Για να μην ψάχνετε μνημεία από την Αρχαία, Βυζαντινή, Ιπποτική, Οθωμανική αλλά και τη Νεώτερη εποχή της Ρόδου, διαβάστε για ΟΛΑ εδώ!!! Επειδή το κείμενο είναι αρκετά μεγάλο, δεν έχω βάλει φωτογραφίες… αν όμως σας ενδιαφέρουν και οι φωτογραφίες, ψάξτε στο ιστολόγιο αυτό και σίγουρα θα βρείτε αρκετές…
Αρχαία
Ακρόπολη της Ρόδου
H ακρόπολη της Ρόδου δέσποζε στο δυτικό και ψηλότερο μέρος της πόλης.
Δεν είχε οχυρωματικό χαρακτήρα όπως οι παλιές ακροπόλεις αλλά αποτελούσε μια μνημειακή ζώνη με Ιερά, μεγάλους ναούς, δημόσια κτίρια και υπόγειους χώρους λατρείας. Ήταν «πεδίων και αλσών μεστή» σύμφωνα με την περιγραφή του ρήτορα Aίλιου Αριστείδη (2ος αιώνας μ.X.).
Τα μνημεία της ακρόπολης χρονολογούνται στην ελληνιστική και υστεροελληνιστική εποχή.
Τα οικοδομήματα ήταν κτισμένα κλιμακωτά σε διαφορετικά επίπεδα, πάνω σε διαμορφωμένα πλατώματα, με δυνατούς αναλημματικούς τοίχους. Το πνεύμα της ελληνιστικής αρχιτεκτονικής στην ακρόπολη της Ρόδου, εκφράζεται τέλεια μέσω του συνδυασμό του φυσικού κάλλους με τις τεχνητές επεμβάσεις.
Οι πρώτες ανασκαφές έγιναν κατά την διάρκεια της Ιταλικής κατοχής του νησιού (1912-1945).
H ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία, από το 1946 και μετά, διενέργησε ανασκαφές και προχώρησε σε συντηρήσεις στο χώρο του ναού του Πυθίου Απόλλωνος, που έπαθε μεγάλες ζημιές στους βομβαρδισμούς του 2ου παγκόσμιου πολέμου και λόγω του βάρους των πυροβόλων που είχαν εγκατασταθεί εκεί. Το 1996 ξεκίνησαν οι αναστηλωτικές εργασίες στον ίδιο Ναό και στα Νυμφαία.
H ακρόπολη δεν έχει ακόμα ανασκαφεί σε όλη της την έκταση. Υπάρχει μια αρχαιολογική ζώνη 1250 στρεμμάτων που έχει εξαιρεθεί από την σύγχρονη οικοδόμηση, με σκοπό την συνέχιση των ανασκαφών, για την αποκάλυψη της λαμπρής αρχαίας πόλης της Ρόδου.
Λίνδος
Ο παράλιος οικισμός της Λίνδου βρίσκεται στη νοτιανατολική πλευρά του νησιού και σε απόσταση 55 χιλιομέτρων από την πόλη της Ρόδου.
Η αρχαία πόλη ήταν κτισμένη στη θέση του σημερινού χωριού, μεταξύ της ακρόπολης και του ακρωτηρίου Κράνα.
Σύμφωνα με την παράδοση ιδρύθηκε από τις Δαναϊδες, τις 50 κόρες του επώνυμου ήρωα των Αργείων Δαναού, που έκτισαν στη Λίνδο ναό της Αθηνάς ερχόμενες στο νησί από την Αίγυπτο όπου ζούσαν. Ο ήρωας Δαναός είχε καταφύγει στην Αίγυπτο για να ξεφύγει από τη ζήλεια της θεάς Ήρας.
Η περίοδος της μεγάλης ακμής της πόλης είναι η αρχαϊκή (7ος – 6ος αι. π.Χ.).
Η ακρόπολη της Λίνδου αποτελούσε πάντα το κέντρο της ζωής του οικισμού. Προϊστορικά λείψανα μαρτυρούν την ύπαρξη ζωής στο χώρο ήδη από τη νεολιθική εποχή.
Η λατρεία της Θεάς Αθηνάς πρέπει να εγκαταστάθηκε στην ακρόπολη κατά τον 9ο αι. π.Χ., στα γεωμετρικά χρόνια.
Τον 6ο αι. π.Χ., οπότε κυριαρχεί στη Λίνδο η μορφή του τυράννου Κλεόβουλου, ενός από τους επτά σοφούς της αρχαιότητας, οικοδομήθηκε ο αρχαϊκός ναός της Αθηνάς στην ακρόπολη. To φημισμένο ιερό της παρέμεινε κέντρο λατρείας σε όλη την ελληνιστική αλλά και ρωμαϊκή περίοδο. Στη συνέχεια ο χώρος αποτέλεσε ασφαλές καταφύγιο ως οχυρωμένη ακρόπολη με μόνιμη φρουρά κατά τους ιπποτικούς χρόνους.
Οι ανασκαφές στη Λίνδο έγιναν κατά την περίοδο 1900-1914 από το ίδρυμα Carlsberg της Δανίας. Αποκαλύφτηκαν όλα τα μνημεία της ακρόπολης καθώς και η νεκρόπολη της Λίνδου που εκτείνεται στους γύρω λόφους. Το υπουργείο πολιτισμού έχει ολοκληρώσει την αποκατάσταση της ακρόπολης.
Ο παράλιος οικισμός της Λίνδου βρίσκεται στη νοτιανατολική πλευρά του νησιού και σε απόσταση 55 χιλιομέτρων από την πόλη της Ρόδου.
Η αρχαία πόλη ήταν κτισμένη στη θέση του σημερινού χωριού, μεταξύ της ακρόπολης και του ακρωτηρίου Κράνα.
Σύμφωνα με την παράδοση ιδρύθηκε από τις Δαναϊδες, τις 50 κόρες του επώνυμου ήρωα των Αργείων Δαναού, που έκτισαν στη Λίνδο ναό της Αθηνάς ερχόμενες στο νησί από την Αίγυπτο όπου ζούσαν. Ο ήρωας Δαναός είχε καταφύγει στην Αίγυπτο για να ξεφύγει από τη ζήλεια της θεάς Ήρας.
Η περίοδος της μεγάλης ακμής της πόλης είναι η αρχαϊκή (7ος – 6ος αι. π.Χ.).
Η ακρόπολη της Λίνδου αποτελούσε πάντα το κέντρο της ζωής του οικισμού. Προϊστορικά λείψανα μαρτυρούν την ύπαρξη ζωής στο χώρο ήδη από τη νεολιθική εποχή.
Η λατρεία της Θεάς Αθηνάς πρέπει να εγκαταστάθηκε στην ακρόπολη κατά τον 9ο αι. π.Χ., στα γεωμετρικά χρόνια.
Τον 6ο αι. π.Χ., οπότε κυριαρχεί στη Λίνδο η μορφή του τυράννου Κλεόβουλου, ενός από τους επτά σοφούς της αρχαιότητας, οικοδομήθηκε ο αρχαϊκός ναός της Αθηνάς στην ακρόπολη. To φημισμένο ιερό της παρέμεινε κέντρο λατρείας σε όλη την ελληνιστική αλλά και ρωμαϊκή περίοδο. Στη συνέχεια ο χώρος αποτέλεσε ασφαλές καταφύγιο ως οχυρωμένη ακρόπολη με μόνιμη φρουρά κατά τους ιπποτικούς χρόνους.
Οι ανασκαφές στη Λίνδο έγιναν κατά την περίοδο 1900-1914 από το ίδρυμα Carlsberg της Δανίας. Αποκαλύφτηκαν όλα τα μνημεία της ακρόπολης καθώς και η νεκρόπολη της Λίνδου που εκτείνεται στους γύρω λόφους. Το υπουργείο πολιτισμού έχει ολοκληρώσει την αποκατάσταση της ακρόπολης.
Αρχαίος οικισμός της Βρουλιάς
Ο αρχαίος οικισμός της Βρουλιάς βρίσκεται στο νοτιότερο άκρο της Ρόδου, απέναντι από το Πρασονήσι. Πρόκειται για έναν από τους σημαντικότερους πρώιμους οικισμούς με οργανωμένο πολεοδομικό σχέδιο που έχει εντοπισθεί στον ελλαδικό χώρο. Η ζωή του οικισμού ήταν πολύ περιορισμένη. Με βάση κυρίως τα ευρήματα από τις ταφές έξω από το τείχος χρονολογείται στα 650-550 π.Χ. Η θέση του οικισμού είχε και στρατιωτική σημασία καθώς αποτελούσε το τελευταίο λιμάνι του αιγαιακού χώρου πριν από το ανοιχτό πέλαγος της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά και το πρώτο λιμάνι για τους ταξιδευτές από την Κύπρο, τη Φοινίκη ή τη Συρία. Η ανασκαφή του χώρου πραγματοποιήθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα (1907-1908) από τη δανική αρχαιολογική αποστολή.
Στα παλαιοχριστιανικά χρόνια ιδρύθηκε χαμηλά, κοντά στη θάλασσα, παλαιοχριστιανική βασιλική με ψηφιδωτά δάπεδα. Σήμερα το μικρό λιμανάκι της Βρουλιάς αποτελεί ασφαλές αραξοβόλι για τους ψαράδες του νησιού.
Ο αρχαίος οικισμός της Βρουλιάς βρίσκεται στο νοτιότερο άκρο της Ρόδου, απέναντι από το Πρασονήσι. Πρόκειται για έναν από τους σημαντικότερους πρώιμους οικισμούς με οργανωμένο πολεοδομικό σχέδιο που έχει εντοπισθεί στον ελλαδικό χώρο. Η ζωή του οικισμού ήταν πολύ περιορισμένη. Με βάση κυρίως τα ευρήματα από τις ταφές έξω από το τείχος χρονολογείται στα 650-550 π.Χ. Η θέση του οικισμού είχε και στρατιωτική σημασία καθώς αποτελούσε το τελευταίο λιμάνι του αιγαιακού χώρου πριν από το ανοιχτό πέλαγος της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά και το πρώτο λιμάνι για τους ταξιδευτές από την Κύπρο, τη Φοινίκη ή τη Συρία. Η ανασκαφή του χώρου πραγματοποιήθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα (1907-1908) από τη δανική αρχαιολογική αποστολή.
Στα παλαιοχριστιανικά χρόνια ιδρύθηκε χαμηλά, κοντά στη θάλασσα, παλαιοχριστιανική βασιλική με ψηφιδωτά δάπεδα. Σήμερα το μικρό λιμανάκι της Βρουλιάς αποτελεί ασφαλές αραξοβόλι για τους ψαράδες του νησιού.
Νυμφαία Ρόδου
H ακρόπολη της Ρόδου αποτελούσε μια μνημειακή ζώνη με Ιερά, μεγάλους ναούς, δημόσια κτίρια και τα λεγόμενα «νυμφαία». Οι χώροι αυτοί χαρακτηρίζονται από υπόγειες κατασκευές, σκάλες, διαδρόμους, κόγχες και αγάλματα λαξευμένα μέσα στο βράχο, με τρεχούμενα νερά και δέντρα, και προορίζονταν για τη λατρεία των νυμφών.
Το 1996 ξεκίνησαν οι αναστηλωτικές εργασίες στα Νυμφαία, στην βόρεια πλευρά της Ακρόπολης. H ακρόπολη της Ρόδου αποτελούσε μια μνημειακή ζώνη με Ιερά, μεγάλους ναούς, δημόσια κτίρια και τα λεγόμενα «νυμφαία». Οι χώροι αυτοί χαρακτηρίζονται από υπόγειες κατασκευές, σκάλες, διαδρόμους, κόγχες και αγάλματα λαξευμένα μέσα στο βράχο, με τρεχούμενα νερά και δέντρα, και προορίζονταν για τη λατρεία των νυμφών.
Το 1996 ξεκίνησαν οι αναστηλωτικές εργασίες στα Νυμφαία, στην βόρεια πλευρά της Ακρόπολης.
Ναός της Αφροδίτης
Αρχαίος ναός του 3ου αιώνα π.Χ., αφιερωμένος στην Αφροδίτη, κοντά στην πύλη Ταρσανά και στο λεγόμενο μικρό λιμένα (σημερινό Μανδράκι). Η λατρεία της Αφροδίτης συνηθιζόταν κοντά στη θάλασσα στις αρχαίες πόλεις. Τα λείψανα του ναού περιλαμβάνουν αρχιτεκτονικά μέλη, σπονδύλους από κίονες και τμήματα του επιστυλίου.
Ο ναός επισκευάστηκε πολλές φορές στην αρχαιότητα. Η αποκατάστασή του έγινε κατά την ιταλική κατοχή.
Αρχαία νεώρια της Ρόδου
Στην αρχαιότητα η Ρόδος είχε πέντε λιμάνια, ακολουθώντας την ακτογραμμή, σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα. Κατά τη διάρκεια της ελληνιστικής εποχής, η πόλη ήταν τειχισμένη κατά μήκος του θαλάσσιου μετώπου. Ο μώλος των μύλων, που προστάτευε τον Μέγα Λιμένα ( το σύγχρονο τουριστικό λιμάνι) εκτείνονταν έξω από τα τείχη της πόλης.
Αρχαία νεώρια ανακαλύφθηκαν στο λιμάνι του Μανδρακίου, το λεγόμενο Μικρό ή Πολεμικό Λιμένα, ενώ η πύλη Ταρσανά, στα δυτικά του μεγάλου λιμένος με δύο τετράγωνους πύργους εκατέρωθεν, έχει πλάτος και ύψος, που υπονοεί την ύπαρξη αρχαίων νεωρίων εσωτερικά του τείχους, με τα πλοία να εισέρχονται και να εξέρχονται από το άνοιγμά της.
__________________________________________________
Βυζαντινά
Βυζαντινή Οχύρωση Ρόδου – Πύργοι Κολλακίου
Η βυζαντινή οχύρωση της Ρόδου (7ος – 13ος αι.) χώριζε την πόλη σε τρία μέρη: την ακρόπολη (αργότερα Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου), το Κολλάκιο (άνω πόλη) και το Μπούργκο (κάτω πόλη).
Μπροστά από το κυρίως τείχος με τους πύργους του υπήρχε προτείχισμα και τάφρος. Τμήματα αυτής της οχύρωσης σώζονται σήμερα ενσωματωμένα σε μεταγενέστερα κτίσματα, κυρίως στην περιοχή του Κολλάκιου. Κατά την Ιπποτοκρατία (1309-1522) η πόλη επεκτείνεται και τα ιπποτικά τείχη περικλείουν έκταση κατά τα δύο πέμπτα περίπου μεγαλύτερη απ’ ότι τα βυζαντινά.
_____________________________________________
Ιπποτικά
Μεσαιωνική πόλη της Ρόδου
Το νησί της Ρόδου, η νύμφη του θεού Ήλιου κατά την μυθολογία, βρίσκεται στο Ανατολικό Αιγαίο. Στο βορειότερο άκρο του νησιού δημιουργήθηκε το 408 π.Χ., από τον ολυμπιονίκη Δωριέα, γιο του Διαγόρα, η πόλη της Ρόδου. Πρόκειται για το «συνοικισμό» των τριών αρχαίων πόλεων του νησιού, της Καμείρου, της Ιαλυσού και της Λίνδου.
Η αρχαία πόλη χτίστηκε με βάση το Ιπποδάμειο ρυμοτομικό σύστημα με οδούς κάθετες μεταξύ τους και με υπόγειες, αποχετευτικές και υδρευτικές εγκαταστάσεις. Στην ακρόπολη, στο λόφο του Αγίου Στεφάνου, δέσποζε ο ναός του Πυθίου Απόλλωνος, το στάδιο και ο ναός του Διός Πολιέως και της Αθηνάς Πολιάδος. Μετά την ανεπιτυχή πολιορκία του Δημητρίου (302 π.Χ.), οι Ρόδιοι ανέθεσαν στο γλύπτη Χάρη την κατασκευή του Κολοσσού, ενός από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Με την εξαιρετική πολεοδομία της, τα εντυπωσιακά τείχη, την άνθιση της τέχνης και τον πλούτο της, η ελληνιστική Ρόδος υπήρξε μια από της λαμπρότερες πόλεις του αρχαίου ελληνικού κόσμου.
Με την άνοδο της Ρώμης, η Ρόδος έχασε την ανεξαρτησία της, αλλά διατήρησε την αίγλη της, ως σημαντικού κέντρου γραμμάτων και επιστημών, μέχρι το 42 π.Χ. Ήδη από τον 2ο αιώνα μ.Χ., αναπτύχθηκε μία δραστήρια χριστιανική κοινότητα. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Απόστολος Παύλος δίδαξε και θεμελίωσε την καινούργια θρησκεία στο νησί. Τον 6ο αι. μ.Χ. περίπου η τεράστια ελληνιστική πόλη συρρικνώθηκε, γύρω από το μεγάλο λιμάνι, τη Βυζαντινή ακρόπολη, και το «Κάστρον». Οι χαράξεις των αρχαίων οδών διατηρήθηκαν (οδός Ιπποτών, Σωκράτους, Πυθαγόρα, Αγ. Φανουρίου κ.α.)
Η Ρόδος παρέμεινε τμήμα της βυζαντινής αυτοκρατορίας ως το 1309 μ.Χ. Τότε περιήλθε στα χέρια των Ιπποτών του τάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ. Η αναγέννηση της Ρόδου σε όλους τους τομείς, από το εμπόριο ως τις τέχνες και τα γράμματα, μέσω των σχέσεων με την Δυτική Ευρώπη, διήρκεσε 200 έτη περίπου. Το πρωτοβυζαντινό «Κάστρον» ονομάστηκε Κολλάκιο (Collachium) και περιλάμβανε το παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου, το ναό του Άγιου Ιωάννη, τα καταλύματα των «γλωσσών» των Ιπποτών, το Νοσοκομείο και το Οπλοστάσιο. Το μεγαλύτερο μέρος του οικισμού αποτελούσε η πόλη (Burgum). Ο σταδιακός εκσυγχρονισμός των οχυρώσεων, με εσωτερικά τείχη, πλατειά τάφρο, περίδρομο, επάλξεις και ανοίγματα για τόξα και σε ορισμένα σημεία προτείχισμα έγινε με βάση την δυτικοευρωπαϊκή αντίληψη μηχανικής και αρχιτεκτονικής. Η ροδιακή αρχιτεκτονική του 14ου αι. υιοθέτησε δυτικοευρωπαϊκά, υστερογοτθικά και αναγεννησιακά στοιχεία. Το υλικό δομής ήταν κατεξοχήν ο τοπικός πωρόλιθος.
Οι Οθωμανοί κατέκτησαν το νησί το 1522. Η Ρόδος μετατράπηκε σε επαρχιακή πόλη της οθωμανικής αυτοκρατορίας για τέσσερις περίπου αιώνες. Οι έλληνες κάτοικοι οργανώθηκαν σε οικιστικούς πυρήνες έξω από την μεσαιωνική πόλη, στα «μαράσια», ενώ οι κατοικίες των Ελλήνων και των Ιπποτών εντός των τειχών χρησιμοποιήθηκαν για την στέγαση του μουσουλμανικού πληθυσμού. Οι περισσότερες εκκλησίες της πόλης μετατράπηκαν σε τζαμιά, ενώ ανεγέρθηκαν νέα τεμένη, λουτρά και δημόσιες κρήνες. Το σύνολο των μεσαιωνικών οχυρώσεων της πόλης διατηρήθηκε σχεδόν ανέπαφο, με τακτικές επισκευές και συντήρηση.
Το 1912 η Ιταλία κατέλαβε την Ρόδο. Σε όλη την Ρόδο εκτεταμένες ανασκαφές αποκάλυψαν σημαντικά αρχαία μνημεία. Αναστηλώθηκαν τα κυριότερα μεσαιωνικά μνημεία, με αποκορύφωμα την ανακατασκευή του παλατιού του Μεγάλου Μαγίστρου και την ανέγερση του ναού του Αγίου Ιωάννη στο Μανδράκι της νέας πόλης, αντίγραφο του ναού του Αγίου Ιωάννη που καταστράφηκε το 1856 από έκρηξη. Με ιταλικό διάταγμα του 1929, η Μεσαιωνική πόλη της Ρόδου και τα κοιμητήρια γύρω από την τάφρο χαρακτηρίστηκαν ως «μνημειακή ζώνη». Η κήρυξη του συνόλου του ιστορικού οικισμού ως μνημείου αποτελεί πρωτοποριακή κίνηση στην ιστορία της σύγχρονης αρχιτεκτονικής
Το 1947, η Ρόδος και τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα ενσωματώθηκαν επίσημα με την Ελλάδα. Το 1948 μεσαιωνικά και νεώτερα αρχιτεκτονικά μνημεία εντός και εκτός των τειχών χαρακτηρίστηκαν ως «ιστορικά διατηρητέα μνημεία». Το 1960, με υπουργική απόφαση, όλη η Μεσαιωνική πόλη της Ρόδου, με τα τείχη και την μνημειακή ζώνη γύρω από αυτά, κηρύχθηκε ιστορικό διατηρητέο μνημειακό συγκρότημα. Το 1988 ανακηρύχθηκε Πόλη Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την UNESCO. Το 1993 έγινε ιδρυτικό μέλος της Ένωσης των Πόλεων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Η Μεσαιωνική Πόλη της Ρόδου, χαρακτηρισμένη από το 1988 ως Μνημείο Πολιτιστικής και Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς από την UNESCO, είναι μια καλοδιατηρημένη πολιτεία στην οποία ζουν και εργάζονται περίπου 10.000 Ροδίτες.
Συγκεντρώνει το ενδιαφέρον όλων των επισκεπτών του νησιού και παρέχει τις καλύτερες υπηρεσίες στο χώρο του εμπορίου, της εστίασης και της διασκέδασης.
Επιβλητικά τείχη περιβάλλουν την πόλη και πέριξ των τειχών δεσπόζουν είσοδοι – πύλες της Ιπποτικής Περιόδου.
Τόσο ο περίδρομος των τειχών, όσο και η Τάφρος είναι επισκέψιμα, ενώ στην τάφρο λειτουργεί το Θέατρο «Μελίνα Μερκούρη» που φιλοξενεί πλήθος εκδηλώσεων στην διάρκεια του καλοκαιριού.
Εισερχόμενος ο επισκέπτης από την Πύλη Ελευθερίας προς τη Πλατεία Σύμης και τη πλατεία Αργυροκάστρου συναντά τα ερείπια το Μουσείο Νεοελληνικής Τέχνης, το Λαογραφικό Μουσείο, τη Παναγία του Κάστρου και το Αρχαιολογικό Μουσείο.
Στην επιβλητική και διάσημη «Οδό των Ιπποτών» βρίσκονται τα καταλύματα των διαφόρων εθνοτήτων των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη και στο τέρμα της υψώνεται το μεγαλοπρεπές Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου.
Η εμπορική οδός Σωκράτους, η κεντρική αγορά της πόλης από τα αρχεία χρόνια, καταλήγει στη πλατεία Ιπποκράτους, το πλησιέστερο σημείο στη Θαλασσινή Πύλη, τη μεγαλύτερη και ωραιότερη πύλη της Ιπποτικής περιόδου.
Περιδιαβαίνοντας κανείς τη Μεσσαιωνική Πόλη θα θαυμάσει τα πάμπολλα σοκάκια της, τα μονάδικα μνημεία της και χώρους που φιλοξενούν εκδηλώσεις κοινωνικού και πολιτιστικού χαρακτήρα καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.
Μια πόλη διαφορετική από τις άλλες που σε ταξιδεύει πίσω στο χρόνο με τρόπο μαγικό!
Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου,
Το παλάτι, ορθογώνιο κτίριο με επιβλητική κύρια είσοδο που οδηγεί σε κεντρική, υπαίθρια αυλή, χτίστηκε στη θέση της αρχαίας Ακρόπολης, όπου βρισκόταν ο ναός του Θεού Ήλιου και της βυζαντινής ακρόπολης του 7ου αιώνα.
Στις αρχές του 14ου αιώνα, οι ιππότες του Αγίου Ιωάννου έκτισαν το παλάτι ως κατοικία του Μεγάλου Μαγίστρου, διοικητικό κέντρο της πόλης και βασικό τμήμα της μεσαιωνικής οχύρωσης.
Καταστράφηκε το 1856 από μεγάλη έκρηξη πυρίτιδας που ήταν κρυμμένη στα υπόγεια της γειτονικής εκκλησίας του Αγίου Ιωάννη.
Το παλάτι ανακατασκευάστηκε κατά την ιταλική κατοχή, τη δεκαετία του 1930 και έλαβε τη σημερινή του διαρρύθμιση, αποτελώντας το διοικητήριο, αλλά και την κατοικία του Ιταλού διοικητή.
Η διαμόρφωση περιέλαβε τη μεταφορά και εγκατάσταση στις αίθουσες του παλατιού αξιόλογων επιδαπέδιων ψηφιδωτών της υστεροελληνιστικής περιόδου από την Κω. Κίονες και κιονόκρανα, έπιπλα μεσαιωνικά, καθρέπτες, πίνακες, κηροστάτες και άλλα αντικείμενα συμπληρώνουν τον διάκοσμο του επιβλητικού οικοδομήματος.
Στο ισόγειο του κτηρίου φιλοξενούνται δύο μόνιμες εκθέσεις. Η πρώτη έχει θέμα την αρχαία Ρόδο και έχει τίτλο «Ρόδος: 2400 χρόνια», με ευρήματα από την ίδρυση και την ακμή της ελληνιστικής πόλης. Η δεύτερη «Η Ρόδος από την παλαιοχριστιανική εποχή μέχρι την κατάληψή της από τους Τούρκους (1522)» προβάλλει τη μεσαιωνική Ρόδο, με κεραμεικά, γλυπτά, αποτοιχισμένες τοιχογραφίες και φορητές εικόνες.
Ξενώνας της Αγίας Αικατερίνης
Ο Ξενώνας της Αγίας Αικατερίνης βρίσκεται στην πλατεία Πεισίροδου, στη Μεσαιωνική Πόλη της Ρόδου. Κτίστηκε το 1391-92, επί μεγάλου μαγίστρου Heredia, από τον Ιταλό Domenico d’Allemagna, ναύαρχο του Τάγματος των Ιωαννιτών Ιπποτών. Ο Ξενώνας χρησιμοποιείται ήδη από το 1394-95 και προορίζεται για διακεκριμένους επισκέπτες της Ρόδου, περιγράφεται δε από τον ταξιδιώτη Niccole de Martoni ως »ωραίος και λαμπρός, [με] πολλά και όμορφα δωμάτια με πολλά και καλά κρεβάτια».
Το κτήριο καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς στην πολιορκία του 1480 και στο σεισμό του 1481 και ανοικοδομήθηκε από τον Costanzo Operti το 1516, την εποχή του μεγάλου μαγίστρου Fabrizio del Carretto, οικόσημα του οποίου σώζονται εντοιχισμένα στη δυτική όψη του.
Κατά τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς το 1944, κατέρρευσε το ανατολικό τμήμα του Ξενώνα. Άποροι καταληψίες, μετανάστες από τα γύρω νησιά, το κατοίκησαν σε υποβαθμισμένες συνθήκες μέχρι το 1986.
Το κτίριο σήμερα είναι πλήρως αποκατεστημένο από το υπουργείο Πολιτισμού, έχοντας λάβει το ευρωπαϊκό βραβείο Europa Nostra για την κτιριακή αποκατάσταση και χρησιμοποιείται ως μουσείο και φιλοξενεί τα εκπαιδευτικά προγράμματα του υπουργείου Πολιτισμού.. Ο Ξενώνας της Αγίας Αικατερίνης βρίσκεται στην πλατεία Πεισίροδου, στη Μεσαιωνική Πόλη της Ρόδου. Κτίστηκε το 1391-92, επί μεγάλου μαγίστρου Heredia, από τον Ιταλό Domenico d’Allemagna, ναύαρχο του Τάγματος των Ιωαννιτών Ιπποτών. Ο Ξενώνας χρησιμοποιείται ήδη από το 1394-95 και προορίζεται για διακεκριμένους επισκέπτες της Ρόδου, περιγράφεται δε από τον ταξιδιώτη Niccole de Martoni ως »ωραίος και λαμπρός, [με] πολλά και όμορφα δωμάτια με πολλά και καλά κρεβάτια».
Το κτήριο καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς στην πολιορκία του 1480 και στο σεισμό του 1481 και ανοικοδομήθηκε από τον Costanzo Operti το 1516, την εποχή του μεγάλου μαγίστρου Fabrizio del Carretto, οικόσημα του οποίου σώζονται εντοιχισμένα στη δυτική όψη του.
Κατά τους συμμαχικούς βομβαρδισμούς το 1944, κατέρρευσε το ανατολικό τμήμα του Ξενώνα. Άποροι καταληψίες, μετανάστες από τα γύρω νησιά, το κατοίκησαν σε υποβαθμισμένες συνθήκες μέχρι το 1986.
Το κτίριο σήμερα είναι πλήρως αποκατεστημένο από το υπουργείο Πολιτισμού, έχοντας λάβει το ευρωπαϊκό βραβείο Europa Nostra για την κτιριακή αποκατάσταση και χρησιμοποιείται ως μουσείο και φιλοξενεί τα εκπαιδευτικά προγράμματα του υπουργείου Πολιτισμού..
Παναγίας της Νίκης
H εκκλησία της Παναγίας της Νίκης, στη βορειοανατολική άκρη της μεσαιωνικής πόλης, δίπλα στην πύλη της Αγίας Αικατερίνης, κτίστηκε από τον Μεγάλο Μάγιστρο Pierre d’ Aubusson τον 15ο αιώνα μ.Χ., για να τιμηθεί η Παναγία των Καθολικών και των Ορθοδόξων κατοίκων του νησιού, η οποία σύμφωνα με την τοπική παράδοση βοήθησε την πόλη να ξεπεράσει την οθωμανική πολιορκία του 1480. Ο ναός πιθανότατα καταστράφηκε κατά τη δεύτερη οθωμανική πολιορκία το 1522.
Η Παναγία της Νίκης λειτουργούσε ως μοναστήρι όπου στεγαζόταν το τάγμα των Φραγκισκανών.
Οι Φραγκισκανοί μοναχοί το 1743 μ.Χ., έκτισαν τη νέα καθολική εκκλησία της Παναγίας της Νίκης στη νέα πόλη της Ρόδου στην περιοχή του Νεοχωρίου, γνωστή περισσότερο ως Sancta Maria.
Τα ερείπια του ναού έχουν ανασκαφεί και αποκατασταθεί από το υπουργείο πολιτισμού.
Ο μώλος των μύλων και ο πύργος των αγγέλων
Στην ανατολική πλευρά του Μεγάλου λιμένος της ελληνιστικής περιόδου, ο μώλος των ανεμόμυλων εκτεινόταν ως τη θάλασσα, σε απόσταση 300μ. σε διεύθυνση Βορρά-Νότου. Στη μεσαιωνική εποχή υπήρχαν 13 ανεμόμυλοι. Πρόσφατες ανασκαφές έχουν εντοπίσει κατάλοιπα ελληνιστικών και μεσαιωνικών κατασκευών.
Ως το δεύτερο τέταρτο του 15ου αιώνα ο μώλος δεν φαίνεται να είχε οχυρώσεις. Ο Πύργος των Αγγέλων κτίστηκε γύρω στα 1440-1454, στην βόρεια άκρη του μώλου. Διαχωρίζεται με προτείχισμα από τους ανεμόμυλους και φέρει οικόσημα του Μεγάλου Μαγίστρου Pierre d’ Aubbusson και του βασιλικού οίκου της Γαλλίας. Μία αλυσίδα έκλεινε μέσω μίας οπής στη δυτική πλευρά του πύργου και έδενε στην απέναντι πλευρά, στον πύργο του Naillac, ασφαλίζοντας το λιμάνι.
Βιβλιοθήκη Εφορίας Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου
Η βιβλιοθήκη στεγάζεται στο μεσαιωνικό κτίριο του 1ουνοσοκομείου των Ιωαννιτών Ιπποτών, στην πλατεία Αργυροκάστρου, το οποίο ανακατασκευάστηκε στη διάρκεια της ιταλικής κατοχής για να στεγάσει τα γραφεία του Ιταλικού Ινστιτούτου FERT.
Η βιβλιοθήκη περιλαμβάνει σπουδαία και σπάνια χειρόγραφα περιηγητών που έγραψαν για τη Ρόδο, που προσφέρουν σημαντικά στοιχεία στην ανασύσταση της ιστορίας του νησιού.
Οπλοθήκη de Milly
Μία από τις μεγάλες οπλοθήκες στο βορειοανατολικό τομέα των μεσαιωνικών τειχών και η μόνη που διασώζεται σήμερα, η οπλοθήκη είναι ένα ορθογώνιο κτίριο στεγασμένο με οξυκόρυφο θόλο και φέρει τα οικόσημα των Μεγάλων Μαγίστρων Jacques de Milly και Giovanni Battista degli Orsini .
Στην διάρκεια της οθωμανικής κατοχής τοποθετούνται αντηρίδες στον νότιο τοίχο του κτιρίου.
Στη δυτική πλευρά, όπου κατά την ιταλική κατοχή διανοίχθηκε η πύλη Ελευθερίας, διακρίνεται ίχνος δεύτερου θόλου, που κάλυπτε ακόμα μία οπλοθήκη, που δεν διασώζεται σήμερα.
Το κτίριο σήμερα είναι πλήρως αποκατεστημένο και φιλοξενεί περιοδικές εκθέσεις και δρώμενα.
Πύργος Naillac
Ο πύργος του Naillac βρισκόταν στην άκρη του δυτικού μώλου του Μεγάλου Λιμένος ως το 1863, όταν καταστράφηκε από σεισμό. Κατασκευάστηκε από τον Μεγάλο Μάγιστρο Fullbert de Naillac (1396-1421). Τετράγωνος πύργος σε τετράγωνη βάση, με ύψος τριών ορόφων και με τέσσερις επάλξεις στις τέσσερις γωνίες του, ο πύργος έχε αποτυπωθεί από περιηγητές σε γκραβούρες..
Μώλος και Πύργος Αγ. Νικολάου – Λιμάνι Μανδρακίου
Το λιμάνι του Μανδρακίου αποτελούσε το πολεμικό λιμάνι της ελληνιστικής και της μεσαιωνικής πόλης της Ρόδου. Ο πύργος του Αγίου Νικολάου κτισμένος στη βόρεια άκρη του μώλου το 1464-67 από το Μεγάλο Μάγιστρο P. R. Zacosta, είναι κυλινδρικός με το ανάγλυφο του Αγίου Νικολάου στην ανατολική πλευρά του. Μετά την πρώτη πολιορκία των Οθωμανών το 1480, ο Μεγάλος Μάγιστρος P. d’Aubuson περικύκλωσε το κεντρικό κτίσμα με τάφρο και πολυγωνικό προμαχώνα, με εξωτερική σκάρπα. Ο πύργος δέχτηκε σφοδρές επιθέσεις κατά την διάρκεια των δύο οθωμανικών πολιορκιών του 1480 και 1522, λόγω της σπουδαίας αμυντικής του θέσης.
Ο μώλος ήδη από το 1496 είχε πολλούς ανεμόμυλους, τρεις εκ των οποίων σώζονται σήμερα.
Πύλες – Τάφρος (D” Amboise)
Η πύλη D’ Amboise, από το όνομα του μεγάλου Μαγίστρου, προς το Παλάτι, με εσωτερική πύλη αυτή του Αγίου Αντωνίου.
Πύλες – Τάφρος (Αγίου Αθανασίου)
Η πύλη του Αγίου Αθανασίου από την οποία εισήλθε ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής στην πόλη, το 1522. Η πόρτα κατά την παράδοση σφραγίστηκε και ξανάνοιξε κατά την ιταλική κατοχή.
Πύλες – Τάφρος (Αγίου Ιωάννη)
Η πύλη του Αγίου Ιωάννη, γνωστή και ως Κόκκινη Πόρτα, από την οποία εισήλθε στην πόλη ο Ιταλός στρατηγός Ameglio, επικεφαλής των Ιταλών, το 1912.
Πύλες – Τάφρος (Αγίας Αικατερίνης)
Η πύλη της Αγίας Αικατερίνης οδηγούσε στον αρχαίο μώλο των μύλων.
Πύλες – Τάφρος (Θαλασσινή)
Η Θαλασσινή πύλη ήταν εντυπωσιακή, με δύο κυλινδρικούς πύργους, το ανάγλυφο της Παναγίας και του Βρέφους με τον Άγιο Ιωάννη και τον Άγιο Παύλο πάνω από την τοξωτή είσοδο, τα οικόσημα του Τάγματος των Ιωαννιτών Ιπποτών, του οίκου της Γαλλίας και του μεγάλου Μαγίστρου Pierre d’Aubusson και ημερομηνία 1478.
Πύλες – Τάφρος (Αρνάλδου)
Η πύλη Αρνάλδου, που πήρε το όνομά της από παράφραση του προσωνυμίου «arnaldi» για τους νεοσύλλεκτους του τάγματος, που εισέρχονταν από αυτή
Πύλες – Τάφρος (Ταρσανά)
Η πύλη Ταρσανά, με δύο τετράγωνους πύργους, σε μήκος και ύψος που υποδηλώνει την ύπαρξη καρνάγιου, με πλοία που εισέρχονταν από αυτή την πύλη, τόσο στην αρχαιότητα όσο και στη μεσαιωνική εποχή. Η πύλη σφραγίστηκε στην οθωμανική περίοδο και ξανάνοιξε κατά την ιταλική κατοχή.
Πύλες – Τάφρος (Αγίου Παύλου)
Η πύλη του Αγίου Παύλου, στο βόρειο άκρο, που προστάτευε το πέρασμα προς το πολεμικό λιμάνι (Μανδράκι). Η κατασκευή του πύργου έγινε το 1476-84, σύμφωνα με τα οικόσημα του Πάπα Σίξτου του 4ου και του μεγάλου Μαγίστρου P. d’Aubusson, αν και η ομοιότητά του με τον πύργο του Αγίου Πέτρου, που κατασκευάστηκε από τον μεγάλο μάγιστρο P. R. Zacosta, το 1461-67 είναι μεγάλη.
Πύλες – Τάφρος (Παναγίας)
Η πύλη της Παναγιάς, στο μεγάλο λιμάνι.
Πύλες – Τάφρος (Ακαντιάς)
Η πύλη Ακαντιάς προς τα νότια.
Η Παναγία της Φιλερήμου
Η γοτθική εκκλησία της Παναγίας βρίσκεται στο λόφο του Φιλερήμου, σε υψόμετρο 247 μέτρων, στη θέση όπου προϋπήρχε η ακρόπολη της Ιαλυσού και ο αρχαίος ναός της Αθηνάς Πολιάδος, που τον 5ο αιώνα μ.Χ. μετατράπηκε σε τρίκλιτη παλαιοχριστιανική βασιλική, από την οποία σήμερα σώζεται μόνο το σταυροειδές βαφτιστήρι. Η Μονή, αφιερωμένη στη Ζωοδόχο Πηγή, χτίστηκε από τους Ιππότες στη θέση παλαιότερης βυζαντινής εκκλησίας. Σε χαμηλότερο επίπεδο από το μοναστήρι, βρίσκεται η υπόγεια μονόχωρη βυζαντινή εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του Χωστού, με τοιχογραφίες του 14ου–15ου αιώνα, που απεικονίζουν ιππότες.
Ο χώρος αποκαταστάθηκε στη διάρκεια της ιταλικής κατοχής. Απέναντι από την είσοδο ξεκινά ο λεγόμενος Γολγοθάς, ένας λιθόστρωτος διάδρομος με δώδεκα χαλκογραφίες που αναπαριστούν τα πάθη του Χριστού, πάνω σε βάθρα. Η διαδρομή τερματίζει σε σταυρό ύψους 17,80 μ, με εσωτερική σκάλα που δίνει πρόσβαση στο οριζόντιο διάζωμα, με πανοραμική θέα.
Η εικόνα της Παναγίας του Φιλερήμου υπήρξε το ιερότερο κειμήλιο του Τάγματος των Ιπποτών. Την αποκαλούσαν Παναγία η Κεχαριτωμένη. Λέγεται ότι την φιλοτέχνησε ο Ευαγγελιστής Λουκάς. Το πρόσωπο της Παναγίας είναι ζωγραφισμένο σε καμβά που εφαρμόστηκε στην ξύλινη επιφάνεια. Ορισμένοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι μέλη του Τάγματος την έφεραν στη Ρόδο από την Ιερουσαλήμ. Άλλοι λένε ότι το Τάγμα τη βρήκε ήδη στο νησί μετά από την κατάκτησή του το 1310.
Η εικόνα από το 1200 ως το 1480 μ.Χ. ήταν εγκατεστημένη στο λόφο του Φιλερήμου, από όπου πήρε το προσωνύμιό της. Το 1480 στην πρώτη οθωμανική πολιορκία, η εικόνα μεταφέρθηκε στην πόλη της Ρόδου και στις επάλξεις για να εμψυχώσει τον στρατό. Το 1522, κατά τη δεύτερη οθωμανική πολιορκία, μετακινήθηκε πάλι στην Ρόδο και φυλάχθηκε στους ναούς της Αγίας Αικατερίνης και του Αγίου Μάρκου μέσα στη Μεσαιωνική Πόλη.
Το 1523, οι Ιππότες μετέφεραν μαζί τους την εικόνα της Παναγίας του Φιλερήμου στη Μάλτα, όπου παρέμεινε ως το 1798, προστατεύοντας το νησί στην οθωμανική πολιορκία του 1565. Όταν ο Μέγας Ναπολέων κατέλαβε τη Μάλτα το 1798, η εικόνα ταξίδεψε στη Ρωσία, μαζί με άλλα δύο ιπποτικά κειμήλια: το χέρι του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου και ένα τεμάχιο του Τιμίου Ξύλου. Στην οκτωβριανή επανάσταση του 1917, τα τρία κειμήλια μετακινήθηκαν στην Κοπεγχάγη, στο Βερολίνο και στο Βελιγράδι, ως το βομβαρδισμό της πόλης το 1941, οπότε μεταφέρθηκαν στο μοναστήρι Όστρογκ και παρέμειναν ως το 1952. Η κυβέρνηση του Μαυροβουνίου τα τοποθέτησε στο Εθνικό Θησαυροφυλάκιο και το 1978 τα παρέδωσε στο μοναστήρι και στο μουσείο του Cetinje.
Από το 2002 η εικόνα της Παναγίας του Φιλερήμου παραμένει στο Μπλε Παρεκκλήσι του Εθνικού Μουσείου του Μαυροβουνίου. Στην εκκλησία της Παναγίας του Φιλερήμου υπάρχει αντίγραφο της εικόνας, δώρο της Μητρόπολης Μαυροβουνίου.
Άγιος Ιωάννης των Ιπποτών
Ο ναός βρισκόταν στα νότια του Παλατιού του Μεγάλου Μαγίστρου και συνδεόταν με αυτό μέσω τοξωτής Λότζιας, στην κορυφή της οδού Ιπποτών. Θεμελιώθηκε αμέσως μετά την εγκατάσταση των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη στη Ρόδο, το 1309. Ολοκληρώθηκε από το Μεγάλο Μάγιστρο Helion de Villeneuve και αφιερώθηκε στον προστάτη άγιο του Τάγματος, τον Ιωάννη το Βαπτιστή.
Ο ναός καταστράφηκε τελείως από έκρηξη πυρίτιδας κρυμμένης στα υπόγειά του, το 1856, που προκάλεσε μεγάλες ζημιές στο Παλάτι και τη Λότζια. Κατά την ιταλική κατοχή, ο ναός ξανακτίστηκε στη νέα πόλη, σύμφωνα με τις γκραβούρες που σώζονται (σημερινός ναός Ευαγγελισμού της Θεοτόκου).
Σήμερα τα ερείπια του ναού έχουν αποκατασταθεί από το υπουργείο Πολιτισμού και είναι επισκέψιμα.
Κάστρο Κρητηνίας
Βρίσκεται δύο χιλιόμετρα βορειοδυτικά από χωριό Κρητηνία και πενήντα πέντε χιλιόμετρα από την πόλη της Ρόδου.
Το Κάστρο της Κρητηνίας είναι γνωστό και ως Κάστελλος.
Αποτελεί μείγμα βυζαντινής και μεσαιωνικής τεχνοτροπίας.
Στο εσωτερικό του υπάρχουν τα ερείπια της καθολικής εκκλησίας του Αγίου Παύλου και νεότερα κτίσματα αφού το κάστρο χρησιμοποιήθηκε επί ιταλικής κατοχής σαν ναύσταθμος.
Κάστρο Μονόλιθου
Βρίσκεται στην κορυφή ενός τεράστιου μοναχικού βράχου που υψώνεται απόκρημνος κοντά στην ακτή.
Κτίστηκε τον 14ο αιώνα από τους Ιωαννίτες Ιππότες προκειμένου να έχουν τον έλεγχο της θάλασσας και να προστατεύουν τους κατοίκους από τις πειρατικές επιδρομές.
Μέσα στο κάστρο διασώζονται δεξαμενές και το μισοερειπωμένο εκκλησάκι του Αγίου Παντελεήμονα.
Κάστρο Αρχαγγέλου
Βρίσκεται σε υψόμετρο διακοσίων μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας στη θέση Κεραμί, είκοσι επτά χιλιόμετρα νότια της πόλης της Ρόδου, σε μικρή απόσταση από την ακτή.
Είναι κτισμένο πάνω σε ένα φυσικό βράχο, ύψους διακοσίων δεκαεπτά μέτρων, ανατολικά του χωριού Αρχάγγελος και έχει σχήμα ελλειψοειδές.
Όπως αναφέρεται στο ιπποτικό διάταγμα, χτίστηκε το 15ο αιώνα από το Μεγάλο Μάγιστρο De Milly για να προστατεύει αποτελεσματικά τους κατοίκους από κάθε κίνδυνο.
Τα πιο πρώιμα ευρήματα ανάγονται στο 1.100 π.Χ.
Κάστρο Φαρακλού
Είναι χτισμένο στην περιοχή της Μαλώνας, σε λόφο ύψους 85 μ. μεταξύ των παραλιών Αγία Αγάθη και Χαράκι.
Είναι γνωστό και ως Φερακλού ή Φαρακλενόν Kάστρο.
Η κατάκτηση του κάστρου από τους Ιωαννίτες Ιππότες με το Μεγάλο Μάγιστρο Foulques de Villaret στις 20 Σεπτεμβρίου 1306 αποτελεί την πρώτη ιπποτική κατάκτηση κάστρου στη Ρόδο.
Διακρίνονται δύο οικοδομικές φάσεις: βυζαντινή και ιπποτική.
H οχύρωση έχει πολυγωνικό σχήμα, και επάλξεις απλού ορθογώνιου σχήματος. Σώζεται μία κύρια πύλη και δύο κυλινδρικοί πύργοι του 15ου αι.
Στα τείχη σώζονται οικόσημα του Tάγματος των Iωαννιτών Ιπποτών καθώς και του Μεγάλου Μαγίστρου G. B. degli Orsini.
Το κάστρο Φαρακλού είχε οπτική επαφή με το κάστρο της Λίνδου. Σύμφωνα με τον Bosio, το 1470 διατάχθηκε η εγκατάλειψη όλων των κάστρων της Pόδου, εκτός από τα κάστρα της Λίνδου και του Φαρακλού, οι οχυρώσεις των οποίων έπρεπε να ενισχυθούν. Σε αυτό κατέφευγαν οι κάτοικοι των γειτονικών χωριών Mαλώνα, Σαλία, Kαταγρός, Zηνοδότου και Kαμινάρι σε κάθε κίνδυνο, όπως φαίνεται από το διάταγμα του 1474.
Κάστρο Ασκληπειού
Το Κάστρο είναι τοποθετημένο πάνω σε έναν λόφο διακοσίων πενήντα μέτρων στην περιοχή του χωριού Ασκληπειό.
Κατασκευάστηκε το 15ο αιώνα σε δύο φάσεις. Στην πρώτη οχυρώθηκε ο τετράγωνος πύργος και στη δεύτερη επισκευάστηκε ο πύργος της βορειοδυτικής γωνίας.
Η θέση του επέτρεπε την εποπτεία μεγάλου τμήματος της ακτογραμμής και των δρόμων της ενδοχώρας.
Γύρω από αυτό υπάρχει εξωτερικό περιμετρικό τείχος πάχους 130 – 150 εκατοστών.
Στο εσωτερικό της οχύρωσης υπάρχουν δύο στέρνες και κατάλοιπα αδιάγνωστων οικοδομημάτων.
Οδός Ιπποτών – Καταλύματα Γλωσσών
Οι Ιππότες του Αγίου Ιωάννου προέρχονταν από διαφορετικά κράτη της Ευρώπης και κάθε έθνος ονομάζεται «γλώσσα». Κατοικούσαν στο Κολλάκιο, τη βόρεια περιοχή της μεσαιωνικής πόλης και κάθε γλώσσα είχε το δικό της κατάλυμα.
Τα καταλύματα των γλωσσών, εκτός του καταλύματος της Ωβέρνης που βρίσκεται στην πλατεία Αργυροκάστρου, της Αγγλίας που βρίσκεται στην πλατεία Μουσείου και της Γερμανίας που δεν έχει ταυτοποιηθεί, βρίσκονται στην οδό των Ιπποτών. Ανηφορίζοντας την οδό προς το Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου, στην βόρεια πλευρά, βρίσκονται τα καταλύματα της Ιταλίας, της Γαλλίας, από τα μεγαλύτερα και πιο επιβλητικά κτίρια της οδού, κτισμένο το 1509 και της Προβηγκίας, από το οποίο σώζεται τμήμα της πρόσοψης, η μεγαλειώδης είσοδος και τμήματα του ισογείου, αφού κατά την οθωμανική κατοχή μετατράπηκε σε λουτρό. Στη νότια πλευρά βρίσκεται το κατάλυμα της Ισπανίας, απέναντι από αυτό της Προβηγκίας, με τα οικόσημα της Καστίλλης, Αραγονίας, Γρανάδας, Ναβάρας και Πορτογαλίας στην ίδια κορνίζα.
Τα κτίρια της βόρειας πλευράς της οδού Ιπποτών ανακατασκευάστηκαν στη διάρκεια της ιταλικής κατοχής (1912-1947) για να στεγάσουν υπηρεσίες και προξενεία. Το κατάλυμα της Ισπανίας αποκαταστάθηκε από το υπουργείο πολιτισμού ως μουσείο και για τη φιλοξενία εκδηλώσεων.
Οικία Jem
Ο πρίγκιπας Τζεμ, ή Ζιζίμ κατά τους δυτικούς, φτάνει στη Ρόδο το 1482 ως φιλοξενούμενος και όμηρος ουσιαστικά των Ιπποτών, μετά από πολέμους με τον αδελφό του, Βαγιαζήτ, ο οποίος ανακηρύχθηκε σουλτάνος, μετά το θάνατο του πατέρα τους, σουλτάνου Μωάμεθ Β΄ του Πορθητή το 1481. Οι Ιππότες, μετά από την ανεπιτυχή οθωμανική πολιορκία του 1480 και τους σεισμούς του 1481, έχουν ξεκινήσει μια μεγάλη επιχείρηση αποκατάστασης και ενίσχυσης των οχυρώσεων της πόλης, ενώ ταυτόχρονα προσπαθούν να συνάψουν συμμαχίες που θα διασφαλίσουν την επιβίωση του κράτους του Τάγματος. Οι Ιππότες δεσμεύονται με την επίβλεψη του Τζεμ, τον στέλνουν στη Γαλλία, συνάπτοντας σύμφωνο μη επιθέσεως με τον σουλτάνο. Το 1488 φτάνει στη Ρώμη ως «προστατευόμενος» του πάπα, όπου αποδεικνύεται επιτυχές μέσο πίεσης κάθε φορά που ο αδελφός του σχεδιάζει κάποια εκστρατεία με στόχο χριστιανικά εδάφη, ως το 1492, που φυλακίζεται και το 1495 που πεθαίνει μυστηριωδώς, με πιθανό αυτουργό τον αδελφό του που πλήρωσε τη Ρώμη για να εγγυηθεί το θάνατό του.
Του παραχωρείται οίκημα –τμήμα του καταλύματος της Γαλλίας στην οδό Ιπποτών.
Το κτίριο σήμερα είναι πλήρως αποκατεστημένο και φιλοξενεί το φωτογραφικό αρχείο της Εφορείας αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου.
Αρχαιολογικό Μουσείο Ρόδου
Στεγάζεται στο μεσαιωνικό κτίριο του μεγάλου νοσοκομείου των Ιπποτών.
Η οικοδόμησή του άρχισε το 1440 από τον Μεγάλο Μάγιστρο de Lastic, με χρήματα που άφησε με το θάνατό του ο προκάτοχός του Fluvian, αλλά ολοκληρώθηκε 49 χρόνια αργότερα από τον Μάγιστρο D” Aubusson.
Πρόκειται για κτίσμα γοτθικού ρυθμού με αναγεννησιακά στοιχεία. Το κτίριο περιλαμβάνει εσωτερική αυλή που πλαισιώνεται από διώροφη στοά. Στον όροφο βρίσκονται η μεγάλη αίθουσα των ασθενών και οι αίθουσες της σύγχρονης αρχαιολογικής συλλογής.
Η μόνιμη συλλογή του Αρχαιολογικού Μουσείου της Ρόδου αποτελείται από ευρήματα ανασκαφών στη Ρόδο και τα Δωδεκάνησα όπως γλυπτά, αγγεία, κοσμήματα, μικροαντικείμενα και νομίσματα από τη Γεωμετρική ως και την Ελληνιστική περίοδο.
Στην εσωτερική αυλή δεσπόζει καθιστό λιοντάρι με κεφάλι ταύρου στα πόδια του, υστεροελληνιστικής περιόδου.
Στη μεγάλη αίθουσα των ασθενών έχουν εκτεθεί ανάγλυφες επιτύμβιες πλάκες και εμβλήματα των ιπποτών. Κούροι, η επιτύμβια στήλη της Κριτούς και Τιμαρίστας του 5ου αι. π.Χ. από την Κάμιρο, το άγαλμα αιδουμένης Αφροδίτης, το κολοσσικό κεφάλι Ηλίου, το αγαλματίδιο της Αφροδίτης απολουομένης, το ρωμαϊκό πορτραίτο του ποιητή Μενάνδρου περιλαμβάνονται στα σπουδαία γλυπτά της συλλογής.
Στον κήπο του Μουσείου εκτίθενται μεγάλα ψηφιδωτά και δύο νέες συλλογές: η επιγραφική συλλογή και η προϊστορική συλλογή , στο ισόγειο του κτιρίου Villaragut και στο απέναντι κτίριο.
Παναγιά του Κάστρου
Η Παναγία του Κάστρου (Εντερούμ τζαμί ή Καντουρί) βρίσκεται στη πλατεία Μουσείου, Είναι ο μεγαλύτερος και αρχαιότερος βυζαντινός σωζόμενος ναός μέσα στη Μεσαιωνική Πόλη (11ος αιώνας μ.Χ.). Στην αρχική του μορφή ανήκε στον αρχιτεκτονικό τύπο του σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού με τρούλο ο οποίος μετατράπηκε στην Ιπποτική περίοδο σε τρίκλιτη βασιλική με γοτθικά σταυροθόλια στο μεσαίο κλίτος μεταξύ των ετών 1319 και 1334, σύμφωνα με τα οικόσημα του μεγάλου μαγίστρου Helion de Villeneuve και του πάπα Ιωάννη XXII που σώζονται στο κεντρικό οξυκόρυφο παράθυρο της αψίδας. Καθιερώθηκε ως καθολική χριστιανική εκκλησία και μητρόπολη των Λατίνων με την ονομασία Sancta Maria Castelli Rodi. Στη πρόσοψη, επάνω από την κεντρική θύρα εισόδου, σώζεται ένα μεγάλων διαστάσεων ορθογώνιο πλαίσιο, το οποίο θα φιλοξενούσε ζωγραφική σύνθεση, χαμένη σήμερα, με θέμα την Παναγία με αγίους και ιππότες.
Κατά την οθωμανική περίοδο μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος γνωστό ως Εντερούμ τζαμί ή Καντουρί, με την προσθήκη μιναρέ και προστώου, τα οποία κατά την ιταλική κατοχή αφαιρέθηκαν και το κτίριο επανήλθε στην πρότερη μορφή του.
Από τον ζωγραφικό διάκοσμο της εκκλησίας διατηρούνται ελάχιστα λείψανα, η Παναγία Βρεφοκρατούσα και ζεύγη αγίων στο βορειοδυτικό πεσσό (β΄τέταρτο 14ου αι.) και η μορφή της αγίας Λουκίας στο νότιο τοίχο, έργο πιθανότατα δυτικοευρωπαίου ζωγράφου (β΄μισό 14ου αι.).
Σήμερα ο ναός υπόκειται σε εργασίες αποκατάστασης από το υπουργείο Πολιτισμού.
Καστελλανία – Εμποροδικείο των Ιπποτών
Το κτίριο της Καστελλανίας βρίσκεται στην πλατεία Ιπποκράτους. Ο Albert Gabriel, μελετητής της μεσαιωνικής ιστορίας της Ρόδου, υπέθεσε ότι το κτίριο δεν αποτελούσε το Δικαστήριο (Kastellania), αλλά το Εμποροδικείο των Ιπποτών, υπόθεση που αμφισβητείται από νεώτερες μελέτες.
Στη δυτική όψη του κτιρίου ένα μαρμάρινο ανάγλυφο απεικονίζει δύο ιθαγενείς που κρατούν το οικόσημο του Μεγάλου Μαγίστρου D’Amboise και την ημερομηνία 1507. Το κτίριο, με στοά από αψίδες στο ισόγειο, στέγαζε το δικαστήριο στον πρώτο όροφο, ένα μονόχωρο ορθογώνιο χώρο με επιζωγραφισμένο ξύλινο ταβάνι, προσβάσιμο από μεγαλειώδη ανοικτή σκάλα.
Το κτίριο της Καστελλανίας βρίσκεται στην πλατεία Ιπποκράτους. Ο Albert Gabriel, μελετητής της μεσαιωνικής ιστορίας της Ρόδου, υπέθεσε ότι το κτίριο δεν αποτελούσε το Δικαστήριο (Kastellania), αλλά το Εμποροδικείο των Ιπποτών, υπόθεση που αμφισβητείται από νεώτερες μελέτες.
Στη δυτική όψη του κτιρίου ένα μαρμάρινο ανάγλυφο απεικονίζει δύο ιθαγενείς που κρατούν το οικόσημο του Μεγάλου Μαγίστρου D’Amboise και την ημερομηνία 1507. Το κτίριο, με στοά από αψίδες στο ισόγειο, στέγαζε το δικαστήριο στον πρώτο όροφο, ένα μονόχωρο ορθογώνιο χώρο με επιζωγραφισμένο ξύλινο ταβάνι, προσβάσιμο από μεγαλειώδη ανοικτή σκάλα.
Ναυαρχείο – Κατοικία του ορθόδοξου επισκόπου των ιπποτών
Το κτίριο του Ναυαρχείου βρίσκεται στην πλατεία Εβραίων Μαρτύρων. Τα αρχιτεκτονικά του στοιχεία το χρονολογούν στις αρχές του 16ου αιώνα.. Το κτίριο χρησιμοποιήθηκε πιθανόν ως κατοικία του ορθόδοξου επισκόπου τον καιρό των ιπποτών, όπως μαρτυρούν οι ελληνικές εκκλησιαστικές επιγραφές στην πρόσοψη και τον υπαίθριο χώρο εισόδου.
Ο περιηγητής Rottiers, ο πρώτος που το περιέγραψε στις λιθογραφίες του, εσφαλμένα το αποκαλεί «Ναυαρχείο», ονομασία που επικράτησε.
Το κτίριο σήμερα αποκαθίσταται από το Δήμο Ρόδου, για να στεγάσει τα γενικά αρχεία του κράτους.
Παναγιά του Μπούργκου (της χώρας)
Πρόκειται για γοτθικό καθεδρικό ναό στον τύπο της τρίκλιτης βασιλικής με δύο τοξοστοιχίες από τέσσερις κολώνες και οξυκόρυφα τόξα. Η κατασκευή του τοποθετείται στο πρώτο μισό του 14ου αιώνα μ.Χ. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα προσωνύμιά της όπως Παναγία του Ελέους (Beata Maria Misericordia Burgi Rodi) και Παναγία της Μητρόπολης (Beata Maria de Metropoli).
Σήμερα ο ναός υπόκειται έχει αποκατασταθεί πλήρως από το υπουργείο Πολιτισμού. Η αποκατάσταση του μνημείου βραβεύτηκε με τιμητική διάκριση από τη EUROPA NOSTRA το 2006. Στο χώρο διοργανώνονται μουσικές εκδηλώσεις.
________________________________________________
Οθωμανίκα
Οθωμανική Βιβλιοθήκη
Η Βιβλιοθήκη Χαφίζ Αχμέτ Αγά ιδρύθηκε από τον Χαφίζ Αχμέτ Αγά, αρχιιπποκόμο του Σουλτάνου Σελίμ του Γ΄ το 1793-1794, για να δώσει τη δυνατότητα στους διδάσκοντες στα ιεροδιδασκαλεία της πόλης να διαβάζουν κλασική αραβική λογοτεχνία. Η αρχική δωρεά ανήλθε σε 824 χειρόγραφους τόμους οι οποίοι αυξήθηκαν σε 2000 περίπου με το πέρασμα των χρόνων.
Η βιβλιοθήκη, στην οδό Ορφέως, με είσοδο απέναντι από το τέμενος Σουλεϊμάν, περιλαμβάνει το κτίριο της βιβλιοθήκης, στο κέντρο περιμετρικής αυλής, και δύο διώροφες πτέρυγες εκατέρωθεν. Το κυρίως κτίριο αποτελείται από δύο τετράγωνης κάτοψης χώρους που καλύπτονται με δύο τρούλους και φέρουν ανοίγματα με τοξωτούς φεγγίτες σε κάθε πλευρά. Τα παράπλευρα κτίρια φιλοξενούν γραφείο διημέρευσης φυλάκων στο ισόγειο και χώρους κατοικίας με τζάκι, ξύλινο σουφά και χαγιάτι στον όροφο.
Το μνημείο είναι πλήρως αποκατεστημένο από το υπουργείο πολιτισμού, ενώ έχει γίνει πλήρης καταγραφή των 2000 τόμων της συλλογής.
Συγκρότημα του παλιού συσσιτίου (Ιμαρέτ) και των Αγίων Αποστόλων
Μία τρίκλιτη εκκλησία του 14ου ή 15ου αιώνα μ. Χ., αφιερωμένη στο καθολικό δόγμα βρισκόταν στο χώρο του Παλιού Συσσιτίου. Πιθανώς καταστράφηκε κατά την πρώτη πολιορκία της Ρόδου το 1480 μ.Χ. και τον ισχυρό σεισμό που ακολούθησε το 1481 μ.Χ. Πάνω στα ερείπια του αρχικού ναού κτίστηκε μια μονόχωρη εκκλησία μικρών διαστάσεων. Μετά την κατάληψη της Ρόδου από τους Οθωμανούς το 1522, ο Σουλτάνος Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής ίδρυσε ένα πτωχοκομείο («ιμαρέτ») στο χώρο της εκκλησίας που φέρει το όνομά του. Για τις ανάγκες του κοινωφελούς ιδρύματος κτίστηκαν επιπλέον χώροι που χρησίμευαν ως αποθήκες και μαγειρεία. Η εκκλησία υπέστη μετατροπές και η αψίδα του Ιερού μετατράπηκε σε φούρνο.
Σήμερα το μνημειακό συγκρότημα έχει αποκατασταθεί πλήρως από το υπουργείο πολιτισμού με νέες χρήσεις φιλοξενίας περιοδικών καλλιτεχνικών εκθέσεων και δημοτικό αναψυκτήριο στο χώρο του μαγειρείου.
Πύργος Ρολογιού
Στο σημείο όπου η οδός Σωκράτους συναντιέται με την οδό Ορφέως, κτίστηκε το 1857 ο Πύργος του Ρολογιού, από τον Φετχή πασά, δίπλα στο τέμενος Σουλεϊμάν, μετά την έκρηξη του 1856 που σημειώθηκε από ξεχασμένη πυρίτιδα στα υπόγεια της εκκλησίας του αγίου Ιωάννη του Ιπποτών και κατέστρεψε όλη τη γύρω περιοχή. Ο παλιός μηχανισμός του ρολογιού θεωρείται ένα από τα επιτεύγματα της τεχνολογίας του 19ου αιώνα. Από την κορυφή του πύργου η θέα στην Παλιά Πόλη είναι θαυμάσια.
Λουτρά Yeni Hamam
Τα Νέα Λουτρά (ΥΕΝΙ ΗΑΜΑΜ) βρίσκονται στην Πλατεία Αρίωνος, δίπλα από το τέμενος του Sultan Mustafa (1765). Το κτίριο είναι το νεώτερο από τα τρία (?) δημόσια λουτρά που υπήρχαν στην πόλη και το μοναδικό που διασώζεται και βρίσκεται σε λειτουργία. Είναι γνωστό και ως λουτρά του Μουσταφά και αναφέρεται για πρώτη φορά το 1558 σε φιρμάνι του Σουλτάνου Σελίμ, διαδόχου του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, το οποίο φυλάσσεται στα αρχεία της Μουσουλμανικής Κοινότητας Ρόδου. Καλύπτει επιφάνεια 1070 τετραγωνικών μέτρων και θεωρείται λόγω του μεγέθους του από τα πιο σημαντικά επαρχιακά λουτρά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Πρόκειται για διπλό ή δίδυμο λουτρό ( chif Hamami), λειτουργούν δηλαδή σε αυτό δύο τμήματα- Γυναικείο και Ανδρικό-, που κτίσθηκε σε δύο φάσεις. Το αρχικό κτίριο (ανδρικό), αυστηρά συμμετρικής κάτοψης, αλλοιώθηκε από την προσθήκη του γυναικείου τμήματος. Οι χώροι είναι παρατεταγμένοι στον άξονα Βορρά- Νότο σύμφωνα με τις λειτουργικές ανάγκες από τον ψυχρό των αποδυτηρίων στον πολύ ζεστό του κυρίως λουτρού.
Σημαντικά αρχιτεκτονικά στοιχεία του οικοδομήματος είναι τα «περσικά Λοφία» και τα εμπίεστα διακοσμητικά στο παλαιό επίχρισμα, που παρέμειναν εμφανή στην επιφάνεια του νέου επιχρίσματος.
Τα κτίρια έχουν αποκατασταθεί πλήρως από το Δήμο Ρόδου το καλοκαίρι του 2000 και εξακολουθούν να έχουν την αρχική τους χρήση.
Οικία Χασάν Μπέη (Πλατεία Αργυροκάστρου)
Μετά την κατάληψη της Ρόδου, το 1522, ο τούρκικος πληθυσμός στεγάστηκε στη Μεσαιωνική Πόλη της Ρόδου, απ’ όπου είχαν εκδιωχθεί οι Έλληνες κάτοικοι.
Οι νέες κατοικίες που κτίστηκαν στην Μεσαιωνική Πόλη ανήκαν συνήθως σε Τούρκους αξιωματούχους. Ήταν λιθόκτιστες, με ψηλό τοίχο στο ισόγειο και πολλά παράθυρα στον όροφο, ώστε να εξασφαλίζεται ο φωτισμός, ο αερισμός και η άμεση επαφή με το εξωτερικό περιβάλλον. Συνεχές ξύλινο στέγαστρο –τουράς- διέτρεχε το κτίριο πάνω από τα παράθυρα. Δεύτερη σειρά μικρότερων, τοξοτών, διακοσμητικών παραθύρων ανοίγονταν πάνω από τα μεγάλα παράθυρα των δωματίων και επιχρίονταν εξωτερικά με κουρασάνι, που έφθανε ως το επίπεδο δώμα. Η εξωτερική όψη του κτιρίου αποτελούσε ένα αυστηρό και επιβλητικό κυβιστικό σύνολο όγκων.
Συχνά υπήρχε πρόβολος (κλειστό ξύλινο μπαλκόνι-σαχνισί), με χρωματιστά τζαμιλίκια, καλυμμένα από ξύλινα καφασωτά, που επέτρεπαν στις γυναίκες του σπιτιού να παρακολουθούν αθέατες την κίνηση του δρόμου.
Στο ισόγειο της οικίας διατάσσονται, ο χώρος θερινής διαμονής, οι στάβλοι και οι αποθήκες. Η διάταξη του ορόφου οργανώνεται με βάση το σοφά (jokarda sofa), που αποτελούσε τον κύριο χώρο υποδοχής και επιμελώς διακοσμημένα δωμάτια, γύρω από τον σοφά που εξυπηρετούν τις διάφορες λειτουργίες: υποδοχή, ανάπαυση, φαγητό, ύπνο, προσευχή. Αυτός ο χώρος αποτελεί το selamlik, όπου κινείται ο άνδρας του σπιτιού. Η γυναίκα περιορίζεται στον απρόσιτο και εσωστρεφή χώρο του haremlik, που αναπτύσσεται ξεχωριστά στον όροφο και συχνά σε αίθουσες ενός δεύτερου ορόφου, με διαφορετική πρόσβαση στον κήπο του ισογείου και κατά περίπτωση οπτική επικοινωνία των χώρων του δεύτερου ορόφου με το χώρο υποδοχής των ξένων μέσα από παράθυρα με ξύλινα καφασωτά, που επέτρεπε στις γυναίκες, προστατευμένες από αδιάκριτες ματιές, να παρακολουθούν τα δρώμενα.
Το λουτρό της οικογένειας (χαμάμ), τοποθετούνταν στο χώρο του haremlik και αποτελούσε ξεχωριστό δωμάτιο, τετράγωνης κάτοψης καλυμμένης με θόλο, και υπερυψωμένο πάτωμα με υπόκαυστα (σύστημα με σωλήνες, όπου διοχετεύεται ζεστό νερό) για τη θέρμανση του χώρου.
Αγροικία Τομπτουμπαση Αγά
Μουσουλμανικό αρχοντικό του 19ου αιώνα, τυπικό δείγμα αρχιτεκτονικής κατοικίας της ύστερης Οθωμανικής περιόδου που αποτυπώνει ταυτόχρονα και τον τρόπο ζωής της εποχής στη Ρόδο, διοικητικό κέντρο του αρχιπελάγους, έδρα νομού (σαντζάκ) και μοίρας του στόλου. Το επιβλητικό οικοδόμημα υψωνόταν μέσα στο καταπράσινο περιβάλλον των προαστίων της τειχισμένης μεσαιωνικής πόλης, όπου δέσποζαν οι πλούσιες αγροικίες, με ανεμόμυλους με άσπρες φτερωτές, που αντλούσαν νερό από τα πηγάδια.
Πρόκειται για ολόκληρο συγκρότημα, από το οποίο διασώζεται το μεγάλο διώροφο κτίριο κατοικίας και το κιόσκι που συνδέονται με διάδρομο με λίθινους κιονίσκους, η στέρνα με τον ανεμόμυλο και κατασκευές που είχαν σχέση με την αγροτική παραγωγή (μαντρότοιχοι, πηγάδια, κ.α.). Οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 1816 και 1870, πιθανότατα γύρω στα 1840-50. Το ακίνητο αγοράστηκε (πριν από το 1870) από πλούσια μουσουλμανική οικογένεια της Ρόδου και μέχρι το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αποτελούσε τη θερινή κατοικία της.
Τα κτίρια έχουν αποκατασταθεί πλήρως από το Δήμο Ρόδου και στεγάζουν υπηρεσίες.
__________________________________________________
Νεώτερα
Η Νέα Αγορά – Ιχθυαγορά
Το συγκρότημα περιλαμβάνει το εξαγωνικό κτίσμα της ιχθυαγοράς, με ανατολίτικα στοιχεία στους κίονες της στοάς και τα φινιστρίνια του τρούλου και στη συμβολή των αξόνων συμμετρίας της κύριας και βορειοανατολικής πύλης του συγκροτήματος. Το κτίριο χαρακτηρίζεται από εκλεκτικισμό με ανατολίτικα στοιχεία. Οι όψεις φιλοξενούν περιμετρικό στέγαστρο πάνω σε περίτεχνες κολώνες εσωτερικά και εξωτερικά ενώ υπάρχουν τρείς πύλες εισόδου εκτός της κύριας πύλης ,οι οποίες υψώνονται σε ύψος δύο ορόφων, με ορθογώνιο περίγραμμα ,ανάγλυφο γοτθικό τόξο, ρόδακες και ανάγλυφη ταινία, με τρία παράθυρα πάνω από το άνοιγμα κάθε πύλης. Η κύρια όψη του είναι συμμετρική ως προς την κύρια πύλη εισόδου ,που έχει μνημειακό χαρακτήρα με τους στενόμακρους πυλώνες ,το γοτθικό τόξο και τον τρούλο. Επί δημαρχείας Πετρίδη ,στο κτίριο προστέθηκε όροφος για τη στέγαση γραφείων η κατασκευή του οποίου πρόσθεσε στις πύλες τρείς κλίμακες ανάβασης ενώ περιόρισε το ύψος του ισογείου ,εξαφανίζοντας τα προαναφερθέντα στοιχεία, εκτός της ανάγλυφης ταινίας. Όσο αφορά το συγκρότημα των καταστημάτων αποτελείται από τέσσερα διώροφα κτίρια με καταστήματα στο ισόγειο και γραφεία στον όροφο. Οι όψεις των καταστημάτων έχουν είσοδο με ανάγλυφο ρόδακα και μεγάλο άνοιγμα παραθύρου (βιτρίνα), σε αραβικό τόξο. Οι γωνίες των ορόφων είναι διαμορφωμένες με τοξωτά ανοίγματα ή με κλειστά μπαλκόνια ,με ολόσωμη ξύλινη κατασκευή χαγιατιού με αραβικά μοτίβα. Τα στηθαία έχουν τριγωνικές απολήξεις. Η χρήση ποικιλίας μορφών ανάγεται σε μια εκλεκτικιστική αρχιτεκτονική με ανατολίτικα στοιχεία, παρόμοιας αισθητικής με το γειτονικό συγκρότημα της Νέας αγοράς και της Ιχθυαγοράς.
Αστυνομική Διεύθυνση Δωδεκανήσου
Το Aρχηγείο του Στρατού κατασκευάστηκε το 1939, από τις τεχνικές υπηρεσίες του ιταλικού υπουργείου πολέμου, στη νότια πλευρά της σημερινής πλατείας Ελευθερίας. Η στιβαρή μορφή του και η συμμετρική όψη με τονισμένο τον κεντρικό όγκο εισόδου, επιτείνεται από την απομίμηση ισόδομης τοιχοποιίας των όψεων, σε μορφολογική συνέχεια με τα υπόλοιπα κτίρια της πλατείας.
Το κτίριο στεγάζει σήμερα την Αστυνομική Διεύθυνση Δωδεκανήσου.
Εθνικό – Δημοτικό Θέατρο
Το κτίριο κτίστηκε το 1934, απέναντι από το Κυβερνείο, πάνω σε μελέτη του Armando Bernabiti, και ονομάστηκε Θέατρο Giacomo Puccini. Φιλοξένησε θεατρικές παραστάσεις και παραστάσεις όπερας με ιταλικούς θιάσους και μετά την ενσωμάτωση στέγασε το Εθνικό Θέατρο Ρόδου.
Το κτίριο αποτελεί τυπικό δείγμα του μοντέρνου κινήματος της εποχής του μεσοπολέμου, με επάλληλους καμπύλους όγκους, ανοίγματα παραθύρων στις γωνίες και στρογγυλούς φεγγίτες στις όψεις, επιβλητικό χώρο εισόδου, χωρισμένο σε τρία μέρη με κυλινδρικούς κίονες.
Το κτίριο σήμερα είναι κλειστό λόγω εργασιών αποκατάστασης.
Το Δημοτικό Θέατρο κτίστηκε το 1938-39, απέναντι από το Κυβερνείο, ως τμήμα του Casa Littoria (σημερινό Δημαρχείο ) με ξεχωριστή είσοδο.
Μετά την ενσωμάτωση στέγασε το Δημοτικό Θέατρο Ρόδου.
Κτίριο Έλλη
Κατά την διάρκεια της Ιταλικής κατοχής, λουτρικές εγκαταστάσεις εγκαθίστανται στις ωραιότερες παραλίες της Ρόδου, ως εξοπλισμός των ξενοδοχείων, στα πλαίσια της τόνωσης του τουρισμού. Χαρακτηριστικότερο κτίριο είναι η Ροτόντα των Μπάνιων στην πόλη της Ρόδου. Κατασκευάστηκε την τριετία 1933-1936, στην βόρεια πλευρά της πλατείας Κουντουριώτη, πάνω σε μελέτη αγνώστου. Με κεντρικό κυλινδρικό κτίριο στεγασμένο με θόλο και παρακείμενο κτίριο αποδυτηρίων πάνω στην παραλία, το συγκρότημα χρησιμοποιεί εκλεκτικιστικές μορφές και ανατολίτικα στοιχεία σε πετυχημένη συνύπαρξη.
Το κτίριο στεγάζει σήμερα αναψυκτήρια και κέντρα διασκέδασης.
Κατά την διάρκεια της Ιταλικής κατοχής, λουτρικές εγκαταστάσεις εγκαθίστανται στις ωραιότερες παραλίες της Ρόδου, ως εξοπλισμός των ξενοδοχείων, στα πλαίσια της τόνωσης του τουρισμού. Χαρακτηριστικότερο κτίριο είναι η Ροτόντα των Μπάνιων στην πόλη της Ρόδου. Κατασκευάστηκε την τριετία 1933-1936, στην βόρεια πλευρά της πλατείας Κουντουριώτη, πάνω σε μελέτη αγνώστου. Με κεντρικό κυλινδρικό κτίριο στεγασμένο με θόλο και παρακείμενο κτίριο αποδυτηρίων πάνω στην παραλία, το συγκρότημα χρησιμοποιεί εκλεκτικιστικές μορφές και ανατολίτικα στοιχεία σε πετυχημένη συνύπαρξη.
Το κτίριο στεγάζει σήμερα αναψυκτήρια και κέντρα διασκέδασης.
Ξενοδοχείο των Ρόδων
Η κατασκευή άρχισε τον Μάρτιο του 1925, και το ξενοδοχείο εγκαινιάστηκε το 1927, παρουσία πολλών φιλοξενούμενων από την Ιταλία και την Αίγυπτο, στα πλαίσια της τουριστικής πολιτικής της ιταλικής κατοχής. Το 1930 ο αρχιτέκτονας Rodolfo Petracco ανέλαβε να εκπονήσει σχέδιο επέκτασης του κτιρίου, με προσθήκη που ονομάστηκε «μικρό ξενοδοχείο των Ρόδων».
Την τελευταία περίοδο της ιταλικής κατοχής, το κτίριο αποκτά νέες όψεις, καθαρές, γεωμετρικές μορφές, με την απομάκρυνση όλων των διακοσμητικών στοιχείων, και χρήση του επιχρίσματος με finta pietra, σε μορφή ισόδομης τοιχοποιίας, που παραπέμπει στην ιπποτική αρχιτεκτονική.
Μετά την λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το κτίριο συνέχισε την λειτουργία του ως ξενοδοχείο, ως τις αρχές της δεκαετίας του 1960.
Σήμερα λειτουργεί ως καζίνο- ξενοδοχείο.
Υδροβιολογικός Σταθμός Ρόδου – Ενυδρείο
Βρίσκεται στο βόρειο άκρο του νησιού.
Το κτίριο, χαρακτηρισμένο ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το υπουργείο πολιτισμού, κατασκευάστηκε στην διάρκεια της ιταλικής κατοχής, τα έτη 1934-1937, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Armando Bernabiti, με στιβαρές καμπύλες μορφές που χαρακτηρίζουν το διεθνές στυλ. Η θύρα εισόδου διακοσμείται με μοτίβα παρμένα από τον θαλάσσιο κόσμο.
Από την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου, λειτούργησε υπό την εποπτεία της Ακαδημίας Αθηνών ως Υδροβιολογικό Ινστιτούτο.
Από το 1963 λειτουργεί ως ενυδρείο και μουσείο με την ονομασία Υδροβιολογικός Σταθμός Ρόδου και ως ερευνητική μονάδα στη Μεσόγειο.
Δραστηριοποιείται στην έρευνα της ωκεανογραφικής επιστήμης στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο, στη μελέτη των απειλούμενων ειδών, στη συνεργασία με ερευνητικά κέντρα της Ελλάδας και του εξωτερικού και στην διοργάνωση διαλέξεων και σεμιναρίων για τη γνώση και προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος.
Το ενυδρείο αναπαριστά μία υποθαλάσσια σπηλιά με διαδρόμους από πωρόλιθο, διακοσμημένους με φυσικά κοχύλια, που δίνει στον επισκέπτη την εντύπωση ότι βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας.
Πανεπιστήμιο Αιγαίου
Το κτίριο ολοκληρώθηκε το 1926, πάνω σε μελέτη του F. Di Fausto, του 1924, προορισμένο για έδρα του στρατού (caserma di fanteria), της ιταλικής κατοχής.
Κτισμένο πάνω στην οδό Δημοκρατίας, περιλαμβάνει δύο επιμήκεις όγκους εκατέρωθεν της μνημειώδους τριπλής πύλης εισόδου σε finta pietra, με δύο θολωτά φυλάκια εκατέρωθεν, με οξυκόρυφες καμάρες και κυλινδρικές επιτοίχιες παραστάδες, που μιμούνται μορφές της ιπποτικής αρχιτεκτονικής. Τα παρακείμενα κτίρια των στρατώνων αποτελούν τριώροφους κυβιστικούς όγκους, με διατεταγμένα καθ’ ύψος ανοίγματα.
Τα κτίρια σήμερα στεγάζουν το Πανεπιστήμιο Αιγαίου.
Στάδιο «Διαγόρας»
Πάνω σε σχέδια του αρχιτέκτονα Armando Bernabiti δημιουργήθηκε το 1932 το «στάδιο του Ηλίου», στην συνοικία του Αγίου Ιωάννη, σε χώρο που προβλεπόταν από το Ρυθμιστικό σχέδιο της Ιταλικής κατοχής. Το 1939 μετονομάστηκε σε στάδιο Μουσολλίνι.
Το ελλειψοειδές σχήμα του ανοιχτού χώρου του σταδίου περιβάλλεται από τοιχείο. Η κύρια πύλη εισόδου βρίσκεται στην Ν.Δ. πλευρά, με δύο στιβαρούς πυλώνες που φιλοξενούν χώρους έκδοσης εισιτηρίων. Δεύτερη πύλη εισόδου που σηματοδοτείται με ρολόι από σίδερο βρίσκεται στην Β.Δ. πλευρά, ενώ βοηθητικές είσοδοι υπάρχουν στις τρεις υπόλοιπες πλευρές. Το στέγαστρο των κερκίδων των θεατών πάνω από την τοξοστοιχία από καμάρες και οι λεπτομέρειες των διακοσμητικών στοιχείων στις πύλες έχουν γίνει από σίδερο, σε μορφή art deco. Το γήπεδο περιλαμβάνει ποδηλατοδρόμιο.
Σήμερα αποτελεί το Δημοτικό στάδιο Ρόδου «Διαγόρας»
Ιαματικές Πηγές Καλλιθέας
Το συγκρότημα της Καλλιθέας κτίστηκε στην ίδια ακριβώς τοποθεσία που έγινε η απόβαση των πρώτων Ιταλικών δυνάμεων, στο ανατολικό τμήμα του νησιού, εννέα χιλιόμετρα από την πόλη της Ρόδου.
Πραγματοποιήθηκε όταν διοικητής των Δωδεκανήσων ήταν ο Mario Lago (1924-1936). Αρχιτέκτονας του έργου ήταν ο Pietro Lombardi.
Τα εγκαίνια έγιναν την 1η Ιουλίου 1929 και υπήρξαν πόλος έλξης πλήθους ασθενών και επιστημόνων από όλο τον κόσμο. Μέσα στο 1930 συμπληρώθηκε η τελική διαμόρφωση του υπαίθριου χώρου.
Τα νερά της Καλλιθέας ήταν κατάλληλα και θεραπευτικά για πολλές παθήσεις.
Όλες οι επεμβάσεις που πραγματοποιήθηκαν στο χώρο διακρίνονται για το σεβασμό στο φυσικό τοπίο αλλά και στον άνθρωπο. Κτήρια με όγκους προσαρμοσμένους στις φυσικές κοιλότητες και ελεύθερα αρχιτεκτονικά στοιχεία συνδέουν μορφολογικά διαφόρους πολιτισμούς που επέδρασαν στη Ρόδο.
Το συγκρότημα είναι πλήρως αποκατεστημένο και προσφέρεται για κολύμπι και αναψυχή. Παράλληλα, οργανώνονται πλήθος πολιτιστικών εκδηλώσεων.
Τράπεζα της Ελλάδος
Στο τέλος του 1922, στην Δωδεκάνησο λειτουργούσαν η τράπεζα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η ιδιωτική τράπεζα της εβραϊκής οικογένειας Αλχαδέφ και η τράπεζα της Ρώμης. Σύντομα η τράπεζα της Ιταλίας και η τράπεζα της Σικελίας εγκατέστησαν υποκαταστήματά τους στη Ρόδο. Η τράπεζα της Ιταλίας στεγαζόταν ως το 1926 στο ισόγειο του Κυβερνείου. Το 1930 χτίστηκε τελικά η νέα τράπεζα της Ιταλίας, κατασκευασμένη σύμφωνα με μελέτη του μηχανικού Accolti.
Το κτήριο χαρακτηρίζεται από εκλεκτικιστικές μορφές αρχιτεκτονικής, με συμμετρικά διατεταγμένα ανοίγματα ισογείου και ορόφου με διακοσμητικές κορνίζες από finta pietra, διώροφο προεξέχοντα όγκο που περιλαμβάνει τις τρεις καμάρες εισόδου και συνεχές γείσο.
Το κτίριο στεγάζει σήμερα την τράπεζα της Ελλάδος.
Ακταίον
Το προϋφιστάμενο κτίριο στη θέση αυτή αποτέλεσε στέγη της τούρκικης λέσχης «Ένωση και Πρόοδος» και στρατιωτική λέσχη των Ιταλών αξιωματούχων ως το 1924, όταν από τον ιταλό κυβερνήτη Mario Lago ανατέθηκε στον Florestano di Fausto η μετατροπή του σε Iταλική Λέσχη (Circolo Italia) των Ιταλών κατοίκων της Ρόδου, λέσχη που ιδρύθηκε στα 1920 και αριθμούσε στα 1922, 160 μέλη. Ο Di Fausto διατήρησε τους όγκους, πρόσθεσε στεγασμένη στοά από οξυκόρυφες αψίδες στην όψη προς τη λεωφόρο της 7ης Μαρτίου, διατήρησε τον κυλινδρικό πύργο με νέα επίστεψη, ενώ μετέτρεψε τα νεοκλασικά στοιχεία της όψης σε ανοίγματα με ανατολίτικες μορφές.
Το 1935 έγινε επέκταση και τροποποίηση των όψεων από τον κυβερνήτη Cezare De Vecchi. Εξαφανίστηκαν τα ανατολίτικα στοιχεία, ο κυλινδρικός πύργος έγινε τετράγωνος χωρίς θόλο και το κτίριο επενδύθηκε με επίχρισμα, σε μορφή ισόδομης τοιχοποιίας.
Το κτίριο στεγάζει σήμερα το «Ακταίον», δημοτικό αναψυκτήριο και χώρο διαλέξεων.
Κεντρικό Λιμεναρχείο Ρόδου
Το κτίριο κτίστηκε το 1927, για να στεγάσει τη Λέσχη του Φασισμού, σε σχέδια του Florestano di Fausto και επίβλεψη του Rodolfo Petracco
Πρόκειται για τριώροφο κτίριο σε άμεση γειτνίαση με το κτίριο του Ταχυδρομείου, με στοά από καμάρες στο ισόγειο, μνημειακή όψη με μεγάλα ορθογώνια ανοίγματα και αετωματικές απολήξεις στο στηθαίο του δώματος.
Το κτίριο στεγάζει σήμερα το Κεντρικό Λιμεναρχείο Ρόδου
Δικαστικό μέγαρο
Ο Mario Lago ανέθεσε το 1923, στον Florestano di Fausto, το έργο της μετατροπής προϋφιστάμενου κτιρίου σε τριγωνικό οικόπεδο επί της λεωφόρου 7ης Μαρτίου, σε δικαστικό μέγαρο. Στην βόρεια πλευρά κατασκευάστηκε το 1926, η «Ca’ San Giorgio», ως γραφείο οικονομικών ή έδρα διοίκησης των Θερμών της Καλλιθέας, ενώ στην νότια προστέθηκε το 1930 μία νέα αίθουσα Δικαστηρίου, από τον Rodolfo Petracco. Την τρίτη γωνία του τριγώνου κατέλαβε η στέγη της Κυνηγετικής Λέσχης που μετατράπηκε σε βιβλιοθήκη το 1931.
Στην α’ φάση, η όψη του κτιρίου χαρακτηρίζεται από λίθινη πύλη εισόδου σε όλο το ύψος του και επίστεψη από συνεχές στηθαίο με λατινικές επιγραφές, κατά τα Ρωμαϊκά αναγεννησιακά πρότυπα.
Το 1936 o τελευταίος κυβερνήτης Cezare De Vecchi προέβη σε δραστικές μετατροπές του κτιρίου. Το αναγεννησιακό πρόπυλο εισόδου αντικαταστάθηκε από μεγαλειώδη κλίμακα πρόσβασης και θύρα εισόδου πλαισιωμένη από ημικυκλικές επιτοίχιες παραστάδες ως το ύψος του στηθαίου, καταργήθηκαν οι λατινικές επιγραφές και οι όψεις επενδύθηκαν με νέο επίχρισμα από finta pietra, σε αναπαράσταση ισόδομης πέτρινης τοιχοποιίας, κατά τα ιπποτικά πρότυπα.
Το κτίριο στεγάζει σήμερα το Δικαστικό Μέγαρο.
Ταχυδρομείο
Το κτίριο αποτελούσε την έδρα της Τούρκικης Νομαρχίας (Konak). Από το 1912 και για δεκαπέντε χρόνια αποτέλεσε έδρα του ιταλού κυβερνήτη των νησιών. Όταν κτίστηκε το Μέγαρο του Κυβερνείου, ο κυβερνήτης Μario Lago αποφάσισε να στεγάσει στο κτίριο την έδρα των Ταχυδρομικών γραφείων και της Διεύθυνσης Δημοσίων Έργων.
Το κτίριο ολοκληρώθηκε το 1928, πάνω σε μελέτη του Florestano di Fausto. Αποτελεί παράδειγμα εκλεκτικιστικής αρχιτεκτονικής, με στοιχεία από την Ιταλική Αναγέννηση, με τις αετωματικές κορνίζες των ανοιγμάτων του ισογείου, τις επιτοίχιες παραστάδες που φτάνουν με κιονόκρανα ως το στηθαίο του δώματος και τις ασπίδες με ανάγλυφα πάνω από τα ανοίγματα του ορόφου.
Το κτίριο στεγάζει σήμερα το Ταχυδρομείο.
Ναός Ευαγγελισμού της Θεοτόκου – Ιερά Μητρόπολη Ρόδου
Στη δυτική πλευρά του λιμανιού στο Μαντράκι, βρίσκεται ο πρώην καθολικός καθεδρικός ναός του Αγίου Ιωάννου (Chiesa di San Giovanni) και νυν ορθόδοξος του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Οικοδομήθηκε κατά την περίοδο 1924-1925, στη διάρκεια της Ιταλικής Κατοχής, κατά μίμηση του ναού του Αγίου Ιωάννου του Βαπτιστή που βρισκόταν απέναντι από το Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου στη Μεσαιωνική Πόλη και καταστράφηκε από έκρηξη της πυρίτιδας στα υπόγειά του, το 1856. Πρόκειται για μία τρίκλιτη ξυλόστεγη γοτθική βασιλική στην οποία συγχωνεύονται αρμονικά στοιχεία του βυζαντινού και του γοτθικού ρυθμού με τα χαρακτηριστικά του ρυθμού που δημιουργήθηκε στη Συρία κάτω από την κυριαρχία των Φράγκων. Στην αυλή ανατολικά του ναού κτίστηκαν το 1931, μία φιάλη (βαπτιστήριο), έργο του Ιταλού αρχιτέκτονα Rodolfo Petracco, και ένα κωδωνοστάσιο –έργο του Florestano di Fausto. Το σιντριβάνι στην είσοδο του ναού είναι αντίγραφο της μεσαιωνικής κρήνης Fontana Grande (1279) της πόλης Viterbo της Ιταλίας.
Ο ναός παραμένει αναλλοίωτος εξωτερικά, ενώ το εσωτερικό του προσαρμόστηκε ώστε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της ορθόδοξης λατρείας στην οποία και αποδόθηκε το 1947. Αγιογραφήθηκε από το 1951 έως το 1961 από τον βυζαντινό αγιογράφο Φώτη Κόντογλου και τους βοηθούς του Ιωάννη Τερζή και Παντελή Οδάμπαση.
Ο αρχιτέκτονας Florestano di Fausto μαζί με την ανάθεση της κατασκευής της εκκλησίας του Αγίου Ιωάννη (Ευαγγελισμός) ανέλαβε και την κατασκευή ενός κτιρίου για τις ανάγκες της εκκλησίας στην βόρεια πλευρά της, ανάμεσα σε αυτή και το μέγαρο του Κυβερνείου. Το κτίριο έγινε το 1924-1925, με προσθήκη το 1933 από τον μηχανικό Rodolfo Petracco.
Η όψη του κτιρίου προς την λεωφόρο 7ης Μαρτίου φέρει στοιχεία γοτθικής αρχιτεκτονικής, με δίλοβα και τρίλοβα παράθυρα στον όροφο, ενώ στην ανατολική όψη το κτίριο φέρει μεγάλα διαδοχικά ανοίγματα με καμάρες, σε άμεση μορφολογική σχέση με τις αντίστοιχες όψεις του κτιρίου της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου. Το κτίριο στεγάζεται με τετράρριχτες στέγες, σε μια προσπάθεια μορφολογικής ενοποίησης του συγκροτήματος με την παρακείμενη εκκλησία.
Το κτίριο αποτελεί σήμερα την έδρα της Ιεράς Μητρόπολης Ρόδου.
Κτίριο Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου
Το κτίριο κτίστηκε το 1927, για να στεγάσει το Κυβερνείο της ιταλικής κατοχής, με ανάθεση της μελέτης από τον κυβερνήτη Mario Lago στον αρχιτέκτονα Florestano di Fausto. Το κτίριο είναι διώροφο, με στοά που περιτρέχει το ισόγειο και εσωτερικό διάδρομο με χώρους γραφείων εκατέρωθεν. Υπάρχουν δύο κλίμακες ανόδου στον όροφο, μία εσωτερική και μία εξωτερική και κεντρικός τετράγωνος χώρος, που φιλοξενεί το γραφείο του Κυβερνήτη και την αίθουσα τελετών.
Η μορφολογία του είναι χαρακτηριστική της δημιουργίας μίας αισθητικής συνέχειας με την ιπποτική αρχιτεκτονική, αφού οι Ιταλοί κατακτητές θεωρούσαν τους ιππότες ένδοξους προγόνους τους. Στην βόρεια και δυτική πλευρά εκτείνεται στοά με οξυκόρυφες αψίδες και δίλοβα και τρίλοβα παράθυρα στον όροφο, ενώ στην ανατολική πλευρά η στοά παραπέμπει σε μορφές του βενετικού γοτθικού στυλ.
Το κτίριο ήδη από την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στεγάζει την έδρα της νομαρχίας Δωδεκανήσου (πλέον Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου).
Δημαρχείο
Η θέση του κτιρίου απέναντι από το Κυβερνείο, πάνω στη σημαντικότερη πλατεία της πόλης, δίπλα από το Θέατρο Puccini και το αρχηγείο του Στρατού, επιδεικνύει ένα τυπικό δείγμα διάταξης της κεντρικής πλατείας των νέων πόλεων της Φασιστικής Ιταλίας, όπως μετουσιώθηκε στην Ρόδο της ιταλικής κατοχής.
Η μελέτη του κτιρίου ως έδρα της λέσχης του Φασισμού (Palazzo Littorio) έγινε από τον αρχιτέκτονα Armando Bernabiti (1937-1939). Αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα δείγματα της φασιστικής αρχιτεκτονικής, με τον ορθολογισμό και την συμμετρία του όγκου του και την χρήση της ισόδομης τοιχοποιίας στις όψεις του. Μπροστά στην τότε επονομαζόμενη «πλατεία Αυτοκρατορίας» τοποθετήθηκαν οι ανδριάντες των ρωμαίων αυτοκρατόρων Οκταβιανού και Ιούλιου Καίσαρα, δώρα του Μουσολίνι στη Ρόδο.
Το 1947 αποφασίστηκε η ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα. Στις 7 Μαρτίου 1948, πλήθος κόσμου, στην πλατεία μπροστά από το κτίριο, χωρίς τους ανδριάντες και τα σύμβολα του φασιστικού καθεστώτος, παρουσία του βασιλιά της Ελλάδας, με το δήμαρχο και το Δημοτικό Συμβούλιο γονατισμένους, παρακολούθησε την ελληνική σημαία να σηκώνεται στον ιστό, μετά από έξι αιώνες ξένης κατοχής.
Το κτίριο στεγάζει από την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου το Δημαρχείο της Ρόδου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου