Με ιδιαίτερο χρώμα και με διαφορετικά έθιμα από νησί σε νησί και από χωριό σε χωριό γιορτάζονται τα Χριστούγεννα στα Δωδεκάνησα.
Παλιά, τις ημέρες των Χριστουγέννων όλα τα σπίτια ήταν άσπρα από τον ασβέστη και καθαρά, ενώ ακόμα και οι σπιτονοικοκύρηδες —ιδίως τα παιδιά- φορούσαν καθαρά ρούχα. Τα κάλαντα, που θυμίζουν τα κάλαντα της υπόλοιπης Ελλάδας αλλά έχουν διαφορετικό μουσικό ρυθμό, συνοδεύονταν από λύρα και μαντολίνο.
Οι προετοιμασίες ξεκινούν από τις προηγούμενες μέρες των Χριστουγέννων και κορυφώνονται την Πρωτοχρονιά και τα Φώτα. Από τα χαρακτηριστικά των εκδηλώσεων είναι ότι οι κάτοικοι της Δωδεκανήσου 40 ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα βρισκόταν σε νηστεία με σκοπό να προετοιμαστούν για τη γέννηση του Χριστού και να απολαύσουν στη συνέχεια το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι.
Γιαπράκια Δωδεκάνησα
Χοιροσφάγεια, «γιαπράκια» και δίπλες: Οι κάτοικοι της Δωδεκανήσου τιμούν
το πατροπαράδοτο χοιρινό κρέας για τις ημέρες των Εορτών ενώ σε αρκετά χωριά της Ρόδου, το σφάξιμο του χοίρου που μεγάλωναν οι οικογένειες γινόταν σε παρέες και με ειδική ιεροτελεστία. Την τιμητική τους έχουν και τα παραδοσιακά «γιαπράκια» τα οποία δεν λείπουν από το γιορτινό τραπέζι. Σε ότι αφορά τα γλυκά τόσο στη Ρόδο όσο και στα υπόλοιπα νησιά το χαρακτηριστικό είναι οι δίπλες, οι οποίες εξακολουθούν να κατασκευάζονται και σήμερα.
Τα «γιαπράκια» |
Από τα αξιοσημείωτα των ημερών είναι ότι την ημέρα των Χριστουγέννων οι κάτοικοι της Ρόδου συνηθίζουν να πηγαίνουν οικογενειακά στην εκκλησία και αμέσως μετά να επισκέπτονται τους ηλικιωμένους γονείς και παππούδες για τις σχετικές ευχές.
*****
Χριστούγεννα
Τα γιορτινά τους φορούν όλες οι πόλεις της Ελλάδας και υποδέχονται τα Χριστούγεννα με έθιμα και παραδόσεις που έχουν τις ρίζες τους βαθιά πίσω στο χρόνο.
«Το μήνυμα της Γέννησης του Χριστού φέρνουν πρώτα από όλους τα παιδιά. Την παραμονή των Χριστουγέννων ξεχύνονται στους δρόμους και με τα κάλαντα, τα εθιμικά, τα ευχετικά, τα εγκωμιαστικά τραγούδια φέρνουν από σπίτι σε σπίτι την «καλοχρονιά». Η ονομασία τους προέρχεται από τις Ρωμαϊκές Καλένδες. Οι μικρασιάτες ονόμαζαν το ημερολόγιο «καλαντάρι». Τα κάλαντα έχουν τις ρίζες τους στην αρχαία Ελλάδα, όπου λέγονταν σε ….διάφορες εορτές Θεών. Τα παιδιά κρατούσαν ένα κλαδί ελιάς ή δάφνης που ήταν στολισμένο με καρπούς και άσπρο μαλλί (η λεγόμενη ειρεσιώνη) στο οποίο κρεμούσαν κόκκινες και άσπρες κλωστές και γύριζαν από σπίτι σε σπίτι και τραγουδούσαν. Άλλοτε πάλι, κρατούσαν ομοίωμα καραβιού που παρίστανε τον ερχομό του Θεού Διονύσου.
Στο Βυζάντιο κρατούσαν είτε ραβδιά, είτε φανάρια ή ακόμα και ομοιώματα πλοίων ή και κτηρίων που ήταν στολισμένα. Στα μεταβυζαντινά χρόνια τα παιδιά κρατούσαν εικόνα του Χριστού ενώ στια παραθαλάσσιες περιοχές και στα νησιά ένα στολισμένο καραβάκι.
Τα κάλαντα περιέχουν ευχές για τον νοικοκύρη, τη νοικοκυρά και τα υπόλοιπα , μέλη της οικογένειας. Αν η οικογένεια έχει στάνη με πρόβατα ή ο νοικοκύρης ήταν γεωργός, τότε τα κάλαντα έχουν ανάλογο περιεχόμενο και φυσικά σχετικές ευχές. Η νοικοκυρά προσφέρει στα παιδιά γλυκίσματα, κάστανα, καρύδια και εκείνα συνεχίζουν για να «τα πουν» στο επόμενο σπίτι.
Πολλά από τα έθιμα των Χριστουγέννων είναι τα ίδια με αυτά της Πρωτοχρονιάς. Αυτό οφείλεται όπως εξηγεί ο λαογράφος Γ. Μέγας, στο ότι από τα μέσα του 4ου αιώνα η 25η Δεκεμβρίου είχε οριστεί όχι μόνο ως γενέθλια ημέρα του Χριστού αλλά και ως πρώτη μέρα του έτους.
Τα περισσότερα έθιμα των Χριστουγέννων στρέφονται γύρω από το γιορτινό τραπέζι. Ακόμα και η σφαγή του γουρουνιού του κατ” εξοχήν χριστουγεννιάτικου εδέσματος, για τη χώρα μας αποτελούσε ιεροτελεστία.
Σημειώνεται ότι η χοιροφαγία έχει τις ρίζες της στους Ρωμαϊκούς Χρόνους όπου θυσίαζαν στα Σατουρνάλια (17-25 Δεκεμβρίου) γουρούνι προς τιμήν του Θεού Κρόνου.
Αλλά και το ψωμί στο Χριστουγεννιάτικο τραπέζι έχει και αυτό την τιμητική του. Παλαιότερα κάθε νοικοκυρά ζύμωνε το «Χριστόψωμο» ή τη χριστουγεννιάτικη κουλούρα ή τους «Σταυρούς» και τις «βλάζες», όπως ονομάζονταν σε κάθε περιοχή. Γύρω από το «Χριστόψωμο» πλέκεται και το ομώνυμο διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΤΑ ΝΗΣΙΑ
Νίσυρος
Στη Νίσυρο, το βράδυ των Χριστουγέννων ο ιερέας τελεί τρισάγιο και κατόπιν προσφέρει στους πιστούς «ευλογημένα» τα οποία μόλις έφταναν στο σπίτι, τα τοποθετούσαν στο γιορτινό τραπέζι και τα έτρωγαν πρώτα. Όσα φαγητά και αν υπήρχαν στο τραπέζι σχεδόν ποτέ δεν έλλειπε το ρύζι , σύμβολο ευμάρειας.
Ρόδος
Στον Αρχάγγελο και στη Σάλακο της Ρόδου, το «Χριστόψωμο» είναι το πρόσφορο που πάνε στον παπά τα Χριστούγεννα. Το γιορτινό τραπέζι των Χριστουγέννων στρώνεται από το βράδυ της παραμονής. Στο κέντρο τοποθετείται το Χριστόψωμο και δίπλα το μέλι με πολλούς ξηρούς καρπούς.
«Μαγικές» δυνάμεις έχει σύμφωνα με τη λαϊκή μας παράδοση και το νερό, το οποίο αντλείται «αμίλητο» πριν από την ανατολή του ηλίου. Με το «αμίλητο νερό» παρασκευάζεται το προζύμι για το επόμενο έτος.
Ο Μιχαήλ Κ. Τσώλης στο βιβλίο του «Γιορτές της Ρωμηοσύνης» περιγράφει το τάισμα της βρύσης: »Οι κοπέλες τα χαράματα των Χριστουγέννων (αλλού την παραμονή της Πρωτοχρονιάς) πηγαίνουν στην πιο κοντινή βρύση »για να κλέψουν το άκραντο νερό». Το «άκραντο» δηλαδή «αμίλητο» νερό, γιατί δεν βγάζουν λέξη σε όλη τη διαδρομή. Όταν φτάνουν εκεί την «ταΐζουν με διάφορες λιχουδιές: βούτυρο, ψωμί, τυρί .. Και λένε: «όποιος τρέχει το νερό σ” βρυσούλα , μ” έτσ” να τρέχ” και το βιό μ». «Έπειτα ρίχνουv στη στάμνα ένα βατόφυλλο και τρία χαλίκια «κλέβουν νερό» και γυρίζουν στα σπίτια τους πάλι αμίλητες ενώ σκορπούν στο σπίτι και τα τρία χαλίκια».
Σε αρκετά χωριά της Δωδεκανήσου, το σφάξιμο του χοίρου που μεγάλωναν οι οικογένειες γινόταν σε παρέες και με ειδική ιεροτελεστία. Από τα Χριστουγεννιάτικα φαγητά ήταν επίσης τα παραδοσιακά «γιαπράκια» τα οποία δεν έλειπαν από το τραπέζι.
Σε ότι αφορά τα γλυκά τόσο στη Ρόδο όσο και στα υπόλοιπα νησιά το χαρακτηριστικό είναι οι δίπλες, οι οποίες εξακολουθούν να κατασκευάζονται και σήμερα.
Φυσικά ανήμερα των Χριστουγέννων οι επισκέψεις μεταξύ των συγγενών και φίλων αλλά και οι ανταλλαγές δώρων είναι συνηθισμένες.
Κάρπαθος
Στην Κάρπαθο κάθε Χριστούγεννα οι νύφες πλάθουν για τις πεθερές τους μια «γίπλα», ένα μεγάλο κουλούρι που έχει στολίδια. Στη συνέχεια την καλοψήνουν και την προσφέρουν ως δώρο.
ΠΗΓΕΣ: – Γ. Μέγας (βιβλιογραφία) – Μιχαήλ Κ. Τσώλης : «Γιορτές της Ρωμιοσύνης»
*****
Με ιδιαίτερο χρώμα και με διαφορετικά έθιμα από νησί σε νησί και από χωριό σε χωριό γιορτάζονται τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά στα νησιά της Δωδεκανήσου.
Οι προετοιμασίες ξεκινούν από τις προηγούμενες μέρες των Χριστουγέννων και κορυφώνονται την Πρωτοχρονιά και τα Φώτα. Από τα χαρακτηριστικά των εκδηλώσεων είναι ότι οι κάτοικοι της Δωδεκανήσου 40 ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα βρισκόταν σε νηστεία με σκοπό να προετοιμαστούν για τη γέννηση του Χριστού και να απολαύσουν στη συνέχεια το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Κύριο φαγητό στα περισσότερα νησιά της Δωδεκανήσου ήταν και σε γενικές γραμμές παραμένει, παράλληλα με τη γαλοπούλα τα τελευταία χρόνια, το ψητό χοιρινό κρέας. Σε αρκετά χωριά της Ρόδου, το σφάξιμο του χοίρου που μεγάλωναν οι οικογένειες γινόταν σε παρέες και με ειδική ιεροτελεστία. Από τα Χριστουγεννιάτικα φαγητά ήταν επίσης τα παραδοσιακά ?γιαπράκια? τα οποία δεν έλειπαν από το τραπέζι. Σε ότι αφορά τα γλυκά τόσο στη Ρόδο όσο και στα υπόλοιπα νησιά το χαρακτηριστικό είναι οι δίπλες, οι οποίες εξακολουθούν να κατασκευάζονται και σήμερα.
Την Πρωτοχρονιά ένα από τα έθιμα τα οποία και σήμερα διατηρείται είναι το έθιμο της «μπουλουστρίνας». Τα μικρά παιδιά την πρώτη ημέρα του χρόνου επισκέπτονται τους συγγενείς (γιαγιάδες, παππούδες, θείους, νονούς) και παίρνουν από αυτούς χρηματικό ποσό εν είδει δώρου το οποίο ονομάζεται μπουλουστρίνα. Το έθιμο αυτό διατηρείται μέχρι και τώρα στις περισσότερες περιοχές της Δωδεκανήσου.
Από τα αξιοσημείωτα των ημερών είναι ότι την ημέρα των Χριστουγέννων οι κάτοικοι της Ρόδου συνηθίζουν να πηγαίνουν οικογενειακά στην εκκλησία και αμέσως μετά να επισκέπτονται τους ηλικιωμένους γονείς και παππούδες για τις σχετικές ευχές.
*****
Ελληνικά Χριστουγεννιάτικα και Πρωτοχρονιάτικα Έθιμα
Κάθε γωνιά της Ελλάδας κρύβει τα δικά της έθιμα και παραδόσεις που έχουν τις ρίζες τους βαθιά πίσω στο χρόνο. Κάθε περιοχή της χώρας ετοιμάζεται με τον δικό της τρόπο να υποδεχτεί τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά, με τις δικές της εκδηλώσεις και εορτασμούς, αναβιώνοντας παλιές συνήθειες, ήθη και έθιμα.
ΤΑ ΚΑΛΑΝΤΑ
Τα κάλαντα είναι ελληνικό έθιμο που διατηρείται αμείωτο ακόμα και σήμερα με τα παιδιά να γυρνούν από σπίτι σε σπίτι 2 μαζί ή και περισσότερα και να τραγουδούν τα κάλαντα συνοδεύοντας το τραγούδι τους με το τρίγωνο ή ακόμα και κιθάρες, ακορντεόν, λύρες, ή φυσαρμόνικες.
Τα παιδιά γυρνούν από σπίτι σε σπίτι, χτυπούν την πόρτα και ρωτούν: «Να τα πούμε;». Αν η απάντηση από τον νοικοκύρη ή την νοικοκυρά είναι θετική, τότε τραγουδούν τα κάλαντα για μερικά λεπτά τελειώνοντας με την ευχή «Και του Χρόνου. Χρόνια Πολλά». Ο νοικοκύρης τα ανταμοίβει με κάποιο χρηματικό ποσό, ενώ παλιότερα τους πρόσφερε μελομακάρονα ή κουραμπιέδες.
Κάλαντα λέγονται την παραμονή των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων και είναι διαφορετικά για κάθε γιορτή.
Η λέξη κάλαντα προέρχεται από τη λατινική «calenda», που σημαίνει αρχή του μήνα. Πιστεύεται ότι η ιστορία τους προχωρεί πολύ βαθιά στο παρελθόν και συνδέεται με την Αρχαία Ελλάδα. Έχουν βρεθεί αρχαία γραπτά κομμάτια παρόμοια με τα σημερινά κάλαντα (Ειρεσιώνη στην αρχαιότητα).
Τα παιδιά της εποχής εκείνης κρατούσαν ομοίωμα καραβιού που παρίστανε τον ερχομό του θεού Διόνυσου. Αλλοτε κρατούσαν κλαδί ελιάς ή δάφνης στο οποίο κρεμούσαν κόκκινες και άσπρες κλωστές. Στις κλωστές έδεναν τις προσφορές των νοικοκύρηδων.
ΤΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΔΕΝΤΡΟ
Το Χριστουγεννιάτικο δέντρο έκανε την πρώτη του εμφάνιση στον ελλαδικό χώρο το 1833. Το έφεραν ο Όθωνας και η Βαυαρική δυναστεία ως Γερμανικό έθιμο. Οι Έλληνες όμως, δεν το προτίμησαν, το θεώρησαν ξενόφερτο και επέμειναν να στολίζουν ένα μικρό καραβάκι με κατάρτια, σαν ιστιοφόρο. Ωστόσο, από το 1950 και μετά, το δέντρο άρχισε να καθιερώνεται σε όλα τα ελληνικά σπίτια. Ο χαρακτηρισμός του όμως ως γερμανικό έθιμο είναι αρκετά αυθαίρετος καθώς οι μαρτυρίες που έχουμε σύμφωνα με χειρόγραφα κείμενα, δείχνουν ότι η ύπαρξη του δέντρου ως εορταστικό σύμβολο χάνεται στα βάθη των αιώνων.
Σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές η παράδοση να στολίζονται δέντρα ή κομμάτια δέντρων υπήρχε σε όλες τις θρησκείες από την αρχαιότητα.
Η λατρεία και ο στολισμός όμως του δέντρου έρχεται από την αρχαιότητα, στη λατρεία της Κυβέλης αλλά και σε μύριες άλλες αναφορές που έχουμε από τα ιστορικά κείμενα για αυτόν το στολισμό.
Στη χριστιανική θρησκεία τον 4ο αιώνα καθιερώθηκε η 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα εορτασμού της Γέννησης του Χριστού και τον 8ο αιώνα στολίστηκε το πρώτο χριστουγεννιάτικο δέντρο που ήταν έλατο. Μάλιστα η επιλογή του έλατου έγινε από τον Βονιφάντιο για να σβήσει την ιερότητα που απέδιδε ο κόσμος μέχρι τη στιγμή εκείνη(κατάλοιπο της ειδωλολατρίας) στη δρυ. Έτσι το έλατο έγινε σύμβολο χριστιανικό και ειδικότερα των Χριστουγέννων.
Ο Πρόδρομος του χριστουγεννιάτικου δέντρου στην Ελλάδα είναι το παραδοσιακό Χριστόξυλο. Αυτό το συναντάμε κυρίως στα χωριά της Βορείου Ελλάδος. Κάθε Χριστούγεννα ο πατέρας ή ο παππούς κάθε οικογένειας ψάχνει στα δάση ή στα χωράφια ένα μεγάλο γερό κούτσουρο από πεύκο ή ελιά κυρίως όπου θα μπει στο τζάκι και θα καίει όλο το 12ήμερο των γιορτών από τα Χριστούγεννα ως τα Φώτα.
ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ
«Με οδηγό τους το φως αστέρος ον είδον εν τη Ανατολή» αναγράφεται στα ιερά βιβλία. «Άστρο λαμπρό τους οδηγεί» τραγουδάει ο λαός μας.
Για αιώνες, επιστήμονες και απλοί άνθρωποι προσπαθούσαν να λύσουν το γρίφο σχετικά με τη φύση του Άστρου, που οδήγησε τους τρεις Μάγους από την Ανατολή στη Βηθλεέμ και τον Ιησού. Το Χριστουγεννιάτικο Αστέρι συνδέθηκε παραδοσιακά με το εορταστικό πνεύμα, ενώ η σπουδαιότητά του απαντάται σε όλες τις ιστορίες που σχετίζονται με τη γέννηση του Ιησού Χριστού.
Μία χειμωνιάτικη νύχτα, ένα νέο αστέρι ήρθε να επισκεφτεί τα άλλα άστρα στον ουρανό. Ήταν τόσο φωτεινό, που η λάμψη του έπεφτε στους γκρίζους λόφους και έκανε τη νύχτα μέρα. Οι βοσκοί είδαν το άστρο και τρομοκρατήθηκαν από την έντονη λάμψη του. Ένας άγγελος, όμως, εμφανίστηκε μπροστά τους και τους είπε: «Μην φοβάστε. Το αστέρι εμφανίστηκε για να σας φέρει χαρμόσυνα νέα, να σας γεμίσει με χαρά και να σας οδηγήσει στο μέρος όπου γεννήθηκε ένα βρέφος, ο Ιησούς, που θα φέρει επί γης ειρήνη και χαρά σε ολόκληρη την ανθρωπότητα.»
Όταν ο άγγελος επέστρεψε στους ουρανούς, οι βοσκοί είπαν: «Ας πάμε να βρούμε αυτό το βρέφος.» Έτσι, άφησαν τα κοπάδια με τα ζώα τους να κοιμούνται στους λόφους και αφού πήραν τις γκλίτσες τους ακολούθησαν το λαμπερό Άστρο. Το Άστρο τους οδήγησε σε έναν μικρό στάβλο στη Βηθλεέμ, όπου ο μικρός Ιησούς βρίσκονταν μέσα σε μία φάτνη. Τότε, το άστρο μετακινήθηκε και πήγε σε μία χώρα, πολύ μακριά, για να συναντήσει τρεις καλούς Μάγους. Όταν οι Μάγοι είδαν το Άστρο, παρατήρησαν ότι κινείται συνέχεια, σαν να τους έδειχνε το δρόμο που έπρεπε να ακολουθήσουν. Έτσι, και αυτοί με τη σειρά τους, ακολούθησαν το Άστρο μέχρι που αυτό σταμάτησε πάνω από το στάβλο όπου γεννήθηκε ο Ιησούς.
Το Άστρο παρέμενε από πάνω τους, ρίχνοντας τριγύρω ένα γαλήνιο φως. Όταν, επιτέλους, ήρθε η Ανατολή, το Άστρο εξαφανίστηκε και επέστρεψε πίσω στους βαθυγάλανους ουρανούς για να διηγηθεί στα υπόλοιπα αστέρια την ιστορία των Χριστουγέννων.
Όπως όλα τα σύμβολα των Χριστουγέννων, έτσι και το Αστέρι της Γέννησης έχει έναν συμβολισμό στις μέρες μας. Συμβολίζει την ελπίδα και τα υψηλά ιδανικά – την ελπίδα για καλή τύχη και την ελπίδα για κοινωνική καταξίωση.
Η ΦΑΤΝΗ
Στο Ευαγγέλιο του Λουκά, το μέρος όπου τοποθετήθηκε ο Χριστός αμέσως μετά τη γέννησή του αναφέρεται ως φάτνη. Κατ’ επέκταση, ο όρος φάτνη αποδίδεται σε ολόκληρο το στάβλο της γέννησης του Θεανθρώπου.
Σε ανάμνηση της φάτνης στην οποία γεννήθηκε ο Χριστός, οι χριστιανοί συνηθίζουν να κατασκευάζουν κατά τη περίοδο των «εορτών των Χριστουγέννων» ομοίωμα της φάτνης της Γεννήσεως με τα κύρια πρόσωπα των σχετικών ευαγγελικών περικοπών δηλαδή της Παναγίας, του Χριστού, του Ιωσήφ, των τριών Μάγων, των τριών βοσκών, αγγέλων καθώς και κάποιων ζώων.
Σήμερα, συνηθίζουμε να τοποθετούμε τις φάτνες στη βάση του χριστουγεννιάτικου δέντρου, αλλά τις συναντάμε και σε υπαίθριους χώρους πλατειών, δήμων, οργανισμών και ιδιωτικών εταιρειών.
ΤΟ ΚΑΡΑΒΑΚΙ
Έθιμο πανάρχαιο της ναυτικής πατρίδας μας μαζί με τα κάλαντα, τα χριστουγεννιάτικα τραγούδια, τα γλυκίσματα, τα δώρα και την λειτουργία στην εκκλησία, το καραβάκι σηματοδοτεί κι αυτό τις γιορτινές μέρες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς.
Το ελληνικό παραδοσιακό καραβάκι αποτελεί παράδοση των παλαιών εποχών της χώρας μας, που τα παιδιά με αγάπη, χαρά και δημιουργικό νου κατασκεύαζαν τα παιχνίδια τους.
Αποτελούσε, όμως, και ένα είδος τιμής και καλωσορίσματος στους ναυτικούς, που επέστρεφαν από τα ταξίδια τους.
Πριν από 70 – περίπου – χρόνια, δηλαδή έως και την πρώτη μεταπολεμική δεκαετία, συναντούσαμε το καραβάκι σε πολλά ελληνικά σπίτια και στα χέρια των παιδιών που έλεγαν τα κάλαντα.
Εντούτοις, η Χίος, ένα κατά κύριο λόγο ναυτικό νησί, συνεχίζει να τηρεί το παλαιό αυτό έθιμο, αποτίνοντας φόρο τιμής στους ναυτικούς της και κρατώντας ζωντανή τη λαϊκή μας παράδοση. Κάθε χρόνο την Πρωτοχρονιά αναβιώνει το έθιμο με τα πρωτοχρονιάτικα καραβάκια. Ομάδες ατόμων που εκπροσωπούν συνοικίες της πρωτεύουσας του νησιού κατασκευάζουν απομιμήσεις εμπορικών και πολεμικών πλοίων, φτιαγμένα με ιδιαίτερη προσοχή. Το μέγεθος των πλοίων είναι μέχρι 5,5 μέτρα όπως ορίζουν οι κανονισμοί. Σημασία για τα περισσότερα πληρώματα έχει η συμμετοχή και όχι τα χρηματικά βραβεία που έχουν καθιερωθεί για την καλύτερη παρουσία, που όμως δεν εξαρτάται μόνο από την τελειότητα του πλοίου αλλά και από τα παινέματα.
Στον ξεχωριστό, τον λαμπρό διάκοσμο της γιορτινής ατμόσφαιρας των ημερών των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, που έρχονται, το παραδοσιακό καραβάκι θα χαρίσει ένα ξεχασμένο άρωμα ελληνικότητας και θα κυριαρχήσει με τα χαρούμενα και ζωηρά χρώματά του στο ελληνικό σπίτι.
ΟΙ ΚΑΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΙ
Λέγανε οι γιαγιάδες τα παλιά χρόνια στα εγγονάκια τους για να κάθονται ήσυχα ότι κάθε νύχτα του Δωδεκαήμερου στους δρόμους του χωριού και στα χαλάσματα κυκλοφορούν οι τρομεροί Καλικάντζαροι!
Μα τι ήταν αυτοί οι καλικάντζαροι; Όπως λοιπόν έλεγαν οι παλιές γιαγιάδες, ήταν αερικά, ξωτικά.
Η πιο δημοφιλής κατηγορία όντων της λαϊκής μας παράδοσης είναι αναμφίβολα οι καλικάντζαροι. Η φαντασία του λαού μας σχετικά με το πώς είναι αυτά τα όντα οργιάζει.
Η αρχή των μύθων που είναι σχετικοί με τους καλικάντζαρους βρίσκεται στα πολύ παλιά χρόνια. Οι Αρχαίοι πίστευαν πως όταν οι ψυχές έβρισκαν την πόρτα του Άδη ανοιχτή, ανέβαιναν στον απάνω κόσμο και τριγύριζαν παντού, χωρίς έλεγχο και περιορισμούς.
Πολύ αργότερα, οι Βυζαντινοί γιόρταζαν το Δωδεκαήμερο με μουσικές, τραγούδια και μασκαρέματα. Οι άνθρωποι, έχοντας κρυμμένα τα πρόσωπά τους, έκαναν με πολύ θάρρος και χωρίς ντροπή ό,τι ήθελαν. Πείραζαν τους ανθρώπους στους δρόμους, έμπαιναν απρόσκλητοι σε ξένα σπίτια κι αναστάτωναν τους νοικοκύρηδες. Ζητούσαν λουκάνικα και γλυκά και για να γλιτώσουν απ’ αυτούς έκλειναν πόρτες και παράθυρα. Οι μασκαρεμένοι, όμως, έβρισκαν πάντα κάποιους τρόπους να εισβάλλουν στα ξένα σπίτια, ακόμα κι από τις καμινάδες. Κι όλα αυτά για δώδεκα μέρες, ως την παραμονή των Φώτων, οπότε με τον Μεγάλο Αγιασμό όλα σταματούσαν κι οι άνθρωποι ησύχαζαν.
Με το πέρασμα του χρόνου όλα αυτά τα παράξενα φερσίματα, τα μασκαρέματα και οι φόβοι των ανθρώπων έμειναν ζωντανά στη μνήμη του λαού μας κι η πλούσια φαντασία του γέννησε σιγά-σιγά τα μικρά, αλαφροΐσκιωτα πλάσματα που τα ονόμασε καλικάντζαρους.
Τι είναι, όμως τελικά οι καλικάντζαροι; Οι γιαγιάδες μας παλιά έλεγαν πως είναι αερικά, ξωτικά. Σύμφωνα με σύγχρονη δοξασία, πρόκειται για «δαιμόνια» που εμφανίζονται κατά το Δωδεκαήμερο (25 Δεκεμβρίου 6 Ιανουαρίου). Επειδή από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα ο Χριστός είναι ακόμη αβάφτιστος, είναι και «τα νερά αβάφτιστα». Έτσι βρίσκουν ευκαιρία οι καλικάντζαροι ν’ αλωνίσουν τον κόσμο.
Κάποιοι πιστεύουν πως οι καλικάντζαροι είναι μαυριδεροί, ασχημομούριδες, ψηλοί και ξερακιανοί. Άλλοι λένε ότι φοράνε σιδεροπάπουτσα. Για άλλους, έχουν κόκκινα μάτια, πόδια τράγου και τριχωτό σώμα. Καθένας τους έχει κι από ένα κουσούρι. Άλλος κουτσός, άλλος στραβός ή μονόφθαλμος, άλλος μονοπόδαρος ή στραβοπόδαρος, άλλοι στραβοχέρηδες, στραβοπρόσωποι, με καμπούρα ή ουρά. Είναι διχόγνωμα όντα και φιλόνικοι και έτσι δεν μπορούν να κάνουν μέχρι το τέλος μία δουλειά και όλα τα αφήνουν στη μέση. Γι’ αυτό και δεν μπορούν να κάνουν κακό και στους ανθρώπους, παρόλο που αυτή είναι η μεγάλη τους επιθυμία. Όσο, όμως, και αν διαφωνεί ο λαός για το πώς μοιάζουν οι καλικάντζαροι, όλοι συμφωνούν σε ένα πράγμα: στην ατελείωτη βλακεία και κουταμάρα τους.
Καθώς η παράδοση ρίζωνε, οι καλικάντζαροι απέκτησαν και άλλα ονόματα όπως: καλιοντζήδες, καλκάνια, καλιτσάντεροι, καρκάντζαροι, σκαλικαντζέρια, σκαντζάρια, τζόγιες, βερβελούδες, καλλισπούρδοι, καρκαλάτζαροι, καρκατσέλια, καρκαντζόλοι, καψιούρηδες, κολοβελόνηδες, λυκοκάντζαροι, μνημοράτοι, παγανοί, παρωρίτες, πλανητάροι, σιφιώτες, τσιλικρωτά, σταχτοπάτηδες κ.α.
Ολόκληρο το χρόνο οι καλικάντζαροι ζουν κάτω από τη γη, προσπαθώντας άλλος με τσεκούρι, άλλος με πριόνι ή μπαλτά και άλλοι με τα νύχια και τα σουβλερά τους δόντια να κόψουν το δέντρο που βαστάει τη γη. Κόβουν-κόβουν, μέχρι που έχει απομείνει πολύ λίγο ακόμα, αλλά τότε έρχονται τα Χριστούγεννα και, επειδή φοβούνται μην πέσει η γη και τους πλακώσει, λένε «αφήστε το να πάμε πάνω στη γη και θα πέσει μοναχό του». Ανεβαίνουν λοιπόν πάνω στη γη για να τυραννήσουν τους ανθρώπους και τα Θεοφάνεια που γυρίζουν, βλέπουν το δέντρο ολάκερο, ακέραιο, άκοπο. Και πάλι κόβουν και πάλι έρχονται τα Χριστούγεννα, και όλο απ’ την αρχή.
Και τι δεν κάνουν οι καλικάντζαροι ξεπροβάλλοντας ένας-ένας από τις τρύπες τους πάνω στη γη. Την παραμονή των Χριστουγέννων ανεβαίνουν στη γη και περιμένουν να σμίξει η μέρα με τη νύχτα για να μπουν μέσα στα σπίτια. Αν και είναι κακά και πονηρά όντα, δεν μπορούν να βλάψουν τους ανθρώπους, γι’ αυτό και οι γυναίκες ακόμα τα περιπαίζουν και τα βρίζουν και τα λεν σταχτοπόδηδες, σταχτιάδες, κατουρλήδες κ.λ.π.
Αλλοίμονο σε κείνον που θα πρέπει να βγει τη νύχτα και να πάει σε μακρινή δουλειά. Παρουσιάζονται μπροστά του οι καλικάντζαροι με διάφορες μορφές για να τον εκφοβίσουν ή να τον βλάψουν. Τον τραβολογούν, τον πειράζουν, τον καβαλικεύουν και χορεύουν γύρω του, εμποδίζοντάς τον να γυρίσει σπίτι. Η μανία τους, όμως, είναι να πειράζουν προπάντων τις κακόμοιρες τις γριές.
Είναι πολύ ευκίνητοι ανεβαίνουν στα δένδρα πηδούν από στέγη σε στέγη σπάζοντας κεραμίδια και κάνοντας μεγάλη φασαρία. Τις νύχτες του Δωδεκαήμερου μπαίνουν στα σπίτια από τις καπνοδόχους, γι’ αυτό και τα τζάκια είναι αναμμένα όλο το δωδεκαήμερο και έχουν πολύ φωτιά, γιατί τη φοβούνται πολύ. Αν καταφέρουν και μπουν σε κάποιο σπίτι, αρχίζουν να ανακατεύουν ό,τι βρουν μπροστά τους και να κάνουν ζημιές, μα πιο πολύ θέλουν να μαγαρίσουν τα φαγητά. Ό,τι βρουν απλωμένα τα ποδοπατούν. Τους αρέσει να πλατσουρίζουν μέσα στα δοχεία που έχουν οι νοικοκυρές το λάδι, στα τηγάνια, στα τσουκάλια, στα πιάτα, στους λύχνους που παλαιότερα χρησιμοποιούσαν για το φωτισμό στα χωριά. Λερώνουν τα φαγητά με τα ακάθαρτα νύχια τους και αφήνουν τις ακαθαρσίες τους όπου βρουν. Τίποτε βέβαια δεν κλέβουν, αλλά αναστατώνουν τόσο πολύ το σπίτι που το κάνουν αγνώριστο. Όταν οι νοικοκυρές ψήνουν τηγανίτες ή άλλα σκευάσματα στο τηγάνι από αλεύρι (πλαστά), οι καλικάντζαροι ανεβαίνουν στην καπνοδόχο και απλώνουν το χέρι τους ως κάτω στην εστία (γιατί μπορούν να απλώνουν και να μακραίνουν τα χέρια τους και τα πόδια τους όσο θέλουν) και ζητούν ή βουτούν ότι υπάρχει στο τηγάνι ή στη θράκα. Η πιο αγαπημένη τροφή, όμως, των καλικαντζάρων είναι το χοιρινό κρέας και κυρίως το παστό του (το πάχος), το οποίο όταν ψήνεται και πέφτει στη θράκα, σκορπάει μια πολύ ευώδη και πολύ ευάρεστη μυρωδιά.
Γι’ αυτό οι νοικοκυραίοι για να γλιτώσουν από δαύτους σκεπάζουν το χοιρινό με σπαράγγια. Το σπαράγγι όταν είναι χλωρό είναι πολύ νόστιμο και τρώγεται, όταν όμως παλιώσει γίνεται πολύ σκληρός αγκαθωτός θάμνος και γι’ αυτό σκεπάζουν μ’ αυτές το χοιρινό για να μην πλησιάζουν οι καλικάντζαροι. Με σπαράγγια επίσης σκεπάζουν και τα λουκάνικα και οτιδήποτε έχουν ετοιμάσει που έχει σαν πρώτη ύλη το χοιρινό.
Επίσης, οι νοικοκυρές μαζεύουν μέσα στο σπίτι ό,τι αγγεία βρίσκονται έξω και βάζουν στο άνοιγμα της καπνοδόχου ή πίσω από την πόρτα ένα κόσκινο. Οι καλικάντζαροι, ως περίεργοι που είναι και πάρα πολύ βλάκες αρχίζουν να μετρούν τις τρύπες: «ένα-δύο, ένα-δύο, ένα-δύο&» Παρακάτω δεν ξέρουν να μετρήσουν γιατί μπερδεύονται. Έτσι, χάνουν την ώρα τους, έχει πια ξημερώσει και οι καλικάντζαροι πρέπει να εξαφανιστούν.
Άλλοι κρεμούν το κατωσάγωνο ενός χοίρου στην καπνοδόχο, ή ένα δερμάτινο παλιοπάπουτσο ή ρίχνουν αλάτι στη φωτιά. Η απαίσια μυρωδιά του καμένου δέρματος και ο κρότος από το αλάτι κρατάει τους καλικάντζαρους μακριά.
Άλλοι πάλι, κρεμούν στο χερούλι της πόρτας μία τούφα λινάρι. Μέχρι να μετρήσουν οι καλικάντζαροι τις τρίχες του λιναριού φτάνει το ξημέρωμα και όπου φύγει φύγει.
Ένα ακόμα όπλο εναντίων των καλικαντζάρων είναι το λιβάνι. Το σιχαίνονται και γι’ αυτό οι νοικοκυρές θυμιατίζουν το σπίτι κάθε απόγευμα και αφήνουν το θυμιατήρι να λιβανίζει δίπλα στο τζάκι καθ΄ όλη τη διάρκεια του Δωδεκαημέρου.
Του «Σταυρού» που περνάει ο Παπάς και αγιάζει τα σπίτια οι καλικάντζαροι, όπου φύγει-φύγει.
«Φεύγετε να φεύγουμε
τι έρχεται ο τουρλόπαπας
με την αγιαστούρα του
και με τη βρεχτούρα του.
Μας άγιασε μας έβρεξε
και μας εκατέκαψε!» ή «και θα μας μαγαρίσει»
Υπάρχουν, όμως, και φυτά που διώχνουν τους καλικάντζαρους και ταυτόχρονα φέρνουν καλή τύχη για τον καινούργιο χρόνο. Ένα τέτοιο φυτό, που βάζουμε ακόμα και σήμερα στα σπίτια μας τέτοιες μέρες είναι η κρεμμύδα. Η Χρυσοβασιλίτσα, όπως αλλιώς τη λένε, ακόμα και ξεχασμένη σε κάποια γωνιά του σπιτιού, βγάζει φύλλα τέτοια εποχή, και ξαναρχίζει τον κύκλο της ζωής της. Σαν το φως που ξαναγεννιέται στο χειμερινό ηλιοστάσιο, μας εύχεται καλές γιορτές και υγεία για την καινούργια χρονιά.
Άλλοι τρόποι για να αποφύγουν οι νοικοκυραίοι τους καλικάντζαρους είναι το σημείο του Σταυρού στη πόρτα, στα παράθυρα, στις καμινάδες, τους στάβλους και στα αγγεία λαδιού και κρασιού, ο Αγιασμός των σπιτιών και μάλιστα τη παραμονή των Φώτων καθώς και η απαγγελία του «Πάτερ ημών&»
Υπάρχουν, όμως, και εκείνοι που θέλουν να τους καλοπιάσουν και τους πετούν γλυκά και τηγανίτες στην καπνοδόχο ή στις στέγες των σπιτιών.
Ο πιο γνωστός καλικάντζαρος είναι ο «Μανδρακούκος ο αρχηγός». Ο «Μανδρακούκος ο Ζυμαρομύτης» κρατάει για σκύπτρο την ποιμαντορική του γκλίτσα και συχνάζει στα μαντριά και τα βοσκοτόπια. Η σκούφια του, που την έχει υφάνει μόνος του από γουρουνότριχες, δεν φτάνει να σκεπάσει τα αυτιά του, που είναι μεγάλα σαν του γαϊδάρου. Έχει και μία τεράστια μύτη που του κρέμεται σαν μαλακό ζυμάρι. Ο Μανδρακούκος ρίχνει γάντζο από την καμινάδα και κλέβει λουκάνικα από την φωτιά και πειράζει τα πρόβατα στα βοσκοτόπια.
Με την αναχώρηση των καλικάντζαρων την ημέρα των Φώτων, η στάχτη από το τζάκι μαζεύεται και το τζάκι καθαρίζεται. Η στάχτη πετιέται σε μέρος που δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κανένα λόγο (αλυσίβα, λίπασμα κ.λ.π.).
Επίσης, καθαρίζονται και οι κοπριές των ζώων από τα κατώγια και οι άνθρωποι πλένονται, το εικονοστάσι καθαρίζεται, αλλάζει το νερό στο καντήλι κ.λ.π. γιατί οι σταχτοπάτηδες πέρα από τα προβλήματα που έχουν προξενήσει στους νοικοκυραίους έχουν μαγαρίσει και όλους τους χώρους, γι’ αυτό τους λέμε και κατουρλήδες.
ΤΟ ΧΡΙΣΤΟΨΩΜΟ
Το «ψωμί του Χριστού» το έφτιαχνε, την παραμονή των Χριστουγέννων, η νοικοκυρά με ιδιαίτερη ευλάβεια και με ειδική μαγιά (από ξερό βασιλικό κ.λ.π.).
Απαραίτητος επάνω, χαραγμένος ο σταυρός. Γύρω – γύρω διάφορα διακοσμητικά σκαλιστά στο ζυμάρι ή πρόσθετα στολίδια. Αυτά τόνιζαν το σκοπό του χριστόψωμου και εξέφραζαν τις διάφορες πεποιθήσεις των πιστών.
Την ημέρα του Χριστού, ο νοικοκύρης έπαιρνε το χριστόψωμο, το σταύρωνε, το έκοβε και το μοίραζε σ’ όλη την οικογένειά του και σε όσους παρευρίσκονταν στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. (Μερικοί εδώ βλέπουν ένα συμβολισμό της Θείας κοινωνίας. Όπως ο Χριστός έδωσε τον άρτον της ζωής σε όλη την ανθρώπινη οικογένειά του…).
Η ΒΑΣΙΛΟΠΙΤΑ
Η ιστορία της Βασιλόπιτας, είναι μια ιστορία που συνέβη πριν από 1500 χρόνια περίπου, στην πόλη Καισαρεία της Καππαδοκίας, στη Μικρά Ασία.
Το κόψιμο της Βασιλόπιτας είναι από τα ελάχιστα αρχέγονα έθιμα που επιβιώνουν. Στην αρχαιότητα υπήρχε το έθιμο του εορταστικού άρτου, τον οποίο σε μεγάλες αγροτικές γιορτές οι αρχαίοι ‘Ελληνες πρόσφεραν στους θεούς. Τέτοιες γιορτές ήταν τα Θαλύσια και τα Θεσμοφόρια. Στα Κρόνια (εορτή του θεού Κ(Χ)ρόνου, που λατρεύονταν στην Ελλάδα και στα Σατουρνάλια (Saturnalia) της Ρώμης, έφτιαχναν γλυκά και πίττες, μέσα στα οποία έβαζαν νομίσματα και σε όποιον τύχαινε το κομμάτι, ήταν ο τυχερός της παρέας…
Η ορθόδοξη παράδοση συνέδεσε το έθιμο με τη Βασιλόπιτα.
Στην πλειοψηφία τους οι Έλληνες κόβουν την Βασιλόπιτα αμέσως μετά την αλλαγή του χρόνου. Σε μερικές όμως, περιοχές της Ελλάδας η Βασιλόπιτα κόβεται στο μεσημεριανό τραπέζι, ανήμερα του Αγίου Βασιλείου την 1η μέρα του χρόνου. Το εθιμοτυπικό, εντούτοις παραμένει το ίδιο. Ο νοικοκύρης την σταυρώνει τρεις φορές με ένα μαχαίρι και μετά αρχίζει να κόβει τα κομμάτια. Το πρώτο είναι του Χριστού, το δεύτερο της Παναγίας, το τρίτο του Αγίου Βασιλείου, το τέταρτο του σπιτιού και ακολουθούν τα κομμάτια των μελών της οικογένειας με σειρά ηλικίας. Κατόπιν ακολουθεί ένα τελευταίο κομμάτι, αυτό του φτωχού. Σε κάποιες περιοχές, κυρίως αγροτικές, κόβονται και δύο κομμάτια επιπλέον. Ένα για τα ζώα και ένα για τα σπαρτά. Όποιος βρει στο κομμάτι του το κρυμμένο φλουρί θεωρείται ο τυχερός της χρονιάς και συνήθως μαζί με το φλουρί ο νοικοκύρης του δίνει ένα δώρο ή ένα χρηματικό ποσό. Αν το φλουρί πέσει στα κομμάτια του Χριστού, της Παναγίας ή του Αγίου Βασιλείου, το ποσό αυτό δίνεται στην εκκλησία, ενώ αν πέσει στο κομμάτι του φτωχού το ποσό δίνεται σε κάποιον ζητιάνο.
Ας δούμε όμως ποια είναι η καταγωγή του εθίμου της Βασιλόπιτας. Βρισκόμαστε στον 4ο αιώνα μ.Χ. στην Καισάρεια της Μικράς Ασίας. Πρεσβύτερος των χριστιανών της περιοχής εκείνο τον καιρό, ήταν ένας από τους σημαντικότερους Αγίους της εκκλησίας μας, ο Μέγας Βασίλειος. Την ίδια εποχή αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο Ιουλιανός, που έμεινε στην ιστορία γνωστός με το όνομα Ιουλιανός ο Παραβάτης. Σε μια από τις εκστρατείες του κατά των Περσών, ο Ιουλιανός πέρασε από την Καισάρεια. Εκεί έγινε δεκτός από τον Μέγα Βασίλειο, ο οποίος του πρόσφερε τρία κριθαρένια ψωμιά. Σημειωτέον ότι οι κάτοικοι της Καισάρειας ήταν στην πλειοψηφία τους φτωχοί άνθρωποι και ότι ο Ιουλιανός είχε ζητήσει να του προσφέρουν ό,τι έχουν, εννοώντας όμως και περιμένοντας χρυσάφι και πολύτιμα δώρα. Θυμωμένος από τα τρία κριθαρένια ψωμιά έστειλε, μετά την αναχώρηση του, ως ανταπόδοση τρεις μπάλες σανό. Ο Μέγας Βασίλειος τότε του απάντησε τα εξής: «Όπως μας ζήτησες, εμείς σου προσφέραμε αυτό που έχουμε και τρώμε. Το ίδιο πιστεύουμε έκανες και εσύ. Σε ευχαριστούμε».
Η απάντηση του Αγίου Βασιλείου θύμωσε περισσότερο τον Ιουλιανό, ο οποίος ορκίστηκε ότι γυρνώντας από την εκστρατεία θα καταστρέψει την Καισάρεια. Πέρασε ο καιρός και τα νέα ότι ο Ιουλιανός επιστρέφει έφτασαν στον Μέγα Βασίλειο. Εκείνος προσπαθώντας να σώσει το ποίμνιο του, κάλεσε όλους τους πιστούς να προσφέρουν ό,τι πολύτιμο είχαν, ώστε να δοθεί στον Ιουλιανό και να κατευναστεί έτσι ο θυμός του. Ο λαός έκανε όπως του είπε ο ποιμενάρχης του και συγκεντρώθηκαν τα πολύτιμα αντικείμενα. Κατόπιν ο Μέγας Βασίλειος και ο λαός έκαναν αγρυπνία και προσεύχονταν για την σωτηρία τους. Στην διάρκεια της αγρυπνίας αυτής, ο Μέγας Βασίλειος είδε ένα όραμα. Στο όραμα αυτό η Παναγία έστειλε τον Άγιο Μερκούριο και στρατιά Αγγέλων κατά του Ιουλιανού. Το όραμα όμως απλά φανέρωσε στον Άγιο τα πραγματικά γεγονότα που έλαβαν χώρα λίγο έξω από την Καισάρεια. Έτσι, ο κίνδυνος εξέλειψε και τα πολύτιμα αντικείμενα έπρεπε να επιστραφούν στους κατόχους τους. Για να μην μπουν στον πειρασμό να πάρουν κάτι που δεν τους ανήκε, ο Μέγας Βασίλειος έδωσε εντολή να ζυμωθούν μικρές πίτες και μέσα σε αυτές να τοποθετηθούν τα πολύτιμα αντικείμενα που έπρεπε να μοιραστούν. Οι πίτες αυτές μοιράστηκαν στους πιστούς και ως εκ θαύματος, ο καθένας βρήκε στην πίτα που πήρε ό,τι είχε προσφέρει για την σωτηρία από τον Ιουλιανό.
Από τότε φτιάχνουμε κι εμείς τη Βασιλόπιτα με το φλουρί μέσα, την πρώτη μέρα του χρόνου, τη μέρα του Αγίου Βασιλείου. Η Βασιλόπιτα, αγιοβασιλιάτικο έθιμο πολλών αιώνων, μεταφέρεται από γενιά σε γενιά, για να μας θυμίζει την αγάπη και την καλοσύνη αυτού του Άγιου ανθρώπου.
ΤΟ ΣΠΑΣΙΜΟ ΤΟΥ ΡΟΔΙΟΥ
Άλλο ένα πανάρχαιο έθιμο του λαού μας, το οποίο ξεκίνησε από την Πελοπόννησο.
Το πρωί της Πρωτοχρονιάς , η οικογένεια πηγαίνει στην εκκλησία , ντυμένοι όλοι με τα καλά τους ρούχα για να παρακολουθήσουν τη Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου και να υποδεχτούν το νέο χρόνο, καλό κι ευλογημένο. Στην επιστροφή, ο νοικοκύρης του σπιτιού έχει στην τσέπη του ένα λειτουργημένο ρόδι, που στην Μικρά Ασία το φυλούσαν στα εικονίσματα από τις 14 Σεπτέμβρη, δηλαδή τη μέρα του Σταυρού. Είναι αυτός που κάνει το ποδαρικό και σπάει το ρόδι. Πρέπει να χτυπήσει το κουδούνι της εξώπορτας και να του ανοίξουν. Δεν κάνει να ανοίξει ο ίδιος με το κλειδί του. Έτσι είναι ο πρώτος που μπαίνει στο σπίτι για να κάνει το ποδαρικό με το ρόδι στο χέρι.
Μπαίνοντας μέσα , με το δεξί πόδι, σπάει το ρόδι πίσω από την εξώπορτα για να πεταχτούν οι ρώγες του παντού και ταυτόχρονα λέει: «με υγεία, ευτυχία και χαρά το νέο έτος κι όσες ρώγες έχει το ρόδι , τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη τη χρονιά.»
Τα παιδιά μαζεμένα γύρω-γύρω κοιτάζουν οι ρώγες να είναι τραγανές και κατακόκκινες. Όσο γερές κι όμορφες είναι οι ρώγες , τόσο χαρούμενες κι ευλογημένες θα είναι οι μέρες που φέρνει μαζί του ο νέος χρόνος.
Άλλη ευχή που συνηθίζεται να λέγεται κατά το σπάσιμο του ροδιού είναι: «Όσο βαρύ είναι το ρόδι, τόσο βαρύ να είναι το πορτοφόλι μας, όσο γεμάτο καρπούς είναι το ρόδι, να είναι γεμάτο το σπίτι μας με καλά και όσο κόκκινο είναι το ρόδι, τόσο κόκκινη να είναι και η καρδιά μας!»
ΤΟ ΠΟΔΑΡΙΚΟ
Το έθιμο του ποδαρικού είναι ένα έθιμο που δεν ξεκίνησε μέσα από τα χριστιανικά περιβάλλοντα αλλά έχει συμβολική σημασία.
Οι νοικοκυραίοι πιστεύουν ότι αν ένας τυχερός και γουρλής άνθρωπος μπει στο σπίτι τους μόλις αλλάξει ο χρόνος και ευχηθεί όλα τα αγαθά, τότε θα πάει καλά όλη η χρονιά, η οικογένεια θα έχει υγεία, ευτυχία, αγάπη και όλες τις οικονομικές ανέσεις.
Πολλές φορές, από την παραμονή κιόλας, λένε σε κάποιο δικό τους άνθρωπο να έρθει αμέσως μετά την αλλαγή του χρόνου να τους κάνει ποδαρικό. Συνήθως προτιμούν ένα μικρό παιδί (αγόρι, αν το σπίτι έχει πολλά κορίτσια, αλλιώς κορίτσι), επειδή τα παιδιά είναι αθώα και αγνά και στην καρδιά τους δεν υπάρχει η ζήλια κι η κακία.
Μόλις μπει στο σπίτι με το δεξί πόδι, ώστε ο καινούργιος χρόνος να τα φέρει όλα δεξιά και καλότυχα, τον βάζουν να πατήσει ένα σίδερο για να είναι όλοι σιδερένιοι και γεροί μέσα στο σπίτι στη διάρκεια του νέου χρόνου.
Η νοικοκυρά φιλεύει τον άνθρωπο που κάνει ποδαρικό για το καλό του χρόνου. Συνήθως του δίνει μήλα ή καρύδια και μια κουταλιά γλυκό κυδώνι ή ότι άλλο γλυκό έχει φτιάξει για τις γιορτές. Αν ανήμερα της Πρωτοχρονιάς έχει λιακάδα, πιστεύουν πως ο καιρός θα είναι ο ίδιος σαράντα μέρες.
Λένε: «Τ’ άλιασε η αρκούδα τα αρκουδάκια της, δε θα ‘χουμε χειμώνα βαρύ».
Αν όμως ο καιρός είναι άσχημος την Πρωτοχρονιά θα συμβεί το αντίθετο, δηλαδή σαράντα μέρες θα έχουμε βαρυχειμωνιά.
Το έθιμο αυτό είναι πολύ παλιό. Υπήρχε στους αρχαίους Έλληνες, τους Ρωμαίους αλλά και τους Ιουδαίους. Οι βυζαντινοί ονόμαζαν τους τυχερούς ανθρώπους «καλόποδες» και τους έβαζαν στο σπιτικό τους την Πρωτοχρονιά.
Στις αγροτικές περιοχές της πατρίδας μας το ποδαρικό συνδέθηκε με την καλή σοδειά και την ευκαρπία της γης. Σε μερικά χωριά (Ρούμελη) ο καλοπόδαρος σκόρπιζε και ρύζι για να ριζώσει το καλό. Η συνήθεια αυτή συναντάται και σε ευρωπαϊκές χώρες, όπως για παράδειγμα στην Αγγλία.
Οι πατέρες στο Βυζάντιο κατέκριναν το έθιμο αυτό, και ιδιαίτερα ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης, αδελφός του Μεγάλου Βασιλείου.
ΤΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΣΤΕΦΑΝΙ
Το χριστουγεννιάτικο στεφάνι, αποτελούμενο κυρίως από γκι, κουκουνάρια και έναν τεράστιο κόκκινο φιόγκο, συνηθίζει να στολίζει τα σπίτια μας τα Χριστούγεννα. Πρόκειται για κυκλικές κατασκευές, αποτελούμενες από λουλούδια, φύλλα και πολλές φορές φρούτα, που χρησιμοποιούνται ως στολίδια, κρεμιούνται στον τοίχο ή στην πόρτα και άλλοτε τοποθετείται στο γιορτινό τραπέζι.
Όπως είναι γνωστό, τα έθιμα των Χριστουγέννων προέρχονται από τον παραδοσιακό εορτασμό της Γέννησης του Χριστού, που μετέπειτα συνδυάστηκε και με τους εορτασμούς του χειμερινού ηλιοστασίου στην Αρχαία Ρώμη.
Από την αρχαιότητα, συνηθίζονταν να ανταλλάσσουν δώρα και να στολίζουν τα σπίτια με γκι σε μορφή στεφάνου ως επί το πλείστον.
Τα στεφάνια, με τα οποία στολίζουμε τα σπίτια μας σήμερα, έχουν κυκλική μορφή γιατί συμβολίζουν την αιωνιότητα. Πιστεύεται ότι φέρνουν ευτυχία για τη νέα χρονιά που έρχεται. Πολλές φορές, επάνω τους τοποθετούνται και κεριά, που συμβολίζουν τον ήλιο στο χειμερινό ηλιοστάσιο, ενώ το γκι, οι κόκκινοι καρποί του και τα κουκουνάρια συμβολίζουν το θέρο.
Τα χριστουγεννιάτικα στεφάνια κοσμούν διάφορα μέρη του σπιτιού, τόσο στο εσωτερικό του όσο και στο εξωτερικό του. Σε πολλά σπίτια μάλιστα συναντάμε αυτό το σύμβολο της γονιμότητας και της αιωνιότητας και μέσα και έξω.
*****
Σε αρκετά χωριά της Ρόδου, το σφάξιμο του χοίρου που μεγάλωναν οι οικογένειες γινόταν σε παρέες και με ειδική ιεροτελεστία. Από τα Χριστουγεννιάτικα φαγητά ήταν επίσης τα παραδοσιακά «γιαπράκια», τα οποία δεν έλειπαν από το τραπέζι. Σε ότι αφορά τα γλυκά, τόσο στη Ρόδο, όσο και στα υπόλοιπα νησιά, το χαρακτηριστικό είναι οι δίπλες, οι οποίες εξακολουθούν να παρασκευάζονται και σήμερα.
Χριστουγεννιάτικα έθιμα απ’ όλη την Ελλάδα
Κρήτη - Δωδεκάνησα
Στη δυτική Κρήτη, η νηστεία του 40ήμερου τηρείται ευλαβικά, ενώ οι εκκλησίες και οι ναοί κατακλύζονται από πιστούς. Πιο παλιά, το βραδύ της παραμονής των Χριστουγέννων έκοβαν κλαδιά και βλαστούς οι νοικοκυρές και τα πήγαιναν στο σπίτι. Τα έβαζαν σε ποτήρι με νερό και προσμονούσαν να ανθίσουν.
Το προζύμι και το Χριστόψωμο είχαν ξεχωριστή θέση σε κάθε σπίτι, ενώ το «ανάθρεμμα» του χοίρου που σφάζονταν την παραμονή κυριαρχούσε στα περισσότερα χωριά. Τη δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων από το κρέας του χοίρου παρασκεύαζαν λουκάνικα, απάκια, πηχτή, σύγκλινο, ομαθιές και τσιγαρίδες.
Πολλά είναι τα έθιμα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς στην ανατολική Κρήτη. Το Χριστόψωμο το φτιάχνουν οι γυναίκες με ιδιαίτερη φροντίδα και υπομονή. Για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, το Χριστόψωμο είναι ευλογημένο ψωμί. Το κόβουν ανήμερα τα Χριστούγεννα, ανταλλάσσοντας ευχές.
Την προπαραμονή των Χριστουγέννων, την Ημέρα των Αγίων Δέκα, στα χωριά της ανατολικής Κρήτης έσφαζαν τους χοίρους που είχαν ανατραφεί κυρίως με βελανίδια, χουμά και αποφάγια. Από το σφάξιμο του χοίρου δεν πετούσαν τίποτα. Από το κρέας παρασκεύαζαν λουκάνικα, ομαθιές, τσιλαδιά με τη χοιροκεφαλή, απάκια από λουρίδες ψαχνού κρέατος καπνισμένες στο τζάκι, σύγκλινα (κομμάτια κρέας μισοβρασμένα και αποθηκευμένα σε κιούπι) μαζί με τη γλίνα (το λίπος) που τα βοηθούσε να διατηρηθούν πολλούς μήνες τα μαγείρευαν με πατάτες.
Η «καλή χέρα» παραμένει ένα από τα έθιμα της Πρωτοχρονιάς, όπου συνηθίζεται να δίνεται ένα χρηματικό ποσό σαν δώρο σε παιδιά που θα επισκεφτούν κάποιο σπίτι την Πρωτοχρονιά. Το έθιμο του ποδαρικού καλά κρατεί, αφού είναι πολλοί αυτοί που ανήμερα της Πρωτοχρονιάς βάζουν στο σπίτι τους μια πέτρα για να είναι γερό, ενώ άλλοι πάλι μεταφέρουν νερό για να τρέχουν τα καλά όλο τον χρόνο σαν το νερό.
Τέλος, στο Ηράκλειο υπάρχει και το έθιμο της μπουγάτσας, όπου οι κάτοικοι καταναλώνουν ανήμερα της Πρωτοχρονιάς μεγάλες ποσότητες μπουγάτσας, θέλοντας να είναι γλυκιά η πρώτη τους γεύση.
Με ιδιαίτερο χρώμα και με διαφορετικά έθιμα από νησί σε νησί και από χωριό σε χωριό γιορτάζονται τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά στα νησιά τηςΔωδεκανήσου.
Οι προετοιμασίες ξεκινούν από τις προηγούμενες μέρες των Χριστουγέννων και κορυφώνονται την Πρωτοχρονιά και τα Φώτα. Από τα χαρακτηριστικά των εκδηλώσεων είναι ότι οι κάτοικοι της Δωδεκανήσου 40 ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα βρισκόταν σε νηστεία, με σκοπό να προετοιμαστούν για τη γέννηση του Χριστού και να απολαύσουν στη συνέχεια το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Κύριο φαγητό στα περισσότερα νησιά της Δωδεκανήσου ήταν και παραμένει το ψητό χοιρινό κρέας.
Το Χριστόψωμο |
Την Πρωτοχρονιά ένα από τα έθιμα που και σήμερα διατηρείται είναι αυτό της «μπουλουστρίνας». Τα μικρά παιδιά την πρώτη ημέρα του χρόνου επισκέπτονται τους συγγενείς και παίρνουν από αυτούς χρηματικό ποσό εν είδει δώρου, το οποίο ονομάζεται μπουλουστρίνα.
Από τα αξιοσημείωτα των ημερών είναι ότι την ημέρα των Χριστουγέννων οι κάτοικοι της Ρόδου συνηθίζουν να πηγαίνουν οικογενειακά στην εκκλησία και αμέσως μετά να επισκέπτονται τους ηλικιωμένους γονείς και παππούδες για τις σχετικές ευχές.
****
ΚΑΛΑΝΤΑ
ΚΑΛΗΣΠΕΡΩ Σ' ΑΦΕΝΤΗ ΜΟΥ
Κάλαντα Πρωτοχρονιάς με προέλευση από τον Αρχάγγελο Ρόδου Δωδεκανήσων.
Ο ρυθμός του κομματιού είναι 4/4 στο οργανικό μέρος και 5/4 στο μέρος του κομματιού.
Καλησπερώ σ’ αφέντη μου καλές αυγές κοιμάσαι
καλώς σου ξημερώματα σαν κάθεσαι κι αφ’κράσε,
και ‘μείς στην πόρτα σ’ ήρταμε με το δικό σου θάρρος
περικαλώ σ’ αφέντη μου και μην το πάρεις βάρος.
------
Αν είναι θέλημα Θεού τα κάλαντα να πούμε
και μόνοι μέσ’ τη συντροφιά να σας καλησπερούμε,
αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά πρώτη Ιανουαρίου
που μπαίνει ο μήνας του Χριστού τ’ Αγίου Βασιλείου.
------
Αφέντη μου να χαίρεσαι αφέντη μου να ζήσεις
τον Άγιο Τάφο του Χριστού να πας να προσκυνήσεις,
χρόνους να ζήσετε εκατό καλά να τους περνάτε
κι από τους εκατό κι εκεί να ζείτε να γηρνάτε.
*****
ΚΑΛΑΝΤΑ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ
(Ψίνθος Ρόδου)
Καλή σου εσπέρα αφέντη μου καλές αυγές κοιμάστε
καλά σας ξημερώματα αν κάθεστε και φκράστε
Απόψε ήρτα στην πόρτα σας με το δικό σας θάρρος
αφέντη μου παρακαλώ και μην το παίρνεις βάρος
κι ας είναι θέλημα Θεού τα κάλαντα να πούμε
και μ’ όλη μας την συντροφιά να σας πολυχρονούμε
αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά κι αρχή Ιανουαρίου
αρχή που πρωτοπάτησε ο Κύριος στον κόσμο
εκεί που πρωτοπάτησε χρυσό δεντρί εβγήκε
χρυσά ήτανε τα φύλλα του γράμματα τα κλωνιά του
παπάδες τα διαβάζασιν διάκοι τα συλλαβούσαν
ένα διακάκι έρχεται από την Καισαρεία
βαστά εικόνα και χαρτί χαρτί και καλαμάρι
το καλαμάρι έγραφε και το χαρτί εμίλιε.
ΚΑΛΑΝΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
(Καλυθιές Ρόδου)
Χριστούγεννα πρωτούγεννα πρώτη αρχή του χρόνου
εβγείτε δείτε μάθετε πως ο Χριστός γεννάται
γεννάται για να θρέφεται με μέλι και με γάλα
το μέλι τρων’ οι άρχοντες το γάλα οι αφεντάδες
αν είσθε από τους πλούσιους φλουριά μην τα λυπάστε
αν είσθε από τους φτωχούς ένα ζευγάρι κότες
εσάς καληνυχτίζουμε πέσετε κοιμηθήτε
ολίγον ύπνον πάρετε και ευθύς να σηκωθείτε
στην εκκλησιά τρέξετε με όλην προθυμία
και του Θεού ν’ακούσετε την Θεία λειτουργία
που πάνω που το σπίτι σας έχει μια περιστέρα
ανοίξετε την πόρτα σας να πούμε καλησπέρα.
ΕΜΕΙΣ Η ΝΕΑ ΓΕΝΕΑ
(Κάλαντα Πρωτοχρονιάς Ρόδου)
Εμείς η νέα γενεά με θάρρος και μ’ελπίδα
ας πούμε την Πρωτοχρονιά στην λατρευτή πατρίδα
Δώστε όλοι τον οβολό σας και είναι μέγας ο σκοπός
ηθικότατος εν γένει κι εκπαιδευτικός
Χρόνια πολλά να ζήσετε με άκρα ευτυχία
και η γλυκιά μας μουσική σας εύχεται υγεία.
*****
ΤΑ ΚΑΛΑΝΤΑ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΣΙΑΝΝΑ.
Αρχίζουμε απο τα κάλαντα του χωριού που λέγονται κάθε χρόνο με αφορμή τον εορτασμό κάποιου γεγονότος της εποχής.
Κάλαντα χριστουγέννων
Σε αντίθεση με άλλα χωριά, στα Σιάννα τα κάλαντα των Χριστουγέννων ψάλλονται το βράδυ της παραμονής απο τα παιδιά του χωριού, αφού πρώτα πάνε στην εκκλησία, μετά την απολυση χωρίζονται σε ομάδες και επισκέπτονται όλα τα σπίτια. Τα κάλαντα έχουν ως εξής:
Καλήν εσπέρα αρχοντές, αν είναι ορισμός σας,
Χριστού την θεία γέννηση να πώ στ'αρχοντικό σας,
Χριστός γεννάτε σήμερον, εν Βηθλεέμ την πόλη
οι ουρανοί αγάλλονται, χαιρε η κτίσις όλων.
Εν των σπηλαίων τίκτεται, εν φάτνη των αλόγων,
ο Βασιλεύς των ουρανών και Ποιητής των όλων,
εκ της Περσίας έρχονται τρεις μάγοι με τα δώρα,
άστρο λαμπρό τους οδηγεί χωρίς να λείψει ώρα.
Σ'αυτό το σπίτι που ήρθαμε, πετρά να μην ραγίσει
και ο νοικοκήρης του, χιλιά χρονιά να ζήσει.
Κάλαντα Πρωτοχρονιάς
Η ίδια διαδικασία με τα Χριστούγεννα, ακολουθούνταν και για τα κάλαντα της πρωτοχρονιάς τα οποία έχουν ως εξής:
Αρχιμηνιά κι αρχή χρονιά
ψιλή μου δεντρολιβανιά
κι αρχή καλός μας χρόνος
εκκλησιά με τ'άγιο θρόνος
αρχή που βγήκε ο Χριστός
αγίος και πνευματικός
στη γη να περπατήσει
και να μας καλοκαρδίσει.
Αγιός Βασίλης έρχεται
άρχοντες τον κατέχετε
απο την Καισαρία συ σ'αρχόντισσα κυρία.
Βαστα εικόνα και χαρτί
ζαχαροκάντιο ζυμωτή
χαρτί και καλαμάρι
δες και με το παλικάρι
*****
ΠΗΓΕΣ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου