Αλλαγή πλεύσης του Ιστολογίου “ΡΟΔΟΣυλλέκτης”

Το Ιστολόγιο του ΡΟΔΟΣυλλέκτη, απευθύνεται σε όσους αγαπούν τον τόπο τους… εδώ είναι λοιπόν και περιμένει τα δελτία για τις εκδηλώσεις και τις δράσεις των Πολιτιστικών Συλλόγων αλλά και ότι αφορά τον τόπο μας – ακόμα και την πολιτική… Το Email μας είναι: r.telxinas@yahoo.gr

Πέμπτη 30 Ιουνίου 2016

Από πού προήλθαν οι εκφράσεις που χρησιμοποιούμε όλοι.

Από πού προήλθαν οι εκφράσεις
ΧΡΩΣΤΑΕΙ ΤΗΣ ΜΙΧΑΛΟΥΣ: 
Η λαϊκή έκφραση συνδέεται με τη μετεπαναστατική ζωή στο Ναύπλιο, πρωτεύουσα τότε της Ελλάδας. Συγκεκριμένα, μετά την επανάσταση του 21 υπήρχε στο Ναύπλιο μια ταβέρνα που ανήκε σε μια γυναίκα, τη Μιχαλού.
Η Μιχαλού είχε το προτέρημα να κάνει «βερεσέδια» αλλά υπό προθεσμία. Μόλις εξαντλείτο η προθεσμία -και η υπομονή της- στόλιζε τους χρεώστες της με «κοσμητικότατα» επίθετα. Όσοι τα άκουγαν, ήξεραν καλά ότι αυτός που δέχεται τις «περιποιήσεις» της «χρωστάει της Μιχαλούς». 
ΕΦΑΓΑ ΧΥΛΟΠΙΤΑ: 
Γύρω στα 1815 υπήρχε κάποιος κομπογιαννίτης, ο Παρθένης Νένιμος, ο οποίος ισχυριζόταν πως είχε βρει το φάρμακο για τους βαρύτατα ερωτευμένους. Επρόκειτο για ένα παρασκεύασμα από... σιταρένιο χυλό ψημένο στο φούρνο. Όσοι λοιπόν αγαπούσαν χωρίς ανταπόκριση, θα έλυναν το πρόβλημά τους τρώγοντας αυτή τη θαυματουργή πίτα - και μάλιστα επί τρεις ημέρες, κάθε πρωί, τελείως νηστικοί. 
ΜΥΡΙΖΩ ΤΑ ΝΥΧΙΑ ΜΟΥ: 
Η φράση προέρχεται από την αρχαία τελετουργική συνήθεια, κατά την οποία οι ιέρειες των μαντείων βουτούσαν τα δάχτυλά τους σ' ένα υγρό με βάση το δαφνέλαιο, τις αναθυμιάσεις του οποίου εισέπνεαν καθώς τα έφερναν κατόπιν κοντά στη μύτη τους και μ' αυτό τον τρόπο έπεφταν σ' ένα είδος καταληψίας, κατά την οποία προμάντευαν τα μελλούμενα. 
ΤΡΩΕΙ ΤΑ ΝΥΧΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑ ΚΑΒΓΑ: 
Ένα από τα αγαπημένα θεάματα των Ρωμαίων και αργότερα των Βυζαντινών, ήταν η ελεύθερη πάλη. Οι περισσότεροι από τους παλαιστές, ήταν σκλάβοι, που έβγαιναν από το στίβο με την ελπίδα να νικήσουν και να απελευθερωθούν. Στην ελεύθερη αυτή πάλη επιτρέπονταν τα πάντα γροθιές, κλωτσιές, κουτουλιές, ακόμη και το πνίξιμο. Το μόνο που απαγορευόταν αυστηρά ήταν οι γρατζουνιές. Ο παλαιστής έπρεπε να νικήσει τον αντίπαλό του, χωρίς να του προξενήσει την παραμικρή αμυχή με τα νύχια, πράγμα, βέβαια, δυσκολότατο. Γιατί τα νύχια των δυστυχισμένων σκλάβων, που έμεναν συνέχεια μέσα στα κάτεργα, ήταν τεράστια και σκληρά από τις βαριές δουλειές που έκαναν. Γι' αυτό, λίγο προτού βγουν στο στίβο, άρχιζαν να τα κόβουν, όπως μπορούσαν καλύτερα και συνήθως με τα δόντια τους. Από το γεγονός αυτό βγήκε κι η φράση «τρώει τα νύχια του για καβγά». 
ΜΑΛΛΙΑΣΕ Η ΓΛΩΣΣΑ ΜΟΥ: 
Στη βυζαντινή εποχή υπήρχαν διάφορες τιμωρίες, ανάλογες, βέβαια, με το παράπτωμα. Όταν π.χ. ένας έλεγε πολλά, δηλαδή έλεγε λόγια που δεν έπρεπε να ειπωθούν, τότε τον τιμωρούσαν με έναν τρομερό τρόπο. Του έδιναν ένα ειδικό χόρτο που ήταν υποχρεωμένος με το μάσημα να το κάνει πολτό μέσα στο στόμα του. Το χόρτο, όμως, αυτό ήταν αγκαθωτό, στυφό και αρκετά σκληρό, τόσο που κατά το μάσημα στο στόμα του πρηζόταν και η γλώσσα, το ελατήριο δηλαδή της τιμωρίας του, άνοιγε, μάτωνε και γινόταν ίνες-ίνες, κλωστές-κλωστές, δηλαδή, όπως είναι τα μαλλιά. Από την απάνθρωπη τιμωρία βγήκε και η παροιμιώδης φράση: "μάλλιασε η γλώσσα μου", που τις λέμε μέχρι σήμερα, όταν προσπαθούμε με τα λόγια μας να πείσουμε κάποιον για κάτι και του το λέμε πολλές φορές. 
ΜΟΥ ΕΦΥΓΕ ΤΟ ΚΑΦΑΣΙ: 
Στα Τούρκικα καφάς θα πει κεφάλι, κρανίο. Όταν, λοιπόν, η καρπαζιά, που έριξαν σε κάποιον είναι δυνατή λέμε: "του έφυγε το καφάσι", δηλαδή, του έφυγε το κεφάλι από τη δύναμη του κτυπήματος. Το ίδιο και όταν αντιληφθούμε κάτι σπουδαίο, λέμε: "μου έφυγε το καφάσι" , δηλαδή, μου έφυγε το κεφάλι από τη σπουδαιότητα. 
ΤΟΥΜΠΕΚΙ: 
«Τουμπεκί» λέγεται τουρκικά ο καπνός για τον αργιλέ, που τον κάπνιζαν στα διάφορα καφενεία της παλιάς εποχής. Τον αργιλέ τον ετοίμαζαν οι «ταμπήδες» των καφενείων και επειδή αυτοί έπιαναν την κουβέντα κι αργούσαμε τον πάνε στον πελάτη, εκείνος με τη σειρά του φώναζε: «κάνε τουμπεκί».. Όσοι κάπνισαν ναργιλέ ήταν και από φυσικού τους λιγομίλητοι και δεν τους άρεσε η «πάρλα», οι φλυαρίες. Με τις ώρες κρατούσαν στα χείλη τους το «μαρκούτσι» του ναργιλέ, απολαμβάνοντας μακάρια και σιωπηλά το τουμπεκί, που σιγόκαιγε στο λούλα. Και αν κάνεις, που κι αυτός κάπνιζε ναργιλέ δίπλα του, άνοιγε πλατιά κουβέντα, οι μερακλήδες της παρέας του έλεγαν: «Κάνε τουμπεκί», δηλαδή, κάπνιζε και μη μιλάς. Τώρα για το «ψιλοκομμένο» τουμπεκί, ήταν η τέχνη του «ταμπή» να του το προσφέρει ψιλοκομμένο, που ήταν και καλύτερο.

Γιατί (δεν) το λέμε έτσι
Πώς προήλθαν 30 φράσεις που χρησιμοποιούμε στην καθημερινή μας γλώσσα
Η παρένθεση στον τίτλο σημαίνει ότι η φράση μπορεί να διαβαστεί με δυο τρόπους «Γιατί το λέμε έτσι» και «Γιατί δεν το λέμε έτσι». Το αντικείμενό μας εδώ είναι διάφορες ιδιωματικές και παροιμιακές φράσεις της γλώσσας μας, για τις οποίες υπάρχει απορία από πού προήλθαν και για την προέλευση των οποίων έχουν προταθεί διάφορες ευφάνταστες εκδοχές. Οπότε, όποιος επιχειρήσει ποτέ να συντάξει ένα «ετυμολογικό λεξικό» των παροιμιωδών φράσεων (δεν ξέρω αν ο όρος είναι ακριβής όταν δεν έχουμε να κάνουμε με λέξεις) θα πρέπει όχι μόνο να παρουσιάσει από πού προέρχεται κατά τη γνώμη του η κάθε φράση αλλά ταυτόχρονα να ανασκευάσει τις προηγούμενες αστήριχτες εκδοχές ή τουλάχιστο να εκφράσει τις επιφυλάξεις του.
Κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο, και ίσως γι’ αυτό δεν έχει επιχειρηθεί. Έπειτα, η ανασκευή θέλει χώρο -είναι αυτό που λέμε «ρίχνει ο παλαβός μια πέτρα στο πηγάδι και σαράντα γνωστικοί δεν χωράνε να τη βγάλουν». Για παράδειγμα, για τη γνωστή φράση «πράσινα άλογα», υπάρχει η ανόητη θεωρία ότι προέρχεται από την αρχαιοελληνική φράση «πράσσειν άλογα». Όσοι υποστηρίζουν την αστήριχτη αυτή θέση, δεν κάνουν φυσικά τον κόπο να τεκμηριώσουν την άποψή τους, την παρουσιάζουν σαν αξίωμα, καμιά φορά μάλιστα αποκαλούν αγράμματους» όσους γράφουν «πράσινα άλογα», κι επειδή πολλοί συμπατριώτες μας χάνουν κάθε κριτική ικανότητα (αν είχαν δηλαδή) όταν ακούσουν κάτι αρχαιοελληνικό, η αστήριχτη αυτή θέση γίνεται πιστευτή από αρκετούς. Για να την αντικρούσεις, τώρα, πρέπει να γράψεις κοτζάμ κατεβατό -ίσως όχι το διπλοσέντονο που είχα γράψει παλιότερα εδώ, αλλά πάντως δυο παραγράφους τις θέλεις. Αν είναι αυτό να το κάνεις για κάθε έκφραση για την οποία έχει διατυπωθεί αστήρικτη άποψη, καταλαβαίνετε ότι η βαλίτσα πάει πολύ μακριά.
Πριν από καμιά δεκαπενταριά χρόνια, είχα γράψει ένα βιβλιαράκι με τίτλο «Το αλφαβητάρι των ιδιωματικών εκφράσεων«. Εκεί προσπάθησα, για όσες εκφράσεις ήξερα και μπορούσα, να αναφέρω από πού προέρχονταν κατά τη γνώμη μου, και να ανασκευάσω, έστω και επιγραμματικά, τις κατά τη γνώμη μου αβάσιμες θεωρίες για την προέλευσή τους. Αυτόν τον καιρό δουλεύω ένα καινούργιο βιβλίο πάνω στο ίδιο θέμα, που θα έχει άλλον τίτλο, περίπου 30% περισσότερα λήμματα, ενώ και τα παλιά λήμματα θα γραφτούν από την αρχή, με βάση το νέο υλικό που έχω συγκεντρώσει όλον αυτό τον καιρό και διορθώνοντας τα αναπόφευκτα λάθη του παλιότερου βιβλίου.
Κατά σύμπτωση, πριν από μερικές μέρες δέχτηκα το τηλεφώνημα ενός δημοσιογράφου που δουλεύει στον ιστότοπο in2life.gr, ο οποίος ήθελε να γράψει ένα άρθρο με θέμα την προέλευση κάποιων γνωστών φράσεων και είχε ήδη βρει το παλιό μου βιβλίο. Απάντησα και σε μερικές ερωτήσεις από το τηλέφωνο, και στοιχεία από τη συζήτησή μας περιλαμβάνονται στο άρθρο του, που μπορείτε ολόκληρο να το διαβάσετε εδώ. Εγώ θα αναδημοσιεύσω εδώ μόνο το κομμάτι που αφορά την προέλευση συγκεκριμένων φράσεων, ενδεχομένως σχολιάζοντας ή εκφράζοντας διαφωνίες με κάποια σημεία, διότι στο άρθρο, όπως είναι λογικό, παρουσιάζονται και άλλες απόψεις για την προέλευση ορισμένων φράσεων, απόψεις που προέρχονται κυρίως από το βιβλίο «Λέξεις και φράσεις παροιμιώδεις» του Τάκη Νατσούλη, που, αν παρακολουθείτε το ιστολόγιο, θα ξέρετε ότι το θεωρώ χρήσιμο μεν σαν συλλογή υλικού αλλά εντελώς αναξιόπιστο σε πάρα πολλές εξηγήσεις που προτείνει -μάλιστα έχουμε εδώ φτιάξει τον όρο «νατσουλισμός», που σημαίνει την ευφάνταστη εξήγηση που ανάγεται ιδίως σε ιστορικό γεγονός ή σε ήρωα της φυλής.
Πώς προήλθαν 30 φράσεις που χρησιμοποιούμε στην καθημερινή μας γλώσσα
Από την πολλή ζέστη “βγάλαμε την μπέμπελη”, όμως “δε θα τινάξουμε τα πέταλα”. “Σιγά τον πολυέλαιο”, ζέστη είναι θα περάσει. Η ζέστη δεν είναι τίποτα, το ότι “χρωστάμε και της Μιχαλούς” είναι το πρόβλημα. “Έχουμε φάει τα λυσσακά μας” να βρούμε δανεικά αλλά από ότι φαίνεται “κατουρήσαμε στο πηγάδι”.
Τέτοιες παρόμοιες φράσεις που χρησιμοποιούμε καθημερινά στην καθημερινή μας επικοινωνία για να περιγράψουμε συγκεκριμένες καταστάσεις είναι αμέτρητες. Πολλές από αυτές έχουν τις ρίζες τους από πολύ παλιά, άλλες στην λαϊκή παράδοση, ενώ μερικές μεταφράστηκαν αυτολεξεί από άλλες γλώσσες.
Ας δούμε μερικές από αυτές:
Κάτι τρέχει στα γύφτικα: 
Η ειρωνική αυτή φράση χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι δεν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος ανησυχίας. Πηγάζει από την αντίληψη ότι οι γειτονιές των Ρομά (γύφτων) αναστατώνονται με το παραμικρό, χωρίς να συμβαίνει κάτι το σοβαρό.
Κροκοδείλια δάκρυα: 
Χρησιμοποιείται για κάποιον ο οποίος είναι υποκριτής και προέρχεται από την δοξασία που έλεγε πως οι κροκόδειλοι του Νείλου έβγαζαν ήχους σαν κλάμα για να προσελκύσουν την λεία τους και αφού την κατασπάραζαν έκλαιγαν. Επίσης, ο κροκόδειλος στην αρχαιότητα θεωρούταν πρότυπο πανουργίας.
Του έδωσε και κατάλαβε: 
Αρχικά η φράση σήμαινε ότι κάποιος έδειρε τόσο κάποιον ώστε αυτός ένοιωσε τον πόνο στο πετσί του. Στη συνέχεια επεκτάθηκε και σε άλλες περιπτώσεις όπου κάποιος παθιάζεται με μια δραστηριότητα, κυρίως στο φαγητό, την άσκηση ή το ποτό.
Έξω από τα δόντια: 
Η φράση η οποία προσδιορίζει την αυστηρή και χωρίς περιστροφές κουβέντα πηγάζει από την ομηρική εικόνα του «έρκους οδόντων», σύμφωνα με την οποία τα δόντια θεωρούνται ως φραγμός. (Η δική μου διατύπωση θα ήταν κάπως διαφορετική: ότι στο «έξω από τα δόντια» έχουμε την ίδια εικόνα με το «έρκος οδόντων»)
Ζωή και κότα: 
Λέγεται για κάποιον ο οποίος περνά ανέμελα και ευχάριστα την ζωή του, επειδή παλαιότερα το να τρώει κάποιος κότα θεωρούνταν σπάνιο δείγμα καλοπέρασης.
Κουνήσου από την θέση σου: 
Λέγεται για κάποιον ο οποίος είπε κάτι κακό και πηγάζει από την πρόληψη ότι αν αυτός δεν κουνηθεί από την θέση του, το κακό που είπε θα βγει αληθινό. Υποτίθεται ότι αυτός που μίλησε κάθεται στον τόπο του Σατανά, ο οποίος και του το υπαγόρεψε, επομένως πρέπει να αλλάξει θέση για να ξεφύγει από την επιρροή του.
Πήγε στα θυμαράκια: 
Η φράση που χρησιμοποιούμε για να δηλώσουμε ότι κάποιος πέθανε βασίζεται στο γεγονός ότι το πρώτο νεκροταφείο των Αθηνών, ήταν γεμάτο από θυμάρι. Το εν λόγω βότανο μάλιστα, επειδή μύριζε έντονα, το φύτευαν στα νεκροταφεία για να εξουδετερώνονται οι άσχημες μυρωδιές.
Καβάλησε το καλάμι: 
Η έκφραση που χρησιμοποιούμε για την υπεροψία κάποιου, πιθανώς πηγάζει από το παιδικό παιχνίδι στο οποίο τα πιτσιρίκια καβαλούσαν το καλάμι προσποιούμενα ότι ήταν άλογο.
Έριξε/βάρεσε/ βρόντηξε κανόνι: Έκφραση η οποία σημαίνει χρεωκοπία ή άρνηση πληρωμής χρεών και ξεκινάει από τα χρόνια της τουρκοκρατίας, όπου η πτώχευση ενός εμπόρου αναγγέλλονταν με μια κανονιά.
Τρίζουν τα κόκκαλα του: 
Την χρησιμοποιούμε για κάτι το οποίο θα προξενούσε αγανάκτηση σε έναν πεθαμένο και πηγάζει από λαϊκή δοξασία, σύμφωνα με την οποία οι νεκροί σε εξαιρετικές περιπτώσεις στριφογυρνούν στον τάφο τους και τα κόκαλά τους τρίζουν.
Με κόβει λόρδα: 
Η φράση που υποδηλώνει… μεγάλες πείνες, βασίζεται στο «πλαστό» ουσιαστικό λόρδα το οποίο προέρχεται (παραδόξως) από το λόρδος, υποδηλώνοντας ειρωνικά τον ψωροφαντασμένο μπατίρη. (Αυτό είναι λάθος δικό μου, αν και είχα κρατήσει κάποιαν επιφύλαξη στη δική μου διατύπωση. Η λόρδα δεν προέρχεται από τον λόρδο, αλλά από το ενετικό lorda. Στο νέο βιβλίο θα το διορθώσω).
Έφαγε τα λυσσακά του: 
Η έκφραση ξεκίνησε από το άλογο το οποίο προσπαθεί απεγνωσμένα να απαλλαγεί από το χαλινάρι μασώντας το. Στην προσπάθειά αυτή βγάζει αφρούς, τα λυσσακά τα οποία ονομάστηκαν έτσι επειδή έμοιαζαν με τους αφρούς που βγάζει ο λυσσασμένος σκύλος.
Το μάτι του γαρίδα: 
Την χρησιμοποιούμε για κάποιον ο οποίος κοιτάει κάτι πολυπόθητο που δεν μπορεί να αποκτήσει ή κοιτάει κάτι με αδιακρισία ή υποφέρει από αϋπνίες. Από το διεσταλμένο μάτι της γαρίδας.
Τα βρήκε μπαστούνια: 
Η δυσκολία που εκφράζει η συγκεκριμένη φράση, πιθανώς να προέρχεται από παιχνίδια με χαρτιά στα οποία τα μπαστούνια είναι το χαμηλότερο ιεραρχικά από τα τέσσερα χρώματα της τράπουλας.
Έβγαλα την μπέμπελη: 
Η έκφραση που σημαίνει «έσκασα από την ζέστη», πηγάζει από μια παλιά ιατρική αντιμετώπιση της… ιλαράς (Μπέμπελη), σύμφωνα με την οποία ο άρρωστος ντυνόταν πολύ βαριά, ώστε να ιδρώσει και μαζί με τον ιδρώτα να «βγάλει» ή να «χύσει» την αρρώστια.
Με το νι και με το σίγμα: 
(Του τα είπε) δηλαδή, με κάθε λεπτομέρεια. Τα παλαιότερα χρόνια, οι μαθητές διδάσκονταν τους καθαρεύοντες τύπους της γλώσσας, με τα τελικά νι και σίγμα, τα οποία ο προφορικός λόγος παρέλειπε. Έτσι η χρήση τους έκανε τις λέξεις κομψότερες και πληρέστερες. (Η δική μου διατύπωση ήταν «οι τύποι του σχολείου θεωρήθηκαν κομψότεροι, επισημότεροι, πληρέστεροι).
Μυρίζω τα νύχια μου: 
Υπάρχουν δύο εκδοχές που ερμηνεύουν την ρίζα της εν λόγω έκφρασης, η οποία υποδηλώνει ειρωνική απάντηση σε κάποιον ο οποίος έχει την αξίωση να γνωρίζουμε ή να προβλέψουμε κάτι. Η πρώτη αφορά το λαγωνικό, το οποίο όταν ιχνηλατεί με την μύτη στο χώμα μοιάζει σαν να μυρίζει τα νύχια του και η δεύτερη μια αρχαία τελετουργική συνήθεια κατά την οποία οι ιερείς των μαντείων βουτούσαν τα δάχτυλά τους σε ένα υγρό, τις αναθυμιάσεις του οποίου εισέπνεαν και έτσι μπορούσαν να μαντέψουν τα μελλούμενα. (Η δεύτερη εκδοχή με την αρχαία τελετουργική συνήθεια, είναι νατσουλισμός, με την έννοια ότι δεν έχουμε καταγραφή ότι μύριζαν τα (βουτηγμένα στο υγρό) νύχια τους για να μαντέψουν, ούτε καταγράφεται κάποια σχετική αρχαία φράση).
Τράβηξα των παθών μου τον τάραχο: 
Η φράση υποδηλώνει τεράστια ψυχική και σωματική ταλαιπωρία και προέρχεται από τροπάριο του Μικρού Παρακλητικού Κανόνα της Θεοτόκου «Των παθών μου τον τάραχον, ή τον κυβερνήτη τακούσα Κύριον…». («η τον κυβερνήτη τεκούσα» είναι το σωστό).
Της Παναγιάς τα μάτια: 
Αναφέρεται κυρίως σε μεγάλες ποσότητες αντικειμένων ή σε πάρα πολλά λεφτά που έκλεψε κάποιος. Οι ιερόσυλοι συνήθιζαν να κλέβουν τα χρυσά μάτια των εικόνων ή, κατά τα προχριστιανικά χρόνια, τα μάτια των αγαλμάτων τα οποία ήταν από πολύτιμους λίθους.
Κάνει την πάπια: Και εδώ υπάρχουν δύο εξηγήσεις για την ρίζα της φράσης. Η μία αφορά στο ομώνυμο αμφίβιο πτηνό, το οποίο φαίνεται άκακο ζώο, ενώ η δεύτερη υποστηρίζει ότι προέρχεται από την παρομοίωση με τον Παπία, ονομασία που είχε ο κλειδοκράτορας στην Βυζαντινή εποχή και ο οποίος είχε ταυτιστεί με την συκοφαντία και την ρουφιανιά, όμως σύμφωνα με τον κ. Σαραντάκο δεν υπάρχει καμία αντίστοιχη ιστορική αναφορά. (Δεν υπάρχει πουθενά καταγραμμένη φράση «ποιεί τον Παπία» ή κάτι ανάλογο. Πρόκειται για χαρακτηριστικό παράδειγμα νατσουλισμού, πιστεύω. Επειδή δεν είναι απολύτως σαφές γιατί λέμε ‘κάνει την πάπια’, βρίσκουμε μια αρχαία ή βυζαντινή λέξη που να μοιάζει με την πάπια, δηλαδή τον παπία, που είναι και κύριο όνομα αλλά και όνομα αξιώματος, και τα υπόλοιπα τα μπαλώνουμε με πολλή φαντασία).
Βλάκας με περικεφαλαία: 
Ο… ύψιστος βλάκας, στρατηγός κατά κάποιον τρόπο των ηλίθιων. Εξ ου και η προσθήκη της λέξης περικεφαλαία.
Τα τίναξε (τα πέταλα): 
Περιφρονητική φράση, η οποία πηγάζει από την εικόνα ενός αλόγου όταν πεθαίνει: σωριάζεται στο έδαφος με σπασμούς και τινάζει πίσω τα πόδια του, οπότε συχνά τα πέταλα πετάγονται μακριά.
Στο πηγάδι κατούρησα; 
Παραπονεμένη απορία κάποιου, ο οποίος δεν έχει την ίδια μεταχείριση με άλλους. Παλαιότερα, το να κατουράει κάποιος στο πηγάδι από όπου έπαιρνε όλο το χωριό νερό ήταν σοβαρή αιτία περιθωριοποίησης.
Σιγά τον πολυέλαιο: 
Η ειρωνική αυτή έκφραση για κάποιον ο οποίος καυχιέται, έχει τις ρίζες της στον χώρο της εκκλησίας όπου σε μεγάλες γιορτές, ο καντηλανάφτης αφού άναβε τους πολυελαίους τους κουνούσε πέρα –δώθε. Η πλήρης φράση μάλλον ήταν «Σιγά κούνα τον πολυέλαιο (για να μην χυθεί τα λάδι)».(Έχω κάποιες αμφιβολίες για την εξήγηση, πάντως).
Τον έπιασαν στα πράσα: 
Πιθανότατα η φράση γεννήθηκε, όταν κάποια στιγμή κάποιος πιάστηκε να κλέβει σε ξένο περιβόλι.
Το ρίχνω έξω: Την χρησιμοποιούμε για να δηλώσουμε ότι «τα σπάσαμε», όμως αρχικά είχε αρνητική σημασία, και αφορούσε στον απρόσεκτο καπετάνιο ο οποίος αφήνει το πλοίο στην μοίρα του. Παλαιότερα επίσης, την χρησιμοποιούσαν για κάποιον ο οποίος παραμελούσε την εργασία και τις υποχρεώσεις του για να διασκεδάζει.
Τα έχει τετρακόσια: 
Η φράση που λέμε για να τονίσουμε ότι κάποιος έχει μυαλό… ξυράφι, αφορά στον αριθμό των δραμιών που είχε η μία οκά.
Κρατάω το φανάρι: 
Το λέμε για εκείνον που βοηθάει κάποιον στις ερωτικές του «επιχειρήσεις» και πιθανότατα αποτελεί δάνειο από την γαλλική γλώσσα (tenir la chandelle, κρατάω το κερί). Στην πρώτη νύχτα του γάμο των αρχόντων, ένας νεαρός είχε το καθήκον να φωτίζει το δωμάτιο των νεόνυμφων, κρατώντας μια λαμπάδα με την πλάτη λυγισμένη προς το κρεβάτι.(Με την πλάτη γυρισμένη)
Χρωστάει της Μιχαλούς: 
Η προέλευση της φράσης δεν έχει αποσαφηνιστεί. Σύμφωνα με μια διαδεδομένη εκδοχή, η Μιχαλού είχε πανδοχείο στο Ναύπλιο κατά τα πρώτα χρόνια του ελληνικού κράτους και κυνηγούσε ανελέητα όσους της χρώσταγαν. Ωστόσο, σύμφωνα με τον κ. Σαραντάκο, αυτό αποκλείεται αφού η φράση έχει καταγραφεί στην κωμωδία «Κορακιστικά» του 1815. Κατά πάσα πιθανότητα, στη Θράκη και στην Πόλη έλεγαν «Μιχάλη» και «Μιχαλού» τους ελαφρόμυαλους και αυτή είναι η αρχή της φράσης. (Στο βιβλίο μου είχα απλώς εκφράσει επιφυλάξεις, μια και δεν είχα ακόμα βρει την αναντίρρητη απόδειξη της αναφοράς στα Κορακιστικά).
Του μπήκαν ψύλλοι στα αυτιά: 
Πιθανότατα η φράση να προέρχεται από την στάση που παίρνουν οι σκύλοι όταν αισθανθούν ότι κάτι μπήκε στα αυτιά τους. Η ίδια έκφραση υπάρχει και στα Γαλλικά, απαράλλαχτη.

ΠΩΣ ΠΡΟΗΛΘΑΝ ΦΡΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΤΑΚΕΣ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΜΕ ΟΛΟΙ: 
¨ΣΙΓΑ ΤΟΝ ΠΟΛΥΕΛΑΙΟ", "ΠΡΑΣΙΝΑ ΑΛΟΓΑ", "ΤΟΝ ΕΠΙΑΣΑΝ ΣΤΑ ΠΡΑΣΑ" κ.λ.π.
Λέμε συχνά τις φράσεις: "Σιγά τον πολυέλαιο" ή "τον έπιασαν στα πράσα" ή " τι να κάνω εγώ, να μυρίσω τα νύχια μου;" Πώς όμως προήλθαν οι παραπάνω φράσεις καθώς και άλλες παρόμοιες; 
Η απάντηση λίγο πιο κάτω.
«Σιγά Τον Πολυέλαιο»
Τα πρώτα χρόνια μετά την επανάσταση του 1821 και αφού ένα τμήμα της Ελλάδος έγινε ανεξάρτητο κράτος, άρχισε και η λειτουργία της Βουλής. Στην οροφή της κρεμόταν ένας αρκετά βαρύς πολυέλαιος, αλλά όχι ιδιαίτερης αξίας. Οι οπλαρχηγοί, οι οποίοι συνήθιζαν να έρχονται στην αίθουσα των συνεδριάσεων αρματωμένοι, όταν «άναβαν τα αίματα», άρχιζαν να ρίχνουν κουμπουριές προς το ταβάνι, με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος να πέσει ο πολυέλαιος και να τραυματισθούν οι παρευρισκόμενοι. Οι ψυχραιμότεροι λοιπόν, φώναζαν «Προσέξτε τον πολυέλαιο», οι άλλοι απαντούσαν «Σιγά τον πολυέλαιο!» και έτσι, η έκφραση έμεινε. 
«Πράσσειν άλογα» και όχι «πράσινα άλογα» 
Όταν κάποιος σε μία συζήτηση μας λέει πράγματα με τα οποία διαφωνούμε ή μας ακούγονται παράλογα, συνηθίζουμε να λέμε: "Μα τί είναι αυτά που μου λες; Αυτά είναι αηδίες και πράσσειν άλογα!"...Το "πράσσειν άλογα" λοιπόν, δεν είναι πράσινα άλογα όπως πιστεύει πολύς κόσμος, όπως τα μικρά μου πόνυ, αλλά αρχαία ελληνική έκφραση...Προέρχεται απ' το ενεργητικό απαρέμφατο του ρήματος "πράττω" ή/και "πράσσω" (τα δύο τ, αντικαθίστανται στα αρχαία και από δύο σ), που είναι το "πράττειν" ή/και "πράσσειν" και του "άλογο" που είναι ουσιαστικά το ουσιαστικό "λόγος" = λογική (σε μία από τις έννοιες του) με το α στερητικό μπροστά. Α-λογο = παράλογο => Πράσσειν άλογα, το να κάνει κανείς παράλογα πράγματα.
«Αυτός χρωστάει της Μιχαλούς»
Στα χρόνια του Όθωνα, βρισκόταν σε κάποιο σοκάκι στο Ναύπλιο η ταβέρνα της Μιχαλούς. Παραδόπιστη και εκμεταλλεύτρα, από τον καιρό που πέθανε ο άντρας της, είχε μια περιορισμένη πελατεία, που τους έκανε πίστωση για ένα χρονικό διάστημα, μετά το τέλος του οποίου έπρεπε να εξοφληθεί ο λογαριασμός. Αλίμονο σε κείνον που δε θα ήταν συνεπής. Η Μιχαλού, κυριολεκτικά τον εξευτέλιζε. Ανάμεσα σε αυτούς τους οφειλέτες ήταν και ένας ευσυνείδητος που του ήταν αδύνατο να βρει τρόπο να την εξοφλήσει, γιατί δεν είχε εκείνο τον καιρό δουλειά. Μέρα και νύχτα γύριζε ο άνθρωπος τους δρόμους παραμιλώντας. Όταν κανείς ρωτούσε να μάθει τι είχε ο άνθρωπος αυτός, απαντούσαν : «αυτός χρωστάει της Μιχαλούς».
"Τουμπεκί"
«Τουμπεκί» λέγεται τουρκικά ο καπνός για τον αργιλέ, που τον κάπνιζαν στα διάφορα καφενεία της παλιάς εποχής. Τον αργιλέ τον ετοίμαζαν οι «ταμπήδες» των καφενείων και επειδή αυτοί έπιαναν την κουβέντα κι αργούσαν να τον τον πάνε στον πελάτη, εκείνος με τη σειρά του φώναζε: «κάνε τουμπεκί». Όσοι κάπνισαν ναργιλέ ήταν και από φυσικού τους λιγομίλητοι και δεν τους άρεσε η «πάρλα», οι φλυαρίες. Με τις ώρες κρατούσαν στα χείλη τους το «μαρκούτσι» του ναργιλέ, απολαμβάνοντας μακάρια και σιωπηλά το τουμπεκί, που σιγόκαιγε στο λουλά. Και αν κάνεις, που κι αυτός κάπνιζε ναργιλέ δίπλα του, άνοιγε πλατιά κουβέντα, οι μερακλήδες της παρέας του έλεγαν: «Κάνε τουμπεκί», δηλαδή, κάπνιζε και μη μιλάς. Τώρα για το «ψιλοκομμένο» τουμπεκί, ήταν η τέχνη του «ταμπή» να του το προσφέρει ψιλοκομμένο, που ήταν και καλύτερο.
«Τον έπιασαν στα πράσα»
Ο Θεόδωρος Καρράς, ηταν αρχηγός συμμορίας των Αθηνών που έκλεβε σπίτια και καταστήματα. Όταν ένα βράδυ πήγαν να κλέψουν έναν παπά που φήμες έλεγαν ότι είναι πάμπλουτος ο παπάς τον αντιλήφθηκε, τον έπιασε και τον παρέδωσε στην αστυνομία, η οποία στη συνέχεια εξάρθρωσε και όλη τη συμμορία του. Το σπίτι του παπά ήταν περιτριγυρισμένο από κήπο γεμάτο πράσα και εκεί ακριβώς τον έπιασαν.
«Έφαγε / ήπιε τον άμπακο»
'Αμπακος (αντιδάνειο μέσω του ιταλ. abbaco) είναι ο αρχαίος άβαξ, το πινάκιο για τους λογαριασμούς. 'Αμπακος ονομάστηκε επίσης, από τον λαό, το πρώτο ελληνικό βιβλίο πρακτικής αριθμητικής, του Εμμ. Γλυνζωνίου, που τυπώθηκε επί τουρκοκρατίας και θεωρήθηκε ότι περικλείει το άπαν της σοφίας, εξ ου και η παλιά έκφραση "ξέρει τον άμπακο". Σιγά-σιγά, η λ. άμπακος προσέλαβε τη σημασία της μεγάλης ποσότητας γενικώς (π.χ. "του έψαλε τον άμπακο") και τελικά περιορίστηκε στη μεγάλη ποσότητα φαγητού ή πιοτού. "Τί ήρθες να κάμεις, μωρέ αρχοντογούρουνο, και συ στον κόσμο; 'Εφαγες τον περίδρομο, ήπιες τον άμπακα" Καζαντζάκης, Ο Χριστός ξανασταυρώνεται, σ. 225
«Μυρίζω τα νύχια μου».
Aπό την αρχαία τελετουργική συνήθεια, κατά την οποία οι ιέρειες των μαντείων βουτούσαν τα δάχτυλά τους σ' ένα υγρό με βάση το δαφνέλαιο, τις αναθυμιάσεις του οποίου εισέπνεαν καθώς τα έφερναν κατόπιν κοντά στη μύτη τους και μ' αυτό τον τρόπο έρχονταν σε έκσταση και προμάντευαν τα μελλούμενα.
«Τα 'κανε ρόιδο» 
Σε πολλά μέρη της πατρίδας μας υπάρχει η συνήθεια, πριν μπει η νύφη στο σπίτι του γαμπρού, να χτυπάει πάνω στην πόρτα ένα ρόδι χαραγμένο σταυρωτά και ύστερα να το ρίχνει στο πάτωμα, για να σκορπίσουν οι κόκκοι. Έτσι συμβολίζεται η είσοδος στο σπίτι τόσων καλών, όσα και τα σπυριά του ροδιού. Στη Σίφνο συνηθίσουν τη φράση « θέλω να πατήσω το ρούδι που θα πεί για μια νέα "θέλω να παντρευτώ". Τώρα φαντάζεστε, βέβαια, όταν η νύφη πατήσει το ρόδι στο πάτωμα, τι ανακατωσούρα γίνεται με τα σκορπισμένα σπυριά. Από 'δώ λέγεται ότι προήλθε η φράση «τα έκανες ρόιδο», που σημαίνει πως κάποιος αδέξια χειρίστηκε κάποιο ζήτημα και τελικά δεν πέτυχε.
«Του έβαλε τα δυο πόδια σε ένα παπούτσι» 
Ανάμεσα στους διασκεδαστές των ανακτόρων του Βυζαντίου, υπήρχαν και νάνοι. Οι αυτοκράτορες τους είχαν παραχωρήσει παρά πολλά προνόμια. Ήταν εκλεκτοί τους. Τους είχαν ακόμα και σαν συμβούλους αλλά και σαν κατασκόπους. Όταν όμως παρεκτρέπονταν, τους έβαζαν τα δυο πόδια σε ένα παπούτσι και τους αφήναν να κυκλοφορούν έτσι. Η σκληρή αυτή τιμωρία, μπορεί να κρατούσε και έξι μήνες.
«Έφαγα χυλόπιτα» 
Γύρω στα 1815 υπήρχε κάποιος κομπογιαννίτης, ο Παρθένης Νένιμος, ο οποίος ισχυριζόταν πως είχε βρει το φάρμακο για τους βαρύτατα ερωτευμένους. Επρόκειτο για ένα παρασκεύασμα από σιταρένιο χυλό ψημένο στο φούρνο. Όσοι λοιπόν αγαπούσαν χωρίς ανταπόκριση, θα έλυναν το πρόβλημά τους τρώγοντας αυτή τη θαυματουργή πίτα και μάλιστα επί τρεις ημέρες, κάθε πρωί, τελείως νηστικοί. 
"Αλλουνού παπά Ευαγγέλιο" 
Κάποιος παπάς σε ένα χωριουδάκι της Κεφαλλονιάς, αγράμματος, πήγε να λειτουργήσει σ’ ένα άλλο χωριό, γιατί ο παπάς του χωριού είχε αρρωστήσει για πολύν καιρό. Ο παπάς όμως, στο δικό του Ευαγγέλιο, μια και ήταν αγράμματος, είχε βάλει δικά του σημάδια κι έτσι κατάφερνε να το λέει. Εδώ όμως, στο ξένο Ευαγγέλιο, δεν υπήρχαν τα σημάδια, γιατί ο παπάς αυτού του χωριού δεν τα είχε ανάγκη, μια και ήταν μορφωμένος. Άρχισε, λοιπόν, ο καλός μας παπάς, να λέει το Ευαγγέλιο που λέγεται την Κυριακή του Ασώτου. Τοτε κάποιος από το εκκλησίασμα του φώναξε!
-"Τι μας ψέλνεις εκεί παπά; αυτό δεν είναι το σημερινό Ευαγγέλιο...".
- Εμ. Τι να κάνω; απάντησε αυτός. "Αυτό είναι άλλου παπά - Ευαγγέλιο".
Και από τότε έμεινε η φράση!
«Είσαι βλάκας με περικεφαλαία» 
Ο Ιωάννης Κωλέττης, έζησε πολλά χρόνια στη Γαλλία. Εκεί άκουσε μια φράση που την είπε ο Μέγας Ναπολέοντας, του άρεσε και την έφερε στην Ελλάδα κάπως αλλαγμένη. Ο Μέγας Ναπολέοντας είχε πει κάποτε πως: "Διακρίνουμε δύο τύπους στρατιωτών: τους μαχητές, που είναι έξυπνοι και δραστήριοι και τους στρατιώτες, που τους χρησιμοποιούν για τις παρελάσεις και που πρέπει να είναι βλάκες, για να μπορούν να στέκουν ώρες ολόκληρες στους δρόμους και στις πλατείες σαν τα αγάλματα! Σ' αυτές τις παρατάξεις χρησιμοποιούσαν πιο πολύ ρακοφόρους, που φορούσαν περικεφαλαίες με ένα λοφίο από πάνω θυσανωτό (φουντωμένο) και που τους έλεγαν Θωρακοφόρους βλάκες, για να δημιουργηθεί αμέσως η έκφραση: "ΒΛΑΚΑΣ ΣΑΝ ΘΩΡΑΚΟΦΟΡΟΣ". Στην Ελλάδα όμως, επειδή δεν είχαμε τέτοιο σώμα στρατού, την άλλαξε, τη διαμόρφωσε την έκφραση αυτή ο Κωλέττης και την έκανε: "είναι βλάκας με λοφίο" ή βλάκας με πατέντα" δηλαδή με δίπλωμα, όπως μεταφράζεται, η ιταλική λέξη "πατέντα". Τη φράση αυτή τη μεταχειριζόμαστε σε περίπτωση που βλέπουμε ανθρώπους πολύ καθυστερημένους στο μυαλό. 
«Πήραν τα μυαλά του αέρα» 
Αυτή η φράση έμεινε από το Βυζάντιο , που στην πλώρη κάθε μεγάλου Βυζαντινού πλοίου , ήταν τοποθετημένη μία προτομή κεφαλιού λιονταριού ή άλλου θηρίου που είχε το στόμα του διαρκώς ανοιχτό και εκτόξευε "υγρό πυρ" . Για να μπορούσε λοιπόν το υγρό να τινάζεται μακριά έστελναν στο κεφάλι, από έναν σωλήνα με ειδικές φυσούνες, άφθονο αέρα.
«Μιλάει Αλά Μπουρνέζικα» 
Τα μπουρνέζικα είναι γλώσσα φυλής της Σούδας η οποία ήταν στην Ελλάδα μαζί με Τουρκικά στρατεύματα και φυσικά επειδή κανείς Έλληνας δεν τους καταλάβαινε προέκυψε η φράση, αυτοί μιλούν Αλά Μπουρνέζικα και είναι δυο λέξεις όχι μια, κάτι σαν το Αλά Γαλλικά 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Ρόδος στην Ιταλοκρατία 1ο μέρος.

Η Ρόδος στην Ιταλοκρατία 2ο μέρος.

Η Ρόδος στην Ιταλοκρατία 3ο μέρος.

Η Ρόδος επί Ιταλοκρατίας 1920 – 1940

Εγω σωπαίνω....Φτύνω!!!

Μου μιλούν για δικαιοσύνη....οι δικαστές, Μου μιλούν για ηθική...οι αγύρτες, Μου μιλούν για ζωή...οι δολοφόνοι, Μου μιλούν για όνειρα...οι έμποροι, Μου μιλούν για ισότητα...τα αφεντικά, Μου μιλούν για φαντασία...οι υπάλληλοι, Μου μιλούν για ανθρωπιά...οι στρατοκράτες, Εγω σωπάινω....Φτύνω.


ΡΟΔΟΣυλλέκτης: e-mail r.telxinas@yahoo.gr
Δείτε περισσότερες φωτογραφίες στον ΝΕΟ ΡΟΔΟΣυλλέκτη: http://rouvim.blogspot.com

ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ ΤΙΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: http://rouvim.blogspot.com/
ΚΡΗΤΗΝΙΑ: http://www.kritinia.gr/
ΙΣΤΡΙΟΣ: http://istrio.blogspot.com/
ΣΟΡΩΝΗ: http://www.ampernalli.gr/
Dj news: http://fanenos.blogspot.com/
ΠΑΛΜΟΣ: http://www.palmos-fm.gr/
ΕΚΟΦΙΛΜ: http://www.ecofilms.gr/
ΡΑΔΙΟ1: http://www.radio1.gr/
http://www.ksipnistere.blogspot.com/
ΣΦΕΝΤΟΝΑ: http://gipas.blogspot.com/
ΡΟΔΟΣυλλέκτης: http://www.rodosillektis.com/
Η Ομοσπονδία Πολιτιστικών Συλλόγων Ρόδου: http://opsrodou.gr/
ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ: http://www.hamogelo.gr
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ – ΔΕΛΤΙΑ ΤΥΠΟΥ: http://rodosillektis.blogspot.gr/
Ιστοσελίδα του ΡΟΔΟΣυλλέκτη: http://www.rodosillektis.com/
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ: http://www.pnai.gov.gr
ΔΗΜΟΣ ΡΟΔΟΥ: http://www.rodos.gr/el/

Αρχειοθήκη ιστολογίου