Αλλαγή πλεύσης του Ιστολογίου “ΡΟΔΟΣυλλέκτης”

Το Ιστολόγιο του ΡΟΔΟΣυλλέκτη, απευθύνεται σε όσους αγαπούν τον τόπο τους… εδώ είναι λοιπόν και περιμένει τα δελτία για τις εκδηλώσεις και τις δράσεις των Πολιτιστικών Συλλόγων αλλά και ότι αφορά τον τόπο μας – ακόμα και την πολιτική… Το Email μας είναι: r.telxinas@yahoo.gr

Πέμπτη 5 Μαΐου 2022

Τρίκαστρο Γόρανα Λάκκας Σουλίου-Πρεβέζης: ΗΘΗ – ΕΘΙΜΑ – ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ

Σημείωση Ροδοσυλλέκτη: Η ανάρτηση είναι αφιερωμένη στη μνήμη του Αχιλλέα (Λέγα) και της Γεωργίας (Γίτσα) Γκλιάτη…

Μια περιεκτική αφήγηση της καθημερινότητας στο χωριό μέσα από τα ήθη και τα έθιμα του παρελθόντος.
Αφήγηση του δικηγόρου και χωριανού μας που ζει στη Θεσσαλονίκη ΠΑΠΑΣΤΑΎΡΟΥ Βασιλείου του Ευάγγελου που μου έστειλε και τον ευχαριστώ θερμά.
Αξίζει τον κόπο να την διαβάσετε ολόκληρη.
ΓΟΡΑΝΑ - ΤΡΙΚΑΣΤΡΟ
ΗΘΗ – ΕΘΙΜΑ – ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ
Tο χωριό μας μέχρι την δεκαετία των ετών 1920 – 1930 ονομάζονταν «Αγόρανα – Γόρανα» , το οποίο έκτοτε μετονομάσθηκε «Τρίκαστρο», λόγω της ύπαρξης ερειπίων τριών παλαιών κάστρων.- Σ΄ αυτό εγκαταστάθηκαν οι σημερινοί κάτοικοι μετά την πτώση του Σουλίου, από τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων.-
Ημερολογιακά από την πρώτη του έτους, παραθέτω παρακάτω όσα έζησα και μπορώ να θυμηθώ. Χαρά μου είναι αυτά να συμπληρωθούν ή και να διορθωθούν ακόμη περισσότερο από τον οποιονδήποτε. Η προσπάθειά μου αυτή ξεκινά από την διαπίστωση ότι, μετά την μετακίνηση του χωριού στον Ωρωπό, πολλά δεν τηρούνται και αυτό έχει ως συνέπεια την μη μεταφορά τους στις νεότερες γενιές και εν τέλει την απώλεια τους.
Για να γίνουν κατανοητά τα ήθη – έθιμα και παραδόσεις του χωριού θεωρώ, για τους νεότερους τους καταγόμενους από αυτό, να αναφερθώ για ελάχιστο τόσο στα χαρακτηριστικά της τοποθεσίας αυτού, όσο και στην ενασχόληση των κατοίκων του.- Ειδικώτερα, πρώτον το έδαφος των γειτονιών που ήταν κτισμένα τα σπίτια ήταν κατηφορικό (πλην ελαχίστων) και για να στερεωθούν από την κάτω πλευρά αυτών, υπήρχε τοιχοποιία, ίσως και για την δημιουργία σχετικής μικρής αυλής. Ορισμένα από τα σπίτια, λόγω της κατωφέρειας του εδάφους, είχαν κατώγεια, τα οποία τουλάχιστον από την μία πλευρά ήταν ισόγεια και χρησιμοποιούνταν σαν αποθήκες (αμπάρια, τελάρια, ζωοτροφές κ.λ.).-Τα πλείστα σπίτια ήταν κτισμένα με πέτρα ισόγεια, η σκεπή τους ήταν με πέτρα (πλάκες), τα περισσότερα δε αυτών είχαν ένα χώρο (δωμάτιο).- Όλα τους είχαν «μπουχαρί» (τζάκι) το οποίο χρησιμοποιείτο τόσο για θέρμανση όσο και για το μαγείρεμα φαγητού με κατσαρόλες (κακάβια) που κρέμονταν από κρεμαστάλες και με τηγάνια που τα τοποθετούσαν σε πυροστιά.- Σε αυτά τα σπίτια (του ενός χώρου δωματίου) κατοικούσαν, ως επί το πλείστον, περί τα εξ με οκτώ άτομα (οικογένεια), τα οποία κοιμόντουσαν στο χώμα, μέχρι περίπου το έτος 1955.- ΄Οσα σπίτια είχαν δυο χώρους και κατώγι ο ένας χώρος, είχαν πάτωμα από σανίδια.-
Σε κάθε σπίτι υπήρχε εξωτερικός φούρνος που έψεναν το ψωμί (καθάριο ή ροκίσιο) και πίτες.- Στην γωνιά, στο δάπεδο του τζακιού, υπήρχε στούφινη πλάκα στην οποία έψεναν την κουλούρα (καλαμποκίσια) που όταν ήταν ζεστή με λίγο τυρί ήταν πεντανόστιμη. Στην πλειοψηφία των σπιτιών στα παράθυρα δεν υπήρχαν τζάμια παρά μόνο παραθυρόφυλλα.-
Η επικοινωνία των κατοίκων του χωριού με τα κεφαλοχώρια της περιοχής Λούρος – Καναλάκι για την πώληση των ελαχίστων προϊόντων τους και την προμήθεια των απαραίτητων προϊόντων για ένδυση – υπόδηση και ειδών διατροφής, γινόταν για μεν το Καναλάκι αποκλειστικά με ζώα (άλογα, μουλάρια), για δε το Λούρο με τα ζώα, πολλές φορές αρχικά μέχρι την τοποθεσία Αβάσος (Λία Σωτήρη), αργότερα στην τοποθεσία Καρυές και από εκεί και πέρα με λεωφορεία.-
Αυτό γιατί για μεν το Καναλάκι δεν υπήρχε καν δρόμος για αυτοκίνητα, για δε το Λούρο μέχρι τις παραπάνω τοποθεσίες ίσχυε το ίδιο.- Για να φθάσει κανείς στις τοποθεσίες αυτές πεζοπορώντας σχεδόν μέσα από μονοπάτια, έπρεπε να ξυπνήσει δύο ώρες νωρίτερα και μάλιστα νύχτα για να προλάβει το λεωφορείο.- Μάλιστα θα αναφερθώ σε μία προσωπική εμπειρία που κατά το έτος 1958, μαθητές δημοτικού σχολείου του χωριού, ηλικίας 10-12 ετών, (Κώστα Φάνης, Βαγγέλης Κώτσης, Χρόνη Γκλιάτης, Τάσος Θωμάς, Βαγγέλη Μίχος και Βαγγέλη Νάσης (ζητώ συγγνώμη αν ξέχασα κανένα)) πήγαμε ένα απόγευμα στην τοποθεσία «Καρυές» και παραλάβαμε από το λεωφορείο τον μαυροπίνακα του σχολείου, που υπάρχει και σήμερα, στα χέρια, πεζοί από το μονοπάτι που υπήρχε και το μεταφέραμε στο σχολείο.- Η πρώτη διάνοιξη δρόμου, υποτυπώδης και χωμάτινη, μέχρι το χωριό, έλαβε χώρα το έτος 1964 και παρέμεινε η ίδια μέχρι την μετατόπισή του.- Ούτε λόγος για χρήση του δρόμου αυτού με λεωφορεία του ΚΤΕΛ.- Πολύ αργότερα ο δρόμος αυτός ασφαλτοστρώθηκε.-
Η ενασχόληση των κατοίκων του χωριού ήταν κατά κύριο λόγο η κτηνοτροφία και κατά δεύτερο η γεωργία.- Αυτό οφείλονταν στο ότι η περιφέρεια του χωριού είναι ορεινή με ελάχιστα, αν μπορούμε να τα χαρακτηρίσουμε παραγωγικά χωράφια, εκτός από περίπου πενήντα (50) στρέμματα στον Κάμπο που ήταν ποτιστικά και ανήκαν σε δέκα (10) οικογένειες.- Στα μη παραγωγικά (ξερικά) χωράφια έσπερναν σιτηρά (σιτάρι, βρώμη, σίκαλη (βρίζα), καλαμπόκια, φασόλια, ρεβύθια και φακές), στα ποτιστικά καλαμπόκια και σπάνια τριφύλλια.- Το σπάρσιμο στο σύνολο σχεδόν των ξερικών χωραφιών γινόταν με ζευγάρι βοδιών χρησιμοποιώντας ξύλινο αλέτρι με σιδερένιο υνί, τα δε ποτιστικά με ζευγάρι αλόγων – μουλαριών με μεταλλικό αλέτρι (που την ονόμαζαν μηχανή).- Το σπάρσιμο των χωραφιών με σιτηρά γινόταν κατά κύριο λόγο τον μήνα Νοέμβριο, εξ ου και ο μήνας αυτός αποκαλούνταν «σπαρτός».- Για τα καλαμπόκια, τα χωράφια πρώτα οργώνονταν, μετά διβολίζονταν και τελικά σπέρνονταν.- Δηλαδή, στο αυλάκι που δημιουργούσε ο ζευγολάτης, οδηγώντας το ζευγάρι (τα ζώα) με το αλέτρι, ακολουθούσε αυτός, συνήθως γυναίκα , που έριχνε τα σπόρια του καλαμποκιού.-
Αρκετοί κάτοικοι του χωριού, συνήθως γυναίκες, μετέβαιναν κατά τον μήνα Ιούνιο στα χωριά του Φαναριού, όπου σκάλιζαν τα βαμβάκια με μεροκάματο.- Το ίδιο συνέβαινε και για τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο για το θέρισμα του ρυζιού με αντίτιμο μία ποσότητα αξεφλούδιστου ρυζιού.- Αυτό το μετέφεραν φορτωμένες στο χωριό, όπου για να το χρησιμοποιούσαν το στούμπιζαν στην τσιούμα με το στουμπόξυλο.-
Τέλος του μηνός Ιουνίου με δρεπάνια, οι κάτοικοι του χωριού προέβαιναν στο θέρο (θερισμό) των σιτηρών και σχημάτιζαν χεριές από αυτά, τις οποίες στη συνέχεια έδεναν κατά κύριο λόγο με βούρλα σε δεμάτια, που τα μετέφεραν και δημιουργούσαν θημωνιές σε τοποθεσίες που προοριζόταν για αλώνια, που ήταν σε μέρος που το έπιανε ο αέρας.- Αυτά συνήθως ήταν χωμάτινα (πολύ λίγα πέτρινα) τα οποία αφού τα ισοπέδωναν, τα άλειφαν με γελάδινη κοπριά, στο κέντρο των οποίων στέργιωναν ξύλινο παλούκι το λεγόμενο «στρίχερο».- Στη συνέχεια, γύρω από το στρίχερο τοποθετούσαν από τις θημωνιές τα δεμάτια όρθια με τα στάχυα προς τα πάνω μέχρι την άκρη του αλωνιού.- Στο στρίχερο δέναν μια τριχιά που συνδεόταν με τα καπίστρια των αλόγων που πατούσαν τα δεμάτια και άρχιζε το αλώνισμα με τον αγωγιάτη να οδηγεί αυτά μέχρι την άκρη του αλωνιού και στη συνέχεια να τα γυρίζει προς το στρίχερο και τανάπαλιν. Από το συνεχές πάτημα επί τρεις – τέσσερις ώρες των οπλών των αλόγων ξεφλουδίζονταν τα στάχυα των σιτηρών και έσπαγε σε μικρά κομμάτια ο κορμός αυτών.- ΄Ετσι, το σιτηρό έπεφτε στο δάπεδο του αλωνιού και από πάνω του έμενε το σπασμένο άχυρο.- Το απόγευμα της ημέρας του αλωνίσματος ο νοικοκύρης, με δεδομένο της ύπαρξης ανέμου, άρχιζε να λιχνίζει με το τρικούλι το άχυρο, ώστε αυτό να παρασύρεται εκτός αλωνιού.- Αν δεν φυσούσε αέρας ο νοικοκύρης το βράδυ, κοιμόταν στο αλώνι για την προστασία του προϊόντος και ανέμενε την επομένη ημέρα για το λίχνισμα, με την περάτωση του οποίου μάζευε τους σπόρους των σιτηρών σε σακκιά.- Το άχυρο του αλωνίσματος μεταφερόταν σε αποθήκες (βλάχικες καλύβες) και χρησιμοποιούνταν το χειμώνα ως τροφή με τα μεγάλα ζώα (μουλάρια, άλογα , βόδια).- Από τα σιτηρά, τη βρίζα (σίκαλη) δεν την αλώνιζαν αλλά την στούμπιζαν χεριά χεριά χωρίς να σπάζει ο κορμός (άχυρο), γιατί λόγω του ύψους αυτού το χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή του χαγιατιού στα μαντριά, ή για το σκέπασμα στις καλύβες.-
Τον μήνα Αύγουστο γινόταν το μάζεμα του καλαμποκιού, με το κόψιμο της ρόκας μετά του φύλλου αυτής, που το τοποθετούσαν σωρό σε κάποιο μέρος.- Επακολουθούσε το ξεφλούδισμα των φύλλων, συνήθως τα βράδια, με την συμμετοχή αρκετών ανθρώπων, ανδρών και γυναικών που τραγουδούσαν.- Τις ξεφλουδισμένες ρόκες τις τοποθετούσαν στον ήλιο για να ξεραθούν και στη συνέχεια τις στουμπούσαν με στυλιάρια.- ΄Ετσι έβγαιναν οι σπόροι και με σακιά τους μετέφεραν φορτώνοντας τους στα ζώα για να τους αλέσουν στο Μύλο του Σκούρα, που ήταν δίπλα στη σημερινή γέφυρα του ποταμού Αχέροντα στο δρόμο που οδηγεί για το χωριό Σερζιανά.-
Μέχρι το έτος 1960 περίπου, επειδή η συγκομιδή – παραγωγή από τα χωράφια δεν επαρκούσε για να βγάλει κανείς (όπως λεγόταν) τη χρονιά, τουλάχιστον για το απαραίτητο ψωμί της οικογένειας (που σχεδόν ήταν το κυριότερο ή σχεδόν αποκλειστικό είδος διατροφής), ο κάθε οικογενειάρχης μεριμνούσε και εύρισκε διάφορους τρόπους πριν ει δυνατόν την επέλαση του χειμώνα, για την προμήθεια σιτηρών και κυρίως καλαμποκιού.- ΄Εκτοτε, επειδή προέκυψε η μετανάστευση από ένα και περισσότερα μέλη κάθε οικογένειας, κατά κύριο λόγο στην Δυτική Γερμανία, τα οποία έστελναν συνάλλαγμα, άλλαξαν σημαντικά οι συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων του χωριού.- ΄Αρχισαν να χρησιμοποιούν για το μαγείρεμα του φαγητού πετρογκάζ, είχαν δυνατότητα αγοράς τόσο προϊόντων διατροφής, όσο και ένδυσης και υπόδησης, όσο και λοιπών ειδών (ραδιόφωνα, ωρολόγια κ.λ.).-
Σε ό,τι αφορά την ύδρευση του χωριού, υπήρχαν περί τα 8 με 10 πηγάδια και τρεις τρεχούμενες φυσικές βρύσες, ήτοι ο Καλιάς, η Βρύση Σταύρου και η Στάγγερι, από τις οποίες προμηθεύονταν οι οικογένειες πόσιμο νερό, το οποίο κουβαλούσαν οι γυναίκες φορτωμένες με τη βαρέλα.-
Οι περισσότερες των οικογενειών του χωριού είχαν στην κατοχή τους γίδια ή πρόβατα, ελευθέρας βοσκής και ορισμένες και τα δύο.- Τα κοπάδια κάθε μιας αυτών ανέρχονταν αριθμητικά σε 50 έως 100 ζώων και μερικών έως 200.- Κάθε οικογένεια για τα ζώα αυτά κατασκεύαζε μαντριά για να τα προστατεύσει κατά την περίοδο του χειμώνα (μήνες Νοέμβριος – Απρίλης) και πέρα από αυτούς εξωμάντρια ή τα άφηνε ελεύθερα.- Τα μαντριά ήταν κατασκευασμένα από παλούκια (ει δυνατόν τσερμουτζέλας για να αντέχει στην πολυκαιρία) επί των οποίων έπλεκε κλαδιά και επί αυτών τοποθετούσε φτέρη (η λεγόμενη αστρέχα).- Σε μέρος του μαντριού υπήρχε χαγιάτι που στηρίζονταν σε παλούκια (πολλές φορές με διχάλα) και ξύλινες βέργες και επ΄ αυτών άχυρα από βρίζα.- Στα μανδριά για τα γίδια σε μια άκρη του χαγιατιού κατασκεύαζαν «τσάρκο» για τα μικρά κατσίκια, έως τριών μηνών, που τα έβαζαν την νύχτα να μην κρυώνουν και το πρωί τα έβγαζαν για να βυζάξουν στις μάνες τους.- Σε ό,τι αφορά τις γίδες, που κατά κανόνα γεννούσαν την ημέρα, ο βοσκός παρακολουθώντας τες ποιες ήταν έτοιμες προς τούτο, το πρωϊ πριν ή βγούν από το μαντρί, έβαζε κύπρο για να τις ακούει.- Αυτό γιατί πολλές από αυτές μόλις έφθανε η ώρα για να γεννήσουν, ξέκοβαν από το κοπάδι, δηλαδή κρύβονταν και δεν μπορούσε να τις βρει.- ΄Οσες από αυτές γεννούσαν την ημέρα εκτός μαντριού, ο βοσκός φρόντιζε να τις οδηγήσει σ΄ αυτό, κρατώντας το νεογέννητο κατσίκι από τα μπροστινά πόδια (κρεμασμένο) και η μάνα του με τη θέλησή της ακολουθούσε, αφού αυτό βέλαζε κλαίγοντας.- Κατά τη διάρκεια της ημέρας τα κατσίκια παρέμεναν στο μανδρί και δεν ακολουθούσαν το κοπάδι.- Σε αντίθεση τα αρνιά από την ώρα που γεννιόταν μέρα- νύχτα ήταν με τη μάνα τους, ακολουθώντας το κοπάδι.- Σε ορισμένα μαντριά και ειδικώτερα σ΄ αυτά που ήταν μακριά από τα σπίτια, υπήρχαν καλύβες.- Σ΄ αυτές κοιμόταν κατά την διάρκεια του χειμώνα ένας βοσκός για να προσφέρει βοήθεια στην περίπτωση που γεννούσαν νύχτα τα ζώα.- Πέραν αυτού τη νύχτα «σκάριζε» ειδικώτερα τα γίδια για μία ή δύο ώρες καθόσον η διάρκεια αυτής ήταν μεγάλη και πεινούσαν.- Τόσο τα γίδια όσο και τα πρόβατα γεννούσαν τους μήνες Δεκέμβριο και Γενάρη από ένα κατσίκι ή αρνί και τα ξέκοβαν από τις μάνες τους σε τρεις περίπου μήνες από τη γέννησή τους.- Στη συνέχεια τα κρατούσαν μακριά από το κοπάδι, για περίπου δύο μήνες με αποτέλεσμα να μη βυζαίνουν στις μάνες τους.- Για το διάστημα αυτό τα πρόσεχαν ιδιαίτερα όσον αφορά την βόσκησή τους.- Τα αρσενικά κατσίκια και αρνιά τα πωλούσαν παρακρατώντας στο κοπάδι ένα δύο ή τρία απ΄ αυτά για να χρησιμεύσουν στην ανανέωση αυτού.- Οι κατσικάδες και οι αρνάδες παρέμεναν στο κοπάδι για την μεγέθυνση και ανανέωση αυτού.- Σε κάθε κοπάδι υπήρχαν λίγες γίδες και προβατίνες που γεννούσαν τέλη μηνός Φεβρουαρίου και αρχές Μαρτίου, τα λεγόμενα «διγόνοια», τα οποία προορίζονταν για σφάξιμο και ψήσιμο τις ημέρες του Πάσχα.-
Με το παραπάνω ξέκομμα των μικρών οι μάνες γίδες ή προβατίνες αρμέγονταν πρωί και βράδυ στην «στρούγκα» και το γάλα το πωλούσαν στο τυροκομείο (μπάτζιο) που ήταν όπισθεν του μαγαζιού του Νίκου Μήνου για ένα τρίμηνο περίπου.- Το γάλα που άρμεγαν στη συνέχεια μέχρι περίπου το μήνα Αύγουστο κάθε οικογένεια το παρασκεύαζε τυρί ή γαλοτύρι και το τοποθετούσε σε ταλάρια αφού τα αλάτιζε για να συντηρηθούν.- Ορισμένες οικογένειες που είχαν αρκετή ποσότητα γάλακτος, αφού το άφηναν να γίνει (όπως έλεγαν) το χτύπαγαν στη «βούρτσα» και έβγαζαν βούτυρο, το δε υγρό που παρέμενε ήταν το λεγόμενο ξυνόγαλο (ντάλα) που το κάναν τρίπτσα (με ψωμί) και ήταν πολύ νόστιμο.- Αρχές Αυγούστου μέχρι τον δεκαπενταύγουστο οι περισσότερες οικογένειες του χωριού χρησιμοποιούσαν το γάλα για την Παρασκευή του «τραχανά», το οποίο έτρωγαν σαν πρωϊνό κατά τη διάρκεια του χειμώνα.- Όταν τελείωνε ο τραχανάς έφτιαχναν, μέχρι να έλθει η άνοιξη, τη λεγόμενη μπατζίνα από ροκίσιο αλεύρι.- Τα παραπάνω τα τσιγάριζαν με τριμμένο κρεμμύδι και έριχναν κόκκινο πιπέρι.-
Σε κάθε κοπάδι κρεμούσαν στα μεν πρόβατα κουδούνια στα δε γίδια κατά κύριο λόγο κυπριά και λιγότερο κουδούνια.- Όσοι είχαν σχετικά μεγάλο κοπάδι από γίδια προμηθεύονταν μεγάλα κυπριά από την Παραμυθιά και αυτά τα κρεμούσαν στα μουνιχευμένα τραγιά τα ονομαζόμενα «γκιοσέμια».- Τα κυπριά αυτά ακούγονταν στα απέναντι χωριά Κούτσιαρη και Ζερμή.- Το βάρος αυτών ήταν αρκετό. Από τον μήνα Οκτώβριο μέχρι την άνοιξη τα έβγαζαν για να μην ταλαιπωρούνται τα τραγιά τον χειμώνα.- Η ξανατοποθέτησή τους γινόταν την άνοιξη, συγκεκριμένες μέρες δηλ. την 25η Μαρτίου ή την Μεγάλη Πέμπτη ή την Κυριακή της Λαμπρής, που τις αυτές ημέρες γινόταν και το μουνόχευμα των βαρβάτων τράγων.- Τα τραγιά που φέρουν τα μεγάλα κυπριά (γκιοσέμια) πρέπει να είχαν περήφανη όψη και ειδικό κούρεμα με φούντες.- Δίπλα σε ορισμένα κοπάδια υπήρχαν ένα ή δύο τσομπανόσκυλα για την προστασία από άγρια σαρκοφάγα ζώα (αλεπούδες, λύκους, τσακάλια).-
Κατά τους μήνες Μάϊο και Ιούνιο οι κάτοικοι κούρευαν τα γίδια και τα πρόβατα με τα λεγόμενα προβατοψάλιδα.- Το μαλλί αυτό από το κούρεμα των γιδιών το χρησιμοποιούσαν με την κατάλληλη επεξεργασία για την κατασκευή μουταφιών, σάϊμων και καπότων.- Από το κούρεμα των προβάτων το μαλλί (ποκάρι) οι γυναίκες του χωριού, αφού το έπλεναν στη συνέχεια το έγρεναν με τα τσεκρίκια, δημιουργούσαν τουλούπες, το έγνεθαν με τη ρόκα και το σφοντύλι, που ήταν συνήθως κεντημένα, έριχναν το βελάρι και έπειτα με τον αργαλειό κατασκεύαζαν χασιές, βελέντζες, μπάντες, σακκούλια, μαντανίες κ.λ. Πέραν αυτών έπλεκαν μπλούζες, φανέλες, κάλτσες μικρές (σοσόνια) και μεγάλες.-
Πέραν των ανωτέρω ζώων κάθε οικογένεια του χωριού διέθετε από ένα άλογο, φοράδα, μουλάρι και ορισμένες από ένα γάιδαρο.- Αυτά τα χρησιμοποιούσαν, κατά κύριο λόγο, για μεταφορές προϊόντων και λιγότερο για όργωμα χωραφιών ή για καβαλίκευμα.- Ακόμη οι περισσότερες αυτών διέθεταν ένα ή δύο βόδια για το όργωμα των χωραφιών.- Δίπλα σε κάθε σπίτι υπήρχε κοτέτσι από δέκα έως είκοσι κότες.- Τα αυγά οι νοικοκυρές, αφού κρατούσαν κάποια για το σπίτι για τηγάνισμα, τα υπόλοιπα τα δίναν ως αντίτιμο στους προμηθευτάδες, που μέχρι το 1960 περνούσαν στο χωριό με γαϊδουράκια φορτωμένα με κάθε είδους μικροεμπορεύματα (ενδύματα, βελόνια, μουλινέδες, είδη προικός κ.λ.).- Πολλές φορές για αυτά δίναν και κοτόπουλα.- Κάθε κότα όταν κλωσούσε, σχεδόν επί 20 μέρες, έβγαζε δέκα με δώδεκα κλωσόπουλα, από τα οποία τα μεν αρσενικά πωλούσαν σε νοικοκυρές ζωντανά, τα δε θηλυκά τα κρατούσαν για ανανέωση του πληθυσμού του κοτετσιού.-
Αρκετές οικογένειες διέτρεφαν μία γουρούνα που έδεναν στο «κουμάζι».- Κάθε μία από αυτές γεννούσε περί τα 10 γουρουνόπουλα , τα οποία μετά από 30 μέρες φορτωμένα σε μουλάρι τα πωλούσε ο οικογενειάρχης στα χωριά του Φαναρίου.- Για τα αρσενικά από αυτά λάβαινε σαν αντάλλαγμα 15 οκάδες καλαμπόκι, για δε τα θηλυκά 10 οκάδες.-
Την πρώτη εκάστου έτους, γιορτή του Μεγάλου Βασιλείου, αρκετοί των κατοίκων εκκλησιάζονταν.- Βέβαια από το βράδυ της παραμονής οι περισσότεροι των ανδρών πήγαιναν στα καφενεία και σχεδόν μέχρι το πρωί χαρτόπαιζαν.- Στα σπίτια έψηναν την μπουκουβάλα στην οποία τοποθετούσαν το φλουρί (καμμιά δεκάρα) ως επίσης και κουλούρια.- Αυτά το πρωί της πρωτοχρονιάς τα έβαζαν στο κεφάλι των ζώων και καθώς έπεφταν παρατηρούσαν αν θα σταθεί από την ορθή ή ανάποδη πλευρά.- Έτσι το μέλλον της χρονιάς προορίζονταν λαμπρό στην περίπτωση της ορθής πλευράς, ζοφερό δε στην ανάποδη.- Την 6η του μηνός Ιανουαρίου, γιορτή των Φώτων – Θεοφανίων, με το πέρας της λειτουργίας στην εκκλησία, το σύνολο του εκκλησιάσματος με επικεφαλής τον ιερέα μετέβαιναν στην βρύση του Καλιά, όπου λάβαινε χώρα ο αγιασμός των υδάτων.-
Θεωρώ σκόπιμο να αναφέρω, ότι τα καφενεία του χωριού ήταν το στέκι των χαρτοπαιχτών, όχι μόνο των κατοίκων αυτού, αλλά και αυτών των περιχώρων.- Γινόταν χοντρά παιχνίδια (με αρκετά χρήματα) παίζοντας κλειστό πόκερ.- Βέβαια είχαμε σε αυτά και άλλα παιχνίδια, όπως κολιτσίνα (σπαθιά), ξερή (συνήθως τετράδα), μπάσκα, ραμί, πινάκλ, για ένα κέρασμα ή για ένα πακέτο τσιγάρα.- Τα καφενεία εκτός από χώρος χαρτοπαιξίας ήταν και ο χώρος διαλόγου, κουτσομπολιού και πειραγμάτων μεταξύ των παρευρισκομένων.-
Την 11η Φεβρουαρίου κάθε έτους, εορτή του Αγίου Βλασίου, οι περισσότεροι κάτοικοι του χωριού μετέβαιναν στο εξωκλήσι του αφιερωμένου στον ΄Αγιο αυτό.- Αυτό βρίσκονταν στη τοποθεσία «Ριζό της Κόνιτσας». Μετά το τέλος της ακολουθίας το σύνολο του εκκλησιάσματος παρέμενε στον περίβολο του Ναϊσκου, όπου μοίραζαν τα υψώματα και τα κόλλυβα που είχαν οι γυναίκες.- Συγχρόνως τα παιδιά του Δημοτικού Σχολείου που στο σύνολό τους συμμετείχαν με το δάσκαλό τους στη γιορτή, χωρισμένα σε δύο ομάδες, έπαιζαν τα γνωστά παιχνίδια «σκλαβάκι» και «κιτιά» με ακροατήριο το σύνολο του εκκλησιάσματος.- Εκτός αυτών ορισμένες χρονιές οι έφηβοι που παρευρίσκονταν, χωρισμένοι σε ομάδες έπαιζαν τις «τσούκες». Δηλαδή κάθε ομάδα αυτών έστηναν ορθά τρεις πέτρινες πλάκες και το αυτό σε απόσταση δέκα περίπου μέτρων η άλλη ομάδα.- Κάθε μέλος της ομάδας και ενναλλάξ με ένα πέτρινο λιθάρι το οποίο έριχνε στις πλάκες της αντίπαλης ομάδας με σκοπό να τις γκρεμίσει.- ΄Οποια ομάδα έριχνε και τις τρεις πλάκες ήταν η νικήτρια και απολάμβανε τα χειροκροτήματα του ακροατηρίου.- Σε απόσταση περίπου εκατόν πενήντα μέτρων από το παραπάνω εξωκλήσι υπήρχε και υπάρχει η γνωστή φυσική με συνεχόμενη ροη νερού χειμώνα – καλοκαίρι βρύση με την ονομασία «Βρύση της Κόνιτσας», στον «κόρτο» της οποίας αρκετές οικογένειες έπλεναν τα βαριά ρούχα (σκουτιά), δηλαδή χασιές, βελέντζες , σαϊσματα, μουτάφια, κουρέλια κ.λ.- Στη βρύση αυτή οι χωρικοί το καλοκαίρι πότιζαν τα ζώα τους.-
Κατά την περίοδο των αποκριών δημιουργούνταν μια ομάδα αρρένων εφήβων μεταμφιεσμένων, από τους οποίους ένας γαμπρός και μία νύφη, κουβαλούσαν σε έναν τορβά (σακούλι) με στάχτη.- Αυτοί περιφέρονταν στις γειτονιές του χωριού, όποιος δε τολμούσε να πειράξει την νύφη, τον κτυπούσαν με τον τορβά και τον γέμιζαν με στάχτη.- Κατά την αποκριά οι περισσότερες οικογένειες μαγείρευαν κρέας , σφάζοντας ένα σφαχτό, το οποίο μοιράζονταν συνήθως με συγγενική οικογένεια.- ΄Ηταν δηλαδή οι απόκριες, από τις λίγες φορές το χρόνο που οι χωριανοί έτρωγαν κρέας, με δεδομένο ότι στο χωριό δεν υπήρχε κρεοπωλείο.-
Το βράδυ της αποκριάς πολλές οικογένειες παίζουν «κάσκαρι». Δηλαδή ένα βρασμένο αυγό το τρύπαγαν διαγώνια με βελόνι και περνώντας κλωστή με την οποία το κρεμούσαν στην γρεντιά, σχηματίζουν κύκλο, αφού δε το ταλάνιζαν, προσπαθούσαν να το πιάσουν με το στόμα.- ΄Οποιος εξ αυτών το έπιανε στην συνέχεια το έτρωγε.-
Ερχόμαστε στη συνέχεια στην Καθαρή Δευτέρα κατά την οποία αρκετά ανύπανδρα κορίτσια του χωριού, αφού έφτιαχναν αρμυροκούλουρα , έτρωγαν μόνο αυτά, με την ελπίδα το βράδυ που θα κοιμόντουσαν θα έβλεπαν στο όνειρο τους το βασιλόπουλο που θα παντρεύονταν.-
Αρχές μηνός Μαρτίου κάθε έτους, αρκετοί χωριανοί έβγαιναν για να βρουν και να μαζέψουν σαλιγκάρια (μπόρμπουλα), μεγάλα, άσπρα τα οποία κατά κανόνα τα έψηναν στη θράκα (κάρβουνα) στο τζάκι και τα οποία αποτελούσαν νοστιμότατο έδεσμα.- Αυτό γινόταν μέχρι το τέλος του μηνός Μαρτίου γιατί τότε έρχονταν και λαλούσε ο κούκος, ο οποίος έκλανε αυτά και δεν τρώγονταν έκτοτε, όπως ισχυρίζονται οι χωριανοί.-
Φθάνοντας στο Σάββατο του Λαζάρου την παραμονή αυτού (ημέρα Παρασκευή) τα παιδιά του Δημοτικού Σχολείου ανυπομονούσαν να τελειώσει το μεσημέρι αυτής το μάθημα προκειμένου να τρέξουν να μαζέψουν αγριολούλουδα ή άνθη δένδρων για το στόλισμα του καλαθιού.- Το απόγευμα της αυτής ημέρας δύο -δύο των παιδιών περιφέρονταν στο σύνολο των σπιτιών του χωριού τραγουδώντας διάφορα τραγούδια κατά κύριο λόγο το «ήλθε ο Λάζαρος ήλθαν τα Βάγια….» με αντίτιμο – κέρασμα τουλάχιστον ένα αυγό που τοποθετούσαν στο καλάθι ή καμμιά φορά μία δραχμή.- Μερικές φορές αργά το βράδυ του Λαζάρου και μεγαλύτεροι έφηβοι περιφέρονταν στα σπίτια και τραγουδούσαν μεγαλύτερα τραγούδια, όπως το «Καλό είναι το ΄Αγιο ο Θεός, ο ΄Αι Γιώργης κ.λ.» Αυτούς στα σπίτια τους κερνούσαν κανένα ουζάκι.- Το απόγευμα του Λαζάρου ο γυναικωνίτης της εκκλησίας του χωριού γέμιζε από κλαδιά του δένδρου δάφνη, τα οποία προσκόμιζαν οι νύφες (γυναίκες) του χωριού που είχαν παντρευθεί την προηγούμενη μέχρι τότε χρονιά.- Με τα κλαδιά αυτά την επόμενη μέρα (Κυριακή των Βαϊων) ο ιερέας ράντιζε την εκκλησία και το εκκλησίασμα, το οποίο έπαιρνε στη συνέχεια μερικά από αυτά και τα τοποθετούσε στο εικόνισμα του σπιτιού του.-
Την Μεγάλη Εβδομάδα οι γυναίκες το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης σε κάθε σπίτι έβραζαν τα αυγά και ειδικώτερα πριν από το πρώτο χτύπημα της καμπάνας.- Στη συνέχεια τα έβαφαν κόκκινα κατά κύριο λόγο, γιατί όσες οικογένειες πενθούσαν τα έβαφαν μπλέ ή μαύρα.- Την ίδια μέρα οι γυναίκες έψηναν ύψωμα και κουλούρια.- Στα κουλούρια που προορίζονταν για τα αναδεκτούδια (βαπτισίμια) τοποθετούσαν από ένα ή δύο κόκκινα αυγά.- Το βράδυ των Δώδεκα Ευαγγελίων το εκκλησίασμα συμμετείχε με κατάνυξη προβαίνοντας και σε μετάνοιες.- Μέχρι το μεσημέρι της Μεγάλης Παρασκευής οι γυναίκες του χωριού στόλιζαν τον Επιτάφιο με λουλούδια που έφερναν οι ίδιες ή τα παιδιά του χωριού.- Μάλιστα αυτά μέχρι την τοποθέτησή τους στον Επιτάφιο δεν τα μυρίζαμε.- Το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής τα εγκώμια (Ζωή εν τάφω) τα έψελναν όχι μόνο ο ψάλτης αλλά και διαδοχικά τα παιδιά ή και μεγαλύτεροι σε γκρούπ δύο ή τριών ατόμων.-
Μετά το τέλος των εγκωμίων γινόταν περιφορά του επιταφίου γύρω της εκκλησίας τρεις φορές και τρισάγιο στους τάφους των πεθαμένων.- Το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου είχαμε εκκλησιασμό όπου και αρκετοί κάτοικοι ελάμβαναν την Θεία Κοινωνία.- ΄Ετσι φτάνουμε στο βράδυ της Ανάστασης με μεγάλη προσμονή από το σύνολο των κατοίκων.-΄Ολοι τους από βραδύς κοιμόντουσαν και με το κτύπημα της καμπάνας τα μεσάνυχτα περί τις 12 η ώρα ξύπναγαν.- Αυτό γιατί μέχρι το έτος 1960 περίπου οι χωριανοί δεν είχαν ρολόγια.- Λόγω της απόλυτης ησυχίας που επικρατούσε ο ήχος της καμπάνας έφθανε εύκολα στα αυτιά των κατοίκων.- Επί πλέον κάθε οικογένεια ενδιαφέρονταν για τις γειτονικές αυτών μήπως δεν είχαν ξυπνήσει.- ΄Ολοι φορούσαν τα καλά τους, καθένας τους κρατώντας τις άσπρες λαμπάδες στα χέρια του και ένα κόκκινο αυγό στην τσέπη τους, ξεκινούσαν για την εκκλησία, η οποία σε λίγο ήταν υπερπλήρης.- Αυτό γιατί όλοι οι χωριανοί, πλην τυχόν εκείνων που δεν μπορούσαν να μετακινηθούν, συμμετείχαν στο εκκλησίασμα.- Μάλιστα ο ιερέας από τον άμβωνα πριν ή ανακράξει την Ανάσταση του Θεανθρώπου ρωτούσε αν είχαν προσέλθει όλες οι οικογένειες, προκειμένου να συμμετέχουν όλοι οι χωριανοί στην ακολουθία.- Με το «δεύτε λάβετε φώς» του ιερέα προσέτρεχαν αρκετοί να λάβουν με τη λαμπάδα τους το ιερό φώς. Μόλις δε στη συνέχεια ο ιερέας ανέκραζε το «Χριστός Ανέστη» τα παιδιά του Δημοτικού, που ήταν παρατεταγμένα σε γραμμή, άμεσα τσούγκριζαν μεταξύ τους τα αυγά που είχαν, δημιουργώντας φασαρία, εξαναγκάζοντας τον επίτροπο να παρεμβαίνει για να ηρεμήσουν.- Μετά τον ιερέα το τροπάριο «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών…..» έψελνε στο σύνολό του το εκκλησίασμα τρεις φορές. Με την περάτωση της ακολουθίας της Αναστάσεως αποχωρούσε αυτής το πλείστο των κατοίκων προς τα σπίτια τους με αναμμένες τις λαμπάδες δημιουργώντας προς κάθε γειτονιά του χωριού μια ουρά από φώτα.- Αυτή την ίδια ουρά διέκρινε κανείς αν παρακολουθούσε τα απέναντι του Τρικάστρου χωριά.- Αυτό γιατί σε όλα τα χωριά της περιοχής δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα.- Οι παραμένοντες στην εκκλησία παρακολουθούσαν την λειτουργία που ακολουθούσε και στο τέλος αυτής ελάμβαναν την θεία κοινωνία.- ΄Οσοι επιθυμούσαν και μάλιστα τα παιδιά και οι νεαροί του χωριού, ο ιερέας, με αντίτιμο ένα αυγό, με την ανάγνωση ευχής, ονόμαζε αυτούς «βλάμηδες τους άρρενες και αδελφοπευτές τα κορίτσια». Αυτοί εφεξής μεταξύ τους δεν χρησιμοποιούσαν το όνομά τους, αλλά το «βλάμης ή αδελφοπευτή».-
Κάθε οικογένεια του χωριού την Κυριακή, ως επί το πλείστον στους φούρνους που είχαν ή με ξύλινες σούβλες εκτός αυτών, έψηναν το αρνί ή κατσίκι που είχαν προγραμματίσει για το σκοπό αυτό, το οποίο ψημένο το απολάμβαναν με ιδιαίτερη χαρά, τσουγκρίζοντας τα κόκκινα αυτά.- Εκτός αυτού οι νοικοκυρές αρκετών οικογενειών ετοίμαζαν – παρασκεύαζαν το γνωστό «γούμασμα» από τα εντόσθια των αρνιών ή κατσικιών και διάφορα χόρτα.- Το παρασκεύασμα αυτό, δηλαδή το «γούμασμα», προσφέρεται σήμερα σε όλη την Ελλάδα ως «γκουρμέ» φαγητό.-
Το απόγευμα της Κυριακής της Λαμπρής είχαμε την ακολουθία της Αγάπης.- ΄Όμως το πρωί και το απόγευμα των ημερών Δευτέρας και Τρίτης ελάμβανε χώρα στην εκκλησία η ακολουθία της Αναστάσεως.- Πρέπει όμως να τονισθεί ότι τα απογεύματα των τριών αυτών ημερών στα καφενεία του χωριού είχαμε τρικούβερτο γλέντι με δημοτικά τραγούδια και χορούς με ήχους που προέρχονταν παλαιότερα από γραμμόφωνα και στη συνέχεια από πικάπ. Ειδικότερα είχε επικρατήσει τα κορίτσια τα καταγόμενα από το χωριό που είχαν παντρευτεί σε γειτονικά χωριά την Δευτέρα της Λαμπρής μαζί με τους άνδρες τους επισκέπτονταν την οικογένεια τους και συμμετείχαν στο γλέντι.- Μάλιστα τους γαμπρούς τους αποκαλούσαν με το όνομα τους συνοδευόμενο από το όνομα της γυναίκας τους (π.χ. Σωτήρη Λένης – Σωτήρη Φτήχως κ.λ.).-
Από το μήνα Μάϊο κάθε έτους άρχιζαν τα πανηγύρια των χωριών της περιοχής, τα οποία διαρκούσαν έως και το μήνα Οκτώβριο.- Σε κάθε πανηγύρι συμμετείχαν όχι μόνο οι κάτοικοι του χωριού, αλλά και πολλοί από τα γύρω χωριά, ειδικώτερα όσοι είχαν στενούς συγγενείς στο χωριό που πανηγύριζε.- Με την ευκαιρία αυτή ανανεώνονταν η επικοινωνία μεταξύ τους.- Μάλιστα οι γυναίκες που μετέβαιναν στα πανηγύρια των διπλανών χωριών φορούσαν καθημερινά παλαιά παπούτσια και όταν έφθαναν στα πρόθυρα αυτών έκρυβαν αυτά και τα αντικαθιστούσαν με τα καλά τους και αυτό γιατί η μετάβαση γινόταν από μονοπάτια και αυτό απέβλεπε στο να μην καταστραφούν.- ΄Αρχιζαν παλαιότερα από το απόβραδο της παραμονής κάθε γιορτής και διαρκούσαν μέχρι τα ξημερώματα της επομένης αυτής.- Το γλέντι σε κάθε πανηγύρι οργανώνονταν από τα καφενεία των χωριών στις αυλές αυτών με την απαραίτητη συμμετοχή κομπανίας δημοτικών τραγουδιών, στις οποίες υπήρχε μερικές φορές, πέραν των οργανοπαιχτών – τραγουδιστών και γυναίκα τραγουδίστρια (η λεγόμενη τσιγγάνα).- Επειδή δε το γλέντι παλαιότερα γινόταν και κατά την διάρκεια της ημέρας, οι διοργανωτές δημιουργούσαν ίσκιο με παλούκια και βέργες επάνω στις οποίες τοποθετούσαν φτέρη και κλαδιά από πλατάνια.- Ο χορός των παρευρισκομένων γινόταν με παρέες που έπαιρναν από νωρίτερα σειρά, με χαρτάκια, κάθε δε μέλος αυτών χόρευε δύο τραγούδια.- Για κάθε χορευτή το αντίτιμο (χαρτούρα) για την πληρωμή της κομπανίας γινόταν από κάποιο μέλος της παρέας που συμμετείχε στο χορό ή από κάποιο συνήθως συγγενή που καθόταν στο τραπέζι και δεν χόρευε.- Μερικές φορές επειδή κατά την χρονική διάρκεια του γλεντιού δεν έμενε χρόνος να χορεύουν όλες οι παρέες που έδιναν χαρτάκι για τη σειρά, δημιουργούνταν μεταξύ τους παρεξηγήσεις.- Οι θρησκευτικές γιορτές κατά τις οποίες γινόταν τα πανηγύρια ήταν των Αγίων Γεωργίου, Νικολάου, Χριστοφόρου, Αγίας Τριάδος, Αγίας Κυριακής, Μαρίνας, Προφήτη Ηλία, Παρασκευής, Παντελεήμονα, Σωτήρος και Γέννησης της Θεοτόκου, τα δε χωριά της περιοχής ήταν Ρουμανό, Αλμποχώρι, Πολυστάφυλλο (Ρουσιάτσα), Κοντάτες, Σερζιανά, ΄Ανω Ρευματιά (Γκιόναλα), Κάτω Ρεματιά (Κούτσιαρι), Βρυσούλα (Ζερμή), Άνω Κοτσιανόπουλο, ΄Ανω Ράχη (Κράβαρι), Κορφούλα (Νιαγκάτες), Βελανιδούσα (Μποτάρι), ΄Ανω Σταφιδωτή (Κορύτιανη), Τσεκούρι, Μεσοπόταμος (Νεμίτσα) και Γλυκή.- Κατά τον μήνα Οκτώβριο διοργανώνονταν εμποροπανήγυρις στην Κωμόπολη της Φιλιππιάδας. Σ΄ αυτή μετέβαιναν από τα χωριά της γύρω περιοχής κάτοικοι, όχι μόνο για το γλέντι, αλλά και για την αγορά προϊόντων ένδυσης – υπόδησης και αγοραπωλησία ή ανταλλαγή μεγάλων ζώων (άλογα, μουλάρια και βόδια).-
Το πανηγύρι του Προφήτη Ηλία που γινόταν την 20η Ιουλίου στο χωριό μας, οι κάτοικοι το περίμεναν με μεγάλη ανυπομονησία και προσμονή. Οι γυναίκες άσπριζαν με ασβέστη τα σπίτια και τις αυλές αυτών.- Το απόγευμα της παραμονής της γιορτής μετέβαιναν για την εσπερινή ακολουθία στο εξωκλήσι του Προφήτη Ηλία που βρίσκεται στην κορυφή του ομωνύμου υψώματος, που από την μία πλευρά αυτού υφίσταται κάθετος κρημνός (σκέμπος) μέχρι της εισόδου του ποταμού Αχέροντα, στα στενά των πυλών του ΄Αδη, όπου κατά την μυθολογία υπήρχε ο Κέρβερος ο οποίος εισέπραττε τα οβολά προκειμένου να οδηγήσει τις ψυχών των νεκρών στην Αχερουσία Λίμνη.- Το πρωί της γιορτής οι κάτοικοι ανέβαιναν πάλι στο εξωκκλήσι του Προφήτη για την ακολουθία και μερικές γυναίκες έφερναν φορτωμένες με βαρέλες πόσιμο νερό για τους παρευρισκομένους.- Αυτό γιατί την 20η Ιουλίου η ζέστη βρισκόταν στο αποκορύφωμά της.- Με το πέρας της ακολουθίας στον περίβολο του ναϊσκου, οι παρευρισκόμενοι με ευχάριστη διάθεση συζητούσαν περί διαφόρων θεμάτων που τους απασχολούσαν και πολλές φορές με αθώα πειράγματα μεταξύ των.- Στη συνέχεια τόσο όσοι συμμετείχαν στο εκκλησίασμα αλλά και οι λοιποί κάτοικοι του χωριού συγκεντρώνονταν στα καφενεία, όπου κατέφθαναν επισκέπτες από τα γύρω χωριά για το πανηγύρι και έτσι άρχιζε το ημερήσιο γλέντι μέχρι το μεσημέρι.- Με τη διακοπή του γλεντιού οι συμμετέχοντες μετέβαιναν στα σπίτια τους, με συντροφιά τους συγγενείς τους που είχαν έρθει από τα περίχωρα, όπου και ακολουθούσε φαγοπότι.- Το απόγευμα με το πέσιμο του ήλιου (πόσκια) όλοι οι ευρισκόμενοι στο χωριό συγκεντρώνονταν στα καφενεία για το γλέντι, το οποίο διαρκούσε μέχρι τα χαράματα της επόμενης ημέρας.-
Την παραμονή της γιορτής του Σταυρού (14 του μηνός Σεπτεμβρίου), ο ιερέας του χωριού γυρνούσε σε όλα τα σπίτια για τον αγιασμό και οι χωριανοί του προσέφεραν, σαν ανταμοιβή, συνήθως όσπρια (φακές, φασόλια κ.λ.).-
Τον μήνα Νοέμβριο κάθε έτους είχαμε τις αποκριές για τα Χριστούγεννα και μέχρι τότε νηστεύαμε, αφού δεν είχαμε και εδέσματα αρτήσιμα.- Το βράδυ της 30ης Νοέμβρη, γιορτή του Αγίου Ανδρέα και αρχή την επομένη του μήνα Δεκέμβρη, όπως και της γιορτής του Αγίου Σπυρίδωνα οι νοικοκυρές έβραζαν στο κακάβι τα μπόλια (πολυσπόρια).-
Την παραμονή της γιορτής των Χριστουγέννων στα σπίτια και ειδικώτερα στο μπουχαρί (τζάκι) οι χωρικοί πάντρευαν τη φωτιά, καίγοντας κλαδιά από διάφορα δένδρα με την ευχή «αρνάδες – κατσικάδες».- Αυτό γιατί τα ζώα τους που θα γεννούσαν, ήθελαν τα νεογέννητα να είναι θηλυκά για να μπορούν ευκολότερα να ανανεώνουν το κοπάδι τους.- Επίσης όσες οικογένειες είχαν κρατήσει γουρουνόπουλο για τα Χριστούγεννα έσφαζαν αυτό, από το οποίο παρασκεύαζαν, εκτός των άλλων, τις γνωστές πεντανόστιμες τσιγαρίδες, που όταν τις τηγάνιζαν γέμιζε από τη μυρωδιά τους ολόκληρη η γειτονιά.-
Οι νέοι και οι νέες των κατοίκων του χωριού παντρευόνταν οι περισσότεροι μεταξύ τους.- Οι νύφες με το γάμο συγκατοικούσαν εφ΄ εξής με την οικογένεια των γαμβρών.- Οι νέες που παντρεύονταν νέους στα συνήθως διπλανά χωριά , πλέον δεν κατοικούσαν στο χωριό, αλλά στο χωριό του ανδρός τους.- Βέβαια οι νύφες από τα διπλανά χωριά, μετά το γάμο τους με άνδρα του χωριού γινόταν κάτοικοι αυτού.- Λίγοι άνδρες καταγόμενοι από το χωριό που παντρεύονταν κορίτσια από τα διπλανά χωριά μετοικούσαν στο χωριό της νύφης και έχουμε τους λεγόμενους σώγαμβρους.- Για να φθάσουν οι νέοι σε γάμο προϋπήρχε μεταξύ των φλέρτ εξ αποστάσεως ή προξενειό.- Μάλιστα προσδιόριζαν και την προίκα της νύφης που περιλάμβανε κασέλα, 20-30 σκουτιά, ραπτομηχανή και αργότερα ντουλάπα για τα ρούχα.- Σε εξαιρετικές περιπτώσεις περιλάμβανε και 20-30 γίδια ή πρόβατα.- Πριν από το γάμο τους είχαμε τα αρραβωνιάσματα μεταξύ των με γλέντι στενών συγγενών, χωρίς όμως όσο διαρκούσε ο αρραβώνας να συγκατοικούν.- Σπάνια είχαμε περιπτώσεις που οι νέοι έκλεβαν τις νέες και με αυτό τον τρόπο υποχρέωναν τις οικογένειες τους να συναινέσουν στο γάμο τους.-
Με τον προσδιορισμό της ημερομηνίας του γάμου εγένετο το κάλεσμα, τόσο των συγγενών, όσο συνήθως και του συνόλου των κατοίκων του χωριού.- Ο γάμος γινόταν πάντοτε ημέρα Κυριακή και την προηγουμένη αυτού Κυριακή είχαμε το κάλεσμα της νύφης εκ μέρους του γαμβρού.- Γι΄ αυτό μετέβαιναν στο σπίτι της οικογένειας της νύφης τρεις περίπου στενοί συγγενείς του γαμβρού με μπουγάτσα και καθόταν σε στενό τραπέζωμα.- Την ημέρα Πέμπτη πριν το γάμο η νύφη άπλωνε τα προικιά τους σε θέα των συγγενών που είχαν προσκληθεί γι΄ αυτό και όσοι συμμετείχαν έφερναν και διάφορα δώρα.- Την αυτή ημέρα έφθαναν στο σπίτι της νύφης απεσταλμένοι του γαμβρού με μουλάρια, στα οποία φόρτωναν το σύνολο των προικιών αυτής και τα μετέφεραν στο σπίτι του γαμβρού.- Το Σάββατο βράδυ στο σπίτι του μέλλοντος νεονύμφου κατέφθαναν οι καλεσμένοι στο γάμο, κουβαλώντας διάφορα υλικά εδεσμάτων (ένα πόδι κρέας, μακαρόνια κ.λ.) για να βοηθήσουν στην παρασκευή των γευμάτων του γάμου.-
Για το γάμο ανδρός αυτός έκλεινε κομπανία οργανοπαιχτών για το γλέντι που επακολουθούσε.- Ο γαμβρός όριζε και τον νονό (κουμπάρο) που θα στεφάνωνε το ζευγάρι.- Αυτός συνήθως ήταν αυτός που τον είχε βαπτίσει ή μέλος της οικογενείας του.- Με αυτό τον τρόπο οι κουμπαριές στο χωριό συνεχίζονταν για γενιές.-
Τον ερχομό του νουνού στο γάμο υποδέχονταν ο γαμβρός το βράδυ του Σαββάτου με τουφεκιές και καλωσόριζαν οι οργανοπαίκτες με τα βιολιά τους, στους οποίους αυτός έπρεπε να κολλάει (δίνει) κανένα χαρτονόμισμα για ανταμοιβή.- Ο νονός έφερνε μαζί του ένα μεγάλο ολόκληρο σφαχτό (κριάρι, τραγί) και καμμιά νταμιτζάνα κρασιού, που αυτά τα προσέφερε στο σύνολο του γλεντιού τα μεσάνυχτα της Κυριακής.- Ο γαμβρός το Σάββατο το βράδυ έσερνε πρώτος το χορό κρατώντας τον, ο βλάμης του ή κάποιος στενός συγγενής του που κόλλαε το αντίτιμο στα όργανα.- Οι προσκληθέντες και παρευρισκόμενοι στο γάμο συνέχιζαν το γλέντι με φαγοπότι και χορό σχεδόν μέχρι τα ξημερώματα της Κυριακής.-
Το πρωί της Κυριακής στο σπίτι του γαμβρού συγκεντρώνονται όσοι από τους προσκαλεσμένους θα αποτελέσουν το συμπεθεριό για να μεταβούν στο σπίτι της νύφης.- Οι περισσότεροι αυτών, εάν η νύφη ήταν από άλλο χωριό, είχαν έτοιμα άλογα ή μουλάρια, το σαμάρι των οποίων ήταν στολισμένα με φανταχτερές μαντανίες και μαξιλάρια, όλοι δε με τον γαμβρό (το ψίκι) ξεκινούσαν τραγουδώντας για το χωριό της νύφης.-
Στα μέσα της διαδρομής αυτής είχαμε στάση και μοίρασμα στους συμμετέχοντες κομμάτι (φέτα) μπουγάτσας και εκτός αυτού ο γαμβρός κέρναγε τσιγάρα από μια κούτα που έφερνε, στους καπνίζοντες.- ΄Όταν το ψίκι έμπαινε στα πρώτα σπίτια του χωριού της νύφης, δυνάμωναν τα τραγούδια, για να γνωστοποιήσει τον ερχομό του και απευθυνόμενο στη νύφη τραγουδούσε το γνωστό τραγούδι «ξύπνα περδικομάτα μου».-
Από το συμπεθεριό (ψίκι) του γαμβρού προπορεύονταν δύο καβαλάρηδες, από τους οποίους όταν έφθαναν στο σπίτι της νύφης, ο ένας καβάλα στο άλογο έμπαινε εντός του σπιτιού όπου αυτή το στόλιζε με πετσέτα.- Στην αυλή του σπιτιού της νύφης είχαμε καλωσορίσματα, ευχές και κεράσματα των συμπεθεριών και στη συνέχεια ανταμωμένοι μετέβαιναν χορεύοντας στην εκκλησία του χωριού, όπου επακολουθούσε το στεφάνωμα του ζευγαριού.- Τα στέφανα άλλαζε ο νονός, που εκτός από τις λαμπάδες που έφερνε, σκέπαζε το ζευγάρι με το λεγόμενο «στεφανοσκέπι», ήτοι καλό ύφασμα (ταφτάς κ.λ.) το οποίο στη συνέχεια η νύφη έραβε φόρεμα.- Με το «Ησαϊα χόρευε» οι παρευρισκόμενοι στην εκκλησία έραιναν τους νεόνυμφους με ρύζι, η δε νύφη σκορπούσε ζαχαράτα, τα οποία τα παιδιά τα κυνηγούσαν για να τα γευθούν.- Με το πέρας της στέψης επακολουθούσαν οι ευχές των συμπεθέρων προς το ζευγάρι των νεονύμφων και των στενών συγγενών αυτών.- Στη συνέχεια υπήρχε επιστροφή του συμπεθεριού του γαμβρού μαζί με μερικούς συνήθως στενούς συγγενείς της νύφης και το ζευγάρι για το χωριό και το σπίτι του γαμβρού.- Η νύφη καβαλίκευε το προοριζόμενο προς τούτο όμορφα στολισμένο άλογο και ξεπέζευε στην αυλή του νέου της πλέον σπιτιού.- Ένα παιδί περνούσε τρεις φορές πάνω από το σαμάρι του αλόγου και κάτω από την κοιλιά αυτού και μετά κάλπαζε το άλογο σε μικρή απόσταση.- Την νύφη στην πόρτα του σπιτιού την υποδεχόταν η πεθερά της (μητέρα του γαμβρού) όπου σταύρωναν με λάδι την πόρτα, έσπαγαν ένα πιάτο, η δε νύφη σκορπούσε ζαχαράτα.- Μαζί με την νύφη έμπαιναν στο εσωτερικό του σπιτιού και όσοι παρευρισκόμενοι χωρούσαν, τραγουδώντας «στην καινούργια μας γωνιά φύτρωσε μια λεμονιά» και άλλα πρόσχαρα τραγούδια.- Επακολουθούσε με το βράδιασμα το τραπέζωμα με διάφορα εδέσματα και με κύριο ποτό το ούζο.- Ο χορός των παρευρισκομένων έφθανε στο αποκορύφωμα του με διακοπές, για τις ανταλλαγές τραγουδιών του τραπεζιού από αυτούς.- Κάποια στιγμή οι νεόνυμφοι με τον κουμπάρο (νονό) και τους πολύ στενούς συγγενείς αυτών έσερναν το χορό, όπου έπεφτε και γερή χαρτούρα, κόλλημα για τα όργανα.- Κάποια στιγμή στους συμμετέχοντες στο γλέντι πέρναγε το κέρασμα του νουνού που αποτελούνταν από μεζέ από το σφαχτό που είχε φέρει και ένα ποτηράκι κρασί.- Καθένας τους ευχόταν στο νονό, να ζήσει το ζευγάρι που αντάμωσε και «όπως κόπιασε με στεφάνι να κοπιάσει και με λάδι» , δηλαδή να βαπτίσει και το νεογέννητο του ζευγαριού.- Κάποιοι από τους εύχοντες απήγγειλαν και ένα ρεφρέν ήτοι «Τούτο το γεμάτο και παραγεμάτο, το πίνω εις υγεία και ευτυχία του κυρ – νουνού» και συνέχιζε με υπονοούμενα σκωπτικού περιεχομένου, τα οποία δεν θυμάμαι.- Μετά από τα παραπάνω τα ξημερώματα Δευτέρας τελείωνε το γλέντι και ο γάμος.-
Το επόμενο του γάμου Σαββατόβραδο είχαμε τα λεγόμενα «πιστρόφια».- Δηλαδή οι νεόνυμφοι με πολύ λίγους στενούς συγγενείς του γαμβρού, δέκα δεκαπέντε άτομα, μετέβαιναν στο σπίτι της νύφης όπου με τους στενούς συγγενείς αυτής συμμετείχαν σε γλέντι χορεύοντας δημοτικούς χορούς, χρησιμοποιώντας γραμμόφωνο ή πικάπ.-
Με την απόκτηση τέκνου από το ζευγάρι που παντρεύτηκε είχαμε στην συνέχεια τα βαπτίσια αυτού με νονό του αυτόν που είχε στεφανώσει τους γονείς ή μέλος της οικογενείας αυτού.- Η βάπτιση γινόταν στην εκκλησία του χωριού και παλαιότερα ο νονός από μόνος του αποφάσιζε και χάριζε το όνομα στο νεογέννητο.- Μάλιστα πιο παλαιά, εφόσον ζούσαν κατά την βάπτιση οι παππούδες και οι γιαγιάδες αυτού, δεν έδιναν το όνομα τους σ΄ αυτό.- Αργότερα, ανεξάρτητα του αν ζούσαν οι παππούδες ή γιαγιάδες αυτού, σε συνεννόηση με τους γονείς, ο νονός έδινε όνομα ενός εξ αυτών.- Κατά το μυστήριο του βαπτίσματος στην εκκλησία δεν παρευρίσκετο η μητέρα αυτού, αλλά παρέμενε στην οικία της, περιμένοντας ένα νεαρό παιδί να της αναγγείλει το όνομα του παιδιού της.- Τα παιδιά του χωριού μόλις άκουγαν το όνομα του βαπτιζόμενου στην εκκλησία έτρεχαν ποιος θα πάει πρώτος στην μητέρα αυτού για να λάβει από αυτή μια – δυο δραχμές για το χαρμόσυνο γεγονός.- Πολλές φορές τα παιδιά αυτά χωρίζονταν σε ομάδες και κάθε ομάδα είχε μέλη στη διαδρομή της απόστασης από την εκκλησία στην οικία της μητέρας και ο πρώτος αυτών φώναζε στο δεύτερο και ούτω καθ΄ εξής ως τον τελευταίο.- Την ημέρα της βάπτισης επακολουθούσε γεύμα στην οικία των γονέων με συμμετέχοντες τον νονό και στενούς συγγενείς.-
Ο νονός του βαπτισθέντος παιδιού το Πάσχα που ακολουθούσε τη βάπτιση έστελνε για το βαπτισήμι του – αναδεκτού τα λεγόμενα «φωτίκια» που αποτελούνταν από μια όμορφη στολή ένδυσης, ταψί κουλούρι και κόκκινα αυγά, ως και τον προσδιορισμό με βαφή στο τσουλούφριδο ενός ζωντανού αρνιού υπέρ αυτού.- Κάθε επόμενο Πάσχα ο νονός προσέφερε στον αναδεκτό κουλούρι με κόκκινα αυγά.-
Τελειώνοντας θ΄ αναφερθώ σ΄ ό,τι αφορά το Δημοτικό Σχολείο του χωριού και την παρεχομένη εκπαίδευση.- Το σημερινό κτίριο του Σχολείου άρχισε να κτίζεται το 1950 και στον ίδιο χώρο προϋπήρχε μικρό παλαιό κτίριο το οποίο έπεσε.- Το κτίσιμο του Σχολείου έγινε με πέτρα κατά κύριο λόγο από το πλάι του Αι Λιά, από συνεργείο κτιστών με πρωτομάστορα τον Γαλάνη.- Τα περισσότερα των υλικών της τοιχοποιίας (άμμος, ασβέστη, νερό) τα πρόσφεραν οι χωριανοί εθελοντικά και μάλιστα κάθε οικογένεια του χωριού ανά βδομάδα μοίραζε φαγητό στο συνεργείο.- Την ξυλεία για τη στέγη του σχολείου και τα γαλλικά κεραμίδια της στέγης, ήταν προσφορά του Κράτους.- Όμως αυτά τα μετέφεραν από τις Καρυές οι χωριανοί με τα ζώα στο χώρο του σχολείου, γιατί δεν υπήρχε δρόμος για αυτοκίνητα.- Το κτίριο αποτελείται από δύο ευρύχωρες αίθουσες διδασκαλίας, γραφείο του δασκάλου και συνεχόμενη αυτού κατοικία δασκάλου, αποτελούμενη από δωμάτιο, κουζίνα και αποχωρητήριο με βόθρο.- Η μία αίθουσα του σχολείου αποπερατώθηκε και λειτούργησε την σχολική χρονιά 1954 – 1955 με χωμάτινο δάπεδο.- Την επόμενη χρονιά η αίθουσα αυτή στρώθηκε με τσιμέντο και με την εθελoντική προσφορά υλικών από τους χωριανούς (άμμος, χαλίκι, νερό).- Μάλιστα χαλίκι μάζεψαν οι μαθητές του σχολείου από την «σβάρνα» που υπήρχε πάνω από αυτό.-
Από το γκρέμισμα του παλαιού σχολείου μέχρι το κτίσιμο του νέου, η διδασκαλία των μαθητών γινόταν στο μεσοπάτωμα του γυναικωνίτη της εκκλησίας.- Βέβαια κάμποσα χρόνια λόγω γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου πολέμου δεν λειτουργούσε το σχολείο και εξ αυτού του λόγου η γενιά κάποιων παιδιών δεν κατέστη δυνατόν να λάβει απολυτήριο δημοτικής εκπαίδευσης.- Κάποιοι από αυτούς μετά την λειτουργία του σχολείου περνώντας δύο τάξεις σε μια χρονιά έλαβαν απολυτήριο.- Οι υπόλοιποι φοίτησαν στο λεγόμενο νυχτερινό που λειτουργούσε το βράδυ επί δύο ώρες με κεριά.-
Θεωρώ ότι οι υπηρετούντες στο Δημοτικό Σχολείο του χωριού δάσκαλοι ήταν «ήρωες».- Αυτό γιατί για να έλθουν στο χωριό, έπρεπε να περπατούν από μονοπάτια, πολλές φορές με βροχή και λάσπες.- Στο χωριό δεν υπήρχε φούρνος για να προμηθευτούν ψωμί και έπαιρναν ψωμί από οικογένειες, όπως και διάφορα άλλα εφόδια διατροφής.- ΄ Μέχρι το έτος 1960 ένας δάσκαλος δίδασκε στο χωριό κάθε μέρα πρωί – απόγευμα με διακοπή το μεσημέρι, με 60-70 μαθητές και το βράδυ με 10-15 μαθητές.- Εκτοτε αφού είχε αποπερατωθεί και η δεύτερη αίθουσα διδασκαλίας, είχαμε δύο δασκάλους.- Λίγο αργότερα είχαμε και την λειτουργία νηπιαγωγείου.- Για την προσαγωγή των μαθητών στο σχολείο κτυπούσε η καμπάνα πρωί- απόγευμα.- Κάθε μαθητής έφερνε μαζί του ένα καυσόξυλο για τη ξυλόσομπα του σχολείου, αλλά και για τη φωτιά που άναβαν για να βράσουν «το γάλα σκόνη» στο υπόστεγο του σπιτιού του Παππά.- Τη διαδικασία αυτή πρόσεχαν τα μεγαλύτερα σε ηλικία παιδιά και με την επιμέλεια του δασκάλου με κουτάλα γέμιζαν το κύπελλο που είχε το κάθε παιδί, το οποίο με την φέτα ψωμιού, συνήθως ροκίσιο που έφερνε από το σπίτι του, το έπινε πριν μπει στην αίθουσα.- Μερικές φορές λίγα παιδιά δεν είχαν ψωμί γιατί δεν υπήρχε στο σπίτι τους και έπιναν σκέτο το γάλα σκόνη.- Μαζί με το γάλα ο δάσκαλος κόβοντας φέτες το πεντανόστιμο «κίτρινο τυρί», μοίραζε αυτές ανά μία σε κάθε παιδί.-
Κατά την διδασκαλία των μαθημάτων, ο δάσκαλος, προέβαινε σε αξιολόγηση των μαθητών και σε ακραίες περιπτώσεις επέβαλε τιμωρίες σ΄ αυτούς.- Μάλιστα όσοι μαθητές δεν επεδείκνυαν ενδιαφέρον για μάθηση τους άφηναν στάσιμους στην ίδια τάξη.- Για τις αταξίες των μαθητών ο δάσκαλος χρησιμοποιούσε τον χάρακα ή την βέργα από αγριελιά, με κόμπια, επί των χεριών αυτών.- Κάθε Κυριακή με απόλυτη τάξη το σύνολο των μαθητών με το δάσκαλο συμμετείχαν στην ακολουθία της εκκλησίας.- Μάλιστα ένας εκ των μαθητών, των μικροτέρων τάξεων, απήγγειλε το «Πάτερ Ημών» και των μεγαλυτέρων τάξεων το «Πιστεύω».-
Για την 25η Μαρτίου οι μεγαλύτεροι μαθητές με την βοήθεια και επίβλεψη του δασκάλου κατασκεύαζαν σκηνή με σανίδια και παραβάν.- Αυτή την στόλιζαν με κλαδιά δάφνης, όπως και τις εικονογραφίες των ηρώων του 1821 που είχαν κρεμασμένες στην αίθουσα του σχολείου περιφερειακά με φύλλα δάφνης.- Μετά την ακολουθία στην εκκλησία επακολουθούσε επί της σκηνής από τους μαθητές απαγγελία ποιημάτων και σκέτς σχετικών με τη γιορτή της Μεγαλόχαρης και της Εθνικής Εορτής, τα οποία παρακολουθούσαν το σύνολο των γονέων αυτών.-
Την Πρωτομαγιά κάθε έτους το σχολείο πήγαινε ημερήσια εκδρομή στην τοποθεσία «Βόκαμο», στο βουνό ή στον κάμπο στα «Πλατάνια του Πάτση».- Η μετάβαση γινόταν τραγουδώντας «χωριό μου όμορφο με τις ραχούλες….», «λουλούδια ας διαλέξουμε….».- Στον μεν Βόκαμο συναντιόμασταν με το Δημοτικό Σχολείο του χωριού της «Ανω Σκαφιδωτής» (Κορύτιανης), στα δε πλατάνια του Πάτση με το Δημοτικό Σχολείο των χωριών Κάτω Ρεματιά (Κούτσιαρη) ή Βρυσούλας (Ζερμής).- Οι μεγαλύτεροι των μαθητών παίζανε ποδόσφαιρο και οι μικρότεροι διάφορα άλλα παιχνίδια, όπως και τοι μαθήτριες που συνήθως χόρευαν.-
Με το τέλος κάθε σχολικής χρονιάς στην αυλή του σχολείου γινόταν από τους μαθητές απαγγελία ποιημάτων και σχολικές επιδείξεις διαφόρων δεξιοτήτων και αθλημάτων.-
Πριν τη γιορτή των Χριστουγέννων στο σχολείο γινόταν γιορτή με την απαγγελία χαρμόσυνων ποιημάτων σχετικών με την γέννηση του Θεανθρώπου.- Γι΄ αυτό έκοβαν ένα κλαδί κέδρου, αφού δεν υπήρχαν έλατα, στα κλαδιά του οποίου τοποθετούσαν βαμβάκι, στη δε ρίζα του μια εικόνα της γέννησης, την οποία φώτιζαν με πλάκα φακού και λαμπάκι, αφού δεν υπήρχε ρεύμα.-
Μέχρι το έτος 1960 μόλις δύο ή τρεις μαθητές που κατάγονταν από το χωριό συνέχιζαν στο Γυμνάσιο, κατόπιν εισαγωγικών εξετάσεων.- Αυτό οφείλονταν στη «φτώχεια» των οικογενειών του χωριού και στο ότι έκτοτε υπήρχε το εκ της μετανάστευσης προερχόμενο συνάλλαγμα, το οποίο έδινε τη δυνατότητα συμμετοχής στο Γυμνάσιο περισσοτέρων μαθητών.- Τα γυμνάσια στα οποία πήγαιναν ήταν των Δερβιζιάνων, του Θεσπρωτικού, Καναλακίου, Πρεβέζης και αργότερα του Λούρου.- Στα τρία πρώτα από αυτά οι συνθήκες ήταν σχεδόν απαράδεκτες για τα σημερινά δεδομένα, γιατί έπρεπε να μεταβαίνει σ΄ αυτά κανείς περπατώντας.- Από τα παιδιά αυτά αρκετά αφού απεφοίτησαν από το Γυμνάσιο – Λύκειο, μέχρι το έτος 1974, έτος μετατόπισης του χωριού στον Ωρωπό, εισήχθησαν, κατόπιν εισαγωγικών εξετάσεων, σε διάφορες πανεπιστημιακές σχολές.-
΄Αφησα για τελευταίο την απώλεια (θάνατο) κάποιου χωριανού.- Μόλις συνέβαινε το γεγονός κτυπούσε η καμπάνα του χωριού λυπητερά.- Με το άκουσμα αυτής όλοι οι χωριανοί παρατούσαν άμεσα τις δουλειές τους, ακόμη και χωράφι να έκαναν, ξέζευαν τα βόδια.- Το βράδυ συμμετείχαν στο γεγονός σχεδόν όλοι οι χωριανοί και ξενυχτούσαν το νεκρό στο σπίτι του.- Την επομένη μέρα, ο νεκρός μεταφέρονταν με το ξυλοκρέβατο στην εκκλησία, όπου λάβαινε χώρα η νεκρώσιμη ακολουθία και στη συνέχεια ο ενταφιασμός του στο νεκροταφείο.- Τόσο κατά την παραμονή του νεκρού στο σπίτι του, όσο και κατά τον ενταφιασμό του οι γυναίκες του χωριού μαυροφορεμένες μοιρολογούσαν αυτόν.- Για τον νεκρό επακολουθούσαν τα μνημόσυνα στις τρεις και εννέα μέρες και το σημαντικότερο στις σαράντα ημέρες, όπου η οικογένειά του στην εκκλησία, προσέφερε στους συμμετέχοντες τεμάχιο υψώματος, κόλλυβα και τεμάχιο ψημένου κρέατος.- Οι συγγενείς πρώτου βαθμού άνδρες, για σαράντα ημέρες από τον θάνατο, δεν ξυρίζονταν και οι γυναίκες φορούσαν μαύρα και ειδικώτερα αν πέθαινε ο σύζυγος η γυναίκα του (χήρα) δεν έβγαζε έκτοτε τα μαύρα.-
΄Όλα τα παραπάνω προσπάθησα να περιγράψω αρκετά απλά, θα έλεγα «χωριάτικα» για να τα επεξηγούν οι παππούδες και γιαγιάδες στα εγγόνια τους, αλλά οι γονείς στα παιδιά τους.- Θερμή Παράκληση οι γονείς με τα παιδιά τους, ας πραγματοποιήσουν, όποτε είναι δυνατό, επίσκεψη στο παλαιό χωριό υπό την μορφή εκδρομής.-

Ο Γορανίτης
Βασίλειος Παπασταύρος


Πηγή φωτογραφιών: Ρουβήμ Καρασάββας

Ευχαριστώ τον διαχειριστή του «Τρίκαστρο Γόρανα Λάκκας Σουλίου-Πρεβέζης» για την άδεια να κάνω αυτή την ανάρτηση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η Ρόδος στην Ιταλοκρατία 1ο μέρος.

Η Ρόδος στην Ιταλοκρατία 2ο μέρος.

Η Ρόδος στην Ιταλοκρατία 3ο μέρος.

Η Ρόδος επί Ιταλοκρατίας 1920 – 1940

Εγω σωπαίνω....Φτύνω!!!

Μου μιλούν για δικαιοσύνη....οι δικαστές, Μου μιλούν για ηθική...οι αγύρτες, Μου μιλούν για ζωή...οι δολοφόνοι, Μου μιλούν για όνειρα...οι έμποροι, Μου μιλούν για ισότητα...τα αφεντικά, Μου μιλούν για φαντασία...οι υπάλληλοι, Μου μιλούν για ανθρωπιά...οι στρατοκράτες, Εγω σωπάινω....Φτύνω.


ΡΟΔΟΣυλλέκτης: e-mail r.telxinas@yahoo.gr
Δείτε περισσότερες φωτογραφίες στον ΝΕΟ ΡΟΔΟΣυλλέκτη: http://rouvim.blogspot.com

ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ ΤΙΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: http://rouvim.blogspot.com/
ΚΡΗΤΗΝΙΑ: http://www.kritinia.gr/
ΙΣΤΡΙΟΣ: http://istrio.blogspot.com/
ΣΟΡΩΝΗ: http://www.ampernalli.gr/
Dj news: http://fanenos.blogspot.com/
ΠΑΛΜΟΣ: http://www.palmos-fm.gr/
ΕΚΟΦΙΛΜ: http://www.ecofilms.gr/
ΡΑΔΙΟ1: http://www.radio1.gr/
http://www.ksipnistere.blogspot.com/
ΣΦΕΝΤΟΝΑ: http://gipas.blogspot.com/
ΡΟΔΟΣυλλέκτης: http://www.rodosillektis.com/
Η Ομοσπονδία Πολιτιστικών Συλλόγων Ρόδου: http://opsrodou.gr/
ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ: http://www.hamogelo.gr
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ – ΔΕΛΤΙΑ ΤΥΠΟΥ: http://rodosillektis.blogspot.gr/
Ιστοσελίδα του ΡΟΔΟΣυλλέκτη: http://www.rodosillektis.com/
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ: http://www.pnai.gov.gr
ΔΗΜΟΣ ΡΟΔΟΥ: http://www.rodos.gr/el/

Αρχειοθήκη ιστολογίου