Η Α Ν Τ Ρ Ε Ν Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Τ Ρ Α ******
Γράφει ο Στεργος Λαμπριανός
Έστεφε που το βουνί που πήγε να ποστρέψει τα ζα του...ήτο φουρκισμένος ο Καντής που ο αλαπουδάς, του πνιγιούργκασε μια αίγια και γκιο γεννήματα....
_Καντή!!! ωω Καντή....έλα να μου τη βάλεις φτιδά την ξελεματική τη βίδα που ήβγκιε που τον πουργκό και σουλουντρανούν τα νερά και με κάμασιν μουσκιούδι.. ο άντρας πήγε στη χώρα το πορνό με την κουριέρα του Ναστάση να ψουνίσει πετσιά και τουμάργκα για το πόματα του Χαριστουλλά...είμαι μοναχή η κακομά και ένε ξέρω που να ξεραττώ σαν τα καλάμια του Ναίθωνα και τους σφόγγιους του Κεραμιού..... –
..καργκιοκτύπησε ο Καντής.... έλα Θιέ μου και βόθα με...λω και να 'χουμε κακά ξεμπερττέματα την ελιμπίζετο και του τρέχασιν οι σιάλοι που την εθώργκε, αλλά εντιριέτο να της το πει κοττόγλου.... -.έβαλε τη βίδα και το μαρκούτσο στον πουργκό....έκαμα σου τα ούλα... φέβγκιω Λενιώ.... ε να με λαμένει η γεναίκα μου.... –
ε με τι σου χρωστώ Καντή μου??? ' –
ε θέλω τίποτι...ένα καφέ θα τον ήθελα. αλλά φούμαι μην έρτει κανένας καταχανάς και μας τσακώσει και γίνουμε κουρέττο.... –
ξένοιασε Καντή... η οξόπορτα κλειστή κι μπάρα καλά σφηνωμένη .κούνουπας ενε μπαίνει...και που το σοκκάκι ε περνά κανένας, γιατί λείπει ο μαλαφέστρος ... ούλο το μεσημέρι ε να μα 'στε μόνοι μας...βκιάλε το πατταλόνι σου να τοβρέξω με το πανί να μη φαίνεται η μουζουργκά που το μαρκούτσο ...με κι εβώ είμαι βρεμένη μέχρι το κόκκαλο και τα κωλομέργκα μου εμουλιάσα .. έλα να τα τανίσεις κι ε να δεις πο λω αλήκκια.... ξεκούμπωσε κι έβγκιαλε το ρουσικό της...τρίψε με λίγιο σφιχτά και ένα πουγκιάσω...μουσκιούδι είμαι η κακομά.. –
στο σουφά πύργκασε το Λενιώ...
ωω Καντή μου...τέκκια δροσιά ...ε θάργκου που τα κορφάγκια εσειούντο και 'κείνα... –
έφευγκε ο Καντής μουλά- μουλά να μην τον δουν...εφούτο το σούσουρο που θα βγαινε -.
στην οξόπορτα ήτο το Χρουσαφινιώ...ήμπε δίχως να ρωτήσει ...
- ωω μαρέ Λενιώ...λω και εβγκιάλετε τα μάκκια σας με τον Καντή... ήμουν όξω και εφκρούμου...πολλά μογκρητά ...εβάτσιζες πολύ ξεροχείλα...
Μέρος δεύτερο Ο Χ Ω Ρ Ι Σ Μ Ο Σ του Καντή ¨¨¨¨¨ -
Κόντεβγκε στο σπίτι του ο Καντής, όταν ξεμπούκαρε που το καντούνι του σπικκιού της Ναστασούλας ο Σάββας ο πρώτος μαντράτορας του χωργκού.. –
Εμ μου λες πρε Καντή που πήγες στα νέτερη μου και ΄μαζες τις κοπριές που κια που σταλίζαν οι αίγες μου, εν το ΄ξερες πρε ζαβάλη που να σε ΄καμια τουμπρούκι που τις μπουνιές και τους κλώτσους??? –
Σάλεβκε που μπρος μου μη σου τα κάμω κακά και μουζωμένα... έσε. φούμαι πρε χασταβλίαρη.. ένε πήγια και έμε κόφτει...έλα 'ργκάζω και τα λόγια σου ... ξάνα να τον έβρεις και πολείπου που μένα....ξεγκρεμίσου που μπρος μου πρε λωλο χασταλή.... –
Ελα πρε άντρα μου.. σε βλέπω ταραχισμένο κι εμ μου 'ρεσκεις τσιδά...λω κι 'σαι και σαν παραπαρμένος... –
Άστα πρε γεναίκα και βάλε μου να φω κάτι να συστυλοθώ...τρέμουν το πόγκια μου και κλωθογυρίζει το στομάχι ....φτοσδάς ο καβγκάς με τον σιχαμένο τον Σάββα έβγκιαλε που τα ρούχα μου.... –
Έργκησες σήμερα να 'ρτεις ??? λω κι έμπλεξές τα με καμιά κια πάνω στο βουνί. –
Έμε φτάνει η κούραση μου, έχω κι σένα που πάνω μου... –
Πρε ψεύτη έμε ξεγσλάς ...ξέρω που 'σουν και τι εκαμιετε με τη μαυτοστήθα τη γεβεντισμένη ...πέρασε πιν λίγιο το Χρουσαφινιώ και μου τα γιαγνάτισε χαρτί και καλαμάρι.... εβγκιάλετε τα μάκκια σας και χεις 'κόμη μούρη να μπεις μες στο σπίτι??? Μάψε τα μπουρκκιά σου και πάνε στο λωλοκαφουρί τη μάνα σου...εκείνη ξέρει να σε λιχνώσει... –
Έλα πρε γεναίκα στα σύγκαλα σου...είναι ψόματα...είναι που σε ζηλέβγκει κι έβαλε σκοπό να μας χωρίσει το Χρουσαφινιώ, το μεσσαγγέρο του χωργκού... ξέρεις τι αργκάτης είναι...ούλο το χωργκό το 'χει το ταράξει...πάνε να τη φέρεις να δούμε αν την βαστά ο κώλος της να μου τα πει κατάμουτρα και να γίνουμε μουραφάδες..... –
Άστα φτα και μάψε τα πουρκιά σου...τα πιο πολλά τα ΄μαψα εβώ και τα 'βαλα στην κανναβίτσα τ΄ αχύρου...κάμιε γλήγιορα, γιατί έχουν φουσκώσει τα νεύρα μου...βλέπεις τον κονισμένο ταχρά, το σφαχτάρι και το διφούρκι??? ένα σου σπάσω τα πάκκια σου και να σου κόψω τον ακουππά σου.,, -
Είδα κι έπαθα μάνο μέχρι να 'ρτω ..έρκουμου που το σοκκάκι για να μην παντήξω κανένα και ο γκιάλος τους έπεψε ούλους μπρος μου,,. ως και το Μαργκετουλή τη παλαβή ήβρα.. –
Λω και σε 'κκιόξε η μαυροκριατού η γεναίκα σου,,, τα μυρίζουμου εβώ...αργκά ή γλήγιορα έλα που μέσα ε θα καλοτελέψει εφτό τ' αντρένο...ο ένας τραβά πετσί κι ο άλλος τουμάρι... –
Ε ναι...εμαλλώσαμε κι έμαψα τα πουρκκιά μου...άσε να περάσει η ταλαζονή και ένα ξανασμίξουμε ...'γαπά με η αχριάνα. αλλά ζηλεύγκει με πολύ...βάλε μου να φω..... –
Στ΄ ασπροσάνιδο σου τα 'χω,,ενέ μάρεψα σήμερα,,, είχα ψεσινή φακή κι έκαμα φακοπίλαβο.. εβώ έφα το με ένα κρομμύδι και καμπόσιες τσακιστές...φα κι εσύ και μη βαρταλαλείς σα τη ζιζικούρα ... –
Χαράς τα φαγιά...αυτά εν τα τρών ούτε οι πούλες...εν να πω στο κασαπιό ν' αγοράσω κριάς και να κάμω κκιαπάπι.. –
Πάνε όπου θέλεις...εβώ πάνω στο γιατάκι μου...μη κάμεις σαματά και με νιώσεις, γιατί ενά σε καταραστώ... έπρεπε να ζιεί πρε ο φέντης σου και θα 'βλεπες...ένα σε ' καμιε μαύρο και 'ρημο με τη φορτοτήρα του,,, ένα σε 'καμιε του αλακιού...ένα σε τυλύγιε μες στις προβγκιές...εν τα σήκωνε ο συγχωρεμένος τα κουρέτα και τα σούσουρα.... - ξεσπάστη...σώριασε τις μονές του.. ρούφηξε πεντέξι λαρουγγιές σούμα...περπάτησε στις μύτες των ποδγκιών του για να μην τον πάρει χαπάρι η μάνα του.... –
Έπαιζε το μαντολίνο του τραδούσε τον έρημο αγαπησιάρικο σκοπό....έφτασε με χίλια ζόρια όξω που το σπίτι της γεναίκας του.... –
Ξύπνα λειβαδοπέρντικα και κάτσε στη μονή σου, ν' ακούσεις τα τραγούγκια μου με την υπομονή σου.... –
τι θέλεις πρε χρισκιανέ μου τέκκια ώρα μες στο σκουτούφλι?? το ζιντάνι είναι μαύρο σαν την πίσσα.και το κατράμι... –
Ενέ μπορώ πιο .. υποφέρνω..από τη στενοχώργκα μου εθάργκου πως ένα με 'βρισκε κόρπος και το μπελοκλάδι του Πλαστήρα.., εσκέβγκιουμου σου πολύ και το ροχαλητό της μάνας μου εξεβούργκωνε με –
Έλα μέσα...έκαμα σου το ρεσένιο σου μπας και βάλεις μυαλό...άμα τα ξανακάμεις ένα σου την κόψω σύριζα και ένα τη βάλω στο στόμα σου να τη φας... - Λούσου τώρα με το βραστό νερό που 'χω στο τέζερο. βάλε και μυρωγκιές και κοικιάσου στον σουφά....φέρε και τους δγκιό μαξιλάδες που τον πάγκο...ένα μας χρειαστούν Καντή μου.........
Έζησαν αυτοί καλά και 'μείς καλύτερα.....
Υ.Γ η ιστορία είναι μυθοπλασία...τα ονόματα τυχαία...καμιά σχέση με ονόματα του πριν και του τώρα...
Στέργος Α. Λαμπριανός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου