Αλλαγή πλεύσης του Ιστολογίου “ΡΟΔΟΣυλλέκτης”

Το Ιστολόγιο του ΡΟΔΟΣυλλέκτη, απευθύνεται σε όσους αγαπούν τον τόπο τους… εδώ είναι λοιπόν και περιμένει τα δελτία για τις εκδηλώσεις και τις δράσεις των Πολιτιστικών Συλλόγων αλλά και ότι αφορά τον τόπο μας – ακόμα και την πολιτική… Το Email μας είναι: r.telxinas@yahoo.gr

Κυριακή 8 Μαρτίου 2020

Παλιά παραδοσιακά ξεχασμένα παιχνίδια μας…

Παραδοσιακά παιχνίδια ονομάζονται τα παιχνίδια που έπαιζαν οι παλαιότεροι και μεταφέρονται από γενιά σε γενιά με προφορική περιγραφή ή επίδειξη των μεγαλύτερων προς τους μικρότερους. 
Τα παραδοσιακά παιχνίδια είναι ομαδικά (κρυφτό, μακριά γαϊδούρα, τυφλόμυγα, το μαντίλι, κ.ά.). Υπάρχουν και κάποια που αρχικά ενδέχεται να μοιάζουν ατομικά, αλλά τελικά αποδεικνύονται ομαδικά, καθώς παίζονται διαδοχικά από κάθε ένα παιδί μέσα στην ομάδα. Αυτά έχουν σχέση περισσότερο με την τεχνολογία της κάθε εποχής και τις δεξιότητες των παιδιών, όπως η σφεντόνα, η σβούρα, το τσιλίκι, κ.ά. 
Κάθε παραδοσιακό παιχνίδι εκφράζει την εποχή και την κοινωνία που το δημιούργησε (κοινωνικές σχέσεις, οικονομική κατάσταση, πολιτιστικές αξίες, τεχνολογία, αντιλήψεις για την πολιτική, τον πολιτισμό, το φύλο, τις σχέσεις με τους άλλους λαούς). 
Πολλά παραδοσιακά παιχνίδια παραλλάσσονται και ξεπερνούν τα σύνορα των κρατών και εμφανίζονται σε διάφορους λαούς, όπως το κρυφτό, το κυνηγητό, η μπάλα, το σχοινάκι, οι βώλοι, κ.ά. Για παράδειγμα, το παιχνίδι κουτάκια ή τρικαμούτσι ή κεραμιδάκια, είναι ένα παραδοσιακό παιχνίδι που παίζεται από Τσιγγάνους, Ρώσους και Βλάχους στα Βαλκάνια. 
Πηγές 
Διαμαντόπουλος Δ. (2009), Το Παιχνίδι, εκδόσεις Π. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη. 
Μπάδα, Κ. (1992), «Το Παιχνίδι στην Παραδοσιακή Ελληνική Κοινωνία», Εθνογραφικά 9(1993), σελ. 73-81. 

Παλιά ξεχασμένα παιχνίδια 
Παιχνίδια που παίζαμε παλιά στις αυλές και στους δρόμους. 

Τα χελωνάκια 
Τα χελωνάκια είναι παιχνίδι που παίζεται με μπάλα. 
Παίζεται με δύο και πάνω παιδιά. Πρέπει να υπάρχει τοίχος. Τα παιδιά που το παίζουν μπαίνουν σε σειρά και κάνουν «ουρά». 
Όταν έρχεται η σειρά ενός παιδιού πετάει την μπάλα στον τοίχο και πηδάει για να περάσει η μπάλα κάτω απ’ τα πόδια του. Εάν τον ακουμπήσει η μπάλα, καίγεται και πάει και στέκεται όρθιος μπροστά στον τοίχο. Αν καούν όλοι και μείνει μόνο ένας τότε δίνει την μπάλα σ’ εκείνον που κάηκε πρώτος. Εκείνος παίρνει την μπάλα και τη χτυπάει στον τοίχο. Αν την πιάσει αυτός που δεν κάηκε ο άλλος που κάηκε βαράει άλλες δύο φορές. Άμα δεν μπορέσει να βγει ο πρώτος που κάηκε συνεχίζει ο δεύτερος και πάει λέγοντας. Εάν κάποιος μπορέσει και βγει τότε συνεχίζει με αυτόν που είναι έξω. Αν καεί κάποιος απ’ τους δύο τότε αρχίζουν πάλι τα ίδια. 

Το τσιλίκι 
Παίζεται με ένα μικρό ξύλο που από τις δύο μεριές είναι μυτερό. 
Με ένα άλλο ξύλο, πιο μεγάλο, χτυπάμε στη μια άκρη και 
όποιος το πηγαίνει πιο μακριά είναι νικητής. 

Τα βαρελάκια 
Κάθονταν όλοι σε απόσταση και σκυμμένοι ο ένας πιο ψηλά από τον άλλο.
Ένα παιδί άρχιζε να πηδά από τον έναν στον άλλο. 
Έβαζε τα χέρια του στην πλάτη του παιδιού και αν τον ακουμπούσε λίγο, έχανε.
Άμα δεν έχανε, έμπαινε πρώτος στη σειρά και συνέχιζε ο τελευταίος. 

Οι κούκοι 
Τρεις παίχτες πήγαιναν από μια μεριά και στήνανε » κούκους » (με μεγάλες πέτρες).
Σε μεγάλη απόσταση από αυτούς πήγαιναν άλλοι τρεις και κάνανε το ίδιο.
Ο κάθε ένας από κάθε ομάδα έπαιρνε τρεις πέτρες και προσπαθούσε να πετύχει
τους » κούκους «. Όποιος δεν πετύχαινε τους «κούκους» πήγαινε στην άλλη ομάδα και έπαιρνε έναν στην πλάτη του. 
Αν δεν τα κατάφερνε και τον έριχνε στη διαδρομή, τότε έχανε και η ομάδα του. 

Τα μανιταράκια 
Τα μανιταράκια παίζονται από τέσσερα άτομα και πάνω. Τα παιδιά βγάζουν κάποιον να «φυλάει». Αυτός μετράει μέχρι το δέκα και αρχίζει να κυνηγάει. Όταν πάει να πιάσει κάποιο παιδί, τότε αυτό το παιδί κάθε¬ται κάτω. Έτσι εκείνος που κυνηγάει δεν μπορεί να το πιάσει.
Για να ξανασηκωθεί κάποιο παιδί πρέπει κάποιο άλλο παιδί να περάσει από πάνω του. Όταν όλοι έχουν κάτσει κάτω και μείνει μόνο ένας όρθιος, αυτός δεν πρέπει να κάτσει κάτω γιατί θα τα «φυλάει». 
Αν καταφέρει να πιάσει αυτόν που έμεινε τον κάνει να φυλάει αυτός. Ενώ αν καταφέρει, αυτός που έμεινε όρθιος, να περάσει πάνω από κάποιο παιδί, το παιχνίδι συνεχίζεται.
Τον πρώτο τελικά που θα καταφέρει να πιάσει, θα είναι ο επόμενος που θα τα φυλάει. 

Κορώνα ή γράμματα 
Ο αρχηγός μιας ομάδας ρωτάει τον άλλο αρχηγό: Τι θέλεις κορώνα ή γράμματα; Κι αυτός διαλέγει. Ο πρώτος ρίχνει στριφτά το κέρμα (νόμισμα) στον αέρα. Μόλις πέσει κάτω, κοιτάζουν ποια όψη είναι από πάνω κερδίζει δε και παίζει πρώτος εκείνος που μάντεψε την κορώνα ή τα γράμματα. 

Ποντικάκι 
– Ποντικάκι, έβγα έξω.
– Δε θα βγω.
– Έχω κρέας να σου δώσω.
– Δεν το θέλω.
– Κι αν σε πιάσω;
– Πιάσε με.
(Τα παιδιά κυνηγιούνται. Αυτός που θα το πιάσει γίνεται ποντικάκι) 

Τα τσιγαροποτά 
Τα τσιγαροποτά είναι σαν κυνηγητό. Διαλέγουμε έναν παίκτη για να κυνηγήσει όλους τους άλλους. Όταν ο παίκτης κυνηγήσει έναν άλλον, τότε ο άλλος μπορεί να πει μία μάρκα ποτού ή τσιγάρου και να μείνει ακίνητος, έτσι ώστε ο παίκτης που κυνηγάει να μη μπορεί να τον πιάσει. Αν οι περισσότεροι παίκτες έχουν πει μάρκες (ποτών ή τσιγάρων) και είναι ακίνητοι, οι υπόλοιποι μπορούν να ακουμπήσουν έναν από τους παίκτες και να πουν την λέξη «νερό». Με αυτόν τον τρόπο ελευθερώνουν τους παίκτες που έχουν πει μάρκες (ποτών ή τσιγάρων ). Αυτό γίνεται μέχρι ο παίκτης που κυνηγάει πιάσει όλους τους άλλους που παίζουν. 

Ήλιος ή βροχή 
Ο ένας αρχηγός παίρνει μια πλακίτσα (κομματάκι πλακερής πέτρας) τη φτύνει στη μια μεριά (όψη) και ρωτάει τον δεύτερο αρχηγό: Τι θέλεις, ήλιο ή βροχή; (άβρεχη ή βρεγμένη) κι εκείνος δηλώνει. 0 πρώτος ρίχνει στριφτά την πλακίτσα στον αέρα και πέφτει στη γη με τη μια όψη. Κερδίζει εκείνος που μάντεψε. 

Πίκο Πίκο 
Ένας τα φυλάει και ένα από τα παιδιά βαράει μια μπάλα που έχουν τοποθετήσει μέσα σε κύκλο. Μόλις χτυπηθεί η μπάλα, αυτός που φυλάει τρέχει να την πιάσει ενώ οι άλλοι κρύβονται.
Πιάνει τη μπάλα και την στήνει πάλι μέσα στον κύκλο. Αμέσως ξενινάει να ψάχνει τους άλλους. Όταν ανακαλύψει κάποιον πάει στον κύκλο, σηκώνει το πόδι του πάνω από τη μπάλα και λέει : «πίκο πίκο» στο όνομα αυτού που είδε. 
Αν όμως όσο ψάχνει προλάβει κάποιος να βαρέσει τη μπάλα ελευθερώνονται όλοι και τα ξαναφυλάει πάλι ο ίδιος. 
Τελειώνει το παιχνίδι όταν ανακαλύψει όλους όσους κρύβονται. 

Βάδισμα 
Οι αρχηγοί των δυο ομάδων βαδίζουν ο ένας απέναντι του άλλου συγχρόνως, από απόσταση 2-3 μέτρων και μετρούν με τα πόδια τους κολλημένα εναλλάξ 1, 2, 3, 4 κτλ. ώσπου να κολλήσουν (ενωθούν) τα δάχτυλα των ποδιών τους. Κερδίζει εκείνος που τα δάχτυλα του ποδιού του θα πλησιάσουν γρηγορότερα στα δάχτυλα του άλλου. 

Βασιλιά Βασιλιά με τα 12 σπαθιά 
Ένα παιδί γίνεται βασιλιάς. Τα υπόλοιπα του φωνάζουνε όλα μαζί
-Βασιλιά, βασιλιά με τα δώδεκα σπαθιά! Τι δουλειά;
Απαντάει ο βασιλιάς
– Τεμπελιά.
Και τα παιδιά λένε
– Ας αρχίσουμε δουλειά!
Τα παιδιά προσπαθούν να δείξουν με νοήματα και κινήσεις στον βασιλιά, μια δουλειά που αποφάσισαν από πριν, να κάνουν.
Ο βασιλιάς πρέπει να μαντέψει τη δουλειά. 

Τα κοκόρια 
Τα παιδιά σχηματίζουν μικρούς κύκλους κάτω στο έδαφος. 
Σε κάθε κύκλο μπαίνουν μέσα δύο παιδιά, με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος τους. Προσπαθούν να σπρώξουν το ένα το άλλο μόνο με το πλάι και χωρίς την επέμβαση των χεριών. Όποιο παιδί κατορθώσει να βγάλει τον αντίπαλό του έξω από τον κύκλο, κέρδισε. Το παίζουν παιδιά της προσχολικής ηλικίας. 

Το κρυφτό 
Ένα παιδί με το πρόσωπο σε τοίχο ή δέντρο, μετράει ως το 100 ανά 5. Μόλις τελειώνει το μέτρημα προσπαθεί να βρεί τους κρυμμένους. Αν κάποιος προλάβει και πάει στο μέρος που καθόταν αυτός που μετράει και φωνάξει φτου ξελευθερία σε όλους, τότε ελευθερώνονται όλα τα παιδιά. Ξαναφυλάει ο ίδιος. Αν αυτός που φυλάει τους δει και τους φτύσει όλους, ο πρώτος που θα βρει τα φυλάει. 

Το κυνήγι της αλεπούς 
Τα παιδιά ρίχνουν κλήρο ποιο θα είναι η αλεπού. Η αλεπού πρέπει να είναι εφοδιασμένη με είκοσι πέντε χαρτονάκια αριθμημένα. 
Ξεκινά και παίρνει ένα δρόμο. Περπατώντας κρύβει τα χαρτονάκια κάτω από μια πέτρα ή ανάμεσα στα χόρτα. 
Μετά από λίγη ώρα, τα σκυλιά, δηλαδή οι υπόλοιποι παίκτες, ξεκινούν. Όταν κάποιος από τους σκύλους ανακαλύψει ένα χαρτονάκι από αυτά που έχει κρύψει η αλεπού, φωνάζει και τους άλλους παίκτες κοντά του. Κοιτάζουν τον αριθμό του χαρτονιού. Το παιδί που θα βρει το μεγαλύτερο αριθμό στη διάρκεια της ανίχνευσης, μπαίνει εκείνο αρχηγός του παιχνιδιού και το διευθύνει. 
Την αλεπού δεν μπορούν να την πιάσουν, ακόμα κι αν την προλάβουν. Αυτό γίνεται, όταν οι παίκτες δεν έχουν βρει όλα τα χαρτονάκια. Όταν τελειώσουν τα χαρτονάκια της αλεπούς, τρέχουν τα σκυλιά να την πιάσουν κι όταν την πιάσουν, τελειώνει το παιχνίδι. 

Ο δολοφόνος 
Αυτό το παιχνίδι παίζεται με τέσσερα ή περισσότερα παιδιά που κάθονται σ’ ένα κύκλο. Το πρώτο παιδί σηκώνεται και ψιθυρίζει σ’ ένα παιδί τη λέξη «δολοφόνος» , σ’ ένα άλλο παιδί τη λέξη «αστυνόμος» και στα υπόλοιπα παιδιά τη λέξη «θύμα». 
Μετά, το πρώτο παιδί φεύγει από το παιχνίδι και ο «δολοφόνος» κλείνει το μάτι σ’ ένα άλλο παιδί. Αν το παιδί είναι ο «αστυνόμος» τότε συλλαμβάνει τον «δολοφόνο». Αν είναι «θύμα» τότε το «σκοτώνει» ο «δολοφόνος». Το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι ο «δολοφόνος» να «σκοτώσει» όλα τα «θύματα» ή ο «αστυνόμος» να τον συλλάβει. 

Το λιοντάρι 
Το παιχνίδι αυτό παίζεται με πολλά παιδιά και το προτιμούν τα κορίτσια.
Σχηματίζονται δυο σειρές, που η μια έχει δύο κορίτσια και η άλλη 5 – 7.
Ένα από τη σειρά με τα δυο κορίτσια λέει στις άλλες:
– Πολλές πέρδικες που ‘χεις εσύ κι εγώ καμιά δεν έχω.
Μια από τη σειρά με τα 5 κορίτσια απαντά:
– Αν έχω κι αν δεν έχω, σένα δε σου δίνω.
– (Το ένα): Θα στείλω το λιοντάρι μου να ‘ρθει ν’ αρπάξει μια
– (Το άλλο): Για στείλε το, για στείλε το
κλοτσιές που θε να φάει…
Τότε, βγαίνει από τη γραμμή των δύο κοριτσιών η μία και προσπαθεί τρέχοντας να σπάσει τα χέρια της σειράς των πέντε κοριτσιών και να πάρει ένα. 
Αυτό επαναλαμβάνεται, ώσπου η ομάδα που έχει δυο κορίτσια να κατορθώσει να πάρει όλα της άλλης ομάδας. 

Η μικρή Ελένη 
Στο κέντρο κάθεται ένα παιδί που παίρνει εκείνη τη στιγμή το όνομα της μικρής Ελένης. Οι υπόλοιποι κάνουν ένα κύκλο και γυρνούν γύρω γύρω τραγουδώντας: «Η μικρή Ελένη κάθεται και κλαίει γιατί δεν την παίζουν οι φιλενάδες της. Σήκω επάνω, κλείσε τα ματάκια σου και πιάσε όποιον θες.» Εκείνη τη στιγμή η Ελένη πιάνει ένα παιδί και πρέπει με κλειστά τα μάτια να βρει ποιος είναι. Ύστερα μπαίνει μέσα αυτός που είχε πιάσει η μικρή Ελένη. 

Πέντε ποντικοί, δεκαοχτώ νυφίτσες 
– Πέντε ποντικοί, δεκαοχτώ νυφίτσες
– γάμο κάνανε κοντή, νεραντζούλα φουντωτή
– Γάμο κάνανε, παντρεύαν τη χελώνα
– και της δίνανε κοντή νεραντζούλα φουντωτή
– Και της δίνανε ένα κλωνί σιτάρι
– και τ’ αλέθανε κοντή νεραντζούλα φουντωτή
– Και τ’ αλέθανε στου ψύλλου το ποδάρι
– βάζει ο ψύλλος μια φωνή, το ποδάρι μου πονεί
– Τρέξτε όλοι οι γειτόνοι, γιατ’ ο ψύλλος δε γλιτώνει
– Ένας ποντικός τον κυρ γιατρό φωνάζει
– έλα μέσα κυρ γιατρέ, κάθισε στον καναπέ
– για να πιεις καφέ
– Να διατάξεις αλοιφή
– για του ψύλλου την πληγή 
(Τα παιδιά χωρίζονται σε δυο ομάδες αντικριστά. Η κάθε ομάδα δένεται με τα χέρια σταυρωτά και λέει από ένα στίχο. Η ομάδα που λέει το στίχο κάνει δυο – τρία βήματα μπροστά στο μισό στίχο και στον άλλο μισό γυρίζει στη θέση της). 

Η αμπάριζα 
Τα παιδιά χωρίζονται σε δύο ισάριθμες ομάδες. Η κάθε ομάδα έχει την έδρα της που ονομάζεται Μάνα. Σκοπός του παιγνιδιού είναι ο ένας να ακουμπήσει τον άλλο. Θα πρέπει όμως πριν από τον άλλο να έχει ήδη ακουμπήσει τη μάνα, να φωνάξει «παίρνω αμπάριζα και βγαίνω» και μετά να προσπαθήσει να ακουμπήσει τον άλλο. Αν το καταφέρει τότε ο άλλος γίνεται αιχμάλωτος της ομάδας. Σκοπός του παιχνιδιού είναι να αιχμαλωτίσει η μια ομάδα τα παιδιά της άλλης. 

Σχοινάκι 
Παίζουν όσα παιδιά θέλουν, αλλά όχι πάρα πολλά. Δύο παιδιά βγαίνουν έξω και γυρνάν το σχοινάκι. Τα υπόλοιπα παιδιά πηδούν. Όποιο μπερδευτεί στο σχοινάκι, χάνει, βγαίνει έξω και γυρνάει το σχοινί. Ο άλλος που γυρνούσε, μπαίνει μαζί με τα άλλα παιδιά και έτσι το παιχνίδι συνεχίζεται. 
Τα άλογα (Θεσσαλία) Η πυροστιά (Μακεδονία) 

Γελαδίτσα (Ήπειρος) 
Τα παιδιά χωρίζονται σε δυο ομάδες με κλήρο. Η πρώτη ομάδα καβαλικεύει τη δεύτερη και ύστερα μπαίνουν στη σειρά, ο ένας πίσω απ’ τον άλλο. Ο πρώτος της ομάδας που είναι καβάλα παίρνει την μπάλα και τη ρίχνει στον πίσω του, εκείνος πάλι στον πίσω του, ως τον τελευταίο. Αν κανείς αφήσει την μπάλα να πέσει, τότε καίγεται και το παιχνίδι συνεχίζεται με τους υπόλοιπους. Στο δεύτερο παιχνίδι οι θέσεις αλλάζουν. Σε ορισμένες παραλλαγές, αν κανείς αφήσει την μπάλα να πέσει, τότε γίνεται άλογο και εκείνος που τον βαστάει γίνεται καβαλάρης. Νικήτρια βγαίνει η ομάδα εκείνη που θα της πέσει λιγότερες φορές η μπάλα. 

Η σβούρα 
Είναι ξύλινη και στην κάτω άκρη έχει ένα μεταλλικό καρφί. Μπορεί να περιστραφεί με δύο τρόπους
Με ένα σχοινάκι που τυλίγεται ελλειπτικά και τραβιέται απότομα ή 
Στρίβοντας το κεφάλι τηςμε τα δάκτυλα. 
Όποια σβούρα γυρίζει περισσότερη ώρα από τις άλλες είναι νικήτρια. 

Ο λύκος και το αρνί 
Τα παιδιά σχηματίζουν κύκλο πιασμένα απ’ τα χέρια. Ένα παιδί κάνει τον λύκο, που στέκει απ’ έξω, και άλλο το αρνί. Ο λύκος κοιτάζει αγριωπά το αρνί και λέει: «Αν μπω μέσα;». «Αν βγω έξω;» λέει τ’ αρνί. Μπαίνει λοιπόν ο λύκος μέσα στον κύκλο και το αρνί βγαίνει και ο λύκος το κυνηγάει. Ο λύκος επιτρέπεται να πιάσει το αρνί μόνον, όταν είναι έξω από τον κύκλο. Μέσα στον κύκλο δεν επιτρέπεται. 
Σε παραλλαγή του ίδιου παιχνιδιού ο λύκος και τ’ αρνί βρίσκονται μέσα στον κύκλο, αλλά του λύκου του δένουν τα μάτια και κυνηγάει το αρνί στα τυφλά. Πότε – πότε ένα παιδί του κύκλου τραβάει το αυτί του αρνιού και τότε εκείνο κάνει: «Μπεε!» και ο λύκος κατατοπίζεται πού βρίσκεται και προσπαθεί να το πιάσει. 

Περνά περνά η μέλισσα 
Τα παιδιά εκλέγουν δύο αρχηγούς. Αυτοί οι δύο ονομάζονται με κάτι γλυκό ή σπουδαίο ή καλό (εγώ είμαι το δαχτυλίδι, λέει ο ένας με την διαμαντόπετρα, εγώ είμαι ένα ωραίο παγωτό με κρέμα, σοκολάτα και μπόλικο σιρόπι λέει ο άλλος, ή εγώ είμαι ο Παρθενώνας, εγώ είμαι ο ναός του Σουνίου). 
Τότε στέκονται ο ένας απένταντι στον άλλον και τα υπόλοιπα παιδιά κάνουν μία ουρά και τα δύο παιδιά χτυπούν τα χέρια τους ψηλά σαν αψίδα να περάσουν οι άλλοι απο κάτω τραγουδώντας: «Περνά περνά η μέλισσα με τα μελισσότπουλα και με τα παιδόπουλα, παιδόπουλα». Σταματούν σ’ ένα παιδί που περνάει εκείνη τη στιγμή κάτω απο την αψίδα και του λένε μυστικά στ’ αυτί αυτό που έχουν βάλει ότι είναι να διαλέξει.
Αυτό του το λέει ο ένας συνήθως χωρίς να πει, ποιός είναι τι. Οταν το παιδί ζητήσει «το παγωτό» (ας πούμε) πηγαίνει πίσω απ’ αυτόν που έχει ονομαστεί «παγωτό» και τον κρατά απο τη μέση. 
Το ίδιο επαναλαμβάνεται για όλα τα παιδιά να διαλέξουν. Ετσι γίνονται δύο αλυσίδες. Πιάνονται οι αρχηγοί απο τα χέρια και τραβιούνται απο τα πίσω παιδιά. Οποια ομάδα τραβήξει την άλλη κερδίζει. 

Σπασμένο τηλέφωνο 
Το παιχνίδι παίζεται με όσους παίχτες θέλετε. Τα παιδιά κάθονται στη σειρά και ο πρώτος λέει μία λέξη στο αυτί του δεύτερου, ο δεύτερος στον τρίτο, … έτσι ώστε να φτάσει στον τελευταίο. Αν ο τελευταίος βρει την αρχική λέξη, τότε πηγαίνει μπροστά και λέει τη δική του. 

To γερμανικό 
Στο γερμανικό υπάρχουν δύο εξωτερικοί παίκτες και οι υπόλοιποι εσωτερικοί. Οι εξωτερικοί προσπαθούν να σημαδέψουν τους μέσα παίκτες, χωρίς η μπάλα να σκάσει κάτω. Αν ο εσωτερικός παίκτης πιάσει την μπάλα, παίρνει τη θέση του εξωτερικού που την έριξε. Παλιά οι μανάδες φτιάχνανε μπάλες από παλιές κάλτσες που τις γέμιζαν με κουρέλια και μετά τις έραβαν. 

Τα τσιγκάκια 
Τάπες ή καπάκια από πορτοκαλάδες. Με τα λιγότερα δυνατά κτυπήματα πρέπει να διανύσουν μια απόσταση συγκεκριμένη ως προς το μήκος και το φάρδος του διαδρόμου. 
Στρατιωτάκια ακούνητα, ακίνητα κι αγέλαστα 
Η ομάδα των παιδιών τα βγάζει για να δούνε ποιος τα φυλάει και αυτό στέκεται σε απόσταση με το πρόσωπο στον τοίχο λέγοντας: » Στρατιωτάκια ακούνητα, αμίλητα και αγέλαστα». Μόλις αυτός γυρίσει προς τα παιδιά που βρίσκονται σε απόσταση πίσω απο την πλάτη του και κάνουν διάφορες κινήσεις πρέπει να μείνουν ακίνητα. 
Εκείνος τότε θα περιδιαβεί ανάμεσά τους με σκοπό να τα κάνει να κουνηθούν ή να γελάσουν, χωρίς όμως να τ’ ακουμπήσει. Αν κάποιος κουνηθεί τον βγάζει απο το παιγνίδι. Το ίδιο επαναλαμβάνεται μέχρι να μείνει ο τελευταίος, ο οποίος και καλείται να τα φυλάξει. 

Οι μπίλιες (γκαζάκια ή γκαζές) 
Η καλή μπίλια λέγεται μάνα. Τα παιδιά βάζουν μαζί τις μπίλιες σε σειρά ή όπως αλλοιώς θέλουν. Το κάθε παιδί προσπαθεί με τη μάνα του να βγάλει έξω από τη σειρά όσο το δυνατόν περισσότερες μπίλιες. Ο νικητής παίρνει μία μπίλια από κάθε παίκτη. 

Το κυνήγι του χαμένου θησαυρού 
Τα παιδιά χωρίζονται σε 3-4 ομάδες και ο οργανωτής του παιχνιδιού φρόντιζει να κρύψει κάποιον ΄θησαυρό’ σε κάποιο σημείο του σπιτιού.
΄Ολες οι ομάδες παίρνουν ένα χαρτί που δείχνε κάποιο σημείο στο σπίτι με έναν γρίφο.
Οποιος λύσει σωστά το γρίφο και πηγαίνει στο σωστό σημείο και εκεί βρίσκει ένα άλλο χαρτί, με έναν άλλο γρίφο και μετά άλλο γρίφο, μέχριτελικά να βρεθεί ο θησαυρός. 

Τυφλόμυγα Δωδεκανήσου 
Ένα παιδί βγαίνει με κλήρο τυφλόμυγα και ένα άλλο παιδί κάνει τη μάνα. Δένουν τα μάτια της τυφλόμυγας μ’ ένα μαντήλι κι ενώ τα άλλα παιδιά στέκονται γύρω, η μάνα την κρατάει από το ρούχο της και της κάνει μια βόλτα, διαλαλώντας: 
– Πουλώ, πουλώ, τυφλόμυγα πουλώ! 
– Πόσο, πόσο την πουλείς, 
που να μη τηνε χαρείς; 
– Ένα μόδι τραχανά 
κι ένα κόσκινο αυγά 
κι ως τα βρεις κι ως ημπορείς 
να τα πιάσεις και να ‘ρθεις! 
Με τα λόγια αυτά η μάνα σπρώχνει την τυφλόμυγα προς τ’ άλλα παιδιά κι εκείνα την τριγυρίζουν και αρχίζουν να την πειράζουν. Αν η τυφλόμυγα καταφέρει να πιάσει κανένα, τότε γίνεται εκείνο με τη σειρά του τυφλόμυγα. 
Η αλεπού ή πιάνω ξύλο 
Τα παιδιά ορίζουν με ξύλο αυτόν που θα τα φυλάει και θα κάνει την αλεπού. Ύστερα σχηματίζουν όλα έναν κύκλο και κάθονται γύρω – γύρω με την αλεπού στη μέση. Μετρούν ως τα τρία και τότε η αλεπού φωνάζει: «Βγαίνω!» και αρχίζει να τα κυνηγάει. Μόλις ένα παιδί δει πως κινδυνεύει να το πιάσουν, τρέχει και πιάνει μια πόρτα, ένα δέντρο, ένα παράθυρο ή οτιδήποτε άλλο από ξύλο και φωνάζει: «Πιάνω ξύλο!» οπότε η αλεπού πρέπει να κυνηγήσει ένα άλλο. Αν τύχει και έχουν πιάσει το ίδιο ξύλο δυο ή περισσότερα παιδιά, πρέπει να σκορπιστούν, γιατί μόλις τα ιδεί η αλεπού τους φωνάζει: «Σκουλήκιασες! Σκουλήκιασες!» και μπορεί να πιάσει όποιον απ’ αυτούς θέλει, έστω κι αν κρατούν ξύλο. Το παιχνίδι συνεχίζεται, ώσπου να πιάσει κάποιον η αλεπού. 

Γάτος και ποντικός 
Οι παίκτες σχηματίζουν ένα κύκλο, εκτός από δυο που στηρίζουν τα χέρια τους ο ένας πάνω στους ώμους του άλλου. Από τα δυο παιδιά που μείνανε έξω από τον κύκλο, ο ένας κάνει τον ποντικό και ο άλλος το γάτο. 
Ο ποντικός στέκεται στο ένα μέρος του κύκλου και ο γάτος στο απέναντι. Όταν δοθεί το σύνθημα για ν’ αρχίσει το παιχνίδι, ο γάτος προσπαθεί να πιάσει τον ποντικό που τρέχει γύρω από τον κύκλο των παιδιών. Αν, σε χρονικό διάστημα λεπτών, μετά το σύνθημα ο γάτος δεν μπορέσει να πιάσει τον ποντικό, τότε ο ποντικός είναι ο νικητής. 
Το παιχνίδι συνεχίζεται με τον ίδιο τρόπο, αλλά τους ρόλους του γάτου και του ποντικού τους παίζουν άλλα παιδιά. 

Τυφλόμυγα Θράκης 
Παίρνουν ένα μακρύ σχοινί και ενώνουν τις δυο άκρες. Ύστερα τα παιδιά πιάνονται γύρω – γύρω από το σχοινί και με τα δυο χέρια σχηματίζοντας κύκλο. Έχουν ορίσει από πριν με κλήρο ή λάχνισμα ποιο παιδί θα κάνει την τυφλόμυγα και το βάζουν στη μέση, αφού του δέσουν τα μάτια. Εκείνο γυρίζει μέσα στον κύκλο και προσπαθεί να πιάσει κανένα από τα παιδιά , που κρατώντας πάντα το σχοινί γυρίζουν γύρω – γύρω λέγοντας διάφορα πειράγματα. 

Μακριά Γαϊδούρα 
Τα παιδιά σκυφτά το ένα μετά το άλλο, κολλημένα, κάνουν μια γραμμή. Άλλα παιδιά, που δεν είναι στη γραμμή, πηδούν, ποιος θα φτάσει πρώτος στην πλάτη του πρώτου. Όσοι δεν τα καταφέρνουν και πέφτουν χάνουν. 

το τζαμί 
Έφτιαχναν με πανιά μια μπάλα κι έπειτα σε ένα χώρο έφτιαχναν ένα κέντρο κι εκεί έβαζαν στρογγυλές κεραμίδες. Μετά έκαναν δυο ομάδες. Η μια στεκόταν σε κάποια απόσταση (όριο) και η άλλη ομάδα ήταν στις κεραμίδες. Άμα η μπάλα έριχνε τις κεραμίδες, η ομάδα που ήταν εκεί χωριζόταν πάνω και κάτω και η άλλη ομάδα σκορπιζόταν παντού. Η μπάλα πήγαινε από χέρια σε χέρια από την ομάδα που ήταν στα κεραμίδια. Άμα η μπάλα ακουμπούσε την άλλη ομάδα και τους » έκαιγε «, τότε γινόταν το αντίθετο. Αλλιώς, προσπαθούσαν να στήσουν τα κεραμίδια από το μεγαλύτερο στο μικρότερο και το πιο μικρό το έλεγαν «κούκο». Αφού τα έστηναν όλα και δεν έμενε κανένα, έλεγαν τη λέξη «τζάμος». Τότε έλεγαν ότι έχουν μία νίκη. 

Άρρωστος 
Αυτό το παιχνίδι παίζεται με 2-8 παίκτες και με μπάλα. Ο παίκτης, που έχει τη μπάλα τη δίνει στον άλλον. ‘Όταν πέσει η μπάλα από κάποιον παίκτη πρώτη φορά λέμε ότι είναι άρρωστος. Την επόμενη λέμε είναι λίγο άρρωστος, πολύ άρρωστος, πάει στο νοσοκομείο, κάνει εγχείρηση, στον τάφο, και μετά βρικόλακας. ‘Όταν γίνει βρικόλακας παίρνει την μπάλα και κυνηγάει τους άλλους. Όποιον πιάσει βγαίνει απ’ το παιχνίδι. 

Τα παιχνίδια που παίζαμε μικροί στις γειτονιές! 
Από την «μπουκάλα» και την «Πυθία» στην «Αμπάριζα», τα «Μήλα» και το «Κρυφτό». Το G-Weekend Journal θυμίζει τα παιχνίδια που παίζαμε στη γειτονιά και χάθηκαν στο χρόνο! 
«Όλα έχουν παιχθεί προτού γίνουμε δώδεκα χρονών», σύμφωνα με τον Γάλλο δοκιμιογράφο και ποιητή, Σαρλς Πεγκί. Άποψη που δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Ειδικά, για τους 30+, οι οποίοι στην πλειονότητα τους έχουν ζήσει ένδοξα παιδικά χρόνια. 
Η εποχή εκείνη για πολλούς μπορεί να μοιάζει πολύ μακρινή, αλλά οι γλυκές θύμησες ξαναζωντανεύουν τις εικόνες.
Κλείσε τα μάτια σου και θυμήσου το διάλειμμα στο σχολείο όταν έπαιζες αμπάριζα. Το κρυφτό και το κυνηγητό στη γειτονιά. Άκου ξανά τους ακατανόητους στίχους με τους οποίους ξεκινούσες τα παιχνίδια για να αποφασιστεί ποιος θα κάνει την αρχή. 
«Άκατα μάκατα σούκουτου μπε, άμπε φάμπε ντόμινέ, άκατα μάκατα σούκουτου μπε άμπε φάμπε βγε» ήταν η μια εκδοχή. Υπάρχει και η κλασική: 
«Α μπε μπα μπλομ, του κίθε μπλομ, α μπε μπα μπλομ του κίθε μπλομ μπλιμ μπλομ» ή το «Ω μαριάμ μαριάμ μαριάμ σι ντορεμί μακαρό μακαρό λέο λέο πτι πτι πτι λέο λέο πτι πτι πτι, ουάν του θρι». 
Αποκλείεται να μην έχεις πει και το: «Πού θα πας εκεί; Στη Βόρεια Αμερική να βρεις και τον Ερμή να παίζει μουσική». Μπορεί να μην έβγαζε νόημα, αλλά τουλάχιστον μιλούσες ελληνικά! 
Ένα σημαντικό ποσοστό των παρακάτω παιχνιδιών έκαναν θραύση στη δεκαετία του '80. Πλέον πολλά εξ αυτών μοιάζουν με άγνωστες λέξεις για τη σημερινή γενιά. 
Η επέλαση των ηλεκτρονικών παιχνιδιών, η καθιέρωση του διαδικτύου και των κινητών τηλεφώνων, η έλλειψη χώρων και αύξηση της εγκληματικότητας συνετέλεσαν στο να δημιουργηθεί ένα αποστειρωμένο περιβάλλον για τα παιδιά. 
Το G-Weekend Journal παραθέτει μια σειρά από παιχνίδια που τιμούσαν τα παιδιά μιας άλλης εποχής! 

Αμπάριζα 
Τα παιδιά που συμμετέχουν στο παιχνίδι, χωρίζονται σε δύο ισάριθμες ομάδες. Tο παιχνίδι παίζεται τουλάχιστον με τέσσερις παίκτες (2+2), αλλά είναι πιο διασκεδαστικό με μεγάλη παρέα. 
Κάθε ομάδα ετοιμάζει την αμπάριζά της η οποία σχεδιάζεται με ένα κύκλο που έχει 3-4 μέτρα διάμετρο. Δίπλα σε αυτήν, με ένα μικρότερο τετράγωνο 2-3 μέτρων, σχεδιάζεται η φυλακή, δηλαδή ο χώρος όπου κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, όποτε πιαστούν, φυλακίζονται οι παίκτες της αντίπαλης ομάδας. 
Οι δύο αμπάριζες απέχουν μεταξύ τους 20-40 μέτρα. 
Oι ομάδες ρίχνουν ένα κέρμα για να δουν ποια από τις δύο θα ξεκινήσει πρώτη. Αυτή που προκύπτει, στέλνει έναν παίκτη της να βγει από τη θέση του. Αυτός, φωνάζοντας «παίρνω αμπάριζα και βγαίνω», βγαίνει τρέχοντας προς το χώρο ανάμεσα στις δύο αμπάριζες. 
Κάποιος παίκτης της αντίπαλης ομάδας βγαίνει και αυτός και τρέχει να τον πιάσει για να τον φυλακίσει. Ο πρώτος υποχωρεί, επειδή φοβάται μήπως σκλαβωθεί αν πιαστεί από τον παίκτη που έφυγε μετά από αυτόν. 
Τότε, ένας ακόμη παίκτης της πρώτης ομάδας βγαίνει να καλύψει τον συμπαίκτη του, προσπαθώντας παράλληλα να φοβίσει αυτός τον αντίπαλο ή, ακόμη καλύτερα, να τον πιάσει πρώτος. 
Έτσι, ο ένας μετά τον άλλον, βγαίνουν από την αμπάριζά τους και προσπαθούν να πιάσουν όσους έχουν απομείνει, ενώ κάποιοι ξαναγυρίζουν για να πάρουν δυο ανάσες και να σκεφτούν την επόμενη στρατηγική τους.
Όποιος πιαστεί σκλαβώνεται και πηγαίνει στην αντίπαλη φυλακή, δηλαδή στον αντίστοιχο χώρο που έχει φτιαχτεί για τους σκλάβους. 
Εκεί περιμένει κάποιον από την ομάδα του, να τον ξεσκλαβώσει. Για να γίνει αυτό αρκεί να τον ακουμπήσει κάποιος συμπαίκτης του. Συνήθως η ομάδα που έχει μερικούς φυλακισμένους βάζει έναν από τους παίκτες της να τους προσέχει. 
Tο παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι να μείνει ένας παίκτης, σε κάποια από τις δύο ομάδες. Aν αυτός ο τελευταίος καταφέρει, χωρίς να τον ακουμπήσουν, να φτάσει στην αμπάριζα της αντίπαλης ομάδας, τότε ελευθερώνει και παίρνει πίσω όλη την ομάδα του και το παιχνίδι αρχίζει από την αρχή. Aν δεν τα καταφέρει, το παιχνίδι σταματάει με νικήτρια την ομάδα που φυλάκισε όλους τους αντίπαλους παίκτες της». 

Αγαλματάκια 
Παιχνίδι με απλοϊκό concept που απαιτεί τη συμμετοχή μίνιμουμ τριών ατόμων. Ένα παιδί κλείνει τα μάτια και λέει «Αγαλματάκια ακούνητα, μέρα ή νύχτα;». Όσο το λέει, τα άλλα παιδιά κινούνται. Αν όμως ανοίξει τα μάτια του και κάποιο παιδί κουνιέται ακόμα, τότε παίρνει την θέση του και «φυλάει» εκείνο. 

Μακριά γαϊδούρα 
Η μακριά γαϊδούρα είναι παιδικό παιχνίδι που παίζονταν από αγόρια με διάφορες παραλλαγές. Το παιχνίδι παίζονταν από δύο ομάδες. Τα μέλη της μίας σχημάτιζαν μια σειρά σκυμμένα, με το ένα να έχει γυρισμένη την πλάτη του στο άλλο. Τα παιδιά της άλλης ομάδας έπαιρναν φορά και πηδούσαν πάνω από τα παιδιά της πρώτης ώσπου να ανέβουν όλα στην πλάτη της "γαιδούρας". Εάν τα κατάφερναν χωρίς να τους ρίξουν τα παιδιά της άλλης ομάδας, κέρδιζαν. 

Κουτσό 
Από τα πρώτα παιχνίδια που παίζει ένα παιδί ακόμη και σε προσχολική ηλικία. Για να παίξεις «κουτσό» χρειάζεσαι μια πέτρα. Ρίχνεις την πέτρα μέσα σε ένα από τα τετραγωνάκια. Εάν η πέτρα πέσει σε τετραγωνάκι που δεν έχει άλλο δίπλα του, τότε πατάς πάνω του με το ένα σου πόδι. Εάν πέσει σε τετραγωνάκι που έχει κι άλλο από δίπλα του, τότε πατάς με το ένα πόδι στο ένα τετραγωνάκι και με το άλλο πόδι στο άλλο τετραγωνάκι. 
Το κουτσό μπορεί να παιχτεί με πολλούς παίκτες. Στο κουτσό χάνεις μόνο εάν κατά την επιστροφή σου από το τετραγωνάκι με την πέτρα, πατήσεις κάτω. Νικητής του παιχνιδιού είναι όποιος καταφέρει πρώτος να φτάσει στο τέρμα. 

Τυφλόμυγα 
Παιχνίδι αφής, όπου ένας από ένας παίκτης δένει τα μάτια του με πανί, συνηθέστερα ένα μαντήλι ή φουλάρι, για να μη βλέπει. Τα υπόλοιπα παιδιά γυρίζουν γύρω - γύρω από το παιδί που κάνει την τυφλόμυγα και το πειράζουν. Εκείνο προσπαθεί να πιάσει κάποιο από τα παιδιά και κερδίζει μόνο, αν μαντέψει σωστά ποιο είναι το παιδί που έπιασε. Για να το αναγνωρίσει ψηλαφεί τα χαρακτηριστικά του προσώπου, τα ρούχα, τα μαλλιά κτλ. Το παιδί που πιάστηκε και αναγνωρίστηκε γίνεται η επόμενη τυφλόμυγα. Αν δεν γίνει σωστά η ταύτιση, τότε το ίδιο παιδί παραμένει ως «τυφλόμυγα». 

Η μικρή Ελένη 
Πρόκειται για μια εκδοχή της «Τυφλόμυγας».Τα παιδιά σχηματίζουν ένα κύκλο και στο κέντρο του κύκλου κάθεται ένα παιδί που παίρνει εκείνη τη στιγμή το όνομα της μικρής Ελένης που προσποιείται ότι κλαίει. Τα υπόλοιπα παιδιά γυρνούν γύρω γύρω τραγουδώντας: «Η μικρή Ελένη κάθεται και κλαίει γιατί δεν την παίζουν οι φιλενάδες της. Σήκω επάνω, κλείσε τα ματάκια σου και πιάσε όποιον θες». 
Μόλις τελειώσει το τραγούδι, η μικρή Ελένη σηκώνεται όρθια με κλειστά μάτια, υψώνει το κεφάλι κατά τον ήλιο κι έπειτα, ψηλαφιστά, πλησιάζει ένα από τα παιδιά του κύκλου και διαλέγει ένα στην τύχη. Το παιδί που διάλεξε η μικρή Ελένη παίρνει τη θέση της στο κέντρο του κύκλου και το παιχνίδι ξαναρχίζει. 

Γύρω-γύρω όλοι 
Υπήρχε και εκπομπή με παρουσιαστή τον Γιάννη Ζουγανέλη με αυτό τον τίτλο. Παιχνίδι που μαθαίνει κανείς από το νηπιαγωγείο. Τα παιδιά σχηματίζουν έναν κύκλο και βάζουν το πιο μικρό στη μέση. Ύστερα πιάνονται από τα χέρια και γυρίζουν τραγουδώντας: «Γύρω-γύρω όλοι-Στη μέση ο Μανόλης-Χέρια, πόδια στη γραμμή-Όλοι κάθονται στη γη!». Με το που ακούγεται η φράση: «όλοι κάθονται στη γη», όλοι κάθονται και τεντώνουν τα πόδια τους προς το κέντρο. Το ίδιο πρέπει να κάνει και ο «Μανώλης». 

Κρυφτό 
Το κρυφτό είναι διαχρονικά ένα από τα πιο δημοφιλή παιδικά παιχνίδια, στο οποίο ο ένας παίκτης της ομάδας προσπαθεί να βρει τους υπόλοιπους οι οποίοι έχουν κρυφτεί. Στο κρυφτό ένα παιδί μετράει με κλειστά τα μάτια και τα άλλα κρύβονται. Μόλις το παιδί τελειώσει το μέτρημα ανοίγει τα μάτια του και αρχίζει να ψάχνει πού έχουν κρυφτεί τα άλλα παιδιά. 
Το παιδί που «φυλάει» πρέπει μόλις δει ένα από τα παιδιά που κρύβονται να τρέξει στο μέρος όπου μετρούσε και να πει μια συγκεκριμένη φράση πριν προλάβει να έρθει ο παίκτης που κρύβεται. Εάν δεν τα καταφέρει τότε είναι αναγκασμένος να ψάχνει μέχρι να εντοπίσει και τον τελευταίο παίκτη. Εάν δεν τα καταφέρει τότε θα συνεχίσει να «φυλάει». 
Στο κρυφτό χρησιμοποιούνται και πολλές ειδικές φράσεις. Όταν το παιδί που φυλάει λέει «φτου και βγαίνω» σημαίνει ότι έχει τελειώσει το μέτρημα και αρχίζει την αναζήτηση. 

Τα μήλα 
Ένα ακόμη συναρπαστικό παιχνίδι που αγαπήθηκε ιδιαίτερα και απαιτεί την χρήση μπάλας. Οι παίκτες χωρίζονται σε δύο ομάδες και προσπαθεί η μια ομάδα να πετύχει έναν παίκτη της άλλης. Αν ένας παίκτης καταφέρει να «αιχμαλωτίσει »την μπάλα που του έρχεται στα χέρια του, ένας παίκτης που βγήκε από την ομάδα του ξαναμπαίνει. 

Κυνηγητό 
Τι πιο εύκολο από το κυνηγητό; Ένας κυνηγά κι οι υπόλοιποι τρέχουν να κρυφτούν. 

Κλέφτες και αστυνόμοι 
Δύο οι ομάδες: Οι κλέφτες και οι αστυνόμοι. Οι «αστυνόµοι» κυνηγούν τους «κλέφτες» και όποιον ακουµπήσουν, τον βάζουν «φυλακή». 
Οι υπόλοιποι «κλέφτες» προσπαθούν ν’ ακουµπήσουν τον «φυλακισµένο», για να «ελευθερωθεί» (σ.σ. ξελευτερία) και να ξαναγίνει κλέφτης. 

Πατητό 
Τα παιδιά ενώνουν τα πόδια τους και έχουν ως στόχο να πατήσουν το πόδι κάποιου φωνάζοντας κατά σειρά «πρώτος», «δεύτερος» κτλ. Εάν φορούσες λευκά παπούτσια είναι βέβαιο πως οι κατσάδες της μάνας σου θα ηχούν ακόμη στα αυτιά σου. 

Κόκκαλο - Ξεκόκκαλο 
Κάποιος μετράει από το 1 μέχρι το 10 και αρχίζει να κυνηγάει τα άλλα παιδιά. Αν προσπαθήσει να πιάσει ένα παιδί, το παιδί αυτό πρέπει να πει κόκαλο και να μείνει ακίνητο για να μη το πιάσει. Το παιδί αυτό μένει ακίνητο μέχρι κάποιο από τα άλλα παιδιά το ακουμπήσει, λέγοντας ξεκόκκαλο. 
Το παιδί που θα πιαστεί τελικά είναι και αυτό που θα είναι ο κυνηγός στον επόμενο γύρο. 

Λάστιχο 
Κλασικό κοριτσίστικο παιχνίδι, όπου λειτουργούσε και ως γυμναστική. Στερέωνες το λάστιχο σε πόδια καρεκλών και έκανες διάφορα τρικ. 

Χαλασμένο Τηλέφωνο 
Ένα ακόμη παιχνίδι με μακρά ιστορία. Παιζόταν με τέσσερις και πάνω παίκτες. Τα παιδιά κάθονταν το ένα δίπλα στο άλλο και έλεγαν μια λέξη στο αυτί του διπλανού τους χωρίς τα άλλα παιδιά να ακούσουν την λέξη. Ο τελευταίος παίκτης φωνάζει την λέξη που άκουσε από τον διπλανό του και την συγκρίνουν με αυτήν που είπε ο πρώτος παίχτης. 
Δεν περνάς κυρά Μαρία 
Τα παιδιά έχουν πιαστεί χέρι-χέρι σχηματίζοντας έναν κύκλο, ενώ η «κυρά Μαρία» στέκεται στο κέντρο. 
Τα παιδιά γυρίζουν γύρω γύρω και τραγουδούν, ενώ η κυρα-Μαρία προσπαθεί να περάσει ανάμεσά τους. Μόλις ακούσει τ’ όνομά του το κορίτσι που ανέφερε η «κυρα-Μαρία», φεύγει απ’ τον κύκλο και μπαίνει στη μέση και τότε είτε γίνεται αυτή «κυρα-Μαρία» και το παιχνίδι συνεχίζεται έτσι, είτε στέκεται στο πλάι της «κυρα-Μαρίας», που συνεχίζει ν’ αναφέρει σε κάθε επανάληψη του τραγουδιού κι από μια φιλενάδα της, ώσπου δε μένουν πια αρκετά κορίτσια, για να σχηματίσουν κύκλο κι έτσι το παιχνίδι τελειώνει. 

Αλάτι χονδρό-Αλάτι ψιλό 
Έπειτα από κλήρωση βγαίνει η «μάνα». Τα παιδιά σχηματίζουν έναν κύκλο κάθονται κάτω σταυροπόδι με τα χέρια πίσω, με τις παλάμες ανοιχτές. Η «μάνα» στέκεται έξω από τον κύκλο και κρατάει ένα μαντήλι. Στη συνέχεια κινείται γύρω από τον κύκλο τραγουδώντας: 
«Αλάτι ψιλό, αλάτι χονδρό, 
έχασα τη μάνα μου και πάω να τη βρω 
παπούτσια δεν μου πήρε να πάω στο χορό». 
Την ώρα που τραγουδάει γύρω από τον κύκλο, πετάει το μαντίλι πίσω από ένα παιδί και συνεχίζει μέχρι να καταλάβουν ότι δεν κρατάει πια το μαντήλι. Το παιδί που πήρε το μαντήλι σηκώνεται και αρχίζει να κυνηγάει τη μάνα. 'Οταν την πιάσει η μάνα κάθεται στη θέση του μαζί με τα άλλα παιδιά. Το παιδί που πήρε το μαντήλι γίνεται μάνα και αρχίζει να κυνηγάει». 

Πυθία 
Εδώ τα πράγματα σοβαρεύουν. Πρόκειται για παιχνίδι που το τιμούσαν κυρίως τα παιδιά στα πάρτι με τις πιο συντηρητικές μαθήτριες να απέχουν! Απαιτούσε δύο διαφορετικά δωμάτια ή ένα παραβάν για να χωρίζονται οι δύο ομάδες. Η Πυθία διάλεγε τυχαία δύο άτομα και τους έλεγε τι πρέπει να κάνουν. Όπως αντιλαμβάνεστε το περιεχόμενων των εντολών ήταν ερωτικό! 

Μπουκάλα 
Ένα ακόμη παιχνίδι που είχε την τιμητική του στα πάρτι. Όλοι οι συμμετέχοντες έπρεπε να κάθονται σε κύκλο. Κάθε φορά ένας παίκτης στριφογυρίζει στο πάτωμα κάποιο μπουκάλι και υποχρεώνει όποιον δείχνει το στόμιο, όταν σταματήσει να γυρίζει, να κάνει κάτι (είτε προσυμφωνημένο είτε κάτι που αποφασίζεται εκείνη τη στιγμή). Τα φιλιά στο στόμα έδιναν και έπαιρναν δημιουργώντας παρεξηγήσεις, αλλά και φλερτ! 

Τα ξεχασμένα παλιά παιχνίδια! 
Παρακολουθώντας κανείς τα σημερινά παιδιά, να βυθίζονται όλο και περισσότερο στους υπολογιστές, σε παιχνίδια που τα παρασύρουν μέσα σε πλασματικούς κόσμους και προσπαθούν να σκοτώσουν, να κυριεύσουν ή να κλέψουν με την βοήθεια 
του φανταστικού και βρώμικου τις περισσότερες φορές ήρωά τους, σκέπτομαι την εποχή που ήμουν στην ηλικία τους και αλωνίζαμε τα σοκάκια του Θραψανού, παίζοντας με τα δικά μας παιχνίδια. Βέβαια, εάν αναλογιστούμε την μεγάλη χρονολογική διαφορά, η σύγκριση είναι αδύνατη και συνάμα αδόκιμη, όμως οι συνειρμοί έρχονται αυτόματα, ενώ οι απορίες των παιδιών για αυτά τα παιχνίδια τους δημιουργούν χαμόγελα και... συμπάθεια. Προσδοκώντας λοιπόν να παρουσιάσω στα σημερινά παιδιά, τα ξεχασμένα και χαμένα στον χρόνο παιχνίδια, αλλά και με την φιλοδοξία να τα φέρω στη θύμηση αυτών που τα έπαιζαν, σχεδίασα κάποια απο αυτά ενω κάποια άλλα απλά τα καταγράφω παρακάτω. Απο τα χαρακτηριστικά στοιχεία της εποχής εκείνης (αναφέρομαι στα τέλη της δεκαετίας του 60 έως περίπου τα τέλη του 70) ήταν ότι τα πιό αγαπημένα παιχνίδια ήταν αυτά που τα φτιάχναμε μόνοι μας αφού η κατασκευή τους, η συνεχής τροποποίηση και τελειοποίησή τους αποτελούσε απο μόνη της το μεγαλύτερο ίσως παιχνίδι. Βέβαια ορισμένα απο αυτά ήταν επικίνδυνα -χωρίς να ξεχνάμε ότι και εμείς δεν ήμασταν άγιοι-, ενώ σε κάποια άλλα ο αγώνας πολλές φορές δεν ήταν απλά για την νίκη αλλά και για την διατήρηση της σωματικής μας ακεραιότητας. 
Παιχνίδια που τα φτιάχναμε μόνοι μας! 

Δίχαλο- Σφεντόνα: 
Ξύλινο, με πετσάκια και λάστιχο κλώνο ή σαμπρέλα. Επικίνδυνο και απαγορευμένο παιχνίδι που έφτιαχναν οι μεγαλύτεροι, αφού εύκολα κάποιος μπορούσε να τραυματιστεί πολύ σοβαρά εάν χτυπούσε στο πρόσωπο ή στο κεφάλι με τις πέτρες πουεκτοξεύανε. Το χρησιμοποιούσαν για να κυνηγήσουν πουλιά, αλλα και για να συναγωνιστούν στην σκοποβολή. Ενίοτε σπάγανε κανένα τζάμι. 

Πατίνι με ρουλεμάν: 
Η δυσκολία ήταν να βρεθούν τα ρουλεμάν. Απο κεί και πέρα υπήρχαν οι... ειδικοί που βοηθούσαν στην δύσκολη αυτή κατασκευή. Οι τελευταίες καλιτεχνικές πινελιές ήταν συνήθως μπεντόλιρες που μπροκώναμε στη φάτσα. Αγαπημένες πίστες ήταν οι αμαξωτές με ελαφρά κατηφόρα. Δύσκολα μπορεί να ξεχάσει κανείς την "τραβάγια" που έκαναν τα πατίνια στο κατήφορο. 

Τσούρλι με μπαγκιονέτα: 
Το φτιάχναμε απο πολύ χοντρό τέλι κρεβατίνας και για τροχό βρίσκαμε απο κανένα πεταμένο παιδικό καροτσάκι. Πολύ αγαπημένο παιχνίδι, καθώς διανύαμε με αυτό ατέλειωτα χιλιόμετρα ενώ για να δοκιμάζουμε την δεξιοτεχνία μας φτιάχναμε ειδικές "πίστες" αγώνων. 
Τσούρλι με μεγάλο τροχό ή τσέρκι που τα κυλούσαμε με ένα σκέτο ξύλο. Ακολουθώντας τον γενικό κανόνα που έλεγε ότι οτιδήποτε ήταν στρογγυλό έπρεπε να κυλάει, βρίσκαμε και το αντίστοιχο εργαλείο. Εδώ τα πράγματα ήταν μάλλον απλά καθώς με ένα κομμάτι ξύλο το παιχνίδι ήταν έτοιμο. 
Αετός της Καθαρής Δευτέρας. (Χαρταετός) 
Τα βασικά στοιχεία για την κατασκευή του χαρταετου ήταν καλάμια απο την Περβόλα που τα σκίζαμε για να φτιάξουμε το σκελετό, σπάγγος, λαδόκολα για πανί που την κολάγαμε με κουρκούτι στο περιφερειακό σπάγγο, και εφημερίδες για ουρά. Αργότερα με την εφάνιση των έγρωμων χαρτιών οι κατασκευές έγιναν περίτεχνες και εντυπωσιακές και ανέμιζαν υπερήφανα στο γήπεδο. 

Τα ομαδικά παιχνίδια: 
Ποδόσφαιρο 
Χοστό ( Κρυφτό) (με μάνα ένα ντενεκέ) 
Κάτω πά (μακρυά γαϊδούρα) 
Ολυμπιακοί αγώνες 
Τα παιχνίδια που παίζαμε στα πεζούλια: 
Ντάμα (απλή αλλα και υποχρεωτική) 
Βεζύρης (ξυλάς, βασιλιάς, ψωμάς, κλέφτης) 
Τα "κοριτσίστικα" παιχνίδια: 
Κουτσό (ή καλόγερο) 
Άλλα παιχνίδια: 

Μπίλιες γυάλινες και σιδερένιες 
Το παιχνίδι αυτό το αποτελούσαν δυό μεγάλες κοκάλινες μπίλιες που κρεμότανε με λεπτό σχοινάκι απο ένα σιδερένιο κρίκο. Ο διαολεμένος θόρυβος που έκανε σε συνάρτηση με τα συχνά ατυχήματα που προκαλούσε το έκανε γρήγορα απαγορευμένο παιχνίδι. 
Από τα παλιά παιχνίδια που χάθηκαν είναι και το σβουράκι, η "ρουλέτα του δρόμου" θα λέγαμε σήμερα. Βάλε 1, βάλε 2, πάρε 1, πάρε 2, βάλτε όλοι και πάρτα όλα. 
Η πιό απλή και διαχρονική μορφή τυχερού παιχνιδιού βέβαια ήταν το κορώνα - γράμματα. Τα ποσά που εννοούμε όταν λέμε χρήματα ήταν πενηνταράκια, φράγκα (δραχμές), δίφραγγα, τάλιρα, δεκάρικα και κοσάρικα 

ΤΡΕΙΣ...ΚΑΙ ΤΟ ΛΟΥΡΙ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ: 
Τα παιδιά σχηματίζουν ένα κύκλο, καθισμένα γύρω από τη μάνα, που είναι ένα από τα μεγαλύτερα παιδιά. Εκείνη βγάζει τη ζώνη της ή ένα λουρί ή σχοινί και πρώτα σχηματίζει μ' αυτό διάφορα σχήματα, π.χ. ένα αχλάδι, ένα μήλο, ένα καλάθι κτλ. Τα άλλα πρέπει να μαντέψουν τι παριστάνει. Όποιο το βρει, του δίνει η μάνα το λουρί και τότε εκείνο έχει το δικαίωμα να σηκωθεί και να κυνηγήσει τ' άλλα παιδιά. Η μάνα μένει στη θέση της και κάθε τόσο φωνάζει: «Τρεις και το λουρί της μάνας! ». Εκείνος που κρατεί το λουρί, συνεχίζει το κυνήγι του κι αν κτυπήσει κανένα παιδί, τότε εκείνο βγαίνει απ' το παιχνίδι. Αν όμως η μάνα φωνάξει: «Τρεις και το λουρί της μάπας! », τότε αυτός που κυνηγάει, πρέπει αμέσως να γυρίσει πίσω και να παραδώσει το λουρί στη μάνα, αλλιώς τα άλλα παιδιά έχουν το δικαίωμα να τον πάρουν στο κυνήγι και να του πάρουν το λουρί και να αρχίσουν μ' αυτό να τον χτυπούν. 

ΠΕΡΝΑ, ΠΕΡΝΑ Η ΜΕΛΙΣΣΑ: 
Τα παιδιά, από 6 και πάνω, διαλέγουν από τα πιο μεγάλα, δυο μάνες και η κάθε μια παίρνει με λάχνισμα τον ήλιο ή το φεγγάρι. Οι 2 μάνες σχηματίζουν με τα χέρια τους μια καμάρα και στέκονται όρθιες στη μέση. Τα υπόλοιπα παιδιά σχηματίζουν μια γραμμή, το ένα πίσω απ' το άλλο, κρατημένα απ' τη μέση ή απ' τη ζώνη τους. Όπως έχουν σχηματίσει τη σειρά προχωρούν προς την καμάρα τραγουδώντας: 
Περνά, περνά η μέλισσα 
Με τα μελισσόπουλα 
Και με τα παιδόπουλα! 
Όταν φτάσουν μπρος την καμάρα οι 2 μάνες τα ρωτούν: 
-Από πού ερχόσαστε; 
-Από την Κόρινθο (π.χ.) 
-Και τι έχετε φορτωμένα; 
-Σύκα και σταφύλια (π.χ.) 
-Περάστε μέσα. 
Σηκώνουν λοιπόν τα χέρια τους και τα παιδιά περνούν κάτω από την καμάρα, βουίζοντας σαν τις μέλισσες. Την ώρα που είναι να περάσει το τελευταίο, οι 2 μανάδες κατεβάζουν τα χέρια τους και το κρατούν κι ύστερα το ρωτούν σιγά, ώστε να μην ακούσουν τα άλλα: 
-Τι θέλεις, τον ήλιο ή το φεγγάρι; 
Το παιδί θα πει τον ήλιο ή το φεγγάρι και τότε θα πάει πίσω απ' αυτή που πήρε τούτο το όνομα και θα πιαστεί απ' τη μέση της. Το παιχνίδι συνεχίζεται κατά τον ίδιο τρόπο, μόνο που κάθε φορά, τα παιδιά λένε ότι έρχονται από άλλο μέρος και φέρνουν διαφορετικά πράγματα, μέχρις ότου μοιραστούν όλες. Την τελευταία τη ρωτούν πια φανερά, αν θέλει τον ήλιο ή το φεγγάρι κι όταν διαλέξει πιάνεται, πίσω απ' όλα τα άλλα παιδιά. Τότε η μια μάνα βγάζει τη ζώνη της και την απλώνει στην άλλη και η κάθε μια τους κρατάει από μιαν άκρη και με τα παιδιά από πίσω της την τραβάει προς το μέρος της. Όποια πάρει την άλλη, νικάει. 

ΔΕΝ ΠΕΡΝΑΣ ΚΥΡΑ ΜΑΡΙΑ: 
Πιάνονται απ' το χέρι και σχηματίζουν κύκλο, ενώ ένα κορίτσι απ' τα μεγαλύτερα, η κυρα-Μαρία, στέκεται στη μέση. Αρχίζουν να γυρίζουν γύρω γύρω και τραγουδούν, ενώ η κυρα-Μαρία προσπαθεί να περάσει ανάμεσά τους. 
Που θα πας κυρα-Μαρία, δεν περνάς δεν περνάς, 
Που θα πας κυρα-Μαρία, δεν περνάς, περνάς! 
-Θε να πάω εις τους κήπους δεν περνώ, δεν περνώ. 
Θε να πάω εις τους κήπους δεν περνώ, περνώ! 
-Τι θα κάνεις εις τους κήπους δεν περνάς, δεν περνάς 
Τι θα κάνεις εις τους κήπους δεν περνάς, περνάς! 
-Θα μαζέψω 2 βιολέτες δεν περνώ, δεν περνώ 
Θα μαζέψω 2 βιολέτες δεν περνώ, περνώ! 
-Τι θα κάνεις τις βιολέτες δεν περνάς, δεν περνάς 
Τι θα κάνεις τις βιολέτες δεν περνάς, περνάς! 
-Θα τις δώσω της καλής μου δεν περνώ, δεν περνώ 
Θα τις δώσω της καλής μου δεν περνώ, περνώ! 
-Και ποια είναι η καλή σου δεν περνάς, δεν περνάς 
Και ποια είναι η καλή σου δεν περνάς, περνάς! 
-Η καλή μου είν' (η Ελένη π.χ.) δεν περνώ, δεν περνώ 
Η καλή μου είν' (η Ελένη π.χ.) δεν περνώ, περνώ! 
Μόλις ακούσει τ' όνομά του το κορίτσι που ανέφερε η κυρα-Μαρία, φεύγει απ' τον κύκλο και μπαίνει στη μέση και τότε είτε γίνεται αυτό κυρα-Μαρία και το παιχνίδι συνεχίζεται έτσι είτε στέκεται στο πλάι της κυρα-Μαρίας, που συνεχίζει ν' αναφέρει σε κάθε επανάληψη του τραγουδιού κι από μια φιλενάδα της, ώσπου δε μένουν πια αρκετά κορίτσια, για να σχηματίσουν κύκλο κι έτσι το παιχνίδι τελειώνει. 

ΛΥΚΕ ΛΥΚΕ, ΕΙΣΑΙ ΕΔΩ; 
Ένα από τα μεγαλύτερα παιδιά κάνει τον λύκο, που πάει και κρύβεται πίσω από ένα θάμνο ή ένα δέντρο. Τα άλλα παιδιά, με επικεφαλής ένα απ' τα μεγαλύτερα, που θα είναι η «μάνα», πιάνονται στη σειρά, το ένα πίσω απ' το άλλα και πλησιάζουν το κρησφύγετο του λύκου, απαγγέλλοντας ρυθμικά: 
«Πήγε ο λύκος στο βουνό, 
μες στο δάσος το πυκνό. 
Τριγυρνώ και τραγουδώ: 
Λύκε, λύκε είσαι δω;» 
Ο λύκος απαντάει: -Εδώ είμαι! 
Τα παιδιά ρωτούν: -Και τι κάνεις; 
Ο λύκος: -Βάζω το πουκάμισό μου! Ή 
Τώρα σηκώνομαι απ' το κρεβάτι μου! 
Τα παιδιά απομακρύνονται, κάνουν ένα νέο γύρο, πάντα πιασμένα το ένα πίσω απ' το άλλο και σταματούν πάλι έξω απ' το κρησφύγετο του λύκου, λέγοντας το ίδιο τραγουδάκι. Ο λύκος εξακολουθεί να ντύνεται και τους απαντάει πάντα: «Βάζω το παντελόνι μου» ή «φοράω τα παπούτσια μου» ή δίνει άλλες αστείες απαντήσεις, όπως: «Ξυρίζω τα μουστάκια μου», ανάλογα με την ηλικία του και με την ετοιμότητά του. Στο τέλος λέει: «Βάζω το καπέλο μου» ή «παίρνω το μπαστούνι μου και σας κυνηγώ» και τότε τα παιδιά σκορπίζονται φωνάζοντας: 
«Λύκε, λύκε φτάσε με, 
σαν μπορείς και πιάσε με!» 
Ο Λύκος τρέχει από πίσω τους και τα κυνηγάει. Όποιο παιδί φτάσει, βγαίνει από το παιχνίδι. Αυτό γίνεται ώσπου να τα πιάσει όλα ή ώσπου να κουραστούν τα παιδιά 

ΓΥΡΩ ΓΥΡΩ ΟΛΟΙ: 
Τα παιδάκια σχηματίζουν έναν κύκλο και βάζουν το πιο μικρό στη μέση. Ύστερα πιάνονται από τα χέρια και γυρίζουν τραγουδώντας: 
Γύρω-γύρω όλοι 
Στη μέση ο Μανόλης, 
Χέρια, πόδια στη γραμμή 
Όλοι κάθονται στη γη! 
-Κάθισε, Μανολάκη! 
Με το: «όλοι κάθονται στη γη!», όλα τα παιδάκια κάθονται χάμω και τεντώνουν τα πόδια τους προς το κέντρο. Το ίδιο πρέπει να κάνει και ο «Μανόλης». 

Η ΜΙΚΡΗ ΕΛΕΝΗ: 
Τα κοριτσάκια σχηματίζουν έναν κύκλο, που κοιτάζει προς τα μέσα. Στο κέντρο κάθεται ένα κοριτσάκι, που κάνει τάχα ότι κλαίει. Τα άλλα γυρίζουν γύρω-γύρω και τραγουδούν: 
Η μικρή Ελένη 
κάθεται και κλαίει 
γιατί δεν την παίζουν οι φιλενάδες της. 
Σήκω απάνω, πλύνε τα μάτια, 
Κοίταξε τον ήλιο κι αποχαιρέτησε! 
Το κοριτσάκι, τότε, που κάνει την Ελένη, πλένει δήθεν τα μάτια της και κοιτάζει τον ήλιο κι ύστερα σηκώνεται ξαφνικά και πιάνει μια απ' τις άλλες, που γίνεται εκείνη Ελένη με τη σειρά της. 

Η ΚΟΛΟΚΥΘΙΑ: 
Οι παίκτες - από 5 ως 10 - κάθονται γύρω-γύρω και βγάζουν έναν αρχηγό, τα πιο μεγάλα απ' τα παιδιά ή τον πιο έξυπνο, ανάμεσα στους μεγάλους. Καθένας απ' τους παίκτες παίρνει έναν αριθμό. Αυτό γίνεται κατά 2 τρόπους: Ή εκείνος που κάθεται στ' αριστερά του αρχηγού, παίρνει τον αριθμό 1 κι ο διπλανός του το 2 κι έτσι ως το τέλος, ή ο καθένας παίρνει όποιο αριθμό του αρέσει, που δεν πρέπει όμως να είναι μεγαλύτερος, απ' όσα είναι στο σύνολό τους τα παιδιά. Έτσι π.χ. αν τα παιδιά είναι 8, δεν πρέπει κανείς να πάρει τον αριθμό 10. Κάθε παίκτης πρέπει να θυμάται καλά τον αριθμό του, γιατί απ' αυτό θα εξαρτηθεί αν θα κερδίσει ή θα χάσει. 
Πρώτος μιλάει ο αρχηγός και λέει: 
- Έχω μια κολοκυθιά που κάνει 3 (π.χ.) κολοκύθια! 
Μόλις αναφέρει αυτόν τον αριθμό, εκείνος που έχει το 3, πρέπει αμέσως να σηκωθεί και να πει: 
- Και γιατί να κάνει τρία; 
- Και πόσα θέλεις να κάνει; Ρωτάει ο αρχηγός. 
- Να κάνει (π.χ.) πέντε.
Μόλις ακούσει τον αριθμό του εκείνος που έχει το πέντε, πρέπει αμέσως να σηκωθεί και να πει: «Και γιατί να κάνει πέντε;» και το παιχνίδι συνεχίζεται μ' αυτόν τον τρόπο. 
Αν κανείς ακούσει τον αριθμό του και δεν σηκωθεί ή σηκωθεί ακούγοντας τον αριθμό που έχει άλλος ή πει ανύπαρκτο αριθμό (π.χ. το 12 αν είναι 10 τα παιδιά), τότε χάνει και πρέπει να δώσει ενέχυρο. Αυτό το ενέχυρο πρέπει να είναι κάτι το ατομικό του, π.χ. το μαντήλι του, το βραχιόλι του… Όλα αυτά ο αρχηγός τα βάζει κατά μέρος και τα σκεπάζει μ' ένα μαντίλι ή μ' ένα κομμάτι ύφασμα. Όταν τελειώσει το παιχνίδι, ο αρχηγός βάζει το χέρι του κάτω απ' το μαντίλι, τραβάει ένα-ένα τα ενέχυρα και φωνάζει: 
- Κι αυτός εδώ, τι πρέπει να κάνει; 
Οι άλλοι, όλοι μαζί, φωνάζουν. 
- Να λαλήσει σαν πετεινός ή να γκαρίξει σαν γαϊδούρι ή να περπατήσει με τα τέσσερα, ή ό,τι άλλο σοφιστούν. 
Την τιμωρία αυτή, πρέπει ο τιμωρημένος να τη δεχτεί με κέφι και να κάνει τους άλλους να γελάσουν. 
Σε μια παραλλαγή, ο αρχηγός δεν περιμένει να τελειώσει το παιχνίδι για να επιβάλλει τις τιμωρίες, αλλά μόλις κάνει κάποιος ένα λάθος, τον βάζουν αμέσως να εκτελέσει την τιμωρία του. 
Σε μια άλλη παραλλαγή απ' την Ήπειρο, στη μέση του κύκλου στήνουν μια βαριά πέτρα και όποιος κάνει λάθος, σηκώνεται αμέσως, σηκώνει την πέτρα και τη βαστάει στους ώμους του ως το τέλος του παιχνιδιού, εκτός αν λαθευτεί κανένας άλλος και τότε πηγαίνει εκείνος και παίρνει την πέτρα κι ο πρώτος ξαναγυρίζει στη θέση του. 

ΤΟ ΚΟΥΤΣΟ: 
Παίζεται από 2 ή περισσότερα παιδιά ή από 2 ομάδες παιδιών, όταν τα παιδιά είναι από 4 και πάνω. Κάθε παιδί διαλέγει την πέτρα του, που πρέπει να είναι πλακέ και ελαφριά. 
Χαράζουν στο χώμα ή ζωγραφίζουν στο πεζοδρόμιο ή στην αυλή με κιμωλία το σχήμα του κουτσού και αριθμούν τα τετράγωνα. Η επάνω διάμετρος πρέπει να έχει τόσο πλάτος, ώστε να μπορεί να σταθεί ένα παιδί με τεντωμένα τα δυο του πόδια, δηλ. περίπου 80 πόντους. Ανάλογα πρέπει να είναι τα υπόλοιπα τετράγωνα. Ορίζουν ένα σημάδι και κάθε παιδί ρίχνει την πέτρα του στο σημάδι. Όποιου η πέτρα πάει μακρύτερα, εκείνο θα παίξει πρώτο. Ύστερα αρχίζει το παιχνίδι κι όποιο παιδί παίξει πρώτο, πετάει την πέτρα του στο πρώτο τετράγωνο, από μια απόσταση ως 3 βήματα περίπου. Αν τυχόν η πέτρα πέσει είτε έξω από το τετράγωνο είτε πάνω στη γραμμή, τότε το παιδί χάνει τη σειρά του και πρέπει να περιμένει να παίξουν όλοι οι άλλοι για να ξαναρίξει. Αν πέσει μέσα στο τετράγωνο, τότε πηδάει κι αυτό μέσα, πατώντας μόνο στο δεξί πόδι και μ' αυτό σπρώχνει την πέτρα στο επόμενο τετράγωνο. Όταν φτάσει στο τρίτο, τότε κάνει το λεγόμενο γεφυράκι, δηλ. σπρώχνει την πέτρα πάνω στη γραμμή, που είναι ανάμεσα στα 2 τετράγωνα του (4) και πατάει με τα 2 πόδια. Κατόπιν στηρίζεται πάλι στο δεξί πόδι και σπρώχνει την πέτρα στο πέμπτο τετράγωνο κι από κει στο κεντρικό τετράγωνο του (6), οπότε κάνει πάλι το γεφυράκι, έχοντας την πέτρα στο μεσιανό τετράγωνο και πατώντας με τα 2 πόδια του στα δυο ακριανά. Αμέσως μετά κάνει μεταβολή πηδώντας και τότε έχει το δικαίωμα είτε να κάνει πάλι το γεφυράκι και να σπρώξει την πέτρα με το κουτσό στο πέμπτο τετράγωνο είτε να σκύψει και να την πιάσει με το χέρι και να την πετάξει στο πέμπτο τετράγωνο. Συνεχίζει ύστερα το κουτσό και γυρίζει πίσω βγάζοντας την πέτρα έξω. Έρχεται κατόπιν η σειρά από τα άλλα παιδιά να κάνουν τον πρώτο γύρο. 
Ο δεύτερος γύρος λέγεται Τουβλάκι, γιατί όλη η διαδρομή γίνεται τοποθετώντας ένα σπασμένο τουβλάκι στη ράχη του ποδιού και πηδώντας ελαφρά από ένα τετράγωνο στο άλλο, έτσι ώστε να μην πέσει το τουβλάκι κάτω. 
Ο τρίτος γύρος λέγεται Πλάτη. Σ' αυτόν ο παίκτης τοποθετεί την πέτρα του επάνω στην πλάτη του και πηδάει από το ένα τετράγωνο στο άλλο κουτσός πάντα και σκύβοντας για να μην πέσει η πέτρα του χάμω. 
Ο τέταρτος γύρος είναι το Χεράκι. Σ' αυτόν η πέτρα τοποθετείται πάνω στη ράχη του αριστερού χεριού και ο παίκτης πρέπει να κάνει όλη τη διαδρομή πηδηχτά, προσέχοντας να μην του πέσει η πέτρα. Στην επιστροφή, καθώς θα κάνει τη μεταβολή πηδηχτά στο έκτο τετράγωνο, πετάει και την πέτρα ψηλά, γυρίζοντας το χέρι του και κατά την επιστροφή την κρατάει πια στην τεντωμένη παλάμη του. 
Ο πέμπτος και τελευταίος γύρος είναι το Τυφλό. Ο παίκτης τοποθετεί την πέτρα πάνω στο κούτελό του και γέρνει το κεφάλι του κατά πίσω, προσέχοντας να μην πέσει η πέτρα. Έτσι κάνει όλη τη διαδρομή, χωρίς να βλέπει που πατάει και προσέχοντας να μην πατήσει στη γραμμή ή να μη βγει έξω από τα τετράγωνα, αλλιώς καίγεται και ξαναρχίζει. 
Όταν τα παιδιά παίζουν ομαδικά, νικάει εκείνη η ομάδα που οι παίκτες της έχουν καεί τις λιγότερες φορές. 
Παραδοσιακά είναι ένα παιχνίδι, κυρίως γι' αγόρια 12-15 ετών, αλλά μπορούν να το παίξουν και κορίτσια. Έχει πολύ αυστηρούς κανόνες, που οι παίκτες πρέπει να τους κρατούν με κάθε τρόπο. 
Τα παιδιά, 8 ως 14 τον αριθμό, χωρίζονται σε 2 ομάδες και κάθε ομάδα έχει τη μάνα της. Κάθε ομάδα διαλέγει την περιοχή της, σε 100 με 150 βήματα απόσταση από την άλλη και στο κέντρο είναι η αμπάριζα ή η Μανή, κατά την ποντιακή παραλλαγή, που αποτελείται από ένα σωρό, καμωμένο με τα πανωφόρια των παιδιών ή τα σακάκια τους ή ένα δέντρο, αν υπάρχει σ' αυτόν το χώρο. Γύρω απ' την αμπάριζα, κάθε ομάδα χαράζει έναν κύκλο, με περιφέρεια 3 ως 4 μέτρων και εκεί θα φυλάγονται τα σκλαβάκια. Εμπρός από τον κύκλο αυτό, σε μια απόσταση 5 βημάτων, κάθε ομάδα χαράζει μια ίσια γραμμή, που δείχνει τα σύνορα της περιοχής της. 
Την αρχή του παιχνιδιού την κάνει ένας, ο πιο σερπετός από τους παίκτες της ομάδας Α, που προχωρεί προς τη γραμμή κι αρχίζει να κοροϊδεύει και να ειρωνεύεται τους αντιπάλους του. Τότε ο αρχηγός, η μάνα της αντίθετης ομάδας δίνει την εντολή σ' έναν απ' τους δικούς της, να τον κυνηγήσει και να πιάσει τον αιχμάλωτο. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να κυνηγήσει και να πιάσει τον αντίπαλο του, παρά μονάχα έξω από την περιοχή του και μονάχα αν έχει βγει ύστερα απ' αυτόν. Αν ο αντίπαλος της ομάδας Α γυρίσει πίσω στην περιοχή του χωρίς να πιαστεί, τότε αυτός που τον κυνηγάει, δεν έχει δικαίωμα να μείνει στην ελεύθερη περιοχή, αλλά πρέπει να γυρίσει ξανά στο στρατόπεδό του και να πάρει «φωτιά» ή να πιάσει «αμπάριζα». Φωνάζει τότε: «Παίρνω αμπάριζα και βγαίνω» και τότε χτυπάει την αμπάριζα και βγαίνει πάλι έξω. Εντωμεταξύ κι άλλοι παίκτες της ομάδας Α και της Β έχουν βγει και κυνηγιούνται. Αν κανείς φτάσει τον αντίπαλό του και τον αγγίξει, έστω και με τα δάχτυλα, και φωνάξει: «Σ' έπιασα», τότε αυτός θεωρείται αιχμάλωτος και οδηγείται με θριαμβευτικές κραυγές στο στρατόπεδο των αιχμαλώτων του αντιπάλου, δηλ. στον κύκλο που είναι χαραγμένος γύρω από την αμπάριζα, και δεν επιτρέπεται να φύγει μόνος του. Ωστόσο αν κάποιος από τη δική του ομάδα καταφέρει να χωθεί μέσα στο εχθρικό στρατόπεδο και χτυπήσει έναν από τους αιχμαλώτους, τον ελευθερώνει. Δε μπορεί όμως να ελευθερώσει παρά μονάχα ένα σε κάθε έξοδό του. Αν κανείς από τους παίκτες είτε κατά λάθος είτε για να γλιτώσει έναν από τους δικούς του, βγει από την περιοχή του παιχνιδιού, που σχηματίζει γύρω γύρω ένα τετράγωνο, τότε θεωρείται λιποτάκτης και οδηγείται στο στρατόπεδο αιχμαλώτων του αντιπάλου. 
Οι αρχηγοί των ομάδων δεν παίρνουν μέρος στο παιχνίδι, γιατί αν τυχόν συλληφθεί ένας αρχηγός, τότε χάνει ολόκληρη η ομάδα του το παιχνίδι. Αντίθετα, αν ο αρχηγός της αντίπαλης ομάδας καταφέρει να εισχωρήσει στην περιοχή του εχθρού και χτυπήσει την αμπάριζα, τότε κερδίζει ολόκληρη η ομάδα. Φωνάζει, τότε, «Έπιασα την αμπάριζα» και το παιχνίδι θεωρείται τελειωμένο. Κανονικά το παιχνίδι συνεχίζεται έως ότου η μια ομάδα χάσει τόσους παίκτες, ώστε να μη μπορεί πια να συνεχίσει. Οι νικητές, τότε, κάθονται καβαλικευτά στη ράχη των νικημένων και κάνουν έτσι τη βόλτα όλης της περιοχής, περιγελώντας τους αντιπάλους. 




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Ρόδος στην Ιταλοκρατία 1ο μέρος.

Η Ρόδος στην Ιταλοκρατία 2ο μέρος.

Η Ρόδος στην Ιταλοκρατία 3ο μέρος.

Η Ρόδος επί Ιταλοκρατίας 1920 – 1940

Εγω σωπαίνω....Φτύνω!!!

Μου μιλούν για δικαιοσύνη....οι δικαστές, Μου μιλούν για ηθική...οι αγύρτες, Μου μιλούν για ζωή...οι δολοφόνοι, Μου μιλούν για όνειρα...οι έμποροι, Μου μιλούν για ισότητα...τα αφεντικά, Μου μιλούν για φαντασία...οι υπάλληλοι, Μου μιλούν για ανθρωπιά...οι στρατοκράτες, Εγω σωπάινω....Φτύνω.


ΡΟΔΟΣυλλέκτης: e-mail r.telxinas@yahoo.gr
Δείτε περισσότερες φωτογραφίες στον ΝΕΟ ΡΟΔΟΣυλλέκτη: http://rouvim.blogspot.com

ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ ΤΙΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: http://rouvim.blogspot.com/
ΚΡΗΤΗΝΙΑ: http://www.kritinia.gr/
ΙΣΤΡΙΟΣ: http://istrio.blogspot.com/
ΣΟΡΩΝΗ: http://www.ampernalli.gr/
Dj news: http://fanenos.blogspot.com/
ΠΑΛΜΟΣ: http://www.palmos-fm.gr/
ΕΚΟΦΙΛΜ: http://www.ecofilms.gr/
ΡΑΔΙΟ1: http://www.radio1.gr/
http://www.ksipnistere.blogspot.com/
ΣΦΕΝΤΟΝΑ: http://gipas.blogspot.com/
ΡΟΔΟΣυλλέκτης: http://www.rodosillektis.com/
Η Ομοσπονδία Πολιτιστικών Συλλόγων Ρόδου: http://opsrodou.gr/
ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ: http://www.hamogelo.gr
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ – ΔΕΛΤΙΑ ΤΥΠΟΥ: http://rodosillektis.blogspot.gr/
Ιστοσελίδα του ΡΟΔΟΣυλλέκτη: http://www.rodosillektis.com/
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ: http://www.pnai.gov.gr
ΔΗΜΟΣ ΡΟΔΟΥ: http://www.rodos.gr/el/

Αρχειοθήκη ιστολογίου