Μεγάλη Πέμπτη σήμερα (χθες) και ο Χριστός μας θα σηκώσει το Σταυρό του θα ανέβει το δρόμο του Γολγοθά θα Σταυρωθεί και θα αφήσει την τελευταία του πνοή .
Σαν παιδιά μας φαινόταν λίγο έως πολύ παράξενα όλα αυτά που ζούσαμε την Μεγάλη Εβδομάδα .
Πρωί Μ. Πέμπτης και σε όλο το χωριό κάπνιζαν όλοι οι παραδοσιακοί φούρνοι σκορπώντας μυρωδιές του σκήνου, μπερδεμένες με κανέλλα, σουσάμι και ψωμί ζεστό.
Να είναι καλά η Μάνα μου που τις μυρωδιές αυτές έφτασε να τις μυρίσουν και τα εγγόνια μου, δηλαδή τα δισέγγονα της.
Τα ψωμιά αυτά έπρεπε να μισοψηθούν , να κοπούν κομματάκια και να γίνουν παξιμαϊ (παξιμάδι).
Το παξιμάδι αυτό το βγαζανε από το φούρνο μετά το τέλος της Σταύρωσης του Χριστού και όλη νύχτα κρατς κρουτς μασούσαμε όλοι μικροί και μεγάλοι.
Αν σκεφτεί κανείς και τι πείνα είχαμε από τη νηστεία ήταν για μας ότι καλλίτερο .
Η νεολαία όμως του χωριού μας ξέροντας ότι οι γυναίκες όλες ήταν σίγουρα στην εκκλησία έκαναν επιδρομή στους φούρνους κλέβοντας το παξιμαϊ.
Οι μανάδες μας το ήξεραν και έκλειναν με διάφορους τρόπους την πόρτα του φούρνου αλλά άδικα, νιάτα βλέπεις.
Όσα παξιμάδια γλύτωναν το κλέψιμο τα έφερναν οι γυναίκες στην εκκλησιά και τα μοιραζόμασταν.
Ακόμα και σήμερα ορισμένες γυναίκες φτιάχνουν το παξιμάδι αλλά δυστυχώς τα νιάτα δεν το κλέβουν ποια.
Το βράδυ τις Μ. Πέμπτης όμως για μας τα παιδιά είχε και ένα μυστήριο. Ακούγαμε την μια γυναίκα να ερωτάει την άλλη θα ξημερωθείς; και λαχταρούσαμε και εμείς να έρθει το βράδυ γρήγορα .
Το βράδυ όλοι μαζί πηγαίνοντας για την εκκλησιά παίρναμε και τις κουβέρτες μας και την κουρελού μας .
Όταν τελείωνε η εκκλησιά ανεβαίναμε στον Νάρθηκα ( γυναικωνίτη) στρώναμε χάμω και μας έβαζαν εκεί να κοιμηθούμε εμάς τα παιδιά, και οι μητέρες μας κατέβαιναν όλες και καθόταν δίπλα στο Χριστό.
Όλη νύχτα έλεγαν το μοιρολόι του Χριστού και τα εγκώμια.
Κάθε λίγο πότε η μια πότε η άλλη ανέβαιναν να μας νοιαστούν νομίζοντας ότι κοιμόμασταν.
Που να μας πάρει όμως ο ύπνος εμάς .
Στο νου μας είχαμε άλλα περιμέναμε να δούμε το Χριστό νεκρό και νοιώθαμε και λίγο φόβο.
Το πρωί τα μαζεύαμε θυμιάζαμε το Χριστό και πηγαίναμε σπίτι να πλυθούμε να αλλάξουμε και αρχίσουμε να μαζεύουμε λουλούδια από τις αυλές για τον Επιτάφιο.
Πόσο διαφορετικά φάνταζαν στα μάτια μας όλα αυτά τότε .
Η κάθε ηλικία έχει τη δική τις μαγεία .
Αλήθεια τι θα θυμούνται τα εγγόνια μας και τι θα έχουν να διηγηθούν στα δικά τους εγγόνια αφού σιγά σιγά όλα αυτά ήθη και έθιμα σβήνουν;
Για όλους εσάς όμως που θα έρθετε στο χωριό μας για προσκύνημα τα παιδιά του Πολιτιστικού σας έχουν παξιμάδι.
Ελάτε να το δοκιμάσετε.
ΤΟ ΜΟΙΡΟΛΟΪ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.
Σήμερα μαύρος ουρανός σήμερα μαύρη μέρα
Σήμερα εσταυρώσανε των Πάντων Βασιλεα
Σήμερα έβαλαν βουλή οι άνομοι Εβραίοι
Οι άνομοι και τα σκυλιά και οι τρισκαταραμένοι.
Η Παναγιά η Δέσποινα καθόταν μοναχή της
Τας προσευχάς της έκανε για το Μονογενή της.
Φωνή εξήλθε εξ ουρανού και από Αρχαγγέλου στόμα.
Σώνουν κυρά μου οι προσευχές σώνουν και οι μετάνοιες και τον Υιό Σου πιάσανε και σα φονιά τον πάνε και στου Πιλάτου τας αυλάς εκεί τον τυρανάνε.
Η Παναγιά ως τάκουσε έπεσε και λιγώθει.
Σταμνί νερό τις ρίχνουνε τρία κανάτια μόσχο και τρία το ποδόσταμο για να της έρθει ο νους της.
Και σαν τις ήρθε ο λογισμός και σαν της ήρθε η γνώση ζητά μαχαίρι να σφαγεί γκρεμνό να πάει να πέσει.
Λαβε κυρά μου υπομονή λαβε κυρά μου ανέση.
Αν λάβεις Συ υπομονή θα λάβει όλος ο κόσμος.
Η Μάρθα και η Μαγδαληνή και του Χριστού η μάνα και του Ιάκωβου η αδελφή και οι τέσσερεις αντάμα παίρνουν τη στράτα το στρατί - στρατί το μονοπάτι.
Και το στρατί τους έβγαλε εις του Πιλά την πόρτα.
Βρίσκουν την πόρτα σφαλιστή και τα κλειδιά παρμένα.
Η πόρτα από το φόβο της ανοίγει μοναχή της.
Τηρούν δεξιά τηρούν ζερβά κανένα δεν εβλέπουν.
Τηρούν και δεξιότερα βλέπουν τον Άγιο Γιάννη.
Άγιε μου Γιάννη δάσκαλε και βαπτιστή του Γιου μου.
Μην ειδές τον υιόκα μου και σε διδάσκαλο σου;
Εσύ που τον εγένησες και δεν τον εγνωρίζεις και μένα που ήταν Δάσκαλος πώς να τον εγνωρίσω;
Βλέπεις εκείνο Τον γυμνό Τον παραπονεμένο όπου φορεί πουκάμισο στο αίμα βουτηγμένο όπου φορεί στην κεφαλή αγκάθινο στεφάνι όπου φορεί στα πόδια του τα βάτα για σανδάλια;
Εκείνος είναι ο γυιόκας σου και με διδάσκαλος μου.
Η Παναγιά πλησίασε κοντά και τον ερωτάει.
Δε μου μιλάς παιδάκι μου δε μου μιλάς παιδί μου;
Τι να σου πω μανούλα μου που διάφορο δεν έχω.
Μόνο το Μέγα Σάββατο κοντά στο μεσημέρι που θα λαλήσει ο πετεινός σημάνουν οι καμπάνες τότε και Εσύ μανούλα μου θάχεις χαρές μεγάλες.
Πάνε να στρώσης τράπεζα να φαν τα πεινασμένα πάνε να λούσεις τα άλουστα που θλίβονται για μένα.
Όποιος τα λέει σώνεται και όποιος τα ακούει αγιάζει και όποιος τα καλοφουγκραστεί Παράδεισο θα πάρει Παράδεισο και Λίβανο από τον Άγιο Τάφο.
ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΥΓΕΙΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου