Οι Νεοελληνικές Διάλεκτοι
Οι διάλεκτοι και τα ιδιώματα της νέας ελληνικής
Δωδεκανησιακές διάλεκτοι (Ρόδος, Κάρπαθος, Κάσος, Κως, Καστελλόριζο, Λέρος Πάτμος)
Ρόδος |
1. Ιστορικά και γεωγραφικά στοιχεία κατανομής των ιδιωμάτων
Δωδεκανησιακά ονομάζουμε τα ιδιώματα που μιλιούνται στη Ρόδο, το Καστελόριζο, την Κάρπαθο, την Κάσο, τη Χάλκη, την Τήλο, τη Νίσυρο, τη Σύμη, την Κάλυμνο, την Αστυπάλαια, την Κω και τη Λέρο. Σύμφωνα με τον Κοντοσόπουλο (2000, 42), κάποιες γραπτές μαρτυρίες για τα ιδιώματα αυτά, και συγκεκριμένα για αυτό της Ρόδου, υπάρχουν σε λογοτεχνικά κείμενα (κυρίως ποιήματα), τα οποία γράφτηκαν κατά τον 14ο αιώνα. Φαίνεται, λοιπόν, ότι η διαλεκτική διαφοροποίηση σε αυτή την περιοχή της Ελλάδας έχει τις ρίζες της αρκετούς αιώνες πριν. Ο Browning (1991, 171-172) παρατηρεί σχετικά ότι «[τ]α Δωδεκάνησα […] για πολύ καιρό ήταν ένα είδος ουδέτερης γης ανάμεσα στο Βυζάντιο και τους Άραβες, και πιθανόν τότε καθιερώθηκαν και τα κύρια χαρακτηριστικά των ιδιωμάτων τους».
2. Γλωσσική περιγραφή των ιδιωμάτων
Τα δωδεκανησιακά ιδιώματα, μολονότι εμφανίζουν ορισμένες κοινές τάσεις, χαρακτηρίζονται από μεγάλη ποικιλία και συχνά έντονη διαφοροποίηση από νησί σε νησί ή ακόμη και ανάμεσα σε διαφορετικές περιοχές του ίδιου νησιού (αυτό ισχύει περισσότερο για τα μεγαλύτερα από αυτά, δηλαδή τη Ρόδο, την Κω και την Κάρπαθο βλ. Κοντοσόπουλος 2000, 46). Επίσης, τα ιδιώματα αυτά εμφανίζουν αξιοπρόσεχτες ομοιότητες με την κυπριακή και την κρητική διάλεκτο, καθώς και με άλλα ιδιώματα κοντινών νησιών, όπως είναι η Ικαρία, η Χίος, ορισμένες από τις Κυκλάδες (ιδίως η Αμοργός, η Δονούσα, η Ηρακλειά, η Σχοινούσα και τα Κουφονήσια) και λιγότερο η Πάτμος (της οποίας το ιδίωμα μοιάζει περισσότερο με την κρητική διάλεκτο).
Οι ομοιότητες με τα γειτονικά ιδιώματα, καθώς και οι μεταξύ τους διαφοροποιήσεις έχουν ως αποτέλεσμα ο Trudgill (2003, 60), εξετάζοντας συνολικά τη διαλεκτική διαφοροποίηση της ελληνικής γλώσσας, να τα κατατάσσει σε δύο διαφορετικές ομάδες: στα νοτιοανατολικά, όπου εντάσσει τα ιδιώματα της Ρόδου, της Καρπάθου, της Κω, της Κάσου, του Καστελόριζου, της Λέρου (μαζί με αυτό της Πάτμου και την κυπριακή διάλεκτο) και στα ανατολικά, όπου εντάσσει τα ιδιώματα της Σύμης, της Τήλου, της Νισύρου, της Καλύμνου, της Αστυπάλαιας (μαζί με αυτά της Ικαρίας, της Χίου και των κοντινών περιοχών της ασιατικής ενδοχώρας).
Τα κυριότερα χαρακτηριστικά των δωδεκανησιακών ιδιωμάτων είναι τα ακόλουθα:
Ρόδος |
α. Φωνητική-Φωνολογία
Σιγήση των [v], [γ] και [ð] μεταξύ φωνηέντων: πηγάδι [piáði], σίδερο [síero], πρόβατο [prόato].
Στη θέση των συμπλεγμάτων [rθ], [rγ], [vγ] εμφανίζονται τα [rt], [rk], [vk] αντίστοιχα: ήρθα [írta], πύργος [pírkos], αβγά [avká].
Διατηρείται το τελικό [n] και συχνά αφομοιώνεται προς το σύμφωνο που ακολουθεί: ξύλον [ksílon], χαρτίν [xartín], μιαν βολάν [miáv volán] 'μια φορά', τον λαό [tol laόn], 'εφ φεύγω μπρι τηλ λαμπρή (Κάλυμνος). Αποτέλεσμα της αφομοίωσης είναι η παρουσία δευτερογενών διπλών συμφώνων.
Τα διπλά σύμφωνα προφέρονται ως τέτοια και η προφορά αυτή ενίοτε επεκτείνεται και σε λέξεις στις οποίες δεν απαντούν διπλά. Άλλοτε τα άηχα διπλά σύμφωνα (κκ, ππ, ττ) προφέρονται ως [kx] [pf] [tθ], π.χ. λάκχος (λάκκος), πάπφου (πάππος).
Σε ορισμένες περιοχές απαντά δασύς τσιτακισμός, δηλαδή το /k/ προφέρεται [t∫] πριν από [i] και [e]: και [t∫e].
Το ημίφωνο ʝ τρέπεται σε [s] ή [∫] (παχύ σ) ύστερα από άηχο σύμφωνο και σε [ʒ] (παχύ ζ) ύστερα από ηχηρό, π.χ. πσ'άνω (πιάνω), σέρζ'α (χέρια).
β. Μορφολογία
Απαντούν οι καταλήξεις -ουσι(ν) και -ασι(ν) στο γ΄ πληθυντικό πρόσωπο ενεστώτα και αορίστου αντίστοιχα: ράβγουσι, κλέψασι, πουλήσασι.
Απαντούν οι ρηματικές καταλήξεις -εύκω και -εύγκω αντί για -εύω: δουλέβκω /δουλέβɟω (δουλεύω)
Η συλλαβική αύξηση διατηρείται ακόμη και άτονη, ενώ συχνά απαντά συλλαβική αύξηση η- [i]: ήπηρα, ήκουσα, ηφέρνανε, ηποφασίσανε.
Τέλος, τα δωδεκανησιακά ιδιώματα ανήκουν, κατά τον Κοντοσόπουλο (2000, 44), στη ζώνη του είντα 'τί'.
3. Σύγχρονη κοινωνιογλωσσική κατάσταση
Όπως επισημαίνει ο Κοντοσόπουλος (2000), τα δωδεκανησιακά ιδιώματα εμφανίζουν έντονη τάση υποχώρησης λόγω της επικράτησης της νεοελληνικής κοινής και της μετανάστευσης προς τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας. Αντίστοιχες παρατηρήσεις κάνει και η Ζαχαρίου-Μαμαλίγκα (1994, 94) ειδικά για το ιδίωμα της Σύμης, επισημαίνει δηλαδή ότι, μετά την απελευθέρωση των Δωδεκανήσων από τους Ιταλούς (1945) και την ενσωμάτωσή τους στο ελληνικό κράτος (1948), η ευκολότερη επικοινωνία και οι εντονότερες επαφές με τις κεντρικές ελληνικές περιοχές συνεπάγονται την έντονη επίδραση της νεοελληνικής κοινής στην ομιλία των κατοίκων του νησιού αυτού.
Ρόδος |
Ωστόσο, όπως συμβαίνει με τις περισσότερες ελληνικές διαλέκτους και ιδιώματα, απουσιάζουν οι σύγχρονες καταγραφές και αναλύσεις του δωδεκανησιακού λόγου, με αποτέλεσμα να μην μπορεί κανείς να μιλήσει με βεβαιότητα για την ύπαρξη ή όχι διαλεκτικών στοιχείων και ποιων. Οι επιμέρους μελέτες που έχουν γίνει αποτελούν ως επί το πλείστον συλλογές διαλεκτικού υλικού με στόχο τη «διάσωσή» του, έχουν γίνει με παλαιότερη μεθοδολογία (δηλαδή κυρίως μέσα από την καταγραφή της «ιδιαίτερης» προφοράς και του «αποκλίνοντος» λεξιλογίου) και αφορούν ορισμένα φαινόμενα ή ιδιώματα μεμονωμένα και όχι μια συνολική και συστηματική προσέγγιση των δωδεκανησιακών ιδιωμάτων (βλ. μεταξύ άλλων Χαραλαμπίδου 1972 Καρδιόλακα 1992 Βαγιάκος 1994 Ζαχαρίου-Μαμαλίγκα 1994 Henrich 1994 Κατσουλέας 1994 Παπαμανώλη 1994 Μηνάς 2004).
Βίλλυ Τσάκωνα
Βιβλιογραφία
ΒΑΓΙΑΚΟΣ, Δ. Β. 1994. Κοινά διαλεκτικά Δωδεκανήσου και Μάνης. Στο Νεοελληνική διαλεκτολογία. Πρακτικά 1ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Νεοελληνικής Διαλεκτολογίας (Ρόδος 26-30/3/1992), 1ος. τόμ., 43-63. Αθήνα.
BROWNING, R. 1991. Η μεσαιωνική και νέα ελληνική γλώσσα. 2η έκδ. συμπληρωμένη με την προσθήκη δύο άρθρων του συγγραφέα. Μτφρ. Μ. Ν. Κονομή. Αθήνα: Εκδόσεις Παπαδήμα.
ΖΑΧΑΡΙΟΥ-ΜΑΜΑΛΙΓΚΑ, Ε. 1994. Η σημερινή κατάσταση του συμαϊκού ιδιώματος. Στο Νεοελληνική διαλεκτολογία. Πρακτικά 1ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Νεοελληνικής Διαλεκτολογίας (Ρόδος 26-30/3/1992), 1ος. τόμ., 94-115. Αθήνα.
HENRICH, G. S. 1994. Ροδίτικα φωνητικά φαινόμενα σε 3 ποιήματα του Μανόλη Λιμενίτη. Στο Νεοελληνική διαλεκτολογία. Πρακτικά 1ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Νεοελληνικής Διαλεκτολογίας (Ρόδος 26-30/3/1992), 1ος. τόμ., 131-141. Αθήνα.
ΚΑΡΔΙΟΛΑΚΑ, Β. 1992. Η δάσυνση των συμφώνων p-t-k στο ιδίωμα τα Καλύμνου σε σύγκριση με το αντίστοιχο φαινόμενο στα τσακώνικα. Στο Μελέτες για την Ελληνική Γλώσσα. Πρακτικά της 13ης ετήσιας συνάντησης του Τομέα Γλωσσολογίας του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, 7-9 Μαΐου 1992, 163-177. Θεσσαλονίκη.
ΚΑΤΣΟΥΛΕΑΣ, Σ. Γ. 1994. Το τελικό ν και η δίπλωση των συμφώνων στο ιδίωμα του Καστελλορίζου. Στο Νεοελληνική διαλεκτολογία. Πρακτικά 1ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Νεοελληνικής Διαλεκτολογίας (Ρόδος 26-30/3/1992), 1ος. τόμ., 203-227. Αθήνα.
ΚΟΝΤΟΣΟΠΟΥΛΟΣ, Ν. Γ. 2000. Διάλεκτοι και ιδιώματα της νέας ελληνικής. 3η έκδ. Αθήνα: Εκδόσεις Γρηγόρη.
ΜΗΝΑΣ, Κ. 2004. Μελέτες νεοελληνικής διαλεκτολογίας. Αθήνα: Τυπωθήτω - Γιώργος Δαρδανός.
ΠΑΠΑΜΑΝΩΛΗ, Λ. 1994. Γλωσσοπλαστικές ευαισθησίες του Ροδίτικου λαού. Στο Νεοελληνική διαλεκτολογία. Πρακτικά 1ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Νεοελληνικής Διαλεκτολογίας (Ρόδος 26-30/3/1992), 1ος. τόμ., 371-434. Αθήνα.
TRUGILL, P. 2003. Modern Greek dialects. A preliminary classification. Journal of Greek Linguistics 4:45-64.
ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΟΥ, Χ. Χ. 1972. Το τελικόν -ν εις το γλωσσικόν ιδίωμα της νήσου Σύμης. Τα Συμαϊκά, 1ος τόμ., 116-122.
α. Παροιμίες
β. Ανέκδοτα / Αστείες διηγήσεις
γ. Αφηγήσεις
δ. Δημοτικά τραγούδια
α. Παροιμίες
Εκειά πο'σ σε σπέρνουν να μην νεμμάς (= να μη φυτρώνεις)
Όπου καεί στηφ φακκή φυσά και τον αξύαλον (= το γιαούρτι)
Με τομ πιο μεάλος σου σκόρdα μηφ φυτέβγης.
Τα πίσω αππίδια έχουν νουρές.
Δυο γαδάροι εμαλλdώννας σε ξένον αχερώνα.
Εν ε μπορεί να χτυπήση τον γάδαρον και χτυπά το σουμάριν.
Όπου κράσσουμ πολλdοί πετεινοί ργίζει να ξημερώσει.
Πηγή: Παπαχριστοδούλου, Χ. Ι. 1969. Λεξικογραφικά και λαογραφικά Ρόδου. Λαογραφία, Παράρτημα 7. Αθήνα.
β. Ανέκδοτα / Αστείες διηγήσεις
Τοχ χειμώναμ που κρύωνεν ο σκύλλdος εμάιφτην κουλλdούριλ -λdε- τοσοδά σπιτάκιν κι' εν εξιώθηκα ούλλdον το καλοκαίριν να το κάμω. Άμαν ήρτεν το καλοκαίριν έβρασεν κι' εξάπλωσεν -λdε- ού πού ννάβρω να κάμω τόσηδ δα σπιτάκλα!
Η κατσίκα και το πράττον επάινναμ μαζί μιαβ βολάν. Κεια που πάινναν ηύραν ένα αρυακάκιν· επήεν να σαρτ'αη το πράττον κι' εφάνηκε το θηλυκόν το με το σήκωμα της νουράς του. Είεν το η κατσίκα κι' έσκασε στα γέλια -λε- ού, εφάνηεν ο κώλος της! Εγύρισεν το πράττον και κάμνει της λε - ά, επρόκαμες. Εσύ δείχνεις τον ούλλdη μέρα κι' εν είναιν τίποτα κι' εμέναμ που πήα να σαρτάρω κι' εφάνηκεν, εκαλοφάνης σου;
Πηγή: Παπαχριστοδούλου, Χ. Ι. 1969. Λεξικογραφικά και λαογραφικά Ρόδου. Λαογραφία, Παράρτημα 7. Αθήνα. Σελ 151 & 175.
γ. Αφηγήσεις
Από το χωριό Μαρίτσα (βορειοανατολική Ρόδος)
Είσε δgιο γριές jεναίτσες τσ' είχασι δgιο παιδάτσα. Δίννουν-da μιαν ημέραν gομμάτι ψωμάτσι, τσ' έπεψαν-dα στα ξύλα.
Μαριτσά |
- Να πάτε jε-μου να φέρετε ξυλαράτσα, τσ' είναις σειμώνας.
- Ετσά που πααίννασιμ, bανdήχνει-τα έναj jερονdάτσι· λέει τα:
- Ώρα καλή παιδgιά μου.
- Καλώς-τον, τομ μbάρbα.
- Πού με το καλόμ bαιδάτσα-μου;
- Πάμεν να φέρουμε ξυλαράτσα.
- Μμ' εν έσετε τσαι κομμάτι ψωμάτσιν να με δώκετε;
Έπjασεν ο ένας πούσεν -ε- στον gόρφον-dου, τσ' έδωκεν-dου doj jέρο ψωμάτσι.
- Μμ' εσύ εν έσεις jε- μου; ερώτηξεν dον άλλdο.
- Λε, «μμ' εέδ δεμ μ' έωκεν η μάνα μου»· τσ' ετσείνος είσεν-dο στον gόρφον-dου.
― Αμέστε στο καλόμ bαιδάτσα μου.
Πάλε ποϋρίζει που την άλλdημ μερgιάν ο jέο, πανdήχει-τα πάλε.
- Ώρα καλή, παιδgιά μου.
- Καλώς-τον, τομ μbάρbα.
- Πού με το καλόμ bάτε;
- Πάμεν να φέρουμε ξυλαράτσα.
- Μμ' εν έσετε τσαι κομμάτι ψωμάτσιν να με δώκετε; (Εjένην αλgώς ο jέρος τσ' εν dον-εγρωνίσαν dα παιδgιά, jατ' ήταν ο Χριστός).
Ο ίδgιοσ που τον-έδωκεμ bρώτα λε: «εβώ έχω», τσ' έβgαλεν
Πηγή: Tsopanakis, A. 1940. Essai sur la phonétique des parlérs de Rhodes. Byzantinisch-Neugriechischen Jahrbücher 40. Αθήνα. Σελ. 167.
δ. Δημοτικά τραγούδια
Πηγή: Παπαχριστοδούλου, Χ. 1962. Ανάλεκτα.
Αθήνα. («Δημοτικά τραγούδια της Ρόδου». Ανάτυπο από το περιοδικό Λαογραφία 8 (1959) και 9 (1960).
Ακριτικά
Ο χάρος μάυρα φόρεσεμ, μαύρα καβαλλdικέβg'ει,
μαύρο σπαθίν εζώστηκε, στο παναΰριμ πάει.
- «Καλώς τονε τόχ χάρονταν, να φάη, να πιή, με τα μας·
να φάη αγριοκεράμιδομ που τρων οι αντρειωμένοι».
- «(Δ)εν ήρτεδ δω ο χάροντας να φάη, να πιή με τα σας,
μόνον ήρτεν ο χάροντας τον καλ'g'οσ σας να πάρη».
- «Για πες μας, πες μας, χάροντα, ο καλ'g'οσ μας ποιος είναι;»
- «Θωρείς τον κείνον τον κοντόν, τοχ χαμηλλdοβρακάτον,
πούχει τηγ γούνναν κόκ'κ'ινην, τα γένια άνω κάτω;
Εκείνος είν' ο καλ'g'ος σας κι' ήρτα να τον επάρω».
― «Ναβgετε να μπαλαίσετε σ' έναμ πλατύμ μεϊτάνι(ν)».
Ήβgασιν να μπαλαίσουσιν σ' έναμ πλατύμ μεϊτάνι(ν)
κι ο χάροντας βαρέθηκε στου Διενή τα χερg'α.
Εφτά παΐδες του σπασεν και τρεις νευροκεντήτες.
Χρουσός ατός εγίνηκε στους ουρανούς ενέβη(ν).
Δημ. Ζαρβός (Κρεμαστή), ετών 80
Το Γιαννάκι
κοίττεται το Γι̯αννάκιν τ' Αντρονικολ'gι̯ό(ν).
Τούρκοι τον τριγυρίζουν και Ρωμι̯οί τον κλαίν.
- «Γι̯άννη, εν έχεις μάναν, έν έχεις αερφούς
και μι̯αν καλήγ γεναίκαν να ρτη γι̯α να σε γη;
Δόξου και την καλή του, τηγ γεναίκαν του,
με δgυ̯ό παιδgι̯α στον νώμον κι ένα στο βυζί(ν)
κι' άλλdον κλουθά που πίσω και ζητά ψωμί(ν).
- «Γι̯άννη, δέσ σου το είπα, εσ σου το μήνυσα,
στομ πόλεμομ μήμ πάης και σκοτώσουσ σε;»
- «Σώπα, καλέ γεναίκα και ντροπι̯άζεις με·
μήπως και ήταν ένας, μήπως και ήταν δgυ̯ό;
αυτοί ήταν τρεις χιλ'gι̯άες κι εβώ ήμουμ μοναχός.
Ούλλdους εσκότωσα τους κι' ένας μ' εσκότωσε(ν),
κι' ο άθλιος εκείνος, αερφός μου ήτανε.
Βάλλdει λαού ποδάρgι̯α, κι' αετού φτερά,
βάλλdει αλαφίνας μμάτι̯α κι' εν εφαίνουντα(ν).
Στα μάρμαρα επάτιεν κι' εσκονίζουντα(ν),
στους ουρανούς επέταν κι' εσαΐττεβgε(ν)».
Αγαπητός Μαστρογιαννάκης (Σάλακος)
ΣΗΜ. Στ. 5. να σε δη > να σε γη. 6. δέξου > δόξου = να την. 8. ακολουθά > κ(ο)λουθά. 13. εγώ > εβώ. 18. επάτιε αντί επάτειε (απλούστερα). 19. σα(γ)ιττεύω = τοξεύω. Πρβ. ΙΙ. Ε. αριθ. 71 «ο Γιάννος τ' Αντρόνικου». Γνευτού Τραγ. Ροδ. σ. 1 «ο Γιάννης τ' Αντρόνικου». Δρακίδου Ροδιακά σ. 103. Βρόντη Ροδ. σ. 76-77. Λαογρ. ΙΑ΄ σ. 164, ΙΓ΄ σ. 48-50.
Ερωτικά
Το φιλί
ο νι̯ός εζήτηξεφ φιλίν κι' η κόρη δαχτυλίδι(ν).
- «Μήθ θαρείς κι' είμαι χρουσοφός και κάμνω δαχτυλίδgι̯α,
να τα δωρίζω δω και κει γι̯α μμάτι̯α και τα φρύδgι̯α;»
- «Μήθ θαρείς κι' είναιν το φιλίν ―ούλλdοι να το τρυούνε;
όπου το δώσω το φιλί (δ)ική του θα λοούμαι».
- «Δώσ' μου το, κόρη, το φιλίδ' δώσ' μου το του καϋμένου
και τάξι πως εδώρισες ψυχήν αποθαμμένου».
- «Δεσ σου το δίννω το φιλίν, καλ'gι ας το πάρη αδέρας,
να σου το δώσω μι̯αφ φοράν, το θέλεις καθημμέρα».
- «Δωσ' μου το, κόρη, το φιλίν, αθ θεννά μου το δώσης,
το έρημόσ σου το φιλίμ μπριχού α με θανατώσης».
- «Δέσ σου το δίννω το φιλίγ, γιατ' είσαι κοπελλdάκι(ν)
και τρέχει ο νους σου δω και κει σαν το νερό στ' αυλάκι(ν)».
- «Δωσ' μου το, κόρη, το φιλίμ, μήπως κι' εγόρασές το;
της μάνας σου προυκι̯όν ήτον κι' εκληρονόμησές το».
- «Δεσ του το (δ)ίννω το φιλίμ με δίχως περικάλ'gι̯α(ν)
γι̯ατί θα πάεις να καυκιστής μέσα στα παλλdηκάρgι̯α».
- «Δώσ' μου το, κόρη το φιλίν κι εγώ εν το καυκιούμαι,
αν ίσως και το καυκιστώ, άθρωπος δέλ λdοούμαι».
- Να το φιλίν και φίλησε, να τα βυζιά και πιάσε
κι' αν ίσως και το καυκιστής, άθρωπος δελ λdοάσαι».
- «Το έρημόσ σου το φιλίν, όποι̯ος κι' αν το φιλήση,
μαραίνουνται τα χείλη του και δε μπορεί α μιλήση.
Εφίλησά με, μμάτι̯α μου, κι επήρα τον αθθόσ σου,
τώρα παντρέψου κι' έπαρε τον αγαπητικόσ σου».
- «Μήπως και που με φίλησες και θα κοπή η μοίρα;
εμέναμ με περικαλούν του περβολ'gι̯ού τα μήλα».
Ν. Γ. Πεταυράκης (Σάλακος)
ΣΗΜ. Στην κοινή ομιλία λένε: δώσε, δώσ' και ώσ', δίννω-γίννω, (δ)εν: «έσ σου το γίννω»= δεν σου το δίνω· εγώ > εβώ, αγοράζω > βοράζω. 8. τάξι πως (<τάξε) =πες πως, σαν να. 9. κάλλιον. 10. κάθε ημέρα. 17. περικαλώ-(η) περικάλια=παρακαλώ, παρακάλια με παρετ. από την πρόθ. περί. Το ποίημα έχει δημοσιεύσει η Αθηνά Ταρσούλη στο έργο της «Δωδεκάνησα», τ. Α΄, σ. 111, από το χειρόγραφό μου της Γλωσσ. Εταιρείας αριθ. 534.
Της αγάπης
Τί μ' ωφελούν τα δέντρη και της Ρόδος τα καλά,
σάδ δε βλέπω το πουλλdίμ μου, την ημέρα μι̯άβ βολά(ν);»
Ι. Παπαχρη. (Σάλ.)
ΣΗΜ. τα δέντρη (όπως και τα κάστρη, κατά τα εις -η ουδέτερα) εύχρ. στα παραμύθια και τις παροιμιώδικες φράσεις «έκλαιεν και τα δέντρη εμάραινε».
Δίστιχα
Και τα τραγούδgια λόγια' ναιν, καρdιές παρηορούσι(ν)
σαν τες ψυχές που καρτερούμ παράδεισον να δούσι(ν).
Του γλεντιού (τάβλας)
Εμείς δεν ήρταμεν εδώ να φάμεν και να πιούμε(ν),
μόνοσ σας εγαπούσαμεν κι' ήρταμε να σας γι̯ούμε(ν).
Του χορού «σούστα»
Σκληρή δεν εβαρέθηκες τα μου χεις καμωμένα
Κι' ακόμα θέλεις να τα γιής τα μμάτια μου κλαμμένα;
Η αγάπη δεν είναιδ δεντρίδ, δεν είν' αθθός να ππέση,
Μόνον ειβ' βάτοι και καλδgι̯ά, χολή στόμ που μπερdέψη.
Λυπήσου με το άμοιρο(ν)
και κλείσε το πανάθυρον.
Θάλασσα
Η αγάπη θέλει φρένωσηθ, θέλει ταπεινοσύνη(ν),
θέλει λαού πατήματα, πουλ'gιού γληορωσύνη(ν).
Νανουρίσματα
Κοιμήσου κι' επαράγγειλα κούνι̯αμ μαλαματένη(ν)
και πάπλωμαμ μεταξωτόν και νάκκαν ασημένη(ν).
Κοιμήσου, γι̯έ μου, να θραφής, να γένης παλλdηκάρι(ν)
και τα προυκι̯ά λημένουσ σε' κι' οι κόρες καρτερούσ σε.
Κοιμήσου που να νεθραφής με μάναν και με κύρη(ν),
που να σε γι̯ω πραματευτή στης Πόλης τ' αργι̯αστήρι(ν).
Κοιμήσου κι' επαράγγειλα στη Σμύρνην τα προυκι̯ά σου
και στην Κωνσταντινούπολην τα μαλαματικά σου.
Σατιρικά-Σκωπτικά
Οι τρεις αδερφάδες
Τρεις αδερφάδες ήμασταν - τ' αδόνιν, τ'αδόνι(ν)
κι οι τρεις θα παντρεφτούμεν - τ' αδόνιν, τ' αδόνι(ν).
Η μιά παίρνει τοβ βασιλ'g'ά(ν)
κι' η άλλdη έναγ γυφτάκι(ν),
η τρίτη η μικρότερη
κι' απ' όλλdες ομορφότερη,
παίρνει έναγ γεροντάκι(ν).
Στου βασιλ'g'ά ψήνουν αρνιά, στου γύφτου πιργουράκι(ν),
του γέρου του κακόμοιρου του ψήννουν κουρκουτάκι(ν).
Αλ. Λουϊζίδης (π. Ρόδος)
ΣΗΜ. Στ. 9 πιργούρι (αραβοτουρκ. bulgur) = σιτάρι αλεσμένο, που προηγουμένως το βράζουν και το ξηραίνουν στον ήλιο· το μεταχειρίζονται για πιλάφι, σούπα (τσουβράς) κ.λ.π. 11. κουρκούτι = χυλός από αλεύρι και νερό, ψημένο με λάδι.
Πηγή κειμένου: http://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/studies/dialects/thema_b_8_2/index.html
Μικρό γλωσσάριο ροδίτικων όρων
Σας παραθέτω κάποιους όρους στα ροδίτικα (με την αντίστοιχη ερμηνεία)... Πιστεύω θα φανούν χρήσιμοι για κάποιον που επισκέπτεται τη Ρόδο ή ασχολείται με λαογραφικά κείμενα. Θα προσπαθήσω να την εμπλουτίζω κατά καιρούς, αν σας ενδιαφέρει.
ανεβατά, νεβατά κουλουράκια πασχαλινά τη ζύμη των οποίων αφήνουμε μία βραδιά να φουσκώσει
Αριάνοι> φασόλια
βαζάνες> μελιτζάνες
Βάσσω> γαβγίζω
Βόι> βόδι
Βολαρίτες> τηγανίτες
η εκκλησιά επόλικε(ν)> η εκκλησία τελείωσε
θωρώ> βλέπω
καρα(β)όλος> σαλιγκάρι
Κατσουνάς> κλαδευτήρι
Κούνα> σπόρος
Κουρκουνώ> κουνάω κάτι
Λαμένω> περιμένω
Λίλιρας> ερυθρά (αρρώστια)
Λο> καλέ
Λολλός> τρελός
Λόπια> φασολάδα - φασόλια
λούστης;> έκανες μπάνιο;,
Μαϊδιά> χρήματα
Μολώ> αφήνω
Μπλάζω> χύνω
Ξαμπλάζω> σκορπίζω
Ξανοίω> κοιτάζω
ξεγκατίζομαι> χτυπάω/ πονάω στη μέση
Πατίχα> καρπούζι
Πιταρούδγια> κεφτέδες (λαχανικών)
Πουρνό-πουρνό> πρωί-πρωί
πρε> βρε
Σαλαουνώ> κινούμαι
Σκούζα> τσέπη
Σφαλώ> κλείνω
Ταβάς> τηγάνι
Ταλαμπάκα> μασκαράς
Τανώ> αγγίζω
Τσεπούλι> κήπος
Φλάσκες> μελιτζάνες
Φροκαλιά> σκούπα
Πηγή κειμένου: https://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=15923.0
Σε ποιο ελληνικό χωριό μιλάνε την δική τους γλώσσα που κανείς άλλος
δεν μπορεί να καταλάβει;
Αρχάγγελος |
«Δεν είναι ελληνικά, ούτε κυπριακά, ούτε τουρκικά. Είναι μια δική μας γλώσσα που μόνο οι ντόπιοι του χωριού μας μπορούν να καταλάβουν. Ούτε καν οι υπόλοιποι Ροδίτες, γιατί δεν πρόκειται για μια διάλεκτο, αλλά για μια δική μας γλώσσα, τη λεγόμενη αρχαγγελίτικη». Ετσι χαρακτηρίζει ο πρόεδρος της Κοινότητας Αρχαγγέλου Αργύρης Αργυρού μιλώντας στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» τη «δική τους» γλώσσα που μιλούν στην κοινότητα Αρχαγγέλου στη Ρόδο και που διδάσκονται από στόμα σε στόμα οι 8.000 κάτοικοι της περιοχής, έχοντας τον δικό τους μυστικό κώδικα επικοινωνίας.
Είναι το μοναδικό χωριό της Ελλάδας που έχει αναπτύξει τη δική του γλώσσα και παρά την προσπάθεια που γίνεται εδώ και πολλά χρόνια με τη συνδρομή γλωσσολόγων, φιλολόγων και πανεπιστημιακών, ακόμη δεν έχουν καταλήξει ποια ακριβώς είναι η ρίζα της, αφού πρόκειται για ανάμειξη ελληνικών, κυπριακών και τουρκικών λέξεων, χωρίς να υπερισχύει όμως καμία από τις παραπάνω γλώσσες.
«Ούτε ένας Ελληνας δεν μπορεί να μας καταλάβει, ούτε ένας Κύπριος, ούτε ένας Τούρκος. Ισως μόνο κάποιες λέξεις. Αν ακούσεις δύο ηλικιωμένους να μιλάνε αρχαγγελίτικα σίγουρα θα τα χάσεις», σημειώνει ο κ. Αργυρού στα «Π». Οπως ξεκαθαρίζει και οι 8.000 κάτοικοι του χωριού μιλούν στην καθημερινότητά τους τη συγκεκριμένη γλώσσα, κάτι που περνάει από γενιά σε γενιά, χωρίς να διδάσκεται φυσικά, αλλά μόνο μέσα από την καθημερινή χρήση της διαρκεί στον χρόνο και κάνει τον τόπο τους να ξεχωρίζει. Το αποτέλεσμα είναι και η νέα γενιά να γνωρίζει τα «αρχαγγελίτικα», κάτι που κάνει τη γλώσσα τους να διαρκεί… αιώνες τώρα, αλλά και να παραμένει ένα μεγάλο μυστήριο για τους επισκέπτες του χωριού και όχι μόνο. «Μπορεί οι νέοι μας να μαθαίνουν ξένες γλώσσες για τις ανάγκες των σπουδών τους ή για επαγγελματική αποκατάσταση, όμως μόνο οι κάτοικοι του Αρχαγγέλου θα μπορούν να έχουν στο βιογραφικό τους και την αρχαγγελίτικη γλώσσα», αναφέρει με χιούμορ ο κ. Αργυρού.
Ούτε καν οι υπόλοιποι Ροδίτες δεν μπορούν να καταλάβουν τα αρχαγγελίτικα. Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει προσπάθεια να καταγραφεί η συγκεκριμένη γλώσσα, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που επιστήμονες έχουν καταφθάσει στον Αρχάγγελο Ρόδου προκειμένου να μελετήσουν την περίεργη αυτή «διάλεκτο». Οι ντόπιοι επιμένουν ότι πρόκειται για μια δική τους γλώσσα και δεν θεωρούν ότι είναι μια ροδίτικη διάλεκτος, εκτιμώντας ότι όλες οι ντοπιολαλιές της Ρόδου έχουν μεταξύ τους κάποια κοινά χαρακτηριστικά και κοινές λέξεις, ενώ τα αρχαγγελίτικα είναι εντελώς διαφορετικά.
Μπορεί να μην κατάφεραν οι επιστήμονες να ικανοποιήσουν την περιέργειά τους για την «καταγωγή» των αρχαγγελίτικων, όμως, πριν από λίγο καιρό ολοκληρώθηκε μια σημαντική προσπάθεια καταγραφής της γλώσσας και των λέξεων που χρησιμοποιούν οι κάτοικοι του Αρχαγγέλου.
Αρχάγγελος |
Λεξιλογιο
Μετά από πολλές ωστόσο προσπάθειες να καταγραφεί η συγκεκριμένη γλώσσα, τελικά πριν από λίγες ημέρες ολοκληρώθηκε και κυκλοφόρησε το βιβλίο του Φώτη Ψαρά, ο οποίος κατέγραψε όλα τα στοιχεία της, μέσα από τα αποτελέσματα των ερευνών, επιστημονικών και σε επίπεδο παράδοσης, που έχουν γίνει μέχρι στιγμής, προκειμένου να υπάρχουν και «ντοκουμέντα» για τα «αρχαγγελίτικα».
«Το βιβλίο με τίτλο “Η Αρχαγγελίτικη Γλώσσα-Λεξιλόγιο Εννοιολογικό-Ετυμολογικό”, είναι το αποτέλεσμα μιας μακροχρόνιας ενασχόλησής μου με την ιδιωματική γλώσσα μας. Ξεκίνησε όταν ο αείμνηστος γυμνασιάρχης του Βενετοκλείου, Χ. Παπαχριστοδούλου, μου ζήτησε -ήμουν τότε μαθητής Γυμνασίου- να του φέρω κείμενα γραμμένα στην αρχαγγελίτικη γλώσσα», αναφέρει ο συγγραφέας του βιβλίου, Φώτης Ψαράς και σημειώνει: «Ηταν χρήσιμο να γραφεί ένα ειδικό λεξιλόγιο της αρχαγγελίτικης γλώσσας, αφού τα υπάρχοντα σχετικά συγγράμματα δεν περιέχουν όλες τις αρχαγγελίτικες λέξεις, αλλά και πολλές απ’ αυτές που περιλαμβάνονται αναφέρονται με διαφορετική μορφή και σημασία, αυτή που έχουν σε άλλα χωριά. Εξ άλλου, η αξιόλογη συλλογή λέξεων στο διαδίκτυο γίνεται χωρίς να υπάρχει έλεγχος και σχετική επεξεργασία. Ας θεωρηθεί και το βιβλίο αυτό σαν μια συμβολή στη συμμετοχική αυτή διαδικασία για διάσωση του γλωσσικού μας πλούτου ως στοιχείου ιστορικής κληρονομιάς, σαν μια ψηφίδα για τη συμπλήρωση του γλωσσικού άτλαντα της Ρόδου και σαν μια κατάθεση στην τράπεζα πληροφοριών του τόπου μας».
Πηγή: athensmagazine
Εμείς όμως το διαβάσαμε εδώ: http://www.tonwtiko.com/apistevto-se-pio-elliniko-chorio-milane-tin-diki-tous-glossa-pou-kanis-allos-den-bori-na-katalavi/
Πηγή φωτογραφιών: Ρουβήμ (ΡΟΔΟΣυλλέκτης)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου