Τέλενδος
Ένας τέτοιος θαλασσινός δίαυλος είναι η καλύτερη αφορμή για παραμύθια όσοι αιώνες κι αν περάσουν. Ο λαϊκός μύθος μιλάει για την πεντάμορφη «Πόθα», κόρη του βασιλιά της «Τέλεντος» που αγάπησε το βασιλόπουλο του Καστελιού απέναντι. Οι Καλύμνιοι βουτηχτάδες μιλάνε για μια ολόκληρη βυθισμένη πολιτεία που μένει να αποκαλυφθεί. Η Τέλενδος μοιάζει με βράχο στη θάλασσα που μόλις κόπηκε από την Κάλυμνο. Είναι ένα νησάκι στενά δεμένο μαζί της αφού απέχει μόλις 750 μέτρα από τις ακτές της, είναι τόπος αναψυχής και παραθερισμού, και αποτελεί ένα κομμάτι γης που μένουν λιγοστοί άνθρωποι - μετρημένοι στα δάχτυλα.
Οσοι πηγαίνουν στην Κάλυμνο είναι σίγουρο πως θα γνωρίσουν την Τέλενδο, ενώ δεν λείπουν εκείνοι που καθημερινά κολυμπούν στο στενό πέρασμα, αψηφώντας τα ισχυρά ρεύματα. Απέναντι από τις πιο όμορφες και τουριστικά αξιοποιημένες παραλίες της Καλύμνου (Μυρτιές, Μασούρι ), το νησάκι ετούτο μοιάζει με λιλιπούτεια όαση ηρεμίας και εκατοντάδες είναι εκείνοι που καθημερινά το επισκέπτονται, απολαμβάνοντας την ανυπαρξία οδικού δικτύου και μεταφορικών μέσων.
Τέλενδος: Ο εναλλακτικός παράδεισος του Αιγαίου
Η Τέλενδος είναι μικρό νησάκι στα Δωδεκάνησα, απέναντι από την Κάλυμνο με έκταση λίγο μικρότερη από 5 τ. χλμ. Παρόλο το μικροσκοπικό του μέγεθός, το έδαφος είναι ορεινό, με ψηλότερη κορφή τη Ράχη στα 459 μέτρα.
Η μικροσκοπική Τέλενδος, ήταν κάποτε ενωμένη με την γειτονική νήσο Κάλυμνο, αλλά ένας ισχυρός σεισμός το 535 μ.Χ. τις διαχώρισε.
Στο νησί υπάρχει μόνο ένας οικισμός στο γραφικό λιμανάκι, ενώ το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της Τελένδου είναι ότι δεν κυκλοφορούν αυτοκίνητα, καθώς στερείται οδικού δικτύου. Το νησί παρότι το καλοκαίρι δέχεται αρκετούς επισκέπτες, απολαμβάνει μια ιδιότυπη ησυχία που δεν τη συναντάς εύκολα στα υπόλοιπα νησιά του Αιγαίου.
Ο μοναδικός και ομώνυμος οικισμός της Τελένδου, βρίσκεται ακριβώς απέναντι από το χωριό Μυρτιές της Καλύμνου με το οποίο και συνδέεται με μικρά πλοιάρια, “θαλάσσια ταξί” που εκτελούν τακτική συγκοινωνία (περίπου 10 λεπτά απόσταση). Δίπλα στο λιμάνι υπάρχει αμμουδερή παραλία με φυσική σκιά από αλμυρίκια και ρηχά νερά. Στη δυτική πλευρά σχηματίζεται ο όρμος “Χοχλακάς” που διαθέτει επίσης παραλία με πεντακάθαρα νερά.
Οι υποδομές της Τελένδου καλύπτουν τις βασικές ανάγκες, ενώ ενοικιαζόμενα δωμάτια και ταβέρνες αναπτύσσονται κυρίως κατά μήκος του λιμανιού.
Το νησί προσφέρεται για πεζοπορία καθώς διαθέτει μια σειρά από εξαιρετικά ενδιαφέρουσες διαδρομές.
Η Τέλενδος υπάγεται στον δήμο Καλυμνίων της Περιφερειακής Ενότητας Καλύμνου και σύμφωνα με την απογραφή του 2011 έχει πληθυσμό 94 κατοίκους.
Στο νησί υπάρχουν αρχαιολογικά ευρήματα υστερορωμαϊκής και πρωτοβυζαντινής κατοίκησης, ενώ ενδιαφέρον παρουσιάζουν αρκετοί παλαιοχριστιανικοί ναοί και θολωτοί τάφοι.
Το νησί αποτελεί θαυμάσιο βιότοπο για πολλά είδη της ορνιθοπανίδας, ενώ έχει κηρυχθεί ως Ζώνη Ειδικής Προστασίας για τα είδη: Μαυροπετρίτης (Falco eleonorae), Falco naumanni, Πετρίτης (Falco peregrinus) και Αιγαιόγλαρος (Larus audouinii) από το Ευρωπαϊκό Οικολογικό Δίκτυο NATURA 2000.
Η Τέλενδος ή Τέλεντος
Γεωγραφία - Αξιοθέατα
Η Τέλενδος
βρίσκεται πολύ κοντά στην
Κάλυμνο, σε απόσταση μόλις 5 στάδια (0,5
μιλίου)
[2] και πιο συγκεκριμένα στα δυτικά της. Το περίγραμμά της θυμίζει εκείνο της
Κέας, σε σμίκρυνση αντεστραμμένο, εκτεινόμενη κατά διεύθυνση Ανατολή - Δύση με συνολικό μήκος περίπου 4
χλμ. Της νήσου δεσπόζει το οροπέδιό της καλούμενο "Ράχη" με μέγιστο υψόμετρο 460 μ. Έχει έκταση 4,648 τετραγωνικά χιλιόμετρα.
[3] Σημαντικότερα ακρωτήρια της νήσου είναι το ακρωτήριο Άσπρος Κάβος, όπου η δυτική άκρη αυτής και το ακρωτήριο Πνιμένος της ΝΑ. απόληξης.
[4][5]

Ο μοναδικός και ομώνυμος οικισμός της Τελένδου, βρίσκεται επί της ανατολικής ακτής της, στο μυχό του ανατολικού όρμου που σχηματίζεται παρά τη ΝΑ χερσονίζουσα απόληξή της, ακριβώς απέναντι από το χωριό
Μυρτιές της Καλύμνου με το οποίο και συνδέεται με μικρά πλοιάρια, "θαλάσσια ταξί" που εκτελούν τακτική συγκοινωνία. Δίπλα στο λιμάνι υπάρχει αμμουδερή παραλία με φυσική σκιά από αλμυρίκια και ρηχά νερά. Στη δυτική πλευρά της χερσονίζουσας απόληξης σχηματίζεται ο ευρύς όρμος "Χοχλακάς" που διαθέτει παραλία με πεντακάθαρα νερά που βαθαίνουν σχετικά απότομα.
[6]
Η Τέλενδος έχει κηρυχθεί ως Ζώνη Ειδικής Προστασίας για τα είδη:
Μαυροπετρίτης (Falco eleonorae), Falco naumanni,
Πετρίτης (Falco peregrinus) και
Αιγαιόγλαρος (Larus audouinii) από το Ευρωπαϊκό Οικολογικό Δίκτυο
NATURA 2000[7]. Σημειώνεται ότι στερείται οδικού δικτύου, προσφερόμενη περισσότερο για πεζοπορία, η δε παρακείμενη ειδυλλιακή φωτογραφία περιορίζεται στην ανατολική μόνο πλευρά της νήσου και της ΝΑ. απόληξής της.
Η βασική ενασχόληση των κατοίκων της είναι η
αλιεία.
[5] Εκτός από τα φρέσκα ψάρια και τα θαλασσινά, στο νησί παράγονται αυθεντικό θυμαρίσιο
μέλι, βότανα και μυρωδικά.
Ιστορία

Οι
Αρχαίοι Έλληνες την ονόμαζαν Κέλερις
[1] και περιλαμβανόταν στις «νήσους τε Καλύδνας» που μνημονεύονται στον «
Νεών Κατάλογο» του
Ομήρου μαζί με τις υπόλοιπες στην περιφέρεια
Καλύμνου. Κατά την αρχαιότητα ανήκε πιθανώς στον καλυμνιακό δήμο Πανόρμου. Άφθονα λείψανα υστερορωμαϊκής περιόδου, όπως λουτρικές εγκαταστάσεις (
θερμές), ελαιοτριβείο, εντοπίζονται κυρίως στην ανατολική ακτή του νησιού, ανάμεσα στις μεγάλες παλαιοχριστιανικές βασιλικές, πλησίον του σημερινού οικισμού. Δυτικά από τη θέση "Θολάρια" ή "Πεύκι" με τους υπέργειους τάφους, τοποθετείται η θέση αρχαίου θεάτρου. Στο επιβλητικό και απότομο ύψωμα του Αγίου Κωνσταντίνου με τον
οχυρωμένο βυζαντινό οικισμό, που βρίσκεται στη βόρεια πλαγιά και περί το μέσον της "Ράχης", σε υψόμετρο 120 μ. περίπου, υπάρχουν λείψανα φυλακίου. Στην παραλιακή θέση "Βλυχάδα" διατηρήθηκαν λείψανα υστερορωμαϊκού εργαστηρίου
κεραμικής.
[8][5] Το κάστρο πιστεύεται ότι κτίστηκε κατά το δεύτερο μισό του
7ου αιώνα για προστασία του οικισμού από τις αραβικές επιδρομές της εποχής
[9] και πιθανώς, μετά το σεισμό του
535, να εγκαταλήφθηκε
[10]. Τον
15ο αιώνα επισκέφθηκε το νησί ο Φλωρεντινός μοναχός - γεωγράφος
Κριστόφορο Μπουοντελμόντι ο οποίος φιλοξενήθηκε από τους
Ιωαννίτες Ιππότες της
Ρόδου και κατέγραψε τα χριστιανικά της μνημεία.
[6]
Κάλυμνος και Τέλενδος: Αναρρίχηση και κατάδυση
Στην Κάλυμνο δεν ξέρω τι να πρωτοκάνω: ν' αγγίξω το βράχο, να βυθιστώ στο νερό ή απλά να αγναντεύω μακριά το πέλαγος φορώντας το ψάθινο καπέλο μου και μισοκλείνοντας τα μάτια κάτω από το ζεστό ήλιο των Δωδεκανήσων;
Ελίνα Τερζάκη*
Χρυσοκόκκινοι σταλακτίτες κρέμονται βαριά από το θόλο της μεγάλης σπηλιάς στον Αρμεό Καλύμνου. Οι ασφάλειες των αναρριχητών γυαλίζουν στο βράχο. Όλες οι κορυφές με τα πεδία λούζονται στον ήλιο, μέχρι την ώρα που αυτός θα βυθιστεί απέναντι στη θάλασσα, αριστερά του κώνου της νήσου Τελένδου.
Κοιτώντας προσεκτικά, όλοι οι ορθωμένοι, επιβλητικοί, κάθετοι άγονοι βράχοι είναι στολισμένοι με ζωηρά χρώματα: κόκκινα, μπλε, κίτρινα, άσπρα, τα μπλουζάκια των αναρριχητών, που ανεβοκατεβαίνουν ξαναμμένοι από χαρά και προσπάθεια. Όταν σκοτεινιάσει, ψηλά στους βράχους θα λάμπουν οι φακοί τους, φωτάκια ανακατεμένα με τ’ άστρα τ’ ουρανού και τα βεγγαλικά των Ιταλών, που πάλι γιορτάζουν κάτι.
Στο βράχο του Καστελίου μια Καλυμνιά με βατραχοπέδιλα κολυμπά γύρω-γύρω τα βραχάκια και ξεκολλά πεταλίδες. Μου δίνει το μαχαίρι της για λίγο, και εκείνη την ώρα χάνει ένα καβούρι και βγάζει μια φωνή: «Τα θέλω», μου λέει, «τα βράζω με τη μακαρονάδα».
Τα βράχια συνεχίζουν κοφτά μέσα στο βυθό. Σχηματίζουν υποβρύχια κανάλια και φαράγγια, μικρές βαθυγάλαζες σπηλίτσες, γεμάτες μοβ και πορτοκαλιά κοράλλια, τρύπες αστακών, όλων των ειδών τα ψάρια της Μεσογείου, σπόγγους, αστερίες…

Βουτήξαμε στα Θέρμα και στην Τέλενδο. Αγόρασα βιβλία με την ιστορία των σφουγγαράδων, ιστορία του νησιού: καπεταναίοι, κολαουζέρηδες, σφουγγαράδες, μαρκουτσέρηδες, μοτορίστες, κουππάδες, μπαλαρίστες, μπρατσαραίοι, τρεχαντηδιέρηδες, ρεβεριτζήδες, βουτηχτές, μάγειροι, μάστοροι, μαστόρισσες, σπογγέμποροι, προμηθευτές, ξεκινητές, επενδυτές, γραμματικοί, και οι οικογένειές τους, έδεσαν τη ζωή τους, και το θάνατό τους, με το σκάφανδρο στην εποχή της σπογγαλιείας.
Εφτάμηνα ταξίδια με το μηχανοκάικο στις ακτές της Αφρικής και τρεις βουτιές τη μέρα ανά δύτη, παραβιάσεις χρόνων βυθού και αναδύσεων, σακάτεψαν τους πιο μαγκιόρους παλικαράδες δύτες, μαυροφόρεσαν τις Καλυμνιές και έβαψαν τα σπίτια του νησιού με φούμο.

Αν και η αγάπη τους για τη θάλασσα δεν κατάφερε να σβήσει, μια καινούρια αρχή για την οικονομία του νησιού είναι τώρα η αναρρίχηση. Όλη η περιοχή του γυμνού βράχινου τοπίου που κόβει την ανάσα από το Μασούρι και πέρα (Αρμεός, Αργινώντα, Σκάλια, Εμπορειός) είναι το φημισμένο, εξαιρετικής ποιότητας και αισθητικής βράχου αναρριχητικό πάρκο, που προσελκύει τους καλύτερους αναρριχητές του κόσμου.
Εδώ ο μακρυμάλλης νεαρός με το σακίδιο στην πλάτη είναι ο αξιοσέβαστος αναρριχητής που με κρυφό θαυμασμό θα τρέξουν να περιποιηθούν οι οικοδέσποινες των δωματίων και της ταβέρνας: μεγάλες πιατέλες με αρνί «μουούρι» και γεμάτες γαβάθες με σαλάτα «μερμιζέλι» καταφθάνουν την ώρα που «κατεβαίνουν πεινασμένοι οι αθρώποι από το βουνό».
Από το σεισμό του 535 μ.Χ. χωρίστηκε η Κάλυμνος από την Τέλενδο. Στο θαλάσσιο κανάλι (700 μέτρων) που σχηματίστηκε γίνονται κάθε καλοκαίρι κολυμβητικοί αγώνες για άντρες, γυναίκες και παιδιά, ντόπιους και ξένους. Αθλητικές Αγγλίδες, μόνιμοι κάτοικοι πλέον, κάνουν το γύρο της Τελένδου με τα κανό και τα καγιάκ τους.
Με τα εκδρομικά σκαφάκια να πηγαινοέρχονται συνέχεια από τις Μυρτιές, η Τέλενδος μοιάζει να είναι ακόμα μέρος της Καλύμνου, μόνο που εδώ δεν υπάρχουν καθόλου αυτοκίνητα, ούτε δρόμοι, μόνο το απόκρημνο μονοπάτι που ανεβαίνει περιφερειακά της απότομης ράχης που αποτελεί όλο το νησί και καταλήγει στο εκκλησάκι του Αγίου Κωνσταντίνου και τις αναρριχητικές διαδρομές της Τελένδου.

Έχω ένα χρωματιστό σακίδιο με το σκοινί και τα αναρριχητικά μου, ένα μεγάλο με τη στολή και τα καταδυτικά μου, ένα κόκκινο μικρό με μια σκέτη μάσκα και αντηλιακό για το απλό κολύμπι.
Στην Κάλυμνο δεν ξέρω τι να πρωτοκάνω: ν’ αγγίξω το βράχο, να βυθιστώ στο νερό ή απλά να αγναντεύω μακριά το πέλαγος φορώντας το ψάθινο καπέλο μου και μισοκλείνοντας τα μάτια κάτω από το ζεστό ήλιο των Δωδεκανήσων;
*Η Ελίνα Τερζάκη, που είχε την καλοσύνη να μας παραχωρήσει το ανωτέρω κείμενο και τις συνοδευτικές φωτογραφίες, είναι ερωτευμένη με τα ταξίδια και αγαπά όσο τίποτα άλλο την επαφή με το αναλλοίωτο φυσικό περιβάλλον της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας.