Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Τάξη: Κυαμώδη (Fabales)
Οικογένεια: Κυαμοειδή (Fabaceae) ή Χεδρωπά (Leguminosae)
Γένος: Κερωνία (Ceratonia)
Είδος: C. siliqua
Διώνυμο
Ceratonia siliqua
Κερωνία η έλλοβος
Η χαρουπιά (επιστ. Κερωνία ή Κερατέα η έλλοβος), λατ. Ceratonia siliqua είναι δέντρο αείφυλλο και ανήκει στην οικογένεια των Κυαμοειδών, στην τάξη των Κυαμωδών. Το είδος Ceratonia siliqua θεωρείτο ότι ήταν ο μοναδικός εκπρόσωπος του γένους, πράγμα που δεν ευσταθεί μετά την περιγραφή ενός ακόμα είδους που περιλαμβάνει δύο υποείδη: Ceratonia oreothauma subsp. Oreothauma που απαντά στην Υεμένη και Ceratonia oreothauma subsp. somalensis που είναι ιθαγενές της Σομαλίας.
Περιγραφή
Η χαρουπιά είναι δέντρο μακρόβιο, πολύγαμο, μόνοικο ή δίοικο, ιθαγενές της Μεσογείου. Έχει φλοιό καστανόφαιο, λεπτό, κόμη πυκνή, συνήθως σφαιρική, φύλλα πτερωτά με 4 – 10 φυλλάρια ακέραια, δερματώδη, βαθυπράσινα και γυαλιστερά από πάνω, ωχροπράσινα από κάτω, άνθη με βαριά οσμή, χωρίς πέταλα, μικρά, σε μασχαλιαίους ή πλευρικούς κοκκινωπούς βότρυες, δίκλινα συνήθως, με κάλυκα μικρό, πρασινωπό, πεντάλοβο, πέντε στήμονες, μακριούς στα αρσενικά άνθη, κοντούς και, κατά κανόνα, άγονους στα θηλυκά ή ερμαφρόδιτα. Καλλιεργείται εύκολα και ευδοκιμεί σε όλα τα εδάφη εκτός από τα υγρά και τα άπορα. Η καρποφορία της αρχίζει συνήθως το 6-7 έτος και συνεχίζεται για πολλά χρόνια. Η ωρίμανση του καρπού διαρκεί σχεδόν ένα χρόνο, από το Φθινόπωρο που γίνεται η ανθοφορία μέχρι τα τέλη Αυγούστου του επόμενου έτους που αρχίζουν να πέφτουν οι ώριμοι πια καρποί. Τα φύλλα της είναι σύνθετα, σκληρά, ωοειδή με λείες παρυφές και σχηματίζουν πυκνό φύλλωμα. Μπορεί να φτάσει σε ύψος και τα 13 μέτρα, βρίσκεται σε όχθες ποταμών και παράκτιες περιοχές της Μεσογείου είναι δε γνωστή και με το όνομα ξυλοκερατιά, ενώ στην Κύπρο ως "τερατσιά", από την αρχαιοελληνική λέξη κεράτιον, για το χαρούπι. Από τη λέξη κεράτιον προέρχεται και η λέξη καράτι, γιατί το βάρος του σπόρου των χαρουπιών ορίστηκε ως η πιο μικρή μονάδα μέτρησης για χρυσό και πολύτιμους λίθους. Τα άνθη της είναι μικρά, πράσινα, χωρίς πέταλα. Γνωστό από την αρχαιότητα όπου το καλλιεργούσαν για τους καρπούς του τα χαρούπια ή ξυλοκέρατα.
Ο καρπός της χαρουπιάς είναι λοβός πεπλατυσμένος. Τα χαρούπια είναι μακριά, στριφτά και σκληρά πράσινου χρώματος όταν είναι άγουρα και ξυλώδη εξωτερικά ,καστανού χρώματος όταν είναι ώριμα. Η σάρκα του ώριμου καρπού περιβάλλει μέχρι και είκοσι καστανόχρωμα και πολύ σκληρά φακοειδή σπέρματα, διατεταγμένα κατά μήκος του. Είναι σακχαρώδης και έχει ευχάριστη, γλυκιά γεύση.
Χρήσεις
Η χαρουπιά είναι είδος δασικό, γεωργικό, βιομηχανικό και καλλωπιστικό. Το ξύλο της δίνει ξυλάνθρακες αρίστης ποιότητας, το καρδιόξυλό της χρησιμοποιείται στην επιπλοποιία, την ξυλογλυπτική, την τορνευτική και τη βαρελοποιία ενώ ο φλοιός και τα φύλλα της στη βυρσοδεψία και τη βαφική. Τα χαρούπια χρησιμοποιούνται ως ζωοτροφή και στη παρασκευή οινοπνευματωδών ποτών. Ακόμα αλευροποιούνται και χρησιμοποιούνται στη παρασκευή ενός θρεπτικού αλευριού κατάλληλου για βρεφικούς κοιλόπονους και παιδικές γαστρεντερίτιδες. Από τα σπόρια τους εξάγεται μία κολλώδης ουσία (κόμμι) χρήσιμη στη χαρτοβιομηχανία καθώς και ως στερεωτικό σε διάφορα τρόφιμα. Το ξύλο της χαρουπιάς χρησιμοποιείται σε ξύλινες διακοσμήσεις.
Στην Ελλάδα βρίσκεται αυτοφυής σε πολλές νησιώτικες περιοχές και κυρίως στην Κρήτη αλλά καλλιεργείται και σε φυτώρια για τον καλλωπισμό δρόμων και πάρκων. Στην Κύπρο καλλιεργείται εδώ και χιλιάδες χρόνια, και το 90% της παραγωγής εξάγεται σε διάφορες μορφές (χαρουπάλευρο, ολόκληρος καρπός, χαρουποπυρήνας, αλεσμένα, γόμα σε Ιταλία, Αγγλία, Αμερική, Ισπανία, Αυστραλία, Ιαπωνία, και Αίγυπτο).
Καλλιέργεια
Μοσχεύματα από καρποφόρα χαρουπιά φέρουν καρπό σε 3-4 χρόνια, και σπορόφυτα ανεπτυγμένα σε ιδανικές συνθήκες φέρουν καρπό σε 6-8 χρόνια. Αν και είναι γηγενές σε ήπια κλιματικά περιβάλλοντα, δύο-τρεις θερινές αρδεύσεις βοηθούν την ανάπτυξη και επιταχύνουν την καρποφορία.
Πηγή Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια: https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A7%CE%B1%CF%81%CE%BF%CF%85%CF%80%CE%B9%CE%AC
Οι θεραπευτικές ιδιότητες του χαρουπιού
Χαρουπιά
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι Ceratonia siliqua (Κερατονία η έλλοβος) και ανήκει στην οικογένεια των Κεσαλπινιδών. Το λατινικό Ceratonia προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη κέρας και έχει σχέση με το κερατόμορφο σχήμα του καρπού. Η λέξη siliqua στα λατινικά σημαίνει λοβός, χαρούπι. Φύεται σε όλες τις χώρες της Μεσογείου, κύρια όμως σε Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα, Κύπρο, Τουρκία, Τυνησία. Μεγάλες καλλιέργειες υπάρχουν στην Καλιφόρνια. Μεμονωμένα τη συναντά κανείς στην Νότια Αμερική, Νότια Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία.
Στη χώρα μας την συναντούμε περισσότερο στη Νότιο Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Κρήτη και τη Σάμο με τα ονόματα Κερατιά, Ξυλοκερατιά, Χαρουπιά, Κουντουριδιά, Κουτσουπιά, Τσερακιά, Κουτσικιά. Είναι αειθαλές μικρό δέντρο και ύψος του μπορεί να φτάσει τα 10-18 μέτρα. Το φύλλωμα του είναι ευρύ, ημισφαιρικό, στηριγμένο πάνω σε ένα καφετή τραχύ φλοιό και εύρωστους κλάδους. Τα φύλλα του έχουν μήκος 10-20 εκατοστά, εναλλασσόμενα και έχουν ή δεν έχουν τελικό φυλλάδιο. Τα περισσότερα δέντρα είναι δίοικα. Αντέχει στη ζέστη και στην ξηρασία και οι καρποί του κατατάσσονται στα όσπρια. Τα άνθη του είναι μικρά πολυάριθμα λουλούδια σε σπειροειδή μορφή. Τα αρσενικά άνθη έχουν χαρακτηριστική μυρουδιά που μοιάζει με σπέρμα. Από τα λιτά άνθη αναπτύσσονται λοβοί που κρέμονται πάνω στο δέντρο σαν δέσμες.
Ο λοβός (κέλυφος οσπρίων που περιέχει τους σπόρους) φτάνει σε μήκος τα 10 έως 30εκατοστά. Ο λοβός αρχή είναι πράσινος και μαλακός. Κατά τη διάρκεια της ωρίμανσης σκληραίνει και γίνεται σκούρος καφέ ως μαύρος και μπορεί νασυντηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Τους λοβούς τους ονομάζουμε καιχέδρωπες (Χερδοπά σημαίνει ελλοβόκαρπα φυτά, όσπρια). Κάθε λοβός περιέχει από 5-15 κουκούτσια τα οποία είναι στρογγυλά και επίπεδα με σκληρό περίβλημα. Αυτά τα κουκούτσια επεξεργάζονται και γίνονται αλεύρι (πυρηνοχαρουπάλευρο). Το βάρος του σπόρου της χαρουπιάς κυμαίνεται ομοιόμορφα μεταξύ 189 και 205 χιλιοστών του γραμμαρίου. Για τον λόγο αυτό, εδώ και 1500 χρόνια ορίστηκε το βάρος ενός κουκουτσιού χαρουπιάς σαν η πιο μικρή μονάδα μέτρησης, χρυσού και πολύτιμων λίθων. Το βάρος αυτό ορίστηκε στα 0,2 γραμμάρια και πήρε το όνομα καράτι, από το ελληνικό κεράτιον. Η Χαρουπιά για να αρχίσει να καρποφορεί πρέπει να περάσουν 7 χρόνια. Στη συνέχεια καρποφορεί για 80 -100 χρόνια δίνοντας περίπου 400 κιλά λοβών κατ’ έτος. Οι λοβοί για να αναπτυχθούν και να ωριμάσουν χρειάζονται 12 μήνες. Όταν ωριμάσουν πέφτουν στο έδαφος όπου τρώγονται από τα διάφορα θηλαστικά και με αυτόν τον τρόπο ο σπόρος διασκορπίζεται.
Ιστορικά στοιχεία:
Η Χαρουπιά ήταν γνωστή στους αρχαίους Έλληνες οι οποίοι την καλλιεργούσαν γιατους καρπούς της. Ο Πλίνιος περιγράφει τα γλυκά φασόλια της χαρουπιάς σαν τροφή για τα γουρούνια. Από τον Θεόφραστο μαθαίνουμε ότι το δέντρο οι Ίωνες το αποκαλούσαν κερωνία ενώ ο καρπός ονομάζονταν και αιγυπτιακό σύκο. Η συγκομιδή των καρπών της προηγούμενης χρονιάς ξεκινούσε με την εμφάνιση του αστερισμού του Κυνός, του Σείριου, στα τέλη Ιουλίου και αμέσως άρχιζαν να μεγαλώνουν οι νέοι καρποί. Ο Θεόφραστος περιέγραψε την χαρουπιά με μεγάλη ακρίβεια και παρατήρησε σωστά πως οι καρποί της βγαίνουν από τον κορμό του δένδρου, κι αυτό γιατί τα λουλούδια φυτρώνουν πάντοτε στις μασχάλες των φύλλων ή απ’ ευθείας από τα παλιά κλαδιά. Το δένδρο ήταν πολύ γνωστό στη Συρία και στην Ιουδαία την εποχή του Χριστού, (αναφέρεται στην παραβολή του Ασώτου). Το χαρούπι το έτρωγαν στην Αρχαία Αίγυπτο. Το χρησιμοποιούσαν επίσης ως γλυκαντική ουσία για το γλυκό «νεντζέμ».
Οι Ισραηλινοί έτρωγαν τα χαρούπια κατά τη διάρκεια των εβραϊκών διακοπών «Του Μπισβάτ» ενώ οι μουσουλμάνοι κατά τη διάρκεια του Ραμαζανιού έπιναν χυμό χαρουπιού. Στην Αίγυπτο σήμερα το τρώνε σαν σνακ ενώ με τους συντριμμένους λοβούς φτιάχνουν ένα αναζωογονητικό ποτό. Χρησιμοποιείται επίσης σε ηδύποτα που φτιάχνονται σε Τουρκία, Μάλτα, Πορτογαλία και Σικελία. Σε Λιβύη και Περού χρησιμοποιούν το σιρόπι του χαρουπιού σε ποτό. Βράζοντας τα χαρούπια παρασκεύαζαν από το μέλι που υπάρχει στο εσωτερικό του ένα απλό υδατώδες εκχύλισμα, το «χαρουπόμελο» το οποίο και χρησιμοποιούσαν ως κύρια γλυκαντική ουσία. Πολλοί την ίδια ακριβώς περίοδο τα φούρνιζαν, τα άλεθαν και ανακάτευαν τη σκόνη τους με το λιγοστό αλεύρι για την παρασκευή του απαραίτητου για την οικογένεια ψωμιού. Στη λαϊκή ιατρική χρησιμοποιούσαν το αφέψημα από κοπανισμένα χαρούπια για τα παιδιά που έπασχαν από βρογχίτιδα ή κοκίτη. Επίσης τα έβραζαν μαζί με ξερά σύκα και σταφίδες και το έπιναν ως αντιβηχικό φάρμακο.
Συστατικά-χαρακτήρας:
Τα χαρούπια είναι γλυκά, εύγευστα και θρεπτικά. Περιέχουν σάκχαρο σε μεγάλη αναλογία (50%) από το οποίο το 30% είναι σταφυλοσάκχαρο, 10% πρωτείνη και 6% λίπος. Επίσης περιέχουν βιταμίνες της ομάδα Β και καροτίνη Β (προστάδιο τωνβιταμινών Α), κάλιο, μαγνήσιο, ασβέστιο, φωσφόρο, ιχνοστοιχεία (σίδηρο, μαγγάνιο, χαλκό, χρώμιο, νικέλιο), λίγο ισοβουτυρικό οξύ (που προκαλεί ελαφρώς δυσάρεστη μυρωδιά), τανίνες, ινώδεις ουσίες όπως λιγνίνη (επιδρά κατασταλτικά στη χοληστερίνη, έχει θετικά αποτελέσματα στο επίπεδο της γλυκόζης στο αίμα και χρησιμοποιείται κατά του διαβήτη και της παχυσαρκίας), βλέννα, κυτταρίνη και τουλάχιστον 6 αντιοξειδωτικές ουσίες οι οποίες δρουν προστατευτικά για τα κύτταρα καταπολεμώντας το σχηματισμό όγκων.
Άνθιση – συλλογή – χρησιμοποιούμενα μέρη:
Τα άνθη του βγαίνουν Σεπτέμβριο και Οκτώβριο. Τα άνθη και τα φύλλα συλλέγονται την εποχή της άνθησης. Οι λοβοί στα τέλη Ιουλίου. Θεραπευτικές ιδιότητες έχουν κύρια οι λοβοί και οι σπόροι, αλλά επίσης τα άνθη και τα φύλλα του φυτού. Από την επεξεργασία των κουκουτσιών δημιουργείται μια πρόσθετη ουσία για τρόφιμα η οποία υποχρεούται επισήμανσης (Ε 410) και χρησιμεύει σαν μέσο πήξης. Επίσης από τους σπόρους παρασκευάζεται ένα αλεύρι που είναι κατά 60% πρωτεΐνη, ελεύθερο ζάχαρης και αμύλου και μπορεί να μαγειρευτεί. Οι λοβοί χρησιμοποιούνται ως μη διεγερτικό υποκατάστατο της σοκολάτας. Σε αντίθεση με τη σοκολάτα δεν επιδεινώνει συμπτώματα του στρες όπως το άγχος, η ρηχή αναπνοή και οι αρρυθμίες. Επίσης χρησιμοποιείται ως μη τοξικό υποκατάστατο της σοκολάτας για τα σκυλιά, γιατί η θεοβρωμίνη που περιέχει η κανονική σοκολάταείναι τοξική για αυτά. Τα σκυλιά και οι γάτες δεν μπορούν να μεταβολίσουν τη θεοβρωμίνη όπως ο άνθρωπος. Έτσι αυτή παραμένει σε υψηλές συγκεντρώσεις στο αίμα τους με ολέθρια αποτελέσματα. Από τον σπόρο βγαίνει και μια εδώδιμη γόμα, ένα υποκατάστατο του τραγακάνθινου κόμεος. Ο σπόρος της χαρουπιάς αντικατέστησε στο παρελθόν ακόμα και τον καφέ, καβουρντιζόμενος με αμύγδαλα και ρεβίθια.
Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις:
Δρα ως στυπτικό, καταπραϋντικό, μαλακτικό και καθαρτικό. Βοηθά σε προβλήματα μειωμένης λίμπιντο και δρα κατά της μείωσης του αριθμούτων σπερματοζωαρίων. Βοηθά σε προβλήματα βρογχικού άσθματος. Ο πολτός του λοβού είναι πολύ θρεπτικός εύγευστος και απαλά ευκοίλιος. Είναι επίσης στυπτικός και ως αφέψημα θεραπεύει τη διάρροια και απαλά βοηθά τον καθαρισμό και ανακουφίζει τον ερεθισμό της κοιλιάς. Αυτές οι δράσεις είναι προφανώς συγκρουόμενες. Είναι όμως χαρακτηριστικό της δράσης των βοτάνων και δείχνει πως το σώμα μας αντιδρά με διαφορετικούς τρόπους στα θεραπευτικά βότανα, ανάλογα με το μέρος του φυτού, τον τρόπο παρασκευής και το συγκεκριμένο πρόβλημα. Επίσης κάνει καλό στον βήχα. Το αλεύρι που γίνεται από τους λοβούς είναι καταπραϋντικό και μαλακτικό. Τέλος ο λοβός του χαρουπιού θεωρείται ειδικό βότανο για τη θεραπεία της διάρροιας στα νήπια. Οι σπόροι είναι στυπτικοί και καθαρτικοί. Ο φλοιός είναι έντονα στυπτικός. Το αφέψημα του βοηθά σε πρόβλημα διάρροιας. Χρήσιμα ακόμη θεωρούνται τα φύλλα και τα άνθη του φυτού, διότι θεωρούνται στυπτικά και χρησιμοποιούνται ως βραστάρι, σε αναλογία φυτού προς νερό 1 προς 5, για γαργαρισμούς σε παθήσεις του φάρυγγα και εσωτερικώς σε υποκλυσμούς κατά της διάρροιας. Αλεύρι που παρασκευάζεται από τους λοβούς χρησιμοποιείται στη βιομηχανία καλλυντικών. Η τανίνη που περιέχει λαμβάνεται από τον φλοιό. Το ξύλο του δέντρου είναι πολύτιμο για έπιπλα και μπαστούνια. Το αφέψημα από κοπανισμένα χαρούπια είναι ιδανικό για τα παιδιά που πάσχουν από βρογχίτιδα και κοκίτη. Βρασμένα επίσης μαζί με ξερά σύκα και σταφίδες χρησιμοποιούνται ως αντιβηχικό φάρμακο.
Παρασκευή και δοσολογία:
Παρασκευάζεται ως αφέψημα. Για προβλήματα λίμπιντο και μειωμένου αριθμού σπερματοζωαρίων θρυμματίζουμε 6-7 χαρούπια και τα βράζουμε 3-4 λεπτά σε μισό λίτρο νερό. Το αφήνουμε σκεπασμένο για 20 λεπτά και μετά σουρώνουμε και πίνουμε το μισό πριν το πρωινό και το άλλο μισό πριν από το δείπνο. Μετά από μια εβδομάδα χρήσης το πίνουμε μόνο μια φορά την ημέρα και μάλιστα το μισό πριν πάμε για ύπνο. Το άλλο μισό το πίνουμε την άλλη μέρα πάλι πριν πάμε για ύπνο. Με αυτόν τον τρόπο το χρησιμοποιείτε αδιάκοπα για 3 μήνες κάθε μέρα και μπορούμε μετά απ ́ αυτό το διάστημα ή να διακόψουμε τη θεραπεία ή να τη συνεχίσουμε, ανάλογα με τις ανάγκες μας. Για προβλήματα βρογχικού άσθματος θρυμματίζουμε 6-7 χαρούπια και τα βράζουμε για 7-8 λεπτά. Στη συνέχεια σουρώνουμε και το πίνουμε το μισό πριν το πρωινό καιτο υπόλοιπο πριν το δείπνο. Το πίνουμε για 20 μέρες. Μετά τις 20 ημέρες ακολουθεί ακόμα μια φορά η ίδια χρήση αλλά με μέλι. Βάζουμε μόνο ένα κουταλάκι του γλυκού μέλι στο κρύο και σουρωμένο αφέψημα. Να μην καταναλώνουμε στο πρωινό ή στο βραδινό περισσότερο μέλι. Παιδιά έως 12 ετών χρησιμοποιούν την ίδια συνταγή, αλλά μόνο στο πρωινό. Το βραδινό ποτό καταργείται. Το σουρωμένο αφέψημα μπορεί να συντηρηθεί έως 3 ημέρες στο ψυγείο.
Προφυλάξεις: Δεν έχουν αναφερθεί παρενέργειες. Το χαρούπι είναι γενικά ασφαλές και εύπεπτο.
Χαρούπι: ένα τρόφιμο πολλών καρατίων
Ό,τι πρέπει να γνωρίζετε για ένα υγιεινό προϊόν
Θάλεια Τσιχλάκη 30/08/2016
Πολλές χρήσεις, πολύτιμη διατροφική αξία, έφεραν το ξεχασμένο χαρούπι στην επικαιρότητα κι εμείς σας το συστήνουμε μαζί με τις χρήσεις του.
Η χαρουπιά (Κερατονία ή κερατέα /Ceratonia siliqua) είναι ένα αειθαλές και μακρόβιο δέντρο, αυτοφυές στην Μεσόγειο, που το συναντάμε ενίοτε και καλλιεργημένο, από τα παράλια της βόρειας Αφρικής και το Ιόνιο μέχρι τη Μέση Ανατολή, γνωστό από την αρχαιότητα. Τα χαρούπια χρησιμοποιήθηκαν ιδιαίτερα ως ζωοτροφή, αλλά ο καρπός αυτός έθρεψε και πολλούς λαούς σε περιόδους πολέμων και λιμών, όταν τα άλλα τρόφιμα ήταν δυσεύρετα, γεγονός που αποδεικνύει την υψηλή διατροφική του αξία.
Ένας πολύτιμος καρπός
Η μεγάλη περιεκτικότητά του σε σάκχαρα, τα οποία αποτελούν το 30%-40% του συνολικού του βάρους το καθιστούν ιδιαίτερα θρεπτική και τονωτική τροφή. Το παράξενο όμως είναι πως το χαρούπι βοηθά και στην πέψη, γιατί περιέχει πηκτίνη και λιγνάνες. Το χαρούπι (ή αλλιώς ξυλοκέρατο, στα αρχαία ελληνικά "κεράτιον"), είναι ο καρπός της χαρουπιάς, ένα είδος φασολιού. Στην όψη, το χαρούπι μοιάζει με τους καρπούς της φασολιάς. Είναι ένας κάλυκας σε μορφή φασολιού, ένας χέδρωψ που φέρει σκληρά σπέρματα τα λεγόμενα κεράτια, τα οποία κατά ένα περίεργο τρόπο έχουν πάντα το ίδιο, σταθερό βάρος. Το βάρος αυτό κυμαίνεται πάντα, ανάλογα με το μέγεθος του χέδροπος, μεταξύ 189 και 205 χιλιοστών του γραμμαρίου και για αυτό στους αρχαίους χρόνους τα κεράτια χρησιμοποιήθηκαν ως μονάδα μέτρησης βάρους (ζύγια) για πολύτιμους λίθους και το χρυσό. Από αυτό προέκυψε και η λέξη κεράτιον, που έδωσε στις μέρες μας το γνωστό καράτι.
Ο καρπός περιέχει υψηλό ποσοστό φυτικών πρωτεϊνών (4%), υδατανθράκων (76%), σιδήρου, ασβεστίου, φωσφόρου (81 mg/100 γρ), καλίου (800 mg/100 γρ) και βιταμινών Α και Β, δεν περιέχει οξαλικό οξύ, που μειώνει την ικανότητα του σώματος να αφομοιώνει το ασβέστιο. Αν και είναι πολύ γλυκύς, είναι πολύ χαμηλότερης θερμιδικής αξίας από τη σοκολάτα και για αυτό θεωρείται το τέλειο υποκατάστατο της..
Η χαρουπιά είναι ένα πολύ χρήσιμο δέντρο συνολικά. Το ξύλο της χρησιμοποιήθηκε ως ξυλάνθρακας, αλλά και στην επιπλοποιία και την ξυλογλυπτική, γιατί ενώ είναι σκληρό και συμπαγές επιδέχεται στίλβωση. Ο φλοιός της χρησιμοποιείτο μέχρι πρότινος στη βαφική και την βυρσοδεψία.
Οι μεταμορφώσεις του χαρουπιού
Όταν βράζεται το χαρούπι παράγεται ένα παχύρευστο υγρό που μοιάζει με μέλι, το λεγόμενο και «χαρουπόμελο», που γεύση του θυμίζει σοκολάτα. Το χαρουπόμελο όμως είναι υψηλότερης διατροφικής αξίας από τη σοκολάτα ενώ περιέχει λιγότερα από τα μισά της λιπαρά, χωρίς να περιέχει καφεΐνη. Το χαρουπόμελο αποτελεί πλούσια πηγή υδατανθράκων, ασβεστίου, σιδήρου, μαγνησίου, καλίου και ριβοφλαβίνης και είναι χαμηλής περιεκτικότητας σε νάτριο. Αλέθοντας τα χαρούπια παρασκευάζεται το χαρουπάλευρο, ένα αλεύρι με ευχάριστη, γλυκιά γεύση που χρησιμοποιείται για την παρασκευή ψωμιού, μπισκότων, κέικ και παξιμαδιών .
Αν αποξηράνουν τους λοβούς του χαρουπιού, αφού αφαιρεθούν οι σπόροι, τους αλέσουν και τους ψήσουν, παράγεται το χαρουπάλευρο το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί όπου η συνταγή ζητάει σοκολάτα ή κακάο, το οποίο αντικαθιστάται με την ίδια ακριβώς ποσότητα χαρουπάλευρου. Το χαρουπάλευρο, επειδή είναι αρκετά γλυκό, μπορεί να χρησιμοποιηθεί αντί για ζάχαρη σε ζύμες για κέικ ή κουλούρια. Οφείλουμε να πούμε πως τα γλυκά μας θα πάρουν ένα καφετί χρώμα σοκολάτας και η γεύση τους θα θυμίζει σοκολάτα. Αν δεν το θέλουμε, μια λύση είναι να αναμείξουμε το χαρουπάλευρο με μέλι ή μπαχαρικά που θα μειώσουν την αίσθηση της σοκολάτας.
Τα προϊόντα και οι χρήσεις τους
Σήμερα αυτά τα προϊόντα βρίσκονται εύκολα σε καταστήματα με βιολογικά προϊόντα, σε ντελί και σε διάφορα σουπερμάρκετ. Μπορούμε όμως να βρούμε και ολόκληρο τον καρπό στα καταστήματα μπαχαρικών της Κεντρικής Αγοράς ή να τα μαζέψουμε μόνοι μας στα νησιά μας από την Κρήτη μέχρι τα Ιόνια, αλλά και από τη Θεσσαλία μέχρι την Πελοπόννησο.
Αλεύρι χαρουπιού ή ακατέργαστη σκόνη χαρουπιού
Σε τι διαφέρει ακατέργαστη σκόνη: Κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας, γίνεται χρήση θερμοκρασίας μικρότερης των 100 βαθμών για να διασφαλιστεί ότι το τελικό προϊόν θα παραμείνει ακατέργαστο.
Η ακατέργαστη βιολογική σκόνη χαρουπιού απευθύνεται σε όσους προτιμούν τα μη επεξεργασμένα τρόφιμα. Είναι υποκατάστατο της ακατέργαστης σκόνης του κακάο, μπορεί να προστεθεί στο αλεύρι στη ζαχαροπλαστική και μπορεί να χρησιμοποιηθεί στα κέικ, σε ζεστά ποτά και σε επιδόρπια.
Χαρουπόμελο
Έχει ήπια και γλυκιά γεύση. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως γλυκαντικό για κέικ ζεστά και κρύα ποτά, γιαούρτι, παγωτό. Είναι υποκατάστατο του μελιού και της ζάχαρης καθώς και εξαιρετικό ενισχυτικό γεύσης για τρόφιμα. Το χαρουπόμελο θυμίζει λίγο και το πετιμέζι.
Σιρόπι χαρουπιού παραδοσιακό φάρμακο για το βήχα και τον πονόλαιμο.
Ντάκος χαρουπιού
Παξιμάδι χαρουπιού
Φρυγανιές χαρουπιού
Μακαρόνια με χαρούπι, χωρίς γλουτένη (υπάρχει στριφτό μακαρόνι) ιδανικό για όσους πάσχουν από κοιλιοκάκη.
Χαρουπιά, ένα πολύτιμο δέντρο
Η χαρουπιά ήταν γνωστή στους αρχαίους Έλληνες οι οποίοι την καλλιεργούσαν για τους καρπούς της. Ο Πλίνιος περιγράφει τα γλυκά φασόλια της χαρουπιάς σαν τροφή για τα γουρούνια. Από τον Θεόφραστο μαθαίνουμε ότι το δέντρο, οι Ίωνες το αποκαλούσαν κερωνία ενώ ο καρπός ονομάζονταν και αιγυπτιακό σύκο. Ο Θεόφραστος περιέγραψε σωστά πως οι καρποί της βγαίνουν από τον κορμό του δένδρου, κι αυτό γιατί τα λουλούδια φυτρώνουν πάντοτε στις μασχάλες των φύλλων ή απευθείας από τα παλιά κλαδιά.
Το δένδρο αναφέρεται και στην παραβολή του Ασώτου. Το χαρούπι το έτρωγαν στην Αρχαία Αίγυπτο και το χρησιμοποιούσαν ως γλυκαντική ουσία για το γλυκό «νεντζέμ». Οι Ισραηλινοί έτρωγαν τα χαρούπια κατά τη διάρκεια των εβραϊκών διακοπών του «Του Μπισβάτ» ενώ οι μουσουλμάνοι κατά τη διάρκεια του Ραμαζάν έπιναν χυμό χαρουπιού. Στην Αίγυπτο σήμερα το τρώνε σαν σνακ, ενώ με τους συντριμμένους λοβούς φτιάχνουν ένα αναζωογονητικό ποτό. Χρησιμοποιείται επίσης σε ηδύποτα που φτιάχνονται σε Τουρκία, Μάλτα, Πορτογαλία και Σικελία. Στη Λιβύη και στο Περού χρησιμοποιούν το σιρόπι του χαρουπιού σε ποτό.
Είναι γνωστή και ως κερωνιά, κερατιά, ξυλοκερατιά, κουντουριδιά. Το λατινικό της όνομα είναι Ceratonia siliqua και ανοίκει στην οικογένεια Φαβίδες ή Χεδρωπά (Leguminosae).
Το όνομα της το παίρνει από το σχήμα του καρπού της, του χαρουπιού, που θυμίζει ξύλινο κέρατο (ξυλοκέρατο). Είναι δέντρο αειθαλές που μπορεί να φτάσει σε ύψος τα 18m και σε ηλικία τα 100 έτη, ενώ τα φύλλα του είναι στρογγυλά, σκληρά και πυκνά. Ευδοκιμεί στις άνυδρες και βραχώδεις παραθαλάσσιες περιοχές και φυτρώνει σε αρκετή απόσταση η μία από την άλλη.
Βρίσκεται αυτοφυής σε πολλές περιοχές της Μεσογείου και στην Ελλάδα, αλλά και καλλιεργείται σε φυτώρια για τον καλλωπισμό δρόμων και πάρκων. Η χαρουπιά φυτεύεται παντού, ακόμη και στα πεζοδρόμια, λόγω του πυκνού ίσκιου της και της μηδενικής φροντίδας που απαιτεί. Στην Κρήτη υπάρχει και το μεγαλύτερο φυσικό δάσος με χαρουπιές στην Ευρώπη, το χαρουπόδασος των Τριών Εκκλησιών.
Τα άνθη βγαίνουν αρχές φθινοπώρου όπου και συλλέγονται μαζί με τα φύλλα, και οι λοβοί στα τέλη Ιουλίου. Πριν ωριμάσει ο καρπός της μοιάζει με πράσινο φασόλι, ενώ όταν ωριμάσει γίνεται καφετί και είναι σκληρός και γλυκός (κατατάσσεται στα όσπρια).
Μέσα στο «φασόλι» υπάρχουν 5-15 μικρά σκληρά κουκούτσια, τα κεράτια, τα οποία έχουν το χαρακτηριστικό ότι έχουν όμοιο βάρος (189 – 205 χιλιοστά του γραμμαρίου). Γι’ αυτό το λόγο το βάρος των σπερμάτων αυτών, των κερατίων, πρωτοχρησιμοποιήθηκε πριν 1500 χρόνια για τον ορισμό του καρατίου (0.2 γραμμάρια), δηλαδή της μονάδας μέτρησης του βάρους των πολύτιμων λίθων.
Το αλεσμένο περικάρπιο δίνει αλεύρι πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά για ζωοτροφές αλλά και τους ανθρώπους, ενώ το ξύλο της είναι σκληρό και βαρύ, κατάλληλο για πολλές χρήσεις και χρησιμοποιείται σε ξύλινες διακοσμήσεις.
Οι καρποί της υπήρξαν κάποτε πολύτιμοι και για τη διατροφή των ανθρώπων. Οι Κρητικοί έτρωγαν τα χαρούπια σαν γλυκό. Σε περιόδους ανέχειας, τα χαρούπια έτρεφαν τους φτωχούς και τους αντάρτες που βρίσκονταν στα βουνά. Είναι δέντρο εργοστάσιο, που θυμόμαστε σε περιόδους πολέμων και λιμών, που η τροφή είναι δυσεύρετη.
Το μεγαλύτερο μέρος της ψίχας των χαρουπιών που παράγονται σήμερα, χρησιμοποιείται για ζωοτροφή. Η αξία του σε αμυλαξία είναι μικρότερη όταν συγκριθεί με άλλες κτηνοτροφές (καλαμπόκι 780 μονάδες, κριθάρι 689 μονάδες και χαρούπι 500 μονάδες).
Όμως η τιμή του το κάνει οικονομικότερη κτηνοτροφή, και όταν αναμιγνύεται με άλλες ζωοτροφές βελτιώνει τη γεύση τους με αποτέλεσμα να καταναλώνονται πιο ευχάριστα από τα ζώα.
Τα χαρούπια είναι γλυκά, εύγευστα και θρεπτικά κι αυτό γιατί περιέχουν πρωτεΐνες, βιταμίνες, μέταλλα όπως ασβέστιο και σίδηρο, κ.ά. Περιέχουν σάκχαρο σε μεγάλη αναλογία (50%) από το οποίο το 30% είναι σταφυλοσάκχαρο, 10% πρωτεΐνη, και 6% λίπος. Επίσης περιέχουν βιταμίνες Α, και D, βιταμίνες της ομάδας Β και καροτίνη, κάλιο, μαγνήσιο, ασβέστιο, φώσφορο, σίδηρο, μαγγάνιο, χαλκό, χρώμιο, νικέλιο, λίγο ισοβουτυρικό οξύ (που ευθύνεται για την ελαφρώς δυσάρεστη μυρωδιά), ταννίνες, ινώδεις ουσίες όπως λιγνίνη (επιδρά κατασταλτικά στη χοληστερίνη, έχει θετικά αποτελέσματα κατά του διαβήτη και της παχυσαρκίας), βλέννα, κυτταρίνη και τουλάχιστον ακόμη 6 αντιοξειδωτικές ουσίες. Είναι εύπεπτα και δεν προκαλούν αλλεργίες.
Στην Κρήτη παλαιότερα, σε όλα τα παραθαλάσσια μέρη της, η καλλιέργεια των χαρουπιών για την παραγωγή ζωοτροφών ήταν μια από τις κοινότερες αγροτικές ασχολίες, αλλά σήμερα η καλλιέργεια τους έχει μειωθεί δραματικά.
Ωστόσο, αρκετές ποσότητες ακόμα αλευροποιούνται και χρησιμοποιούνται για την παρασκευή ενός θρεπτικού αλευριού κατάλληλου για βρεφικούς κοιλόπονους και παιδικές γαστρεντερίτιδες. Βράζοντας τα χαρούπια κάποιοι παρασκευάζουν ένα απλό υδατώδες εκχύλισμα, το «χαρουπόμελο», το οποίο και χρησιμοποιούν ως κύρια γλυκαντική ουσία. Άλλοι τα φουρνίζουν, τα αλέθουν και ανακατεύουν τη σκόνη τους με λίγο αλεύρι για την παρασκευή ψωμιού.
Στη λαϊκή ιατρική χρησιμοποιείται το αφέψημα από κοπανισμένα χαρούπια για τα παιδιά που πάσχουν από βρογχίτιδα ή κοκίτη, ενώ άλλοι το βράζουν μαζί με ξερά σύκα και σταφίδες και το πίνουν ως αντιβηχικό φάρμακο.
Επίσης, από τα σπόρια τους εξάγεται μία κολλώδης ουσία (κόμμι) χρήσιμη στη χαρτοβιομηχανία καθώς και σαν στερεωτικό σε διάφορα τρόφιμα. Τέλος, ο σπόρος της χαρουπιάς αντικατέστησε στο παρελθόν ακόμα και τον καφέ, καβουρντιζόμενος με αμύγδαλα και ρεβίθια.
Από το δέντρο εξάγονται βαφικές και κολλητικές ουσίες κατάλληλες για την βυρσοδεψία, την υφαντουργία και τη βιομηχανία χαρτιού, το έλαιο των καρπών χρησιμοποιείται στη σαπωνοποιία. Το ξύλο της δίνει ξυλάνθρακες αρίστης ποιότητας, ενώ ο φλοιός και τα φύλλα της χρησιμεύουν στη βαφική.
Στην Κύπρο που καλλιεργείται αδιάλειπτα, το 90% της παραγωγής εξάγεται σε διάφορες μορφές (χαρουπάλευρο, ολόκληρος καρπός, χαρουποπυρήνας, αλεσμένα, γόμα). Εκεί σήμερα κυριαρχούν τρεις ποικιλίες της χαρουπιάς, η Τηλλυρίας, τα κουντούρκα και τα κουμπωτά. Στην Ανώγυρα λειτουργεί Μουσείο Παστελιού, με στόχο την παρουσίαση του παραδοσιακού παστελιού με βασικό συστατικό του το χυμό των χαρουπιών.
Η χαρουπιά καλλιεργείται εύκολα και ευδοκιμεί σε όλα τα εδάφη εκτός από τα υγρά. Δεν αντέχει σε χαμηλές θερμοκρασίες, προτιμά τις ηλιόλουστες θέσεις γι’ αυτό καλλιεργείται συχνότερα σε θερμές εύκρατες ζώνες. Ένα ώριμο δέντρο που καλλιεργείται σε ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες και γόνιμο έδαφος μπορεί να αποδώσει έως και 400 κιλά «φασόλια». Η καρποφορία της αρχίζει συνήθως το 6-7 έτος και συνεχίζεται για πολλά χρόνια.
Η χαρουπιά είναι σπουδαίο διακοσμητικό φυτό. Είναι όμως ακόμη σπουδαιότερη σαν δασικό δέντρο. Εμποδίζει την εξάπλωση της φωτιάς, αντίθετα απ’ ό,τι συμβαίνει με το πεύκο και είναι κατάλληλη για αναδασώσεις. Και όσο και αν ο εμπορικός ρόλος της χαρουπιάς στις μέρες μας έχει υποβαθμιστεί, ο περιβαλλοντικός της ρόλος είναι σπουδαίος γιατί μπορεί να επιβιώνει σε άγονα και ξηρικά ασβεστολιθικά εδάφη.
Πολλές περιοχές οφείλουν στη χαρουπιά το πράσινο χρώμα τους, ενώ συγχρόνως το πλούσιο ριζικό της σύστημα συγκρατεί και προστατεύει το έδαφος από τη διάβρωση. Η χαρουπιά μπορεί να καλύψει εγκαταλελειμμένες ή άγονες και θαμνώδεις εκτάσεις, ακόμη και βραχώδη εδάφη. Οι αναδασώσεις στις εκτάσεις αυτές, μπορούν να σταματήσουν τις διαβρώσεις, να αλλάξουν τη φυσιογνωμία των περιοχών,να δώσουν νέες δυνατότητες και να κάνουν τα μέρη πιο ελκυστικά για τους επισκέπτες.
Διάφορα Εθνικά και Ευρωπαϊκά προγράμματα χρηματοδοτούν και προωθούν κατά καιρούς την επέκταση των φυτειών της χαρουπιάς.
Επιμέλεια: dasarxeio.com
ΠΗΓΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ: Ρουβήμ (ΡΟΔΟΣυλλέκτης)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου