο μέρος, πιο γνωστή είναι η παραλία της Χελάτρου, με το φυσικό λιμάνι, που χρησιμοποιήθηκε στην αρχαιότητα, από τους Μινωίτες ναυτικούς. Η παραλία είναι πάντα προστατευμένη από τους ανέμους, ενώ στα ανοιχτά της, σχηματίζονται μοναδικά κύματα, κάνοντας το σημείο, μικρό παράδεισο για τους λάτρεις της ιστιοσανίδας.
Ανάμεσα στις παραλίες της Κάσου ξεχωρίζει αναμφισβήτητα εκείνη που βρίσκεται στο πολύ κοντινό νησάκι Αρμάθια. Η θέα της, που πραγματικά σε καθηλώνει, είναι ένας απίστευτος συνδυασμός τροπικού και κυκλαδίτικου τοπίου. Από πολλούς θεωρείται, και όχι άδικα, μια από τις ωραιότερες παραλίες της μεσογείου. Η παραλία στα Αρμάθια είναι προσβάσιμη μόνο από τη θάλασσα, με καϊκι, γεγονός που δίνει στην επίσκεψη, εκτός από τη συγκίνηση για την ομορφιά, και μια νότα ρομαντισμού.
Στο νησί υπάρχουν πολλές άλλες παραλίες προσβάσιμες μόνο από τη θάλασσα, χωρίς όμως να υπάρχουν τακτικά δρομολόγια προς αυτές. Πάντως, με λίγη καλή διάθεση, βρίσκεται πάντα ο τρόπος να τις επισκεφτεί κανείς. Θα διαπιστώσει ότι πραγματικά αξίζει τον κόπο.
Πολιτιστικές Εκδηλώσεις
Το νησί φημίζεται για τα αμέτρητα πανηγύρια που λαμβάνουν χώρα στις σάλες και στις αυλές των εκκλησιών κάθε εποχή του χρόνου προς τη χάρη των Αγίων. Αποτελούν μεγάλο γεγονός και συγκεντρώνουν όλους τους κατοίκους αλλά και τους επισκέπτες του νησιού. Οι τοπικοί χοροί, σκοποί και τραγούδια υπό τους ήχους της παραδοσιακής λύρας και λαούτου αλλά και η προσφορά (δωρεάν) τοπικών φαγητών, γλυκών και κρασιού κάνουν τα κασιώτικα γλέντια μοναδικά και δημοφιλή.

Το πιο μεγάλο πανηγύρι της Κάσου είναι αυτό της «Πέρα Παναγιάς» το Δεκαπενταύγουστο. Εδώ πολλά παλιά έθιμα ζουν ακόμα. Τα πανηγύρια, οι γάμοι, τα γλέντια γίνονται εδώ και αιώνες με το ίδιο τελετουργικό. Ανάμεσα στους ήχους της παραδοσιακής λύρας του Αιγαίου και του λαούτου, τα βήματα της «σούστας» και του «ζερβού», ανάμεσα στις αυτοσχέδιες μαντινάδες και τις ποιητικές συνομιλίες, εμφανίζονται τα παραδοσιακά κασιώτικα φαγητά που ετοιμάζονται για όλους τους γλεντιστάδες.

Μεγάλα πανηγύρια της Κάσου είναι της Αγίας Μαρίνας 17 Ιουλίου και του Αγίου Σπυρίδωνα στις 12 Δεκεμβρίου. Τα κασιώτικα πανηγύρια έχουν έντονο τοπικό χρώμα, καθώς γίνονται γλέντια και χοροί με τους ντόπιους οργανοπαίχτες και τραγουδιστές. Με εξαιρετική λαμπρότητα γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 7 Ιουνίου η επέτειος του Ολοκαυτώματος.

Τα πανηγύρια της Κάσου είναι:
Της Αγίας Τριάδας, (κινητή εορτή) στο χωριό Πόλι – Ιούνιος.
Της Αγίας Μαρίνας, 17 Ιουλίου στο χωριό Αγ. Μαρίνα.
Του Χριστού, 6 Αυγούστου στο χωριό Αγ. Μαρίνα.
Της Πέρα Παναγίας, 15 Αυγούστου στο χωριό Παναγία.
Του Αη-Μάμμα, 2 Σεπτεμβρίου (μονή με παραδοσιακούς ξενώνες).
Της Παναγίας του Ελέρου, 8 Σεπτεμβρίου (μονή με τα παραδοσιακά μιτάτα, καταλύματα δηλαδή των βοσκών που φτιάχνουν το τυρί και τοπικά γαλακτοκομικά προϊόντα).
Του Τιμίου Σταυρού, 14 Σεπτεμβρίου στο χωριό Αγ. Μαρίνα.
Του Αγ. Δημητρίου, 26 Οκτωβρίου στο χωριό Αρβανιτοχώρι.
Του Αγ. Γεωργίου στις Χαδιές (Σταυροπηγιανή μονή με μικρά παραδοσιακά δωμάτια υποδοχής και παραμονής επισκεπτών), 3 Νοεμβρίου και 23 Απριλίου (κινητή εορτή).
Του Αγ. Σπιρίδωνα, 12 Δεκεμβρίου στο χωριό Φρυ.
Των Αγ. Κωνσταντίνου και Ελένης, 21 Μαΐου.
Επιπλέον ο Δήμος διοργανώνει σε ετήσια βάση τριήμερες λαμπερές εορταστικές εκδηλώσεις για την επέτειο του Ολοκαυτώματος της Κάσου (7 Ιουνίου 1824).
Θεσμό επίσης για τα πολιτιστικά δρώμενα του νησιού αποτελεί και η καθιερωμένη πια συναυλία στο γραφικό λιμανάκι της Μπούκας με τον παγκοσμίου φήμης τενόρο Μάριο Φραγκούλη το μήνα Αύγουστο. Η εκδήλωση αυτή προσελκύει κοινό από όλα τα μέρη της Ελλάδας. Ο δημοφιλής καλλιτέχνης κατάγεται από την Κάσο.

ΠΗΓΗ: http://kasos.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Ρόδος στην Ιταλοκρατία 1ο μέρος.

Η Ρόδος στην Ιταλοκρατία 2ο μέρος.

Η Ρόδος στην Ιταλοκρατία 3ο μέρος.

Η Ρόδος επί Ιταλοκρατίας 1920 – 1940

Εγω σωπαίνω....Φτύνω!!!

Μου μιλούν για δικαιοσύνη....οι δικαστές, Μου μιλούν για ηθική...οι αγύρτες, Μου μιλούν για ζωή...οι δολοφόνοι, Μου μιλούν για όνειρα...οι έμποροι, Μου μιλούν για ισότητα...τα αφεντικά, Μου μιλούν για φαντασία...οι υπάλληλοι, Μου μιλούν για ανθρωπιά...οι στρατοκράτες, Εγω σωπάινω....Φτύνω.


ΡΟΔΟΣυλλέκτης: e-mail r.telxinas@yahoo.gr
Δείτε περισσότερες φωτογραφίες στον ΝΕΟ ΡΟΔΟΣυλλέκτη: http://rouvim.blogspot.com

ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ ΤΙΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: http://rouvim.blogspot.com/
ΚΡΗΤΗΝΙΑ: http://www.kritinia.gr/
ΙΣΤΡΙΟΣ: http://istrio.blogspot.com/
ΣΟΡΩΝΗ: http://www.ampernalli.gr/
Dj news: http://fanenos.blogspot.com/
ΠΑΛΜΟΣ: http://www.palmos-fm.gr/
ΕΚΟΦΙΛΜ: http://www.ecofilms.gr/
ΡΑΔΙΟ1: http://www.radio1.gr/
http://www.ksipnistere.blogspot.com/
ΣΦΕΝΤΟΝΑ: http://gipas.blogspot.com/
ΡΟΔΟΣυλλέκτης: http://www.rodosillektis.com/
Η Ομοσπονδία Πολιτιστικών Συλλόγων Ρόδου: http://opsrodou.gr/
ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ: http://www.hamogelo.gr
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ – ΔΕΛΤΙΑ ΤΥΠΟΥ: http://rodosillektis.blogspot.gr/
Ιστοσελίδα του ΡΟΔΟΣυλλέκτη: http://www.rodosillektis.com/
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ: http://www.pnai.gov.gr
ΔΗΜΟΣ ΡΟΔΟΥ: http://www.rodos.gr/el/

Αρχειοθήκη ιστολογίου