Αλλαγή πλεύσης του Ιστολογίου “ΡΟΔΟΣυλλέκτης”

Το Ιστολόγιο του ΡΟΔΟΣυλλέκτη, απευθύνεται σε όσους αγαπούν τον τόπο τους… εδώ είναι λοιπόν και περιμένει τα δελτία για τις εκδηλώσεις και τις δράσεις των Πολιτιστικών Συλλόγων αλλά και ότι αφορά τον τόπο μας – ακόμα και την πολιτική… Το Email μας είναι: r.telxinas@yahoo.gr

Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2020

Το όνομα Δημήτριος είναι πανάρχαιο ελληνικό και οφείλεται στη θεά Δήμητρα (ΛΕΞΙΚΟ ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑΣ, εκδ. ΒΕΡΕΤΤΑ)

Το όνομα Δημήτριος είναι πανάρχαιο ελληνικό και οφείλεται στη θεά Δήμητρα, θεά της γεωργίας, των καρπών της γης και προπάντων του σταριού, γι’ αυτό και την παρίσταναν με στάχυα στα χέρια, ενώ για τον ίδιο λόγο αποκαλούμε και σήμερα «δημητριακά» το στάρι, το κριθάρι, τη βρώμη και τα συγγενικά τους φυτά.

Η θεά Δήμητρα ή Δημήτηρ ή Γη-Mήτηρ ή Δηώ λατρευόταν ως θυγατέρα του Kρόνου και της Pέας, ως ερωμένη του Δία και μητέρα της Περσεφόνης, αλλά και της μυστηριακής θεάς Δέσποινας και του Πλούτου. 
Την τιμούσαν με ιδιαίτερες γιορτές στα Eλευσίνια, στα Θεσμοφόρια αλλά και σε πολυάριθμες άλλες γιορτές ανά την Eλλάδα… 
Το όνομα της Δήμητρας είναι σύνθετο, με πρώτο συνθετικό τη λέξη δη (γη) και δεύτερο τη λέξη μήτηρ. Δηλαδή Δήμητρα σημαίνει Γη-Μητέρα. 
Στην δωρική προφορά του ονόματος της Δήμητρας οφείλεται κατά πάσα πιθανότητα το όνομα του χωριού Δαματριά, εδώ στη Ρόδο, ενώ από το όνομα της θεάς προέκυψε βέβαια και το αρσενικό Δημήτριος, το οποίο στα αρχαία κείμενα το συναντάμε κυρίως κατά την ελληνιστική εποχή. 
Δημήτριος για παράδειγμα λεγόταν ένας περίφημος Αθηναίος γλύπτης αλλά και ο Αθηναίος δικτάτορας Δημήτριος ο Φαληρέας, που γέμισε την πόλη της Παλλάδας με τριακόσιους εξήντα επίχρυσους ανδριάντες, που παρίσταναν όλοι τον… εαυτό του! 
Ακόμη πιο υπερφίαλος υπήρξε βέβαια ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, ο οποίος κατέλαβε δύο φορές την Αθήνα, όπου εγκαταστάθηκε στον Παρθενώνα και απαίτησε να του αποδίδουν τιμές θεού, πράγμα που δεν του το αρνήθηκαν οι εθελόδουλοι Αθηναίοι. 
Προηγουμένως ωστόσο, και παρά τη φήμη του ως αήττητου στρατηγού, ο Δημήτριος ο Πολιορκητής απέτυχε να καταλάβει τη Ρόδο, έστω κι εάν την πολιόρκησε επί έναν ολόκληρο χρόνο κατά τα τέλη του 4ου πx αιώνα. 
Τελικά ο Δημήτριος έλυσε την πολιορκία κι εγκατέλειψε τις περίφημες πολιορκητικές του μηχανές στα χέρια των Ροδίων, οι οποίοι τις πούλησαν και με τα χρήματα έστησαν εις ανάμνηση της νίκης τους τον Κολοσσό της Ρόδου, έργο του Χάρη του Λίνδιου. 
Όσο για τον ίδιο τον Δημήτριο, αυτόν τελικά τον αιχμαλώτισε ο Σέλευκος και τον φυλάκισε σε σε ένα φρούριο όπου πέθανε από την υπερβολική οινοποσία... 
Δήμητρα, (η) Κατά τον Ησίοδο (Θ.453-457) ήταν κόρη της Ρέας και του Κρόνου και αδελφή του Δία, ο οποίος από αυτήν γέννησε την Περσεφόνη (Ησίοδ. Θ.912-913). Η θεά είχε και άλλες ονομασίες, όπως α) Δημήτηρ, γεν. Δήμητρος, ποιητ. Δημήτερος (Pape), β) Δημητέρα (Pape), γ) Δωμάτηρ αιολ. τύπος, δ) Δηώ Δημήτηρ), από όπου και Δηωϊνη και Δηωϊς η κόρη της Περσεφόνη (Π, L-S), και επίθ. δηώος -α-ον ‘ο αφιερωμένος στη Δήμητρα’, ε) Δως ή Δωτώ, δηλ. θεά ‘που παρέχει’ ή ‘δίνει’, όπως οι γνωστοί από αλλού Επιδώται θεοί (Παυσαν. 2,27,6). Οι ετυμολογικές προσεγγίσεις του ονόματος καθώς και οι τόποι και οι τρόποι λατρείας υποδεικνύουν ότι Δήμητρα σημαίνει ‘κριθάρι-μητέρα’, αλλά και προστάτρια του σπιτιού. (βλ. ΛΕΞΙΚΟ ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑΣ, εκδ. ΒΕΡΕΤΤΑ www.verettasbooks.gr

Σπουδαιότερα από τα προσωνύμια της θεάς είναι: 
Αζησία, πιθανώς αντί Αυξησία, ως θεά της αύξησης, της αφθονίας, της προκοπής των φυτών’, < αυξησία,η (< αύξησις, αύξω). Αλωαίη, Αλωάς (Θεόκρ. Ειδ. 7) και Αλωϊς επειδή προστατεύει τα αλώνια στη γεωργία, < αλωή, δωρ. αλωά,(η), αττ. άλως ‘αλώνι, κήπος / φυτεία’, πβ. στη γλώσσα του Ησύχιου ‘άλουα. κήποι, Κύπριοι’, που αντιστοιχεί σε τύπο αλFω. Και εορτή της συγκομιδής της Δήμητρας, Αλώα,(τα). Αναξιδώρα ‘η ανάγουσα και ανιείσα τους καρπούς εκ γης Δημήτηρ’ (Ησύχ.), < αναξιδώρα,η ‘αυτή που δίνει τα δώρα, δηλαδή τους καρπούς της γης.’ (< άναξ+-δώρα < δώρον). Ανησιδώρα, επίθετο της Γης και της Δήμητρας, ‘αυτή που βγάζει από μέσα της και χαρίζει δώρα, δηλαδή τους καρπούς της’, ‘ ανησιδώρα. η γη δια το τους καρπούς ανιέναι.’ (Ησύχ.), < ανίημι ‘αναβλύζω, στέλνω προς τα πάνω’ + δώρον. Αχαία, επειδή η Δήμητρα είναι μια μητέρα των πόνων, και γίνεται ο ουράνιος τύπος της μητρικής οδύνης (Decharme 312),< αχέω ‘στενάζω / θρηνώ / λυπούμαι’, και άχος,(το), αρχαίο ρηματικό όνομα, ‘θλίψη, πόνος,’ λ. με αβέβαιη ετυμολογία, που έχει μια ακριβή μορφολογική, αλλά όχι και σημασιολογική, αντιστοιχία με γοτθ. –agis και αγγλοσαξ. ege ‘φόβος’ (Π). Δεκάμαζος, επιγραμματικό επίθ. της θεάς (Επιγρ. Ελλην. 406.10, L-S), < επίθ. δεκάμαζος, -ον ‘αυτός που έχει δέκα μαστούς’ (< δέκα + μαζός [πιθ. < *μαδ-jος] ‘μαστός’ ιων. τύπος του μαστός, δωρ. μασδός. Ελευσινία . Επίασσα Δήμητρος επώνυμον, ο Ησύχιος, που αφήνει ανερμήνευτο. Επιπόλα, ούτω εν Λακεδαίμονι η Δημήτηρ ιδρυμένη τιμάται’ (Ησύχ.), πιθανώς επειδή παρέχει σε αφθονία τα δώρα της, πβ. το ρ. επιπολάζω ‘είμαι άφθονος’ στον Ιπποκράτη ( ‘ο χυμός επεπόλασεν’). Επόγμιος Δημήτηρ, η έφορος του θέρους’ (Σούδα) και ‘ω Δάματερ επόγμιε’ (Ανθ. Π. 6.258), ‘Δήμητρα που προστατεύεις τους όγμους, τις σειρές του θερισμού’: < όγμος (< άγω) ‘καθετί που σείρεται σε ευθεία, η αυλακιά’, πβ. τα σανσκριτ. ag-m-an, λατ. ag-men (Σταματ.). Εποικιδία Δημήτηρ εν Κορίνθω (Ησύχ.) < εποικώ ‘εγκαθίσταμαι ως έποικος σε κατοικημένο τόπο’ (< έποικος < επί + οικώ). Ερινή στην Αρκαδία, επειδή η θεά οργίστηκε, και στους Αρκάδες ερινύω σημαίνει ‘οργίζομαι, θυμώνω’ (Μ2,275). Ερινύς, επίσης στην Αρκαδία η θεά, επειδή είχε υποστεί τη βία του Ποσειδώνα. Το όνομα Ερινύς ταυτίζεται με το σανσκριτ. Saranyu κατά τους Adalbert, Kuhn, Max Muller κ.ά. μελετητές (Decharme 306). Ερυσιβίη, επώνυμο της θεάς στη Ρόδο κ.α., πβ. λατ. Robigus, επειδή προστατεύει τους καρπούς των αγρών από την ερυσίβη, όπως και ο Απόλλων ερυσίβιος, για τον ίδιο λόγο: < ερυσίβιος < ερυσίβη ‘μύκητας που προσβάλλει ιδιαίτερα το σιτάρι και το κριθάρι, < ερυ-σι- (πβ. ερυσίπελας) παρέκταση σε -σ- της ρίζας των ερεύθω ‘κάνω κάτι ερυθρό’ και ερυθρός, (πβ. λατ. russus) + επίθημα -βη. Εστιούχος, επειδή φυλάει, προστατεύει την εστία, το σπίτι: ‘Δήμητερ εστιούχ’ Ελευσίνος χθονός’ (Ευριπ.), < επίθ. εστιούχος, -ον < εστία+-ούχος (< έχω), πβ. πολιούχος, και ρ. εστιουχώ ‘είμαι προστάτης, κυβερνήτης.’ Ευαλωσία (< άλως) ‘αυτή που πληροί τα αλώνια’: ‘Ευαλωσία. Δημήτηρ, ότι μεγάλας τας άλως ποιεί και πληροί’ (Ησύχ.). Ζωοδότειρα, επειδή χορηγεί τη ζωή, θηλ. του ζωοδότης ‘αυτός που δίνει, παρέχει ζωή’ < ζωή + -δοτης (< δίδωμι). Θεσμοφόρος, δηλαδή ‘θεσμοθέτης’, αυτή που εισάγει θεσμούς για την καλλιέργεια της γης, τον νόμιμο γάμο κ.λπ., < θεσμός + -φορος (< φέρω), πβ. και γιορτή Θεσμοφόρια,(τα) προς τιμήν της Δήμητρας στην Αθήνα. Το επίθετο μεταφράστηκε στα λατ. legifera. Σ’ αυτή τη μετάφραση, παρατηρεί ο Nilsson (22-23) η λ. θεσμός θεώρησαν πως έχει την έννοια του ‘νόμος’ ή ‘τάξη’ και αναφέρθηκαν στην αντίληψη πως η γεωργία είναι η βάση της πολιτισμένης ζωής και της πειθαρχίας στους νόμους. Η ερμηνεία όμως αυτή της λ. είναι μετγν. και σφαλερή. Θεσμός, για τον Nilsson, δεν σημαίνει παρά ‘κάτι που έχει τεθεί’, και σε σύνθετες λέξεις για γορτές με κατάλ. –φόρια το α΄συνθετ. αναφέρεται σε κάτι που κρατούσαν στη γιορτή. Στα Οσχοφόρια π.χ. κρατούσαν όσχους, κληματόβεργες. Ώστε και οι θεσμοί πρέπει να ήταν αντικείμενα κινητά, και αυτά ήταν τα σάπια απομεινάρια τους ανακατεμένα με το σπόρο του σιταριού και τα απόθεταν πάνω σε βωμούς, πβ. τα Σκιροφόρια, που τα γιόρταζαν στο αλώνισμα, όπου έριχναν σε υπόγειες Γρύπες χοίρους μαζί με άλλα μαγικά σύμβολα της ευφορίας. Ιμαλίς, επίθετο της θεάς στις Συρακούσες, < ιμαλιά,η ‘η άχνη από το αλεύρι κατά το άλεσμα, η πασπάλη’ (< πιθ. ι.ε. ρίζα *sei- / si- ‘κοσκινίζω’ + επίθημα -μαλ-, πβ. αρ-μαλ-ιά) + επίθημα -ίς, -ίδος, πβ. μολυβδ-ίς,:‘ ιμαλιά. το επίμετρον των αλεύρων. επιγέννημα αλετρίδος. και ο από των αχύρων χνους. και περιουσία’ (Ησύχ.). Ιουλώ, ως θεά των ιούλων, δεματιών, των σταχυών, < ίουλος,ο ‘το χνούδι, ανδρικό γένι’, λ. που συνδέεται με τα ούλος ‘εριούχος, πυκνός’ και ειλέω, είλω ‘συστρέφω’: ‘είουλοι δε και ούλοι αι εκ των δραγμάτων συναγόμεναι δέσμαι’ (Ησύχ.). Καβειραία και Καβειρία, επίκληση της θεάς, επειδή κατά τον Παυσανία υπήρχε κοντά στο Καβείριο των Θηβών άλσος της Δήμητρας της Καβειραίας και της Κόρης. Καλαμαία η Δήμητρα και η Κόρη ως προστάτιδες των σιτηρών, και εορτή Καλαμαία,(τα) στην Ελευσίνα προς τιμήν της Δήμητρας και της Κόρης: < κάλαμος+-αίος. Καλλιγένεια η θεά ως ‘αυτή που γέννησε ωραίο παιδί’ ή ‘αυτή που γεννά ωραίους καρπούς’ ή ‘θεά με την ωραία τη γενιά (τους απογόνους) που προστατεύει την νόμιμη γέννηση των παιδιών όπως και την παραγωγή των καρπών της γης’ (Decharme 310), < επίθ. καλλιγένειος, -ον ‘αυτός που κατάγεται από καλή γενιά’, < καλλι- + γένειος (< γένος). Καλλιστέφανος στον Ομηρ. Ύμν. στη Δήμ. (252-296), επειδή φέρει, είναι εστεμμένη με ωραίο στεφάνι. Καρποφόρος, που φανερώνει την κύρια φύση της θεάς, ‘που φέρει καρπό’, και Καρποποιός ‘αυτή που παράγει καρπούς’ στον Ευριπίδη (Ρήσ. 969). Κερδώ, είναι μια από τις προσωνυμίες της Δήμητρας (Graves 1,24) (< κέρδος) ‘αυτή που επιδιώκει κέρδος, πανούργα, δόλια’, και ως επίθετο της αλεπούς, επειδή είναι πανούργο ζώο. Κατά τον Αρτεμίδωρο κερδώ είναι η γαλή, δηλαδή η νυφίτσα, το κουνάβι. Η λ. κέρδος, από την οποία το Κερδώ, είναι αβέβαιης ετυμολογίας, και συνδέεται πιθανά με το αρχ. ιρλανδ. cerd ‘τέχνη, χειροτεχνία’, και το γαλατ. cerdd ‘τραγούδι, ποίηση’ < πιθ. ι.ε. ρ. *kerd- ‘έντεχνος’ (Π), πβ. το λατ. cerdo ‘χειροτέχνης’ (< κέρδος, κερδεία ‘πανουργία’). Ο Graves (4,83) σημειώνει ότι ο περίφημος cerdana (κερδάνια), ο χορός της συγκομιδής των Ισπανικών Πυρηναίων, ίσως αρχικά ετελείτο προς τιμήν της θεάς Κερδώ, η οποία έδωσε και το όνομά της στον καλύτερο σιτοβολώνα της περιοχής, στην κοιλάδα Κερδάνια όπου δεσπόζει η πόλη Πουϊγ-Κέρδα και ο λόφος Κερδό. Κιδαρία, προσωνυμία της θεάς, που λατρευόταν στη Φενεό της Αρκαδίας, πιθανώς από το κάλυμμα της κεφαλής που έφερε το λατρευτικό της άγαλμα: < κίδαρις,η και κίταρις ‘κάλυμμα της κεφαλής των γυναικών των Περσών βασιλέων και των Εβραίων ιεραρχών αργότερα (‘κιδάρει γαρ οι των εώων βασιλείς αντί διαδήματος ειώθασι χρήσθαι’,Φίλ.), λ. δάνεια ανατολικής ή σημιτικής προέλευσης (Π). Κυανόπεπλος, επειδή έφερε μαύρο πέπλο, πενθώντας την κόρη της ( Ομηρ. Ύμν. στη Δήμ. 320, 361, 375). Λουσία την είπαν στην Αρκαδία, επειδή λούστηκε στο Λάδωνα ποταμό, όπου και ιερό της θεάς (Μ2,132), < λούω-λούσις ‘λούσιμο’> λουσία. Μαλοφόρος, προσωνύμιο της Δήμητρας στα Μέγαρα, ως προστάτιδας των προβάτων, < επίθ. μαλοφόρος, -ον δωρ. τ. αντί μηλοφόρος (< μήλον ‘πρόβατο’, δωρ., αιολ. μάλον+-φόρος < φέρω). Μεγάλαρτος, επίθετο της θεάς στη Βοιωτία, < μεγαλ(ο)-+άρτος, και Μεγαλάρτια,(τα) η εορτή των μεγάλων άρτων, που οι Δήλιοι γιόρταζαν προς τιμήν της Δήμητρας, Μεγαλάρτιος, ονομασία μήνα στον Άλο της Θεσσαλίας. Για τον ίδιο λόγο η θεά εκαλείτο στη Βοιωτία και Μεγαλόμαζος, < επίθ. μεγαλόμαζος, -ον < μεγαλ(ο)- + -μαζος (< μάζα) ‘η θεά με τα μεγάλα καρβέλια’, γιατί, όπως μας λέει ο Nilsson (24), στα Θαλύσια, γιορτή του θερισμού, πρόσφεραν απαρχές καρπών και τον θαλύσιον άρτον, ψωμί ψημένο από το νέο στάρι, πβ. τον θάργηλον ‘καρβέλι’ στην Αττική, από όπου και η γνωστή γιορτή τα Θαργήλια. Μέλαινα, επίκληση στη Φιγαλεία. Ο Παυσανίας (8,42,2) αποδίδει το επίθετο στο πένθιμο της περιβολής της κατά την αναζήτηση της Κόρης. Ομολώιος και Ομολωϊα, προσωνυμία στη Θήβα, < επίθ. όμολος, -ον, αιολ. τύπος ‘ομαλός’: ‘…έστι δε και Δημήτηρ Ομολωϊα εν Θήβαις’ (Σούδα), και ο Φώτιος: ‘…δια το παρ’ Αιολεύσι το ομονοητικόν και ειρηνικόν όμολον λέγεσθαι…’ Πβ. και Ομόλη, θεσσαλική πόλη, και Ομολωϊς πύλη στη Θήβα, επειδή ήταν στραμμένη προν την Ομόλη, ή επειδή ήταν αφιερωμένη στην Ομολωϊδα Δήμητρα ή τον Ομολώιο Δία. Όμπνια, προσωνυμία της Δήμητρας ως μητέρας των καρπών της γης και χορηγού της πρώτης τροφής του ανθρώπου: < όμπνη,η ‘δημητριακός καρπός για τροφή’, στον πληθ. όμπναι,(αι) ‘πίτες από αλεύρι και μέλι’ που προσφέρονταν για θυσίες: ‘όμπναι. πυροί μέλιτι πεφυραμένοι’ (Φώτιος), και ‘όμπνη. τροφή, ευδαιμονία’ κατά τον Ησύχιο. Η λ. πιθανώς να είναι ομόρριζη με το άφ-ενος, λατ. ops, opes opimus, που έχουν την έννοια της αφθονίας και της αύξησης, όπως και ο Ησύχιος ερμηνεύει. Παιδοφίλη ‘αυτή που αγαπά τα παιδιά’ στον Ορφ. Ύμν. (39,13), < επίθ. παιδόφιλος, -ον. Πολύφορβος, ‘αυτή που τρέφει πολλούς, που έχει πολλήν φορβή (‘Δήμητρος πολυφόρβης’, Ησίοδ. Θ.912), < πολύ- + -φορβος (< φορβή ‘τροφή’). Προηροσία η θεά, επειδή δεχόταν προσευχές πριν το όργωμα, πβ. προηροσία (ενν. θυσία), εορτή προς τιμήν της Δήμητρας και της Κόρης που τελούσαν οι Αθηναίοι στην Ελευσίνα τον μήνα Πυανεψιώνα (μέσα Οκτώβρη). Η λ. είναι σύνθετη ‘εκ συναρπαγής’: προ αρότρου < αροτός (< αρώ ‘οργώνω’) + επίθημα -ιος (Π). Πυργοφόρος, επειδή φέρει στο κεφάλι πύργο, πιθ. εξεζητημένη κόμμωση που μοιάζει με πύργο, < πύργος+-φόρος (< φέρω). Ραριάς στην Ελευσίνα, η ονομασία από το Ράριον πεδίον, πεδιάδα στην Ελευσίνα, που ήταν αφιερωμένη στη θεά, που σημαίνει το πεδίον του Ράρου, του πατέρα του Τριπτόλεμου: < ράρος ‘κοιλία / έμβρυο / βρέφος που γεννήθηκε πρόωρα / ισχυρός’, λέξη που απαντά μόνο στους γραμματικούς. Οι λεξικογράφοι της Σούδα πληροφορούν: ‘Ραριάς. η Δημήτηρ. Ράρος γαρ έσχεν υιόν Κελεόν, Κελεός δε Τριπτόλεμον. ο δε Ράρος πλανωμένην την Δήμητραν και ζητούσαν την Κόρην υπεδέξατο εις τον οίκον. υπέρ της τοιαύτης ουν χάριτος η Δημήτηρ τον απόγονον Ράρου Τριπτόλεμον εδίδαξε την του σίτου γεωργίαν’, ‘Ράρον. ισχυρόν’, ‘ράριον. το βρέφος’, και ‘Ράρος. η γαστήρ, και ράριον, το βρέφος’. Σιτώ, στη Σικελία (Πολέμων παρ’ Αθην. 416Β, Αιλ. Ποικ. Ιστ. 1,27) ‘αυτή που παρέχει τροφή, ιδίως σιτάρι, στους ανθρώπους’, < σίτος+ κατάλ. –ώ των θηλυκών (πβ. Κλει-ώ). Σώτειρα (Αριστοφ. Βάτρ. 378). Φρεάρριος , πιθανώς λόγω του αφιερωμένου σ’ αυτήν Καλλιχόρου φρέατος στην Ελευσίνα (Π), < φρέαρ+ρέω. Χαλκόκροτος, εξαιτίας των κυμβάλων που χρησιμοποιούσαν στις τελετές της: ‘παρά τα επικτυπούντα εν ταις τελεταίς της Δήμητρος κύμβαλα’ ( Σχόλ. στον Πίνδ. Ι.7(6).3). Χθονία, λατρευτική προσωνυμία στην Ερμιόνη, όπου και άλσος της Δήμητρας (Μ4,67). Χλόη, ως προστάτρια του νεόβλαστου σιταριού (Αριστοφ. Λυσ. 836), κατά τον Nilsson (22) επειδή τα δημητριακά στην Ελλάδα φυτρώνουν και μεγαλώνουν μέσα στο χειμώνα και γι’ αυτό θυσίαζαν την ίδια εποχή στη Δήμητρα Χλόη. Χρυσάορος ‘Δήμητρος Χρυσαόρου, αγλαοκάρπου’ (Ύμν. Ομηρ. εις Δήμ. 4): < χρυσ(ο)-+-άορος / -άωρ (< άορ ‘ξίφος’). 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Ρόδος στην Ιταλοκρατία 1ο μέρος.

Η Ρόδος στην Ιταλοκρατία 2ο μέρος.

Η Ρόδος στην Ιταλοκρατία 3ο μέρος.

Η Ρόδος επί Ιταλοκρατίας 1920 – 1940

Εγω σωπαίνω....Φτύνω!!!

Μου μιλούν για δικαιοσύνη....οι δικαστές, Μου μιλούν για ηθική...οι αγύρτες, Μου μιλούν για ζωή...οι δολοφόνοι, Μου μιλούν για όνειρα...οι έμποροι, Μου μιλούν για ισότητα...τα αφεντικά, Μου μιλούν για φαντασία...οι υπάλληλοι, Μου μιλούν για ανθρωπιά...οι στρατοκράτες, Εγω σωπάινω....Φτύνω.


ΡΟΔΟΣυλλέκτης: e-mail r.telxinas@yahoo.gr
Δείτε περισσότερες φωτογραφίες στον ΝΕΟ ΡΟΔΟΣυλλέκτη: http://rouvim.blogspot.com

ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ ΤΙΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: http://rouvim.blogspot.com/
ΚΡΗΤΗΝΙΑ: http://www.kritinia.gr/
ΙΣΤΡΙΟΣ: http://istrio.blogspot.com/
ΣΟΡΩΝΗ: http://www.ampernalli.gr/
Dj news: http://fanenos.blogspot.com/
ΠΑΛΜΟΣ: http://www.palmos-fm.gr/
ΕΚΟΦΙΛΜ: http://www.ecofilms.gr/
ΡΑΔΙΟ1: http://www.radio1.gr/
http://www.ksipnistere.blogspot.com/
ΣΦΕΝΤΟΝΑ: http://gipas.blogspot.com/
ΡΟΔΟΣυλλέκτης: http://www.rodosillektis.com/
Η Ομοσπονδία Πολιτιστικών Συλλόγων Ρόδου: http://opsrodou.gr/
ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ: http://www.hamogelo.gr
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ – ΔΕΛΤΙΑ ΤΥΠΟΥ: http://rodosillektis.blogspot.gr/
Ιστοσελίδα του ΡΟΔΟΣυλλέκτη: http://www.rodosillektis.com/
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ: http://www.pnai.gov.gr
ΔΗΜΟΣ ΡΟΔΟΥ: http://www.rodos.gr/el/

Αρχειοθήκη ιστολογίου